Μάραθος

Image

Λέγεται και μάραχος (ο), μάραθον και αρκομάραθον (το). Φοινίκουλον το κοινόν (Foeniculum vulgare). Οικογένεια: Σκιαδανθών (Umbelliferae). Αγγλική ονομασία: Fennel. Αυτοφυόμενο στην Κύπρο είδος, μαζί με δυο άλλα συγγενικά του είδη, τα F. piperitum και F. capilacceum. Έχει ομοιότητες με τη γνωστή αναθρήκα*, που ανήκει στην ίδια οικογένεια.

 

Ο μάραθος είναι φυτό γνωστότατο από τα αρχαία χρόνια με τις ονομασίες μάραθον και μάραθρον (το). Στην Κύπρο ήταν τόσο γνωστό αλλά και χρήσιμο, ώστε θεωρείται υπαίτιο για τις ονομασίες πολλών τοπωνυμίων. Πράγματι, από τον μάραθον προέρχεται η ονομασία Μαραθάσα, ολόκληρης ορεινής περιοχής του νησιού, καθώς και οι ονομασίες διαφόρων χωριών (Μαράθα, Μαραθόβουνος, Μαραθούντα), όπως και οι ονομασίες τοπικών τοπωνυμίων.

 

Πρόκειται για φυτό ιθαγενές των μεσογειακών χωρών, ποώδες και πολυετές, σαλατικό, αρωματικό και αρτυματικό. Μάλιστα σε διάφορες χώρες καλλιεργείται ως λαχανικό, αλλά και για τα σπέρματά του, τον μαραθόσπορον, που είναι φαρμακευτικά, αρωματικά αλλά και αρτυματικά χρησιμοποιούμενα στη μαγειρική αλλά και προς άρτυσιν αποθηκευόμενων εδωδίμων ειδών, όπως λ.χ. οι πράσινες ελιές. Επίσης, ο ξηρός μαραθόσπορος δίνει με απόσταξη αιθέριον έλαιον που χρησιμοποιείται στη σαπωνοποιία, την ποτοποιία και τη φαρμακευτική.

 

Ο μάραθος αναπτύσσεται σε ύψος μέχρι τα 2 μέτρα περίπου, αλλά το φύλλωμά του, που είναι πλούσιο και μοιάζει με της αναθρήκας, παραμένει χαμηλότερα. Ανθίζει μεταξύ Απριλίου και Αυγούστου και δίνει πολλά άνθη κίτρινου χρώματος, σε ομάδες. Είναι φυτό που απαντάται σε πολλά μέρη της Κύπρου, από τις ακτές μέχρι και τα βουνά (περίπου μέχρι τα 1.700 μέτρα υψόμετρο), ιδίως σε όχθες ποταμών, άκρες των δρόμων, άκρες των χωραφιών, σε άγονες και μάλλον υγρές εκτάσεις.

 

Παλαιότερα εχρησιμοποιείτο αρκετά στην Κύπρο, κυρίως από τους ανθρώπους της υπαίθρου, ως φαρμακευτικό. Περιλαμβάνεται δε, και το φυτό και οι σπόροι του, σε αρκετές εμπειρικές συνταγές παλαιών ιατροσοφικών.

Φώτο Γκάλερι

Image