Βαγιαζίντ Β' και Κύπρος

Image

Ο Οθωμανός σουλτάνος Βαγιαζίντ Β' (1481-1512), ο επικαλούμενος Veli, στη διάρκεια του μακροχρόνιου πολέμου του με τους Μαμελούκους της Αιγύπτου (1484 - 1491), συχνά απειλούσε και την Κύπρο των Λουζινιανών, που από το 1426 ήταν υποτελής στους Μαμελούκους. Στις 15 Μαρτίου του 1486, ο Βαγιαζίντ ζήτησε άδεια από τη Βενετία να ελλιμενίσει τα πλοία του στο νησί καθοδόν για εκστρατεία του κατά της Αιγύπτου. Η Βενετία κηδεμόνευε τότε την Κύπρο, όπου βασίλευε η Αικατερίνη Κορνάρο, χήρα του Ιακώβου Β' του Νόθου (από τις 26 Αυγούστου 1474 ως τις 24 Ιανουαρίου 1489). Η βενετική σύγκλητος αρνήθηκε να εκδώσει την άδεια για ελλιμενισμό, φοβούμενη ότι για αντίποινα κατά της αδείας αυτής, ο σουλτάνος της Αιγύπτου θα προέβαινε σ' επιδρομή κατά της Κύπρου και θα έβλαπτε με διάφορους τρόπους τα βενετικά συμφέροντα και ιδίως τα εμπορικά. Στις 6 Ιουνίου ο νέος Βενετός γενικός καπετάνιος (από 11 Ιανουαρίου 1486) Φραγκίσκος Πριούλι διετάχθη να μεταφέρει ολόκληρο τον βενετικό στόλο στην Κύπρο και να παραμείνει μέχρι να επιτύχει την πλήρη ασφάλειά της από τον τουρκικό στόλο που την απειλούσε . Κατά τις φήμες που κυκλοφορούσαν, ο τουρκικός στόλος αναμενόταν να φθάσει στο νησί ενισχυμένος, ύστερα από εντολή του Βαγιαζίντ. Η διαταγή για προστασία της Κύπρου επαναλήφθηκε μετά δυο μήνες (αρχές Αυγούστου, I486), με τη διευκρίνιση, αν ο τουρκικός στόλος πλησίαζε την Κύπρο, να αντιμετωπιζόταν με φιλικό τρόπο, αλλά έτσι ώστε να μη θεωρηθεί αυτό προσβλητικό για τον σουλτάνο της Αιγύπτου: μόνο 8-10 πλοία του Βαγιαζίντ θα επιτρεπόταν να μπουν στο λιμάνι της Αμμοχώστου απ' όπου, εν ανάγκη, θα εκδιώκονταν διά της βίας.

 

Τότε ανεκαλύφθη από το συμβούλιο των Δέκα της Βενετίας και συνωμοσία ενός Αντωνίου Σανταμαύρα, συγγενούς του (Έλληνα) επισκόπου της Λεμεσού, συνεργάτη των Τούρκων. Ωστόσο τίποτε δεν συνέβη τελικά κατά το 1486.

 

Όταν όμως μετά δυο χρόνια ο Βαγιαζίντ έστειλε τον στόλο του στην Κύπρο κατά την άνοιξη του 1488, στόχος του ήταν η κατάληψη της Αμμοχώστου, που όμως αποφεύχθηκε χάρις στην ταχεία παρέμβαση - επίδειξη μοίρας 25 πλοίων του βενετικού στόλου που υποχρέωσαν τα τουρκικά καράβια να επιστρέψουν στα Δαρδανέλλια.

 

Στη συζήτηση του θέματος εάν έπρεπε να υψωθεί η βενετική σημαία στο νησί (Αύγουστος του 1488), ως προειδοποίηση προς τον Βαγιαζίντ για τις βενετικές διεκδικήσεις στην Κύπρο, τελικά αποφασίσθηκε να αναβληθεί αυτή η ενέργεια κυρίως για να μη υπάρξουν περιπλοκές με τον επικυρίαρχο της Κύπρου, Μαμελούκο σουλτάνο του Καΐρου και μέχρι να πραγματοποιηθεί η αναχώρηση της βασίλισσας Αικατερίνης Κορνάρο από την Κύπρο (που άρα είχε σχεδιαστεί). Στο μεταξύ η Κύπρος ενισχύθηκε και με στρατό μισθοφόρων Αλβανών, που επισκεύασαν τα τείχη της Αμμοχώστου, με παράκληση της ίδιας της βασίλισσας. Η Αικατερίνη είχε προειδοποιηθεί από τον σουλτάνο της Αιγύπτου, ο οποίος ανέμενε την επίθεση του Βαγιαζίντ και, για να βοηθήσει στην άμυνα της Κύπρου κατά πιθανής επιθέσεως του τουρκικού στόλου καθ’ οδόν προς την Αίγυπτο, χάρισε τους οφειλόμενους προς αυτόν φόρους του νησιού για δυο χρόνια, συνολικά 16.000 δουκάτα.

 

Στις αρχές Ιουνίου του 1488, το τέως ηγετικό στέλεχος του καταλανικού κόμματος στην Κύπρο και υποστηρικτής του Ιακώβου Β', Ρίτζο ντι Μαρίνο, τώρα πράκτορας της Νεάπολης στην Αλεξάνδρεια και ευνοούμενος του Μαμελούκου σουλτάνου, ήλθε στη Ρόδο για να συνεργαστεί με τον Τζέμ, αδελφό του Βαγιαζίντ και ανταγωνιστή του για τον θρόνο, που είχε καταφύγει στην προστασία των ιπποτών της Ρόδου, και να επιτύχει συμμαχία των τελευταίων με τους Μαμελούκους κατά του Βαγιαζίντ. Από τη Ρόδο ο Ρίτζο μαζί με άλλο ένα πράκτορα της Νεάπολης, τον επίσης Κύπριο Τριστάν ντε Γκιμπλέτ, ήλθε στην Κύπρο μέσω Αλεξανδρείας, με γαλλικό πλοιάριο. Στην Φοντάνα Αμορόζα (Ακάμας), όπου αποβιβάστηκαν, συνελήφθησαν ύστερα από προειδοποίηση των Βενετών πρακτόρων στο Κάιρο και στην Αλεξάνδρεια που τους είχαν αντιληφθεί και προφανώς εξιχνιάσει τους στόχους τους, μεταξύ των οποίων ήταν και η διευθέτηση για τον γάμο της Αικατερίνης Κορνάρο με τον δον Αλόνσο, γιο του Φερδινάνδου της Νεάπολης. Φαίνεται ότι η ίδια η Αικατερίνη δεν διαφωνούσε με τον γάμο αυτό, για τον οποίο μια από τις πηγές αναφέρει ότι ο Τριστάν είχε κατορθώσει να έλθει στη Λευκωσία και να δει την βασίλισσα πριν συλληφθεί. Πάντως το μήνυμα του Βενετού προξένου από τη Δαμιέττη προειδοποιούσε τον Φραγκίσκο Πριούλι, που με τον στόλο του περιπολούσε γύρω από την Κύπρο, και για τον κίνδυνο από τον τουρκικό στόλο του Βαγιαζίντ, που επρόκειτο τότε να επιτεθεί κατά του Λαγιάτζο αλλά τελικά δεν το πείραξε. Όταν εξαιτίας και των πληροφοριών αυτών για την νεαπολιτανική συνωμοσία από τον Ρίτζο ντι Μαρίνο και τον Τριστάν ντε Γκιμπλέτ, η βενετική κυβέρνηση αποφάσισε οριστικά την εκθρόνιση της Αικατερίνης, έδωσε εντολή τον Νοέμβριο του 1488 στον ναύαρχο Πριούλι ν' αποστείλει τον συνήθη φόρο στον σουλτάνο του Καΐρου και μαζί ειδικό πρέσβη για να του εξηγήσει ότι ο λόγος της «εκούσιας» αποχώρησης της βασίλισσας από την εξουσία ήταν η απροθυμία της να διατρέξει κινδύνους, όπως λίγο πιο πριν, από τους Τούρκους, δηλαδή από την απειλή του Βαγιαζίντ να καταλάβει το νησί, απειλή που απετράπη μόνο χάρη στην παρουσία του βενετικού στόλου στην περιοχή. Μάλιστα η Αικατερίνη θα έπρεπε να γράψει ιδιόχειρη σχετική επιστολή στον σουλτάνο γι' αυτή της την «επιθυμία».

 

Η ύψωση της σημαίας του Αγίου Μάρκου στην Κύπρο θα σήμαινε για όλους, και ειδικότερα για τον Βαγιαζίντ, ότι η Βενετία ήταν αποφασισμένη να αφιερώσει όλες της τις δυνάμεις στην προστασία του βασιλείου της Κύπρου από κάθε επίθεση. Ωστόσο λίγο μετά την αναχώρηση από την Κύπρο της βασίλισσας, 6 τουρκικά καράβια (φούστες) και μια μπριγκαντίνα έφθασαν στις 9 Ιουλίου του 1489 έξω από την Καρπασία, αποβίβασαν άνδρες στις Χελώνες (νότια του Ριζοκαρπάσου), και συνέλαβαν αιχμάλωτους άνδρες, γυναίκες και δουλοπάροικους, κατέστρεψαν χωριά και σκότωσαν 36 άτομα. Πρόλαβαν να φύγουν προτού κινητοποιηθούν οι βενετικές δυνάμεις.

 

 

Κατά τα τέλη Φεβρουαρίου του 1498 φήμες για έντονες τουρκικές προετοιμασίες για κάποια επίθεση στη Ρόδο ή στην Κύπρο ή στην Κέρκυρα κυκλοφορούσαν στη Βενετία, που ενίσχυσε τότε την άμυνα της Κύπρου και πήρε κι άλλα, μάλλον αστεία, στρατηγικά μέτρα, όπως την υπεράσπισή της με 4 πλοία και 500 άνδρες σε περίπτωση επίθεσης του τουρκικού στόλου. Τον Αύγουστο του 1498 εγνώσθη στην Κύπρο ότι ο τουρκικός στόλος έπλεε στα νερά της, και το ίδιο μαθεύτηκε και το 1499. Το 1500, ο στόλος του Βαγιαζίντ βρισκόταν και πάλι στα νερά της Κύπρου, όπου συνέλαβε πολλά βενετικά καράβια, ενώ το καλοκαίρι του 1501 έγιναν πολλές τουρκικές επιδρομές στο νησί. Τον Οκτώβριο του 1501 ο Βαγιαζίντ ζήτησε με ειδικό απεσταλμένο του από τον σουλτάνο της Αιγύπτου Κανσούχ αλ Κχούρι να του επιτρέψει να καταλάβει την Κύπρο κατά τον επόμενο χρόνο. Ο Κχούρι αρνήθηκε ασυζητητί, διότι η Κύπρος του ανήκε και του πλήρωνε φόρους κάθε χρόνο. Τότε ο Βαγιαζίντ προσφέρθηκε να πληρώνει εκείνος τους φόρους. Αν και η δεύτερη απάντηση του Αιγυπτίου σουλτάνου δεν είναι γνωστή, πιθανότατα ήταν και πάλι αρνητική.

 

Λίγο αργότερα, λόγω της ανάγκης του ν' αντιμετωπίσει απερίσπαστος την Περσία, ο Βαγιαζίντ συνήψε ειρήνη με τη Βενετία στις 20 Μαϊου 1503, που επικυρώθηκε στις 6 Οκτωβρίου 1503. Εντούτοις οι επιδρομές τουρκικών πλοίων στην Κύπρο δεν σταμάτησαν. Το καλοκαίρι του 1506 αναφέρονται μερικές, αλλά εφεξής η κύρια απειλή κατά της Κύπρου προερχόταν από την Αίγυπτο. Η αιγυπτιακή απειλή ίσχυε μέχρι τον Απρίλιο του 1517, οπότε η δυναστεία των Μαμελούκων ηττήθηκε από τον διάδοχο του Βαγιαζίντ, τον Σελίμ Α'. Από τότε και μέχρι το 1570, ο φόρος της Κύπρου πληρωνόταν πια στην Κωνσταντινούπολη.

 

Φαίνεται ότι μέχρι την βίαιη παραίτηση του Βαγιαζίντ  στις 24 Απριλίου 1512 υπό την πίεση του γιου του Σελίμ Α', και μέχρι τον θάνατό του  στις 26 Μαϊου 1512 δεν προέκυψαν άλλες αντιθέσεις του με τη Βενετία για την Κύπρο.

Φώτο Γκάλερι

Image