Κορνάρο Αικατερίνη Catarina Cornaro

Image

Βενετή αριστοκράτισσα που έγινε βασίλισσα της Κύπρου (1472-1489), γόνος της μεγάλης οικογένειας Κορνάρο της Βενετίας και η τελευταία βασίλισσα του μεσαιωνικού κυπριακού βασιλείου. Γεννήθηκε στις 30 Απριλίου 1454 και πέθανε στις 10 Ιουλίου 1510 στο Αζολο της Βενετίας. Ο πατέρας της Μάρκος Κορνάρος της οικογένειας Αντέλλα Γκράντε της Βενετίας είχε στενές σχέσεις με την οικογένεια των Λουζινιανών.

 

Στο θρόνο της Κύπρου ανήλθε όταν, για πολιτικούς λόγους που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα της Βενετίας, παντρεύτηκε το 1472 τον βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Β΄(1460-1473), τον επονομαζόμενο Νόθο. Τον επόμενο όμως χρόνο ο Ιάκωβος πέθανε και έτσι η Αικατερίνη βασίλεψε μόνη της από το 1474 μέχρι τις 14 Φεβρουαρίου 1489, οπότε αναγκάστηκε να παραιτηθεί, εκχωρώντας ταυτόχρονα την Κύπρο στη Βενετία. Το 1473 γεννήθηκε ο γιος της Ιάκωβος, κληρονόμος του θρόνου της Κύπρου (Ιάκωβος Γ'), που όμως πέθανε το 1474, δηλαδή τον επόμενο από τη γέννησή του χρόνο.

 

Ο βασιλιάς Ιάκωβος Β΄, νόθος γιος του βασιλιά Ιωάννη Β΄(1432-1458) και της Ελληνίδας ερωμένης του Μαριέττας της Πάτρας, είχε ανέλθει στο θρόνο της Κύπρου αφού τον διεκδίκησε δυναμικά και τον κέρδισε από την ετεροθαλή αδελφή του Καρλόττα, νόμιμη κόρη του βασιλιά Ιωάννη Β΄ και της Ελληνίδας συζύγου του Ελένης Παλαιολογίνας. Η εκθρόνιση της Καρλόττας ήταν γεγονός που επρόκειτο να δημιουργήσει στην Αικατερίνη Κορνάρο σοβαρά προβλήματα αμέσως μετά τον θάνατο του Ιακώβου Β΄.

 

Η Αικατερίνη Κορνάρο παντρεύτηκε τον βασιλιά της Κύπρου Ιάκωβο Β΄ επίσημα το 1472 σε ηλικία 18 χρόνων. Η Αικατερίνη και ο Ιάκωβος παντρεύτηκαν ενωρίτερα στη Βενετία διά πληρεξουσίου στις 30 Ιουλίου 1468 όταν η Αικατερίνη ήταν μόλις 14 ετών.

 

Σε ηλικία 19 χρόνων ανέλαβε τη διακυβέρνηση της Κύπρου και, παρά τα ανυπέρβλητα εμπόδια, παρέμεινε βασίλισσα του νησιού για 16 χρόνια. Ωστόσο ουσιαστικά όλες τις υποθέσεις χειρίζονταν οι Βενετοί εκπρόσωποι της πόλης τους στην Κύπρο, των οποίων η Αικατερίνη ήταν σχεδόν αιχμάλωτη. Η Αικατερίνη Κορνάρο έφτασε στην Κύπρο από τη Βενετία στις 10 Νοεμβρίου του 1472 με συνοδεία τεσσάρων γαλέρων. Μάλιστα, η σκηνή της αναχώρησής της αποτέλεσε την έμπνευση του εκλεκτού πίνακα του μεγάλου ζωγράφου V. Carpaccio, της σειράς St. Ursula.

 

Η Βενετία το 16ο αιώνα είχε ιδρύσει μια κεντρική ναυτική δύναμη στην Κέρκυρα, που κάλυπτε όλες τις κτήσεις του Ιονίου και του Αιγαίου πελάγους, την αρχηγία της οποίας είχε ο γενικός διοικητής της θάλασσας (capitan general da mar). Ένα σημαντικό μέρος του στόλου αυτού απετελείτο από γαλέρες.

 

Όταν η Αικατερίνη μνηστεύθηκε τον βασιλιά της Κύπρου, ήταν ακόμη πιο μικρή. Ο γάμος έγινε ύστερα από περιπέτειες πολιτικών σκοπιμοτήτων. Ο Ιάκωβος, επιζητώντας τη φιλία και συμμαχία της Βενετίας, καθώς και τη βοήθειά της έναντι του τουρκικού κινδύνου, ήδη από το 1466 είχε ζητήσει συμβουλή και συμβολή προκειμένου να εκλέξει σύζυγο. Η Βενετία συνέστησε αρχικά ως νύμφη την Ζωή (ή Σοφία), δευτερότοκη κόρη του δεσπότη του Μοριά Θωμά Παλαιολόγου. Αντίθετα ο πάπας Πίος Β΄, στον οποίο ο Ιάκωβος είχε επίσης αποταθεί, πρότεινε ως νύμφη την ανεψιά του. Το ζήτημα περιπλέχθηκε και τελικά προτάθηκε η Αικατερίνη, της οποίας ο θείος (αδελφός του πατέρα της) Ανδρέας Κορνάρο ήταν φίλος του Ιακώβου. Εκτός από την υλική προίκα της Αικατερίνης, ο Ιάκωβος θα εξασφάλιζε έτσι και τη συμμαχία της Βενετίας. Η εκλογή βέβαια της Αικατερίνης, που ήταν Βενετσιάνα, ευνοούσε τη Δημοκρατία της Βενετίας και ασφαλώς δεν ήταν τυχαία. Ο Ιάκωβος την μνηστεύθηκε τον Ιούλιο του 1468. Τότε η Αικατερίνη ήταν 14 χρόνων και ο Ιάκωβος 28 (είχε γεννηθεί το 1440). Κατά τα επόμενα όμως τρία χρόνια, ο Ιάκωβος παλινδρομούσε και ζητούσε να νυμφευθεί την κόρη του Θωμά Παλαιολόγου, ενώ η Δημοκρατία της Βενετίας, προσπαθώντας να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της, επέμενε στην εκλογή της Αικατερίνης. Τελικά το 1471 ο Ιάκωβος πείσθηκε οριστικά να νυμφευθεί την Κορνάρο. Η τελική διευθέτηση έγινε στη Βενετία το 1472. Η Αικατερίνη αφού υιοθετήθηκε από τη Δημοκρατία της Βενετίας και προικήθηκε, εστάλη με μεγάλες τιμές στην Κύπρο όπου παντρεύτηκε τον Ιάκωβο στη Λευκωσία.

 

Η προίκα της Αικατερίνης, που κατεβλήθη από τη Δημοκρατία της Βενετίας, ανερχόταν στις 100.000 χρυσά δουκάτα. Στην Κύπρο συνόδευσαν τη νεαρή Βενετσιάνα αριστοκράτισσα και αρκετοί συγγενείς της, μέλη της οικογένειας Κορνάρο, της οικογένειας Κονταρίνι και της οικογένειας Μπέμπο. Οι Βενετοί αυτοί ανέλαβαν διάφορα σημαντικά αξιώματα του βασιλείου της Κύπρου και ενίσχυσαν σημαντικά το βενετσιάνικο στοιχείο του νησιού.

 

Ωστόσο η ίδια η Αικατερίνη Κορνάρο κατά τα επόμενα 16 χρόνια που παρέμεινε στην Κύπρο ως βασίλισσα του νησιού, αν και ήταν πολύ αγαπητή στο λαό όπως λέγει ο Γεώργιος Βουστρώνιος, ωστόσο ουσιαστικά δεν κυβέρνησε. Αντίθετα, βρισκόταν συνεχώς στο επίκεντρο συνωμοσιών, εγκλημάτων, εκβιασμών και αλληλοσυγκρουόμενων ξένων μεγάλων συμφερόντων, καθιστάμενη μια πραγματικά τραγική μορφή που απώλεσε τον βασιλιά σύζυγό της, το νεογέννητο παιδί της και, τελικά, κι αυτό τον ίδιο τον θρόνο.

 

Ο θάνατος του συζύγου της βασιλιά Ιακώβου, που πέθανε στην Αμμόχωστο το 1473, τον επόμενο χρόνο από το γάμο τους, άφησε την Αικατερίνη όχι μόνο χήρα αλλά και έγκυο. Ο θάνατος του Ιακώβου δημιούργησε τεράστια προβλήματα επειδή θεωρήθηκε — και πιθανότατα ήταν — δολοφονία. Για τη δολοφονία του οι Βενετοί της Κύπρου κατηγόρησαν την (εκτός Κύπρου) εκθρονισμένη βασίλισσα Καρλόττα, η οποία δεν είχε παύσει ποτέ να διεκδικεί το κυπριακό βασίλειο. Αντίθετα, οι υποστηρικτές της Καρλόττας αλλά και οι λοιποί εχθροί των Βενετών κατηγόρησαν ως υπαίτιους της δολοφονίας του Ιακώβου δυο στενούς συγγενείς της Αικατερίνης, τον θείο της Ανδρέα Κορνάρο και τον Μάρκο Μπέμπο. Την ενοχή αυτών των δυο αποδέχθηκε κι αυτός ακόμη ο πάπας που την εξέφρασε και δημόσια με γράμμα του που διαβάστηκε στον καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας στη Λευκωσία.

 

Η θέση της βασίλισσας θα πρέπει να ήταν εξαιρετικά δύσκολη: ο σύζυγός της δολοφονήθηκε, δυο στενοί συγγενείς της φέρονταν ως δολοφόνοι του, η ίδια ήταν ετοιμόγεννη και το βασίλειο αντιμετώπιζε σοβαρότατη κρίση. Σύμφωνα προς τη διαθήκη του βασιλιά Ιακώβου, τη διακυβέρνηση ανέλαβε μια ομάδα από επιτρόπους στην οποία μετείχαν τόσο Βενετοί όσο και Καταλανοί. Αναμενόταν δε η γέννηση του διαδόχου. Η Αικατερίνη γέννησε μέσα στον ίδιο χρόνο ένα γιο, που πήρε το όνομα του πατέρα του: Ιάκωβος Γ΄. Το βρέφος όμως αυτό, που θα ήταν ο νόμιμος κληρονόμος του θρόνου, πέθανε τον επόμενο χρόνο, το 1474, κι ο θάνατός του θεωρήθηκε τόσο ύποπτος όσο κι ο θάνατος του πατέρα του, του βασιλιά Ιακώβου Β΄. Το πιθανότερο είναι ότι το παιδί δολοφονήθηκε από πράκτορες της Βενετίας, προκειμένου να μη υπάρχει νόμιμος κληρονόμος του θρόνου, γεγονός που θα ευνοούσε τα σχέδια της Δημοκρατίας της Βενετίας ν’ αποκτήσει την Κύπρο.

 

Όμως οι θάνατοι που έπληξαν τη βασίλισσα δεν ήσαν μόνο αυτοί του συζύγου και του παιδιού της. Μεταξύ των δυο αυτών δολοφονιών, παρεμβλήθηκαν οι δολοφονίες των στενών συγγενών της Ανδρέα Κορνάρο και Μάρκο Μπέμπο, που σκοτώθηκαν το 1473 στην Αμμόχωστο από τον Ρίτζο ντι Μαρίνο και άλλους του ισχυρού καταλανικού κόμματος.

 

Το ισχυρό καταλανικό κόμμα της Κύπρου είχε ιδιαίτερα δραστηριοποιηθεί αμέσως μετά τη δολοφονία του βασιλιά Ιακώβου Β΄, επιζητώντας τον έλεγχο του βασιλείου της Κύπρου, πράγμα που διεκδικούσαν και οι Βενετοί. Το καταλανικό κόμμα συμμάχησε με τον βασιλιά της Νεαπόλεως Φερδινάνδο, που κι αυτός θεώρησε κατάλληλη την ευκαιρία ν’ αποκτήσει την Κύπρο, προτείνοντας να νυμφευθεί ο ίδιος ή κάποιος από τους γιους του την χήρα Αικατερίνη, ή διευθετώντας γάμο μεταξύ του νόθου γιου του Ντον Αλόνσο με τη νόθα κόρη του Ιακώβου Β΄ Κάρλα Λουζινιανή. Διευθέτηση όμως ενός γάμου μεταξύ δυο νόθων παιδιών, δεν σήμαινε και το δικαίωμα διαδοχής στον θρόνο εκτός κι αν εξολοθρεύονταν οι νόμιμοι κληρονόμοι, όπως ο νεογέννητος γιος της Αικατερίνης.

 

Έτσι εκτός των άλλων, η Αικατερίνη Κορνάρο αντιμετώπιζε και πιέσεις για διευθετήσεις γάμων, όπως και τις δραστηριότητες της Καρλόττας που, διεκδικώντας το βασίλειο, συμμάχησε μεταξύ άλλων με τον Φερδινάνδο της Νεαπόλεως.

 

Το ισχυρό καταλανικό κόμμα, ενισχυμένο και από τον Φερδινάνδο, κυριαρχούσε στην Αμμόχωστο ενώ με εκβιασμό κατόρθωσε να καταλάβει και την Κερύνεια. Ο εκβιασμός ασκήθηκε στη βασίλισσα Αικατερίνη, της οποίας απήγαγαν το νεογέννητο παιδί, εξαναγκάζοντάς την να εκδώσει διαταγές που ευνοούσαν τα σχέδια των Καταλανών και του Φερδινάνδου. Μια τέτοια διαταγή απευθυνόταν προς τον συγγενή της βασίλισσας Παύλο Κονταρίνι να παραδώσει την Κερύνεια — στην οποία υπηρετούσε ως διοικητής — στον εκ των ηγετών των Καταλανών Λουδοβίκο Αλμπερίκο.

 

Στην όλη συνωμοσία των Καταλανών, εκτός από τον Αλμπερίκο και τον ντι Μαρίνο μετείχαν ενεργά και ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος Λευκωσίας Λουίς Πέρες Φαμπρέγκ, ο αδελφός του Ιωάννη Πέρες Φαμπρέγκ κόμης της Γιάφφα και της Καρπασίας, ο Ιάκωβος Ζαπλάνα και άλλοι.

 

Οι δραστηριότητες των Καταλανών, του Φερδινάνδου της Νεαπόλεως και των υποστηρικτών της έκπτωτης βασίλισσας Καρλόττας, κινητοποίησαν τη Βενετία που ανησύχησε σοβαρά. Ιδιαίτερα όμως η δολοφονία του Ανδρέα Κορνάρο και του Μάρκο Μπέμπο στην Αμμόχωστο, φόβισε  τους ηγέτες των Καταλανών που την είχαν διαπράξει, γιατί είχαν αντιληφθεί ότι δεν ήταν δυνατό να μη υπάρξουν σοβαρά αντίποινα εκ μέρους των Βενετών. Έτσι, στο τέλος του 1473, αφού λεηλάτησαν ό,τι μπόρεσαν από την Αμμόχωστο — περιλαμβανομένων και των κοσμημάτων της ίδιας της βασίλισσας — αναχώρησαν από την Κύπρο κρυφά με καράβι που ανήκε στον Φερδινάνδο της Νεαπόλεως. Η φυγή τους είχε αποφασιστεί από τους ίδιους επειδή είχαν πλέον αντιληφθεί ότι είχαν παρατραβήξει το σχοινί, ιδιαίτερα με τη δολοφονία του Ανδρέα Κορνάρο, πράγμα που έθετε σε κίνδυνο τις ζωές τους.

 

Μετά τη φυγή τους, η Αικατερίνη Κορνάρο εξέδωσε, τον Ιανουάριο του 1474, διατάγματα δημεύσεως των περιουσιών τους αλλά κι εξορίας από την Κύπρο όλων των άλλων Καταλανών, Σικελών και Ναπολιτάνων που βρίσκονταν στο νησί. Παρά το ότι οι φυγάδες συνέχισαν εκτός Κύπρου  τις συνωμοτικές τους δραστηριότητες κατά της Αικατερίνης για λίγο ακόμη, ωστόσο είχαν καταστεί πλέον ακίνδυνοι γιατί η δύναμή τους στο νησί είχε εξανεμιστεί. Η Βενετία τώρα αγρυπνούσε και ουσιαστικά παρέμεινε η μόνη δύναμη στην Κύπρο, την οποία και κυβέρνησε στο εξής με εκπροσώπους της αξιωματούχους.

 

Μετά και τον ύποπτο θάνατο του μικρού της γιου Ιακώβου, η Αικατερίνη Κορνάρο παρέμεινε βασίλισσα της Κύπρου, αλλά στην ουσία αιχμάλωτη των ιδίων των συμπατριωτών της, των Βενετών. Οι μεγάλοι αντίπαλοι των Βενετών, οι Γενουάτες, είχαν ήδη υποστεί πιο πριν ανεπανόρθωτο πλήγμα στην Κύπρο, όταν ο βασιλιάς Ιάκωβος Β΄ είχε κατορθώσει να ανακαταλάβει απ’ αυτούς την Αμμόχωστο - την οποία οι Γενουάτες κατείχαν για ένα περίπου αιώνα, από το 1373 - και να τερματίσει την επιρροή τους και σε άλλα προπύργια των συμφερόντων τους στο νησί, όπως η Κερύνεια. Τώρα η Βενετία, δια της «κόρης» της Αικατερίνης Κορνάρο, μπορούσε να προχωρήσει σχεδόν απερίσπαστη στην κατάληψη της Κύπρου. Όμως δυο ήσαν οι κύριες δυσκολίες που αντιμετώπισε στο θέμα κατάληψης του νησιού:

 

α) αφ’ ενός οι αντιδράσεις του σουλτάνου Βαγιαζίντ ο οποίος συχνά απειλούσε την Κύπρο στη διάρκεια του μακροχρόνιου πολέμου του με τους Μαμελούκους της Αιγύπτου, στα πλαίσια του οποίου ζητούσε από τη Βενετία που κηδεμόνευε την Κύπρο λιμενικές διευκολύνσεις για τα καράβια του στο νησί (βλέπε λήμμα Βαγιαζίντ Β' και Κύπρος), β) αφ’ ετέρου η αντίδραση της ίδιας της Αικατερίνης Κορνάρο, που δεν φαινόταν πρόθυμη να εγκαταλείψει τον θρόνο της και την Κύπρο.

 

Ο σουλτάνος Βαγιαζίντ, που προσπάθησε την άνοιξη του 1488 να καταλάβει την Αμμόχωστο, τελικά εμποδίστηκε από τον στόλο της Βενετίας. Ήδη από τις 6 Ιουνίου 1486 ο Βενετός ναύαρχος Φραγκίσκος Πριούλι* είχε διαταχθεί να προστατεύει την Κύπρο με τον στόλο της Βενετίας.

 

Το 1488, επίσης, οι Βενετοί που αγρυπνούσαν στην Κύπρο, ματαίωσαν και σχέδιο για γάμο της Αικατερίνης Κορνάρο με τον Ντον Αλόνσο, γιο του Φερδινάνδου της Νεαπόλεως, σχέδιο που είχε αναβιώσει: Ο Ρίτζο ντι Μαρίνο, που μετά τη φυγή του από την Κύπρο το 1473 ύστερα από τη δολοφονία του Ανδρέα Κορνάρο και του Μάρκο Μπέμπο, βρισκόταν εκτός Κύπρου, εμφανίστηκε τώρα ξανά στο προσκήνιο των κυπριακών εξελίξεων. Δρώντας από τότε ως πράκτορας της Νεαπόλεως στην Αλεξάνδρεια, ύστερα από 15 χρόνια επέστρεψε κρυφά στο νησί. Αποβιβάστηκε στη Φοντάνα Αμορόζα (Ακάμας) συνοδευόμενος από τον Τριστάν ντε Γκιμπλέτ (της γνωστής κυπριακής οικογένειας), προερχόμενος από τη Ρόδο όπου είχε επαφές με τον Τζεμ, αδελφό του σουλτάνου Βαγιαζίντ. Μεταξύ των σχεδίων που σκόπευε να προωθήσει στο νησί ο ντι Μαρίνο μαζί με τον Γκιμπλέτ, ήταν κι ο γάμος της Αικατερίνης με τον Ντον Αλόνσο. Όμως οι Βενετοί πράκτορες στην Αλεξάνδρεια και στο Κάιρο είχαν έγκαιρα ειδοποιήσει τις βενετικές αρχές στην Κύπρο και οι δυο πράκτορες της Νεαπόλεως συνελήφθησαν στον Ακάμα. Ωστόσο αναφέρεται ότι ο ένας απ’ αυτούς, ο Τριστάν ντε Γκιμπλέτ είχε κατορθώσει πριν συλληφθεί να φθάσει στη Λευκωσία και να δει τη βασίλισσα, παρά τα μέτρα των Βενετών. Φαίνεται ότι τώρα η Αικατερίνη Κορνάρο δεν διαφωνούσε στο να διευθετηθεί και πραγματοποιηθεί γάμος της με τον γιο του Φερδινάνδου της Νεαπόλεως. Ίσως επειδή τώρα, όπως είχε διαμορφωθεί η κατάσταση στο νησί, αυτός ο γάμος ν’ αποτελούσε την τελευταία της ευκαιρία να ενισχυθεί και να παραμείνει βασίλισσα της Κύπρου.

 

Όμως αυτός ο κίνδυνος για τη Βενετία, αν και εξουδετερώθηκε με τη σύλληψη των δυο πρακτόρων της Νεαπόλεως, ωστόσο φαίνεται ότι συνέβαλε αποφασιστικά στην τελική λήψη απόφασης από την κυβέρνηση της Βενετίας να εκθρονίσει την Αικατερίνη. Τον Νοέμβριο του 1488 ο ναύαρχος Πριούλι είχε ήδη πάρει εντολή ν’ αποστείλει τον συνήθη φόρο που η Κύπρος πλήρωνε στο σουλτάνο του Καΐρου από την εποχή του βασιλιά Ιανού, καθώς και ειδικό πρέσβυ που θα εξηγούσε στο Κάιρο ότι η βασίλισσα της Κύπρου θ’ αποχωρούσε «εκούσια» από την εξουσία επειδή «ήταν απρόθυμη να διατρέξει κινδύνους», όπως από την πλευρά των Τούρκων και του σουλτάνου Βαγιαζίντ. Ταυτόχρονα η κυβέρνηση της Βενετίας ζήτησε να εξαναγκαστεί η Αικατερίνη να γράψει η ίδια σχετική επιστολή στον σουλτάνο του Καΐρου.

 

Οι προσπάθειες της Βενετίας για να αναγκαστεί η Αικατερίνη να φύγει από την Κύπρο, χρονολογούνταν τουλάχιστον από το 1486 οπότε εστάλη στο νησί η μητέρα της Φιορένσα για να την πείσει να υπηρετήσει τη Βενετία, ενώ για τον ίδιο σκοπό εστάλη στην Κύπρο το 1487 και ο αδελφός της βασίλισσας Γεώργιος (βλέπε Κορνάρο οικογένεια).

 

Τελικά η βασίλισσα δεν είχε άλλη εκλογή από το να υποκύψει. Της είχαν μάλιστα υποσχεθεί ότι η απομάκρυνσή της από την Κύπρο θα ήταν προσωρινή, κι ότι αργότερα, όταν οι συνθήκες θα καλυτέρευαν, θα μπορούσε να επιστρέψει. Οι Λευκωσιάτες, που επανειλημμένα υπερασπίστηκαν την πρωτεύουσα για λογαριασμό της Αικατερίνης κι αντιστάθηκαν στους εκβιαστές της, με πολλή θλίψη αποχαιρέτησαν τη βασίλισσα που έφευγε από το νησί για να μη επιστρέψει ποτέ. Στις 14 Φεβρουαρίου η Βασίλισσα έφυγε από τη Λευκωσία για την Αμμόχωστο με τελικό προορισμό τη Βενετία, με όλους τους Ιππότες και τις συζύγους τους ντυμένη στα μαύρα και  όπως εξηγεί ο Γεώργιος Βουστρώνιος, "εξι ιππότες κρατούσαν την άμαξά της. Από την ώρα που βγήκε έξω από τη Λευκωσία δεν σταμάτησε να κλαίει". Η βασίλισσα, γράφει, ἐφόρησεν ἕναν ροῦχον ράζον μαῦρον˙ καί ἀφ’ ὅν ἐβγῆκεν ἀπό τήν Λευκουσίαν, τά δάκρυα ἀπέ τά ’μάτια της δέν ἐπάψαν. Καί εἰς τό ἄμε της ἐγίνην μέγαν κλάμα...

 

Ο Γεώργιος Βουστρώνιος αφηγείται ως εξής την αναχώρηση της βασίλισσας από την Κύπρο, όταν πια έφτασε στην Αμμόχωστο για να αναχωρήσει για τη Βενετία:

 

Καί ἦρτεν ὁ  ἀδελφός της εἰς τούς αυπζ' [=1487], ὁ μισέρ Τζόρτζους εἰς τήν Κύπρον. Καί τῇ α΄ [=1η ] φευρουαρίου ἐπῆγεν ἡ ρήγαινα νά προσκυνήσῃ εἰς τά Ψηθία [=μοναστήρι Παναγίας Αψινθιώτισσας*], καί ἐπῆγεν καβαλλαρία, καί ἐποῖκάν της συντροφίαν ὃλαις ᾑ καβαλλαρίαις καί ὃλοι οἱ καβαλλάριδες [=ιππότες] ...καί εἰς ταῖς ιε΄  [=15] φευρουαρίου αυπζ΄ [=1487]  ἐπῆγεν ἀπό τήν Λευκουσίαν νά πάγῃ εἰς τήν Ἀμμόχουστον διά νά περάση, καί ἐπῆγεν καβαλλαρία... καί ἐφόρησεν ἕναν ροῦχον ράζον μαῦρον˙ καί ἀφ΄ ὅν ἐβγῆκεν ἀπό τήν Λευκωσίαν, τά δάκρυα ἀπέ τά ΄μάτια της δέν ἐπάψαν. Καί εἰς τό ἄμε της ἐγίνην μέγαν κλάμαν. Καί τῇ α΄ [1η ] μαρτίου ,αυπη΄ [=1489] Χριστοῦ  ἐμπῆκεν εἰς τό κάτεργον καί ἐπῆγεν εἰς τήν Βενετίαν...

 

Η ίδια η «μητέρα» της Βενετία (η πόλη την είχε υιοθετήσει πριν από τον γάμο της με τον Ιάκωβο Β΄) υποδέχθηκε την Αικατερίνη Κορνάρο, την οποία συνόδευσε από την Κύπρο ο αδελφός της Γεώργιος, με πρωτοφανείς τιμές στις 6 Ιουνίου του 1489 που οργάνωσε ο δόγης της Βενετίας Βαρβαρίγος Αυγουστίνος. Τρεις μέρες αργότερα η βασίλισσα της Κύπρου παραιτήθηκε επίσημα από τον θρόνο της. Ο αδελφός της Γεώργιος δέχθηκε τιμές και αξιώματα επειδή είχε πείσει την αδελφή του να παραιτηθεί. Η οικογένεια Κορνάρο απέκτησε ως δώρο τεράστιες περιουσίες στην Κύπρο. Η Βενετική Δημοκρατία προχώρησε σε διευθετήσεις για να δικαιολογήσει στους λοιπούς ενδιαφερομένους σ’ Ανατολή και Δύση την κατάληψη (και τυπικά) της Κύπρου. Τερματίστηκε έτσι η ύπαρξη της Κύπρου ως ανεξάρτητου βασιλείου και το νησί περιήλθε υπό βενετική κατοχή.

 

Η Αικατερίνη δεν επέστρεψε ποτέ πια στην Κύπρο. Μετά την παραίτηση της σε επίσημη τελετή στον Άγιο Μάρκο, στις 20 Ιουνίου 1489 της δωρήθηκε η πόλη και το φρούριο του Άσολο, μικρή πόλη στην επαρχία Τρεβίζο (Βένετο). Διατήρησε τον τίτλο της βασίλισσας της Κύπρου και έζησε μέχρι το τέλος της ζωής της στον πύργο του Άζολο (που σώζεται και σήμερα), έκτισε δε στην περιοχή και ένα εξοχικό καλοκαιρινό σπίτι, γνωστό μέχρι σήμερα ως Bargo della Regina Cornaro. Εκεί στο Άζολο συγκέντρωσε γύρω της έναν ευρύ κύκλο καλλιτεχνών και λογοτεχνών, που την περιστοίχιζε μέχρι το τέλος. Πέθανε στις 10 Ιουλίου 1510  σε ηλικία 54 ετών και ετάφη στο Άζολο. 

 

Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image