Βασιλείου Φωφώ

Μια γυναίκα της Αριστεράς

Image

Στέλεχος του ΑΚΕΛ, μητέρα του τρίτου Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Γιώργου Βασιλείου και της ηθοποιού Μόνικας Βασιλείου. Παντρεύτηκε το γιατρό Βάσο Βασιλείου.

 

Η Φωφώ Βασιλείου-Γιαβοπούλου γεννήθηκε στη Λεμεσό το 1906. Πατέρας της ο σπουδαίος ελλαδίτης ζωγράφος και αγιογράφος Όθων Γιαβόπουλος, με καταγωγή από την Βυτίνα Πελοποννήσου και με λαμπρές σπουδές στη Σχόλη Καλών Τεχνών της Αθήνας κοντά σε διάσημους ευρωπαίους καθηγητές από την Ιταλία, την Γαλλία και την Γερμανία, εξ ου και η δυτικότροπη τεχνοτροπία στις αγιογραφίες του αντί της κλασικής ορθόδοξης βυζαντινής τεχνοτροπίας.

 

Το 1899 ο Όθων, αφού εντωμεταξύ αποκτά τη φήμη του σημαντικού ζωγράφου και αγιογραφεί  ναούς των Αθηνών, προσκαλείται στην Κύπρο από την κυπριακή εκκλησία και αγιογραφεί πολλούς ναούς  σε ολόκληρο το νησί όπου έχει  εγκατασταθεί μόνιμα στη Λεμεσό. Μαζί με τον επίσης ελλαδίτη ζωγράφο Μιχαήλ Κουφό αναλαμβάνουν την  αγιογράφηση του νεότευκτου τότε καθεδρικού «περικαλλούς ναού» της Αγίας Νάπας. Παράλληλα διδάσκει ιχνογραφία στην Ελληνική Σχόλη Λεμεσού και διοργανώνει μαζί με τον Κουφού τις πρώτες εκθέσεις ζωγραφικής στην Κύπρο.

 

Μητέρα της Φωφώς η Αργυρώ, δεξιοτέχνιδα  μοντέρνων καπέλων και ενδυμάτων που φέρνει μαζί με την αδελφή της Ελένη την τελευταία λέξη της μόδας στις κομψευόμενες λεμεσιανές της καλής κοινωνίας της εποχής.

 

Η Φωφώ μεγαλώνοντας φοιτά στο Γυμνάσιο Θηλέων της πόλης και το 1924 γνωρίζεται με τον συμμαθητή της Βάσο Βασίλειου που  έρχεται από την Αμμόχωστο να τελειώσει το Γυμνάσιο στη Λεμεσό.

 

Συνδέονται  με δυνατή φιλία άλλα και με το νεογέννητο τότε Κομουνιστικό Κίνημα της Κύπρου που ξεκινά από τη Λεμεσό. Ο αδελφός της Φωφώς, ο γιατρός Νίκος Γιαβόπουλος είναι από τα ιδρυτικά στελέχη  του Κ.Κ. Κύπρου, πρώτος Γενικός Γραμματέας του και ιδρυτής- πρώτος διευθυντής της πρώτης κομμουνιστικής εφημερίδας της Κύπρου άλλα και της Ελλάδας «Νέος Άνθρωπος». Για να δημιουργηθεί η εφημερίδα, η Κλειώ Χριστοδουλίδη προσφέρει την προίκα της ώστε να αγοραστεί το τυπογραφείο για την έκδοση της.

 

Έτσι ο Νίκος, μέντορας και καθοδηγητής της την μυεί στις σοσιαλιστικές ιδέες  και γίνεται μέλος τής κομμουνιστικής νεολαίας τής Κύπρου. Τον ίδιο χρόνο, το 1924,με την αποφοίτηση τους η Φωφώ και ο Βάσος αναχωρούν για σπουδές στην Αθήνα. Στην ιατρική ο Βάσος  στην οδοντιατρική η Φωφώ. Εντωμεταξύ το 1925, για την πολιτική του δράση που θεωρείται ανατρεπτική για το αποικιακό καθεστώς οι άγγλοι εξορίζουν τον Νίκο από την Κύπρο ως Έλληνα υπήκοο. Λίγους μήνες μετά, το 1926 φεύγει οριστικά από την Κύπρο και ο Όθων Γιαβόπουλος με την υπόλοιπη οικογένεια και συγκατοικούν πλέον όλοι μαζί στην Αθήνα όπου την ίδια χρονιά Φωφώ και Βάσος τελούν και το γάμο τους.

 

Το 1930 Φωφώ και Βάσος τελειώνουν τες σπουδές τους και επιστρέφουν στην Κύπρο για να εγκατασταθούν στην Αμμόχωστο όπου στις 20 Μαΐου 1930 αποκτούν και το πρώτο τους παιδί, τον Γιώργο. 

 

Οκτωβριανά

Τα γεγονότα όμως του 1931 τα λεγόμενα  «οκτωβριανά» και η στυγνή δικτατορία που ακλούθησε, γνωστή ως Παλμεροκρατία από τον σκληρό κυβερνήτη Πάλμερ τους καταπνίγει και τους οδηγεί και πάλι στη φυγή.   Το 1933 επιστρέφουν στην Αθήνα όπου ο Βάσος θα κάνει την ειδικότητα του στην Οφθαλμιατρική κοντά στον σπουδαίο επιστήμονα Ιωάννη Χαραμή.

 

Το 1936 ύστερα από συμβουλή και του καθηγητή του Χαραμή, στον οποίο ο Βάσος ήταν ιδιαίτερα αγαπητός και  μέσα στο κλίμα φόβου των αριστερών, για να διαφύγουν από την καταδίωξη της  επερχομένης δικτατορίας του Μεταξά, μετακομίζουν στη Μυτιλήνη, το «κόκκινο νησί» όπως λεγόταν τότε, από την επικράτηση της αριστεράς στις εκλογές τού 1932. Εκεί ο Βάσος ασκεί το ιατρικό του επάγγελμα και γίνεται ιδιαίτερα αγαπητός από το σύνολο των κάτοικων του νησιού, δεξιών και αριστερών. Εκεί, το 1936, γεννιέται και το δεύτερο τους παιδί η Μόνικα.

 

Όμως νηνεμία του απάνεμου λιμανιού  της ήρεμης ζωής τους δεν θα αργήσει και πολύ να φουρτουνιάσει και πάλι αναγκάζοντας τους να πάρουν τους δρόμους της φυγής. Η θύελλα της ναζιστικής λαίλαπας  δεν αργεί να μπει στην Αθήνα και σύντομα αναμένεται να φτάσει και στη Μυτιλήνη. Τον Μάιο λοιπόν του 1941 ο αστυνόμος του νησιού αν και δεξιός  συμπαθούσε και σεβόταν τον κομμουνιστή γιατρό. Τρέχει και τον συμβουλεύει να διαφύγει όσο πιο σύντομα μπορεί από την Ελλάδα αφού με την άφιξη των γερμανών στο νησί είναι σίγουρο ότι δεν θα γλύτωνε από την καταδίωξη των γερμανών αφού έκτος από αριστερός ήταν και κάτοχος αγγλικού διαβατηρίου και θα αναγκαζόταν μάλιστα να τον συλλάβει εκείνος.

 

Οδύσσεια

Όπως διηγείται ο Γιώργος Βασιλείου στο βιβλίο του « Μια Σύγχρονη Οδύσσεια» (η δίκη του Οδύσσεια αλλά και των γονιών του):

 

«…Σε 2-3 ώρες μαζέψαμε ό,τι μπορούσαμε σε μερικές βαλίτσες και με μια βάρκα περάσαμε απέναντι στην Τουρκία, στο Αϊβαλί που με δυσκολίες πολλές καταλήξαμε στη Μερσίνα. Απ’ εκεί με ένα καΐκι ήλθαμε στην Κύπρο και  εγκατασταθήκαμε για λίγο καιρό στο χωριό του πατέρα μου στον Κάμπο της Τσακκίστρας και  μετά στην Πάφο, όπου ο πατέρας σαν οφθαλμίατρος και η μητέρα σαν οδοντογιατρός, άρχι­ζαν να  δουλεύουν. Είχαμε έρθει με ελάχιστα ρούχα, έπρεπε τα πάντα να δημιουργηθούν από την αρχή μέσα στις δύσκολες εκείνες συνθήκες του 41. Για δυο χρόνια δεν είχαμε ούτε έπιπλα, ούτε τίποτα στο σπίτι. Μόλις άρχισε να στρώνει κάπως η δουλειά και αγοράσαμε τα πρώτα πράγματα».

 

Στην Πάφο ως γιατροί και ως στελέχη της Αριστεράς και από τους ιδρυτές του ΑΚΕΛ, περιβάλλονται αμέσως με πολλή εκτίμηση από την τοπική κοινωνία.

 

Ως στελέχη του ΑΚΕΛ Πάφου ο Βάσος και η Φωφώ  παίρνουν μέρος στις εργασίες του Πρώτου Παγκύπριου Συνεδρίου του ΑΚΕΛ που πραγματοποιήθηκε στο θέατρο Ριάλτο στη Λεμεσό.

 

Συντεχνία

Τόσο ο Βάσος όσο και η Φωφώ έγραφαν άρθρα στην τοπική εφημερίδα Πάφος, έκαναν ομιλίες σε χωριά και πολλή οργανωτική δουλειά. Τον Ιανουάριο του 1942 η εφημερίδα  «Ανεξάρτητος» δημοσίευσε την είδηση για την οργάνωση γυναικείας συντεχνίας. Σε ανακοίνωση του Γραφείου Τύπου του ΑΚΕΛ αναφερόταν:

 

«Οι εργάτιδες της Πάφου, με πρωτοπόρες τις Γεροσκηπιανές, άρχισαν να μπαίνουν στον αληθινό εργατικό δρόμο. Έτσι την περασμένη Κυριακή οι εργάτιδες της Γεροσκήπου, δηλαδή το σύνολον των γυναικών που εργάζονται με μεροκάματο, συνήλ­θαν στο οίκημα του Συλλόγου “Αφροδίτη” για να κάμουν την Συντεχνία των εργα­ζομένων γυναικών Γεροσκήπους. Η Φωφώ Βασιλείου ωμίλησε στη συγκέντρωση για τους σκοπούς και τα καλά της οργάνωσης και μια από τας εργάτριας, αφού ευχαρίστησε την ομιλήτρια, έκαμε με τη σειρά της μια ανασκόπηση του παρελθό­ντος, για να κατάληξη εις το τι έχουν να κερδίσουν αι εργάτιδες από την σύμπηξιν της συντεχνίας των».

 

Σε συνέχεια ιδρύθηκε η πρώτη κίνηση εργαζομένων γυναικών της Πάφου. Στην εφημερίδα Πάφος στις 25 Φεβρουαριου του 1943 δημοσιεύεται η πιο κάτω είδηση:

 

«Οργάνωσις γυναικών. Την περασμένη Κυριακήν εσημειώθηκε στην πόλιν μας η πρώτη κίνησις των εργαζόμενων γυναικών δια την οργάνωσίν των. Εις την συγκέντρωσίν των, η οποία έγινε στο «Ατττικόν», ωμίλησε για τους σκοπούς της οργανώσεως η Κα. Φωφώ Βασιλείου».

 

Παράλληλα με τη δουλειά τους στην Πάφο, διαδραμάτιζαν ουσιαστικό ρόλο και στη δημιουργία της Παγκύπριας Αντιφασιστικής Επιτροπής και στην ανάπτυξη της δράσης της.

 

Εθελοντής

Το 1943 ο Βάσος Βασιλείου ανταποκρινόμενος στην έκκληση του ΑΚΕΛ της 16ης Ιουνίου κατατάσσεται στο εθελοντικό εκστρατευτικό σώμα. Λόγω της ιδιότητας του υπηρετεί ως  στρατιωτικός γιατρός στο στρατόπεδο Πολεμιδιών με τον βαθμό του λοχαγού. Λίγο καιρό μετά η Φωφώ τον ακολουθεί στη γενέτειρα της τη Λεμεσό οπου εγκαθίσταται σε ένα δωματιάκι που τής παραχωρεί δωρεάν η συναγωνίστρια της Μαρία Μακρουλή- Χριστοφίνη στην οδό Γλάδστωνος.

 

Ο Γιώργος Βασιλείου διηγείται και πάλι:

«Σε όλο αυτό το διάστημα, η μητέρα μου, εκτός από την οργανωτική δουλειά στο κόμμα και τη φροντίδα μας, έγραφε συστηματικά. Μετέφραζε, κυρίως από τα γαλ­λικά, κείμενα για τον ηρωισμό των αγωνιστών και των παρτιζάνων στον πόλεμο, τα οποία δημοσιεύοντο στον «Ανεξάρτητο» και έγραφε άρθρα με κύριο θέμα το ρόλο και τη συνεισφορά της γυναίκας. Ιδιαίτερης σημασίας ήταν δύο άρθρα της, τον Απρίλιο του 1944, με τα οποία πρόβαλλε την ανάγκη στήριξης από την κυβέρνηση των οι­κογενειών των εθελοντών.

 

Έκαμνε επίσης ιδιαίτερη προσπάθεια να συμβάλει στην ανάπτυξη καλλιτεχνι­κής ζωής. Οργάνωνε ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις και η ίδια έγραφε και μικρά σκετς. Για τη μητέρα μου την εποχή εκείνη μιλά ο καλός μας φίλος Δώνης Χριστοφίνης.

 

«Η Φωφώ ήταν μια ωραία, κομψή γυναίκα με θερμή φωνή και λαμπερά γαλάζια μάτια. Μια χαρισματική διανοούμενη, καλή συντρόφισσα στο σύζυγο, καλή μητέ­ρα στα δυο της παιδιά και ολόψυχα δοσμένη στην ιδέα του σοσιαλισμού και στην υπηρεσία της εργατικής τάξης. Η Φωφώ είχε ταλέντο στο γράψιμο και στο θέατρο, γι αυτό συχνά φώναζε στο Μιχαλάκη Ολύμπιο. «Έλα εδώ εσύ, Μιχαλάκη, που εί­σαι καλό παιδί να γράψουμε ένα σκετσάκι…». Υπαγόρευε το σκετς, το οποίο αργότε­ρα, με την πρώτη ευκαιρία, παρουσίαζαν στο κοινό.»

 

«Θυμάμαι, παιδί ακόμα, το εξής ωραίο περιστατικό. Στο Θέατρο Ριάλτο ανέβα­σαν ένα θεατρικό έργο του Δημήτρη  Ψαθά και σε κάποια στιγμή η ηρωίδα (η Φωφώ) τρα­βάει περίστροφο για να πυροβολήσει τον άστατο αγαπημένο της. Ο «αγαπημένος» όμως φοβήθηκε και έπεσε πριν ακουστεί πυροβολισμός. Όλο το ακροατήριο έσκασε στα γέλια και το δράμα έγινε κωμωδία. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας για την προώθηση της πολιτιστικής δημιουργίας και ιδιαίτερα της θεατρικής ζωής στον τό­πο, έπαιξε ουσιαστικό ρόλο στην ίδρυση, το 1945, του «Προμηθέα», του πρώτου επαγγελματικού θεάτρου της Κύπρου, επικεφαλής του οποίου ανέλαβε το ζεύγος Λεμού (αξιόλογοι Έλληνες ηθοποιοί).»

 

Το 1947 με την αποστράτευση του ο Βάσος Βασιλείου επιστρέφει στο ιατρείο του αυτή τη φορά στη Λεμεσό.

 

Στο τέλος της δεκαετίας του 1940 όμως μαίνονται οι αγώνες  και οι απεργίες των κυπρίων μεταλλωρύχων κατά της αδικίας και της εκμετάλλευσης των αφεντικών τους. Και οι αδικίες αυτές δεν μπορούν να αφήσουν τη Φωφώ να ησυχάζει.

 

Δημιουργήθηκε τότε από τις γυναίκες ένα μεγάλο Κίνημα για να μην πεινάσουν οι οικο­γένειες των απεργών. Επικεφαλής και μεγάλη πρωταγωνίστρια πάλιν η Φωφώ Βασιλείου που εγκατέ­λειψε την οικογένεια και την εργασία της και μετακόμισε κοντά στους απεργούς, στο μεταλλείο της Σκουριώτισσας.

 

Λέει και πάλι ο Γιώργος Βασιλείου:

«Εγώ και η Μόνικα για όλη σχεδόν την περίοδο της απεργίας χάσαμε τη μητέρα μας. Είχε εγκατασταθεί στην περιοχή, βοηθώντας τις γυναίκες των μεταλλωρύχων, οργανώνοντας συσσίτια, μιλώντας σε εκδηλώσεις κλπ. Ο Παντελής Βαρνάβα, αργότερα κεντρικός οργανωτικός γραμματέας της ΠΕΟ και το 1948 γραμματέας της Συντεχνίας Μεταλλωρύχων της ΚΜΕ, σε ειδική έκδοση της ΠΕΟ για τους αγώνες των μεταλλωρύχων αναφέρεται στον πολύ σημαντικό ρόλο που διαδραμάτισε η Φωφώ τόσο στη συλλογή βοήθειας για τους απεργούς όσο και στην οργάνωση και κινη­τοποίηση των γυναικών, αλλά και στην εμψύχωση των ιδίων των απεργών.

 

«Σαν γυναίκα που ένοιωσε τον αγώνα, μορφωμένη και με κύρος, η Φωφώ Βασίλει­ου απέκτησε μεγάλη εκτίμηση μεταξύ των γυναικών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκο­κυπρίων. Όταν μιλούσε -συνεχίζει ο Παντελής Βαρνάβα- προκαλούσε συγκίνηση και ενθουσιασμό μεταξύ των γυναικών.

Μαζί μιλήσαμε σε συγκεντρώσεις στην Πέτρα, τη Φλάσου, την Ευρύχου. Χρόνια μετά την απεργία, όταν επισκεπτόμουν τα χωριά της περιοχής, ήσαν πολλοί αυτοί που θυμούνταν και μιλούσαν με τον ίδιο ενθουσιασμό για τη Φωφώ. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα στον αγώνα των μεταλλωρύχων της ΚΜΕ, το 1948, ήταν ακριβώς η θέση που πήρε η γυναίκα πλάι στον αγωνιζόμενο μεταλλωρύχο. Και σ’ αυτό η Φωφώ διαδραμάτισε πρωταγωνιστικό ρόλο».

 

Τεύκρος Ανθίας 

Τότε η εφημερίδα «Ο Δημοκράτης» απέστειλε στη Λεύκα, τον Ξερό και την Ευρύχου τον Τεύκρο

Ανθ­ία, ο οποίος έστειλε εκτεταμένες ανταποκρίσεις την 1η, 6η και 14η Μαρτίου 1948. Και στις τρεις εκδηλώσεις μίλησε η Φωφώ. Για την ομιλία της στον Ξερό, ο Ανθίας γράφει:

 

«Ύστερα δόθηκε ο  λόγος στη Φωφώ Βασιλείου, που ηλέκτρισε πραγματικά τα πλήθη με την πύρινη, ζωντανή ομιλία της. Ιδιαίτερα συγκινητική ήταν η περιγρα­φή του ηρωισμού των γυναικών κατά τη διάρκεια του αγώνα, της αυταπάρνησης και της αυτοθυσίας των.

 

Μιλώντας για τις γυναίκες που καταδικάστηκαν και τώρα βρίσκονται στις φυλακές ετόνισε: Δεν καταδικαστήκανε ούτε για κλεψιά, ούτε για ανηθικότητα, αλλά γιατί ζητήσανε να περιφρουρήσουν τον αγώνα, που είναι και δικός τους αγώνας. Τιμή και δόξα στις ηρωίδες, που γράφουν μια ιστορική σελίδα στο εργατικό μας κίνημα. Καυτηριάζοντας τις ενέργειες της αντίδρασης για τη διάσπαση της ενότητας Ελλή­νων και Τούρκων, είπε πως όλη η προσπάθεια του εχθρού τείνει στο γκρέμισμα του γρανιτένιου τείχους της ενότητας και στην παρεμβολή μιας σφήνας στο αγωνιστικό μέτωπο των απεργών για να αναγκασθούν να παραδοθούν άνευ όρων και να είναι για πάντα σιδηροδέσμιοι της Εταιρείας.

 

Εν ονόματι του μαρτυρίου όσων ριχτήκανε στις φυλακές, συνεχίστε θαρραλέα τον αγώνα σας, βέβαιοι ότι με την αλληλεγγύη και τη διαρκή υλική και ηθική ενίσχυση όλου του εργαζόμενου λαού θα φτάσετε στο τέρμα, όπου η Νίκη θα στεφανώσει τις θυσίες σας με τη χαρά του θριάμβου της δικαιοσύνης».

 

Από τη συγκέντρωση στην Ευρύχου και την περιοχή Σολέας γράφει ο Τεύκρος Ανθίας για τις ομιλίες της Φωφώς:

 

«Ύμνησε τον ηρωισμό των απεργών και ιδιαίτερα των γυναικών και τόνισε: Οι εχθροί του αγώνα μας ας παν να πάρουν παράδειγμα ανθρωπιάς και αξιοπρέπει­ας από ηρωίδες γυναίκες που πρόταξαν τα στήθια τους στις σφαίρες και δεν φοβή­θηκαν τον τιμητικά δρόμο της φυλακής. Καθήκον όλων γενικά των γυναικών των απεργών είναι να περιφρουρούν το σπίτι τους. Η εταιρεία και η Κυβέρνηση θέλουν να αρχίσετε τη γκρίνια στο σπίτι, να φέρετε σε απελπιστική θέση τον αδελφό ή τον άντρα σας και να τον κάνετε να βαρεθεί τόσο, που να φτάσει στο σημείο της προ­δοσίας. Ωστόσο, αυτό το ρόλο δεν τον δέχεσθε. Κι αυτό φανερώνεται από το γεγονός ότι σε 82 μέρες αγώνα δεν βρέθηκαν προδότες στην Ευρύχου. Μην πέσετε στα δίχτυα της αντίδρασης. Σταθείτε ψηλά και μιμηθείτε το παράδειγμα των ηρωίδων του Ξερού».

 

Στο Βουνό 

Το 1949 ανταποκρινόμενος σε έκκληση του Δημοκρατικού Στρατού για εθελοντές γιατρούς στα βουνά , Βάσος Βασιλείου και ο γνωστός λεμεσιανός γιατρός Μάρκος Μαρκουλής  πάνε στην Ελλάδα και βγαίνουν στο βουνό για να βοηθήσουν τους αντάρτες.

 

Τότε ξεκινά μια νέα Οδύσσεια για την οικογένεια. Με την ήττα του δημοκρατικού στρατού στον εμφύλιο και αφού ο Τίτο κλείνει τα σύνορα με την Ελλάδα, η Φωφώ Βασιλείου την ίδια χρονιά μαζί με τη Μόνικα καταφεύγουν  στην Ουγγαρία, ενώ ο Βάσος καταφέρνει να περάσει τα σύνορα για να καταλήξει να σταλεί από το κόμμα  στην Τασκένδη τού Ουζμπεκιστάν.

 

Στη Βουδαπέστη η Φωφώ φρόντιζε  τα παιδιά που εγκαταλείψαν την Ελλάδα λόγω του εμφυλίου πολέμου. Διηύθυνε  τον παιδικό σταθμό  Κάστρου Karoly δυναμικότητος 400 παιδιών. Το 1954 ύστερα από επανένωση οικογενειών που βρίσκονταν  στις Λαϊκές Δημοκρατίας και τη Σοβιετική  Ένωση, έφθασε κι αυτή στην Τασκένδη για να συνα­ντηθεί με τον Βάσο. Παρέμειναν  εκεί έως το 1961, όταν με­τά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας, έγινε  κατορθωτή η επιστροφή τους στη Λεμεσό.

 

Δυο χρόνια μετά, το 1963, καταπονημένη από τις ταλαιπωρίες και τις κακουχίες που έζησε όλα αυτά τα χρόνια, η Φωφώ αρρωστά και φεύγει από τη ζωή.

 

 

Πηγή: