Καραθεοδωρή Αλέξανδρος

Image

Γνωστός ως Καραθεοδωρή πασάς (1833 -1906). Γόνος μεγάλης ελληνικής οικογένειας της Κωνσταντινουπόλεως. Ο πατέρας του Στέφανος ήταν γιατρός και φιλόλογος και διετέλεσε για πολλά χρόνια προσωπικός γιατρός των σουλτάνων Μαχμούτ Β' και Αβδούλ Μετζίτ, καθηγητής της αυτοκρατορικής ιατρικής σχολής και σύμβουλος του οθωμανικού υπουργείου Παιδείας. Λόγω της επιρροής και της θέσεώς του ωφέλησε πάρα πολύ τον υπόδουλο Ελληνισμό. Ο γιος του Αλέξανδρος σπούδασε στο Παρίσι νομικά και στη συνέχεια διορίστηκε στο υπουργείο Εξωτερικών της Τουρκίας. Το 1874 διορίστηκε πρεσβευτής στη Ρώμη και δυο χρόνια αργότερα υφυπουργός Εξωτερικών. Τον Ιούνιο του 1878 εστάλη από την Πύλη στο Βερολίνο σαν πρώτος πληρεξούσιος, για να εκπροσωπήσει την Οθωμανική αυτοκρατορία επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας στο συνέδριο του Βερολίνου (13.6.1878 -13.7.1878). Το συνέδριο αυτό το είχε συγκαλέσει ο καγκελλάριος της Πρωσσίας Βίσμαρκ, για να ρυθμίσει τα προβλήματα που είχαν ανακύψει εξαιτίας της βαλκανικής κρίσης του 1875-77 και του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1877 - 78. Σ' αυτό έπαιρναν μέρος αντιπροσωπείες από την Αγγλία, τη Ρωσία, τη Γαλλία, την Πρωσσία, την Αυστρία, την Ιταλία, την Τουρκία και την Ελλάδα. Στο συνέδριο εκείνο η τουρκική αντιπροσωπεία δεν κατόρθωσε παρά την υποστήριξη της αγγλικής αντιπροσωπείας, να αποσοβήσει την παραχώρηση εκτεταμένων περιοχών της Οθωμανικής αυτοκρατορίας στους Βουλγάρους, τους Σέρβους, τους Ρουμάνους, τους Ρώσους, τους Αυστριακούς, και αργότερα (1881) και στους Έλληνες, αλλά το αποτέλεσμα αυτό ήταν «το μή χείρον» για την Πύλη, διότι η Συνθήκη του Βερολίνου ακύρωνε την κατά πολύ περισσότερο επιζήμια για την Τουρκία Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου που είχε επιβληθεί στην Τουρκία από τη Ρωσία μετά την ήττα της στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο. Η Αγγλία, που με τον πρωθυπουργό της Disraeli και τον υπουργό Εξωτερικών Salisbury, είχε διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο για την ακύρωση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, η οποία έθετε σε πολύ μεγάλο κίνδυνο τα αυτοκρατορικά της συμφέροντα, πήρε (με ιδιαίτερη συμφωνία με τον σουλτάνο που υπογράφτηκε στις 4.6.1878) την Κύπρο υπό τύπο προσωρινής κατοχής.

 

Όταν ο Καραθεοδωρή πασάς επέστρεψε στην Τουρκία μετά το συνέδριο του Βερολίνου, διορίστηκε από το σουλτάνο Αβδούλ Χαμίτ Β' σαν υπουργός Εξωτερικών. Υπό την ιδιότητά του αυτή πήρε μέρος τον Μάιο και τον Ιούνιο του 1879 στις διαπραγματεύσεις που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη ανάμεσα στην Αγγλία και την Πύλη για τον ακριβή καθορισμό του φόρου υποτελείας, που θα πληρωνόταν από την Αγγλία στο σουλτάνο από τις κυπριακές προσόδους, όπως προνοούσαν οι συμφωνίες για την παραχώρηση της Κύπρου. Σύμφωνα με την Προσθήκη στην Αγγλοτουρκική Σύμβαση που υπογράφτηκε στην Κωνσταντινούπολη την 1.7.1878, το άρθρο 3 όριζε ότι η Αγγλία θα πλήρωνε στην Πύλη το πλεόνασμα των προσόδων, αφού αφαιρούνταν τα έξοδα της διοίκησης του νησιού. Το πλεόνασμα αυτό, που δηλωνόταν αρχικά ότι ήταν 22.936 πουγγιά ή 11.468.000 γρόσια, θα υπολογιζόταν με βάση τον μέσο όρο των πέντε τελευταίων χρόνων της τουρκικής διοίκησης της Κύπρου και θα επαληθευόταν αργότερα.

 

Τις διαπραγματεύσεις εκ μέρους της αγγλικής διοίκησης της Κύπρου διεξήγαγε ο ικανότατος πάνω στα οικονομικά θέματα Άγγλος διοικητής της επαρχίας Λευκωσίας — και μετά την επιστροφή του στην Κύπρο δεύτερος ύπατος αρμοστής — Robert Biddulph από τον Μάρτιο μέχρι τον Ιούνιο του 1879. Βασική θέση) του Biddulph στις διαπραγματεύσεις ήταν ότι το ποσό που η Πύλη εκαρπωνόταν από την Κύπρο, σύμφωνα με στοιχεία που διέθετε ύστερα από τη διερεύνηση του θέματος στη Λευκωσία, ήταν αρκετά πιο χαμηλό από εκείνο που αναφερόταν στην Προσθήκη της Συνθήκης. Αντίθετα η τουρκική αντιπροσωπεία προσπαθούσε να αποδείξει ότι ήταν υψηλότερο, για να ωφεληθεί η Τουρκία όσο το δυνατό περισσότερο από την παραχώρηση της Κύπρου στην Αγγλία. Οι Τούρκοι επιπλέον δεν φαίνονταν διατεθειμένοι να λύσουν το θέμα με βάση πραγματικά στοιχεία και δεδομένα, αλλά με διπλωματικές διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δυο κυβερνήσεις, γι' αυτό και παρατραβούσαν σε μάκρος τις διαπραγματεύσεις. Στην τελευταία φάση (από τις 22 Μαΐου και μετά) επικεφαλής της τουρκικής αντιπροσωπείας ετέθη ο Καραθεοδωρή πασάς, ο οποίος — ίσως επειδή οι οδηγίες που έπαιρνε από τον μεγάλο βεζίρη τον εμπόδιζαν — δεν αποδέχτηκε τις προτάσεις του Biddulph και έτσι οι διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό του ετήσιου φόρου υποτελείας ναυάγησαν. Η αγγλική κυβέρνηση αποφάσισε να πληρώνει το ποσό των £92.799 και μια ποσότητα 4.166.220 οκάδων αλατιού, αξίας 2.083.110 γροσιών το χρόνο, εάν το αλάτι εζητείτο. Το ποσό του υποτελικού φόρου ποτέ δεν έφθασε στο σουλτανικό ταμείο, γιατί η αγγλική κυβέρνηση το κρατούσε, για να εξυπηρετείται το πολεμικό χρέος της Τουρκίας, που είχε συναφθεί το 1855 στην Αγγλία και εν μέρει στη Γαλλία, και που η Τουρκία δεν είχε τη δυνατότητα να εξοφλήσει. Όσο για το αλάτι, αυτό ποτέ δεν ζητήθηκε από την Τουρκία, γιατί τα έξοδα φόρτωσης και μεταφοράς του θα ήσαν μεγαλύτερα από την αξία του! Η Τουρκία δυσαρεστημένη από την απόφαση της Αγγλίας, απαγόρευσε την εισαγωγή στις αγορές της κυπριακού αλατιού, πράγμα που είχε σαν συνέπεια να ζημιώνει η αγγλική διοίκηση της Κύπρου κάπου £15.000 το χρόνο. (Για το θέμα των προσόδων των αλυκών βλ. Sir G. Hill, A History of Cyprus, vol. IV, 1952, σσ. 485-6).

 

Ο Καραθεοδωρή πασάς, ο οποίος φαίνεται ότι διαπνεόταν από φιλελεύθερες για την εποχή του απόψεις, υπέβαλε μαζί με τον μεγάλο βεζίρη εισηγήσεις στον σουλτάνο για την εισαγωγή φιλελευθέρων μεταρρυθμίσεων στην Τουρκία. Οι εισηγήσεις του δεν έγιναν αποδεκτές και παραιτήθηκε από τη θέση του σαν υπουργός Εξωτερικών. Παρόλα αυτά οι υπηρεσίες του αξιοποιήθηκαν από την Πύλη σε άλλες θέσεις, που λόγω της καταγωγής του αλλά και του χαρακτήρα του μπορούσαν να αποβούν χρήσιμες. Έτσι εστάλη για δέκα χρόνια (1885 -1895) σαν ηγεμόνας στη Σάμο και στη συνέχεια σαν γενικός διοικητής στην ανήσυχη και συχνά επαναστατημένη Κρήτη. Στην Κρήτη πολύ γρήγορα κέρδισε την εκτίμηση των Ελλήνων κατοίκων του νησιού, οι οποίοι ήσαν πρόθυμοι να αποδεκτούν το Χάρτη της Χαλέπας του 1878, με τον οποίο ο σουλτάνος αναγνώριζε την Κρήτη σαν υποτελή ηγεμονία με Χριστιανό διοικητή, με βουλή και αστυνομία από Κρητικούς και με επίσημη γλώσσα την ελληνική. Οι Τούρκοι όμως κάτοικοι της Κρήτης αντιδρούσαν στις προσπάθειές του. Το 1896 ο Καραθεοδωρή πασάς εισηγήθηκε στην Πύλη την εισαγωγή μεταρρυθμίσεων   στην Κρήτη, οι οποίες δεν έγιναν δεκτές, οπότε και παραιτήθηκε. Επέστρεψε τότε στην Κωνσταντινούπολη και διορίστηκε από τον σουλτάνο σαν αρχιμεταφραστής του παλατιού. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του το 1906.

 

Β. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ