Πιτσακσής

Λαϊκός τεχνίτης, ο μαχαιροποιός. Ο πιτσ'ακσ'ής κατασκεύαζε, με κύριο υλικό του το ατσάλι, τα κάθε είδους μαχαίρια, μεγάλα και μικρά, επαγγελματικά ή οικιακής χρήσης: μαχαίρια για τους χασάπηδες, ππάλες και άλλα ειδικά μαχαίρια και μπαλτάδες για τους κρεοπώλες, μαχαίρια για την κουζίνα, τσ'άκκες και τσ'ακκιά ή τσ'ακκούδκια (= μικρά μαχαίρια τζέπης που η λάμα τους διπλώνεται μέσα στη λαβή), ακόμη ειδικά μαχαίρια για μπόλιασμα των δέντρων, κλαδευτήρκα (για κλάδευμα), ακόμη και δρεπάνια, γενικά δε μια ολόκληρη σειρά για κάθε χρήση.

 

Ο πιτσ'ακσ'ής εργαζόταν ζεσταίνοντας το σίδερο στη φωτιά και, στη συνέχεια, σφυρηλατώντας το στο αμόνι για να του δώσει το σχήμα και το μέγεθος που ήθελε, ανάλογα προς το είδος του μαχαιριού που κατασκεύαζε. Η κόψη γινόταν με ρίνισμα της μιας επιφάνειας της λάμας. Τις λαβές των μαχαιριών (τα λεγόμενα μανίτζ'ια), κατασκεύαζε από ξύλο ή από κόκκαλο ή ακόμη κι από κέρατο. Η λεπίδα στερεωνόταν στη λαβή με ειδικά καρφιά που κτυπιόνταν και πλάταιναν και από τις δυο πλευρές. Οι λαβές έπαιρναν, με κατεργασία του χρησιμοποιούμενου υλικού, τέτοια σχήματα ώστε να ταιριάζουν στην ανθρώπινη παλάμη.

 

Τόσο οι λαβές όσο και οι λάμες των διαφόρων μαχαιριών συχνά έφεραν διακοσμήσεις, κυρίως εγχάρακτες, αλλά και με σφράγισμα στο μέταλλο όταν αυτό ήταν ακόμη πυρακτωμένο και μαλακό.

 

Τα προϊόντα του πιτσ'ακσ'ή πωλούνταν στη ντόπια αγορά και από γυρολόγους στα διάφορα πανηγύρια. Σήμερα το επάγγελμα του πιτσ'ακσ'ή δεν απαντάται πλέον στην Κύπρο. Είναι κι αυτό ένα από τα παλαιά παραδοσιακά επαγγέλματα που επλήγησαν από τη βιομηχανοποίηση και τα έτοιμα βιομηχανικά προϊόντα και που τελικά χάθηκαν.