Δραγομάνος

Image

Επίσημος μεταφραστής του Οθωμανικού κράτους στην Κωνσταντινούπολη και διάφορες επαρχίες της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, περιλαμβανομένης της Κύπρου. Οι πρώτοι δραγομάνοι στην Κύπρο, γνωστοί έκτοτε ως δραγομάνοι του Σεραγίου (και που πρέπει να διακρίνονται από τους δραγομάνους του Κριτηρίου, δηλαδή των δικαστηρίων, και εκείνους των προξενείων), ήταν ενδιάμεσοι, μαζί με τον αρχιεπίσκοπο και τους ιεράρχες και προκρίτους, μεταξύ ραγιάδων και Τούρκων κατακτητών για φορολογικά διοικητικά ζητήματα. Οι δραγομάνοι ήταν αρνησίθρησκοι ή ξένοι ή εξελληνισμένοι Φράγκοι που παρέμειναν στην Κύπρο.

 

Ο πρώτος γνωστός δραγομάνος ήταν ο Piero Guneme, που εκ μέρους των Χριστιανών της Κύπρου έγραψε τον Οκτώβριο του 1608 στον δούκα της Σαβοΐας Κάρολο Εμμανουήλ, παρακινώντας τον να ελευθερώσει την Κύπρο από τους Τούρκους - χαρακτηριστικό διπλό παιγνίδι μεταξύ Δύσεως και Τούρκων.

 

Κατά την περίοδο ; - 1628 - λίγο προ της 25.7.1648, δραγομάνος ήταν ο Federico Vallaraci ή Fedrigo (Φεδρίγος), που ο πάπας θεωρούσε κεφαλή όλων των Χριστιανών του βασιλείου [της Κύπρου], προστάτη και λαϊκών και κληρικών, τα αυτιά του πασά της Κύπρου, κυβερνήτη της χώρας. Η δύναμή του όμως υπεράνω εκείνης του αρχιεπισκόπου γύρω στα 1639-1642, καθώς και των πασάδων του νησιού, οφειλόταν και στην αδυναμία του φιλοκαθολικού γέροντος αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου και την έριδά του με τον αντίζηλό του καλβινίζοντα αρχιεπίσκοπο Παρθένιο, καθώς και στη μεταρρύθμιση του διοικητικού συστήματος της Κύπρου στα 1641 εις βάρος των πασάδων. Ωστόσο ο Φεδρίγος δεν απέφυγε τον βίαιο θάνατο, όπως και ο (ένας πια) πασάς του νησιού από τους γενίτσαρους. Αυτό μαρτυρεί συνεργασία των δυο, όπως και στα επόμενα χρόνια, όταν δραγομάνοι ήταν ο Μισεράντζουλος προ του Οκτ. 1669, ο Μαρκουλ(λ)ής μετά τις 4.10.1669 - αρχ. 1675 ή τέλη 1675 με διακοπές, ο Κωνσταντής, προσωρινός ωσότου φθάσει ο Μαρκουλ(λ)ής στα 1673, ο Γεωργής (1673- 1676). Μετά το 1676 έχουμε κενό, που ίσως πληρωθεί από νέες έρευνες στα αρχεία.

 

Στα 1704 βρίσκουμε τον δραγομάνο Χατζηκωνσταντίνον Σεντούκαν, που είχε σταλεί από την Κωνσταντινούπολη, αντίθετα προς την προηγούμενη τακτική, να διορίζεται Κύπριος από την Πύλη ύστερα από υπόδειξη των τοπικών αρχών του νησιού και να δίδει λόγο κατ' ευθείαν στην αρχή που τον διόρισε. Ο δραγομάνος διόριζε ο ίδιος τον θησαυροφύλακα της Κύπρου και πλήρωνε τους μισθούς των γενιτσάρων, άρα είχε υπερεθνική εξουσία, όπως φαίνεται και από έγγραφο του δραγομάνου Χατζηγιωρκάτζη Κορνέσιου (1779 - 1809) του τέλους του 1804 προς τις αρχές της Κωνσταντινουπόλεως, με το οποίο ζητούσε έκδοση διαταγής εισπράξεως από τους Μουσουλμάνους των δαπανών του στην εκστρατεία των Τούρκων κατά της Αιγύπτου. Η δύναμη του δραγομάνου φαίνεται και από τον βενετικό τίτλο που του δίνουν οι ελληνικές πηγές Λεκτενέντος και Καπετάνος της Κύπρου, κατά κάποιο τρόπο διάδοχος του Βενετού διοικητή, του πρώτου ανάμεσα στους τρεις του Regimento (βλ. λήμμα Βενετία και Κύπρος).

 

Στις 25.8.1688 δραγομάνος φέρεται ένας Κωνσταντίνος, που μπορεί να ήταν είτε ο Κωνσταντής του 1673 είτε μάλλον ο Χατζηκωνσταντίνος Σεντούκας του 1704 (Προυσής, Κυπρ. Σπουδ., Ζ΄, σ. 33).

 

Στα 1707 ένας δραγομάνος μη κατονομαζόμενος εξορίζεται με τον αρχιεπίσκοπο (Αθανάσιος; ή Γερμανός Β΄;) και τον αρχηγό των γενιτσάρων στη Ρόδο, γιατί σχεδίασαν από κοινού να κλέψουν τους ραγιάδες στη φορολογία.

 

Προ του 1750 το αξίωμα κατείχε ο Χριστοφάκις Κωνσταντίνου (συγγενής του Χατζηκωνσταντίνου Σεντούκα;), που δολοφονήθηκε την ημέρα της Αναστάσεως του χρόνου εκείνου από ανθρώπους του Χατζημπακκή αγά. Ο Χριστοφάκις Κωνσταντίνου έκτισε την εκκλησία της  Άρπερας.

 

Στα 1752 και/ ή 1759 βρίσκουμε τον ερμηνευτήν Γεωργάκην και προσκυνητήν.

 

Ο επόμενος δραγομάνος ήταν ο Χατζηιωσήφ, 1761- 1780 (11 Ιανουαρίου), που τάφηκε στο νεκροταφείο του μοναστηριού Παλουριώτισσας.

 

Στα 1778 (6/12) δραγομάνος ήταν ο Χατζηκυριάκος και στα 1779 ο Γεωργάκης υιός Σακελλαρίου (ίσως προξενικός;).

 

Στα 1776 ή 1779-1809 δραγομάνος ήταν ο ένδοξος και ρέκτης Χατζηγιωρκάτζης ή Χατζηγεωργάκης Κορνέσιος, τον οποίο διαδέχθηκε ο Λάμπρος από την Κωνσταντινούπολη. Όπως και ο Χατζηκωνσταντίνος Σεντούκας, που ένα σημείωμα τον αποκαλεί άνθρωπον του εξα[ποδώ], δηλαδή του Σατανά, έτσι και ο Λάμπρος δεν τα πήγαινε καλά με τους Κυπρίους προκρίτους, προφανώς διότι δεν ανήκε στη δική τους «κάστα». Προσωρινός δραγομάνος, ως εκπρόσωπος του Χατζηγιωρκάτζη είχε υπηρετήσει στα 1805-1807 ο Νικολίδης ή Νικολής ή Νικολαΐδης με εντολή του Χατζηγιωρκάτζη που είχε διαφύγει στην Κωνσταντινούπολη και που τελικά τον «πρόδωσε» στους Τούρκους. Ο Λάμπρος πιθανώς δραγομάνευσε ως το 1814, αν και οριστική άποψη θα διαμορφωθεί μόνο μετά από προσεκτική μελέτη των καταστίχων της Αρχιεπισκοπής, στα οποία συχνά αναφέρεται. Πάντως ήταν ο τελευταίος γνωστός δραγομάνος της Κύπρου. Μετά από αυτόν ο θεσμός διαφοροποιείται και αρκετές αρμοδιότητες περιέρχονται στον γραμματικόν του Σεραγίου, ο οποίος ως το 1833 και μετέπειτα ακόμη ήταν ο εξωμότης του 1821 Ανδρέας Σολομωνίδης - Χουρσούτ αγάς, όπως φαίνεται από την γραφή του σε σειρά καταστίχων από το 1804 ως το 1833 (βλ. Κ. Π. Κύρρην στις Κυπρ. Σπουδ., 33, 1968, σσ. 127-148 και στον Κυπρ. Λόγο, Γ', 14 και Γ', 15-16, Μάρτ. -Απρίλ. και Μάιος - Αύγ. 1971, σσ. 88-95, 143-149 και κυρίως 212-213). Οι μεταρρυθμίσεις του 1830, 1854-1856   κ.ε. και το Τανζιμάτ* γενικά μεταθέτουν διάφορες αρμοδιότητες του δραγομάνου σε άλλους φορείς εξουσίας, είτε Τούρκους είτε στον αρχιεπίσκοπο και στους επισκόπους, τους   κοτζαμπάσηδες κ.α.

 

Λεπτομέρειες για τον καθένα δραγομάνο της Κύπρου, βλέπε στα σχετικά αυτοτελή λήμματα.

Φώτο Γκάλερι

Image