Διατροφή

Στοιχεία διατροφής κατά τη Φραγκοκρατία

Image

Η περίοδος της φραγκοκρατίας, κατά την οποία κυριάρχησε στην Κύπρο ο φραγκικός βασιλικός οίκος των Lusignan, καλύπτει σχεδόν τρεις αιώνες, από το 1192 έως και το θάνατο, το 1473, του τελευταίου Φράγκου βασιλιά της Κύπρου Ιακώβου Β ́. Βέβαια, ακολούθησε η βασιλεία της χήρας συζύγου του, Αικατερίνης Κορνάρο,όμως κατά το διάστημα αυτό, όπως έχει υποστηριχθεί από τους ιστορικούς, ουσιαστικά αρχίζει η βενετοκρατία, αφού, η Γαληνοτάτη έως την αποχώρηση της βασίλισσας και την παράδοση της εξουσίας είχε το ρόλο της προστάτιδας.

Σημαντικές πηγές της περιόδου της φραγκοκρατίας για τη διατροφή των Κυπρίων αποτελούν τα χρονικά, δηλαδή το έργο των Κυπρίων χρονογράφων, όπως του Λεοντίου Μαχαιρά, του Γεωργίου Βουστρωνίου, το χρονικό που Francisco Amadi, που φέρει το όνομα του κτίτορος του χειρογράφου, οι Ασσίζες, δηλαδή οι νόμοι της Κύπρου, τα περιηγητικά κείμενα της ίδιας περιόδου και ό,τι σχετικό έχει δημοσιευτεί, βασισμένο σε αρχειακό υλικό, και, κυρίως, από τον κατ’ εξοχήν μελετητή της

περιόδου Louis de Mas Latrie. Πρέπει να σημειωθεί, επίσης, ότι σημαντικότατη πηγή της φραγκοκρατίας και με πλούσιο υλικό για το θέμα μας αποτελούν οι εργασίες του

διαπρεπούς μεσαιωνολόγου Jean Richard.

Πρέπει να διευκρινιστεί, ότι, η περίοδος της φραγκοκρατίας υπήρξε μία περίοδος  κατά την οποία οι κάτοικοι της μεγαλονήσου δεν υπέφεραν μόνο από τις κατά καιρούς ανομβρίες, τις ξηρασίες, τους παγετούς, τους σεισμούς, τις επιδρομές της ακρίδας, τις εχθρικές και τις πειρατικές επιδρομές, αλλά, το σημαντικότερο ήταν ότι τους είχε επιβληθεί το πιο σκληρό φεουδαρχικό σύστημα, σε σχέση με άλλες χώρες της Ευρώπης. Αντιλαμβάνεται κανείς τις απάνθρωπες συνθήκες του φεουδαρχικού συστήματος, εάν αναλογιστεί ότι, οι δουλοπάροικοι της Κύπρου ανταλλάσσονταν

από τους φεουδάρχες τους με άλογα, γαΐδούρια, κυνηγετικά γεράκια, ή ακόμη και με

ποσότητα αχύρου.

Οι κάτοικοι της Κύπρου, οι περισσότεροι από τους οποίους ανήκαν στην τάξη των δουλοπαροίκων, ζούσαν λιτότατη ζωή αφού τρέφονταν συνήθως μόνο με ψωμί και τις περισσότερες φορές καμωμένο από κριθάρι. Σε γενικές γραμμές η διατροφή των Κυπριών την ίδια εποχή ήταν: τα παράγωγα του σιταριού, όπως, το πνιγούρι, ο τραχανάς, και οτιδήποτε παρασκευάζεται με αλεύρι, τα άγρια χόρτα, το κυνήγι, τα όσπρια τα οποία καλλιεργούσαν, όπως οι φακές, η λουβάνα, τα ρεβύθια ή τα φασόλια, το ψάρι, στις παράλιες περιοχές της Κύπρου, τα άγρια φρούτα, ή τα φρούτα από τα παραδοσιακά οπωροφόρα, το κρασί, ο μούστος για την παρασκευή γλυκών, οι

σταφίδες και άλλα.

Οι πηγές διασώζουν και στοιχεία από τα γεύματα των αρχόντων και, κυρίως, των μελών του βασιλικού οίκου των Lusignan, τα οποία χαρακτηρίζονται ως πλουσιοπάροχα, από τα οποία δεν έλειπε το κυνήγι, αφού, αγαπημένη απασχόληση της άρχουσας τάξης ήταν το κυνήγι, κυρίως δε, με γεράκια, τα φαλκόνια, όπως αναφέρονται από τους χρονογράφους. Λεπτομερείς περιγραφές δεν υπάρχουν αλλά στα γεύματα και στα δείπνα αυτά των βασιλέων και των αρχόντων κυριαρχούσαν το κυνήγι και το κυπριακό κρασί. Ο χρονικογράφος μας Λεόντιος Μαχαιράς, για παράδειγμα, αναφερόμενος στην αναχώρηση της αδελφής του βασιλιά Μαργέττας, το 1401, από την Κερύνεια για τη Νεάπολη, όπου είχε διευθετηθεί να παντρευτεί τον βασιλιά Ladislaus, σημειώνει τα εξής: « ...και επήγεν και ο ρήγας με την μητέραν του ...και εκεί ετρώγαν και ’πίνναν πολλές ημέρες ». Τα πλουσιοπάροχα συμπόσια των βασιλέων και των αρχόντων της Κύπρου μνημονεύονται από τους περιηγητές και αργότερα επί βενετοκτρατίας, όπως θα αναφέρουμε στο οικείο κεφάλαιο, θα

εντυπωσιάσουν και τους ίδιους τους Βενετούς διοικητές της μεγαλονήσου.

 

Ασσίζες

Οι νόμοι της Κύπρου που ίσχυαν επί φραγκοκρατίας περιέχουν και πληροφορίες για τη διατροφή των Κυπρίων. Ο φόρος που επιβαλλόταν :« Το δικαίωμαν του ιχθύος του αλμυρού το φέρνουν απαί την Βαβυλωνίαν..», μας επιτρέπει να εξαγάγουμε το συμπέρασμα ότι κατά την ίδια εποχή γινόταν εισαγωγή στην Κύπρο παστών ψαριών από την Αίγυπτο (Βαβυλωνία), τα οποία ασφαλώς χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι για τη διατροφή τους. Επίσης, η εισαγωγή μπαχαρικών, αρτυματικών όπως αναφέρονται στις Ασσίζες, μαρτυρείται η ευρεία χρήση τους, στη μαγειρική των Κυπρίων.

Άλλωστε έως σήμερα στην Κύπρο με τη λέξη αρτύματα υπονοείται το μαύρο πιπέρι.

Αναφέρεται επίσης στην ίδια πηγή το σησάμι και το σησαμόλαδο, τα φοινίκια τα οποία παρήγαγε και η Κύπρος, αλλά πρέπει να εισάγονταν και από τις γειτονικές χώρες που είχαν μεγάλη παραγωγή, τα φιστίκια, το παστέλι, το οποίο αναφέρεται ως χαληλέτζ, προφανώς στα αραβικά, αλλά δεν διευκρινίζεται σε τι είδους παστέλι αναφέρεται, γιατί μία πηγή επι βενετοκρατίας, αναφέρεται σε τρία είδη παστελιού τα οποία παρασκευάζονταν στην Κύπρο. Από τα πουλερικά αναφέρονται οι κότες και τα κοτόπουλα, για την ακρίβεια στις Ασσίζες

αναφέρονται ως όρνιθες και ορνιθόπουλα καθώς και τα αυγά. Μνεία γίνεται και στις ελιές, τα σκόρδα, τα κρεμμύδια, τα αμύγδαλα (αθάσια), το λάδι, το κρασί, το αλάτι, το ψωμί και το σιτάρι. Επίσης αναφορά γίνεται στα σύκα, στα παστά σύκα, στο σταφύλι, στα κυδώνια, στα μήλα, στα αχλάδια (απίδια), στα χαρούπια, στα κεράτζια, όπως ονομάζονται, στο βούτυρο, στο τυρί, στο σιτάρι, στα αγρέλλια και άλλα.

Στις Ασσίζες υπάρχουν επίσης πληροφορίες για τα οικιακά σκεύη της εποχής όπως: μουχρούτια, σκωτέλλια, μαγείρισες, κουζία καθώς και σκουτέλλια μαρμάρινα και ζωνκραφιστά.