Γιαλμπουγά αλ-Χασσίκι

Image

Εμίρης στην Αίγυπτο, που κυβερνούσε τη χώρα λόγω ανηλικιότητας του σουλτάνου κατά την κατάληψη και λεηλασία της Αλεξάνδρειας από τον βασιλιά Πέτρο Α' Λουζινιανό της Κύπρου (1ο Οκτωβρίου 1365 - 13 Οκτωβρίου 1365). Ο Γιαλμπουγά εξοργίστηκε για την επιδρομή και για εκδίκηση διέταξε αντίποινα εναντίον των Χριστιανών στην επικράτειά του και άρχισε να κατασκευάζει στόλο για επίθεση κατά της Κύπρου. Οι Βενετοί, που με δισταγμό και διφορούμενα αισθήματα παρακολουθούσαν τις σταυροφοριακές ενέργειες του Πέτρου, διότι αυτές έβλαπταν τα εμπορικά τους συμφέροντα, έστειλαν στο Κάιρο πρέσβεις, οι οποίοι βεβαίωσαν ότι η επίθεση του Πέτρου κατά της Αλεξάνδρειας είχε γίνει χωρίς τη γνώση ή βοήθεια ή συμφωνία της Βενετίας, που επιθυμούσε μόνο ειρήνη, επιστροφή των αιχμαλώτων και ανανέωση των παλαιών συνθηκών. Ο εμίρης Γιαλμπουγά, όμως, απάντησε ότι ειρήνη θα συνήπτε μόνο με τον βασιλιά της Κύπρου, οπότε οι πρέσβεις έφυγαν για το νησί (Απρίλ. 1366).

 

Στην Αμμόχωστο, όπου έφθασαν οι πρέσβεις, βρήκαν κυπριακό στόλο έτοιμο ν' αποπλεύσει για επίθεση κατά της Βηρυτού. Αμέσως έσπευσαν στον βασιλιά στη Λευκωσία και του ζήτησαν να μη προβεί στη νέα επίθεση εναντίον κτήσεων του σουλτάνου της Αιγύπτου, γιατί αυτό θα κατέστρεφε το βενετικό εμπόριο. Ο Πέτρος, απογοητευμένος από τη Δύση, και φοβούμενος αιγυπτιακή εισβολή στην Κύπρο, δέχθηκε ν' αναβάλει την επίθεση στη Συρία και τους ζήτησε να προτείνουν στο σουλτάνο, διά του Γιαλμπουγά, να στείλει πρέσβη για ειρήνευση. Αν και ο Πέτρος δεν φαίνεται ότι πίστευε στη φιλειρηνική διάθεση του Γιαλμπουγά, ωστόσο στις 2.6.1366 δέχθηκε τους πρέσβεις του εμίρη. Ενώ η Υψηλή Αυλή ευνοούσε περαιτέρω διαπραγματεύσεις, ο βασιλιάς πρότεινε «υπεροπτικούς» όρους: επιστροφή όλου του βασιλείου της Ιερουσαλήμ στην Κύπρο, απελευθέρωση των Χριστιανών αιχμαλώτων και των υπαρχόντων τους που κατασχέθηκαν, παράδοση των εχθρών του βασιλιά από τον σουλτάνο προς αυτόν και απαλλαγή των Κυπρίων εμπόρων από δασμούς. Οι πρέσβεις του Γιαλμπουγά, μη έχοντας εξουσία να δεχθούν τέτοιους όρους, του ζήτησαν να στείλει δικούς του πληρεξουσίους στην Αίγυπτο να τους διαπραγματευθούν. Πράγματι ο Πέτρος απέστειλε τρεις Καταλανούς, μ’ εντολή να μη κάνουν καμιά υποχώρηση, επιρρίπτοντας στους Σαρακηνούς την ευθύνη ενδεχομένου πολέμου.

 

Κατά τα τέλη Μαΐου οι Βενετοί πρέσβεις Μπέμπο και Σοράντζο πληροφορούσαν τη Σύγκλητο ότι είχε επιτευχθεί πλήρης διευθέτηση Κύπρου - Αιγύπτου, που μάλιστα εξασφάλιζε ελευθερία και ασφάλεια στους Βενετούς στην Αίγυπτο με ειδικό φιρμάνι, ενώ ό,τι είχε επιτευχθεί ήταν η έκδοση φιρμανιού γι' απελευθέρωση των αιχμαλώτων Βενετών και την ανανέωση των παλαιών συνθηκών. Η Γένουα και ο πάπας ειδοποιήθηκαν σχετικά και ζητήθηκε από τον πάπα η άδεια επανάληψης του εμπορίου με την Αίγυπτο, ενώ ανεμένετο από τον Πέτρο να συνάψει τη δική του ειρήνη (Ιούνιος 1366). Με την παραπλανητική αυτή διάδοση οι Βενετοί οδήγησαν στην κατάρρευση των σταυροφοριακών προετοιμασιών στη Δύση και τη συνακόλουθη διακοπή των διαπραγματεύσεων όταν η είδηση για την κατάρρευση έφθασε στην Αίγυπτο. Ωστόσο ο Πέτρος Α' δεν διέκοψε τις προετοιμασίες για πόλεμο, και ειδοποίησε τον δόγη για τον σκοπό του να πλεύσει εναντίον των απίστων. Οι Βενετοί δεν έδωσαν σημασία στην ειδοποίηση, πολύ περισσότερο που ο πάπας, παίζοντας διπλό παιγνίδι, είχε ήδη λίγες μέρες πριν επιτρέψει στους Βενετούς να εμπορεύονται με την Αίγυπτο. Εν τούτοις στις 17.8.1366 ο πάπας (Ουρβανός) πήρε την άδεια από Βενετούς, Γενουάτες και Καταλανούς, κάτω από την επίδραση των απεσταλμένων του Πέτρου, που τόνισαν ότι ο Γιαλμπουγά προσπαθούσε να κερδίσει την φιλία μερικών χριστιανικών δυνάμεων εις βάρος άλλων. Επίσης ο πάπας κάλεσε τον δόγη να μεσολαβήσει στον Γιαλμπουγά για ειρήνη και ανακωχή ευνοϊκή για τον Κύπριο βασιλιά και τους ιππότες του.

 

Σ' απάντηση η Βενετία στις 22.8.1366 απαγόρευσε την εξαγωγή όπλων και αλόγων στην Κύπρο, εκτός για τους βαΐλους της, και στις 25.8.1366 διέταξε τους υπηκόους της να μη λάβουν μέρος στην εκστρατεία του Πέτρου, ταυτόχρονα δε έστειλε δώρα στον Γιαλμπουγά: Μάταια ο Πέτρος και ο Ουρβανός διαμαρτυρήθηκαν γι’ αυτά τα μέτρα, και ο πρώτος τόνισε ότι οι Βενετοί έτσι παρέβαιναν τις συνθήκες τους μαζί του και την υπόσχεσή τους προς τον πάπα. Ωστόσο ο τελευταίος, αντιλαμβανόμενος την αδυναμία του και την καταστροφή κάθε δυνατότητας σταυροφορίας από τους Βενετούς, συμβούλευσε τον Πέτρο Α' να διαπραγματευθεί ειρήνη.

 

Η κύρια απαίτηση του Γιαλμπουγά ήταν να του επιστραφούν οι αιχμάλωτοι που είχαν συλληφθεί στην Αλεξάνδρεια, οπότε θα συνήπτε ειρήνη. Μερικούς που ο Πέτρος μπόρεσε να βρει στην Κύπρο (50 τον αριθμό, γιατί οι πιο πολλοί είχαν σταλεί στην Δύση), τους έστειλε στον εμίρη με την υπόσχεση να στείλει τους υπόλοιπους μετά την υπογραφή της ειρήνης. Η μεταφορά τους έγινε με τη συνοδεία του Σιρ Παύλου Μπελόνια (Οκτ. 1366), που αμέσως μόλις τους παρέδωσε συνελήφθη από τον εμίρη με την πρόφαση ότι η χαμηλή βαθμίδα του στην κυπριακή κρατική ιεραρχία αποτελούσε προσβολή για τον Γιαλμπουγά. Η γαλέρα του Μπελόνια μόλις πρόλαβε να διαφύγει με τη βοήθεια βενετικών πλοίων που ήταν ελλιμενισμένα στην Αλεξάνδρεια και ν' αναγγείλει την είδηση στον Πέτρο. Η στάση του εμίρη οφειλόταν σε πληροφορίες του για διασκορπισμό των σταυροφόρων της Δύσης και ματαίωση της σταυροφορίας, από την οποία δεν μπορούσε πια να απειληθεί.

 

Στις 26 Νοεμβρίου1366 οι Καταλανοί έμποροι, που είχαν προσπαθήσει στη Λευκωσία να πείσουν τον Πέτρο να στείλει (μαζί τους) πρέσβεις στον Γιαλμπουγά για να τον μαλακώσουν και να τον πείσουν να παύσει τις ενοχλήσεις εναντίον και αυτών στην Αίγυπτο, αφού απέτυχαν επέστρεψαν στην Αμμόχωστο, όπου βρήκαν τον βασιλικό στόλο έτοιμο ν' αποπλεύσει για νέα επιχείρηση.

 

Λόγω ασθενείας του Πέτρου η εκστρατεία του στόλου του ανεβλήθη για τον Ιανουάριο του 1367, οπότε τρικυμία διασκόρπισε τα πλοία, ο Πέτρος κατέφυγε στην Καρπασία, αλλά ο απεσταλμένος του κόμη της Σαβοΐας Φλοριμόν Λεσπάρ, που συμμετείχε στην εκστρατεία με 14 άλλους έφθασαν στην Τρίπολη, συνέλαβαν τον διοικητή του φρουρίου της, και λεηλάτησαν την πόλη. Μετά δώδεκα ημέρες όμως επέστρεψαν, μάταια περιμένοντας τους άλλους. Η εκστρατεία αυτή, παρά την ουσιαστική της αποτυχία, εντυπωσίασε τον Γιαλμπουγά, που αποφάσισε να ξαναδιαπραγματευθεί με τον Πέτρο, του οποίου το πολεμικό πνεύμα και ο ενθουσιασμός βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους. Γι’ αυτό απέστειλε από την φυλακή στην Κύπρο τον Σιρ Παύλο ντε Μπελόνια με δυο πρέσβεις του και συνοδεία 40 προσώπων, που συνάντησαν τον Πέτρο στην Αμμόχωστο. Γρήγορα συμφωνήθηκαν οι όροι της συνθήκης, στους οποίους ο βασιλιάς ορκίστηκε πίστη και τους οποίους οι απεσταλμένοι του Γιαλμπουγά θα τους μετέφεραν προς τον εμίρη για επικύρωση. Οι βασικοί ήταν: περιορισμός στο μισό των τελωνειακών δασμών στη Συρία και στην Αίγυπτο, ελεύθερη και αφορολόγητη είσοδος των προσκυνητών στους Αγίους Τόπους (αν είχαν πιστοποιητικό συγγενείας με τον βασιλιά ή συνδέσεώς των προς τον Οίκο του), ειδικοί όροι για τους προξένους, υπολόγους κατ' ευθείαν στον βασιλιά, αμοιβαία βοήθεια κατά επιθέσεων εναντίον της Κύπρου από τους Τούρκους και από τους [Δυτικούς] κουρσάρους εναντίον των Σαρακηνών κ.ά. Με τον τουρκοπουλιέρη της Κύπρου Σιρ Τζέιμς ντε Νόρες και τρεις άλλους απεσταλμένους, που μετέφεραν το κείμενο στο Γιαλμπουγά, στάληκαν κι όλοι οι αβάπτιστοι Σαρακηνοί της Κύπρου καθώς και όσοι βαπτισμένοι ή Σύροι ήθελαν να φύγουν. Η είδηση ότι ο εμίρης είχε στο μεταξύ φονευθεί διότι ευνοούσε την ειρήνη, δεν εμπόδισε τον απόπλου της αντιπροσωπείας (14.3.1367), διότι ταυτόχρονα εγνώσθη από τους ίδιους αγγελιαφόρους ότι και ο σουλτάνος και οι εμίρηδες ήθελαν την ειρήνη. Φθάνοντας στην Αλεξάνδρεια στις 25.3.1367 οι απεσταλμένοι έμαθαν ότι αν και η πολιτική του Γιαλμπουγά θα συνεχιζόταν από τον διάδοχό του και τον νέο σουλτάνο Σια’ μπάν, ωστόσο οι Αιγύπτιοι εμίρηδες βυσσοδομούσαν για προδοσία.