Αβρόσσιλλα

Image

Με το όνομα αβρόσσ΄ιλλα ή και αφρόσσ΄υλλα ή αρκόσσ΄υλλα ή και κρομμυόσσ΄υλλα είναι γνωστά δύο είδη φυτών που αυτοφύονται στην Κύπρο. Το ένα είναι είδος ασφόδελου, γνωστό και ως σπούρτουλλος. Asphodelus microcarpus, της οικογένειας των Λειριωδών (Liliaceae). Είναι πολύ κοινό και αυτοφύεται σε όλα τα μέρη του νησιού, σε μεγάλους αριθμούς, από τα παράλια μέχρι και τα ορεινά, σε ακαλλιέργητες εκτάσεις, αγρούς, κοίτες και όχθες ποταμών, ακόμη και δίπλα στη θάλασσα. Το καλοκαίρι ξηραίνεται ενώ στη γη οι μεγάλοι βολβοί του παραμένουν ζωντανοί. Χαρακτηρίζεται από ωραία και μεγάλα σπαθωτά φύλλα σκούρου πράσινου χρώματος, ενώ το στέλεχος του φυτού υψώνεται πάνω από αυτά, σε ύψος που ξεπερνάει το 1,5 μέτρο. Δίνει άφθονα και ωραία άνθη λευκού χρώματος με ροζ ανταύγειες. Ανθίζει αργά τον Ιανουάριο, έως και τον Μάρτιο. Το φυτό έχει φαρμακευτικές ιδιότητες που ήσαν ήδη γνωστές στους αρχαίους Έλληνες, τις οποίες αναφέρει ο Διοσκουρίδης. Από τους βολβούς του φυτού κατασκευαζόταν σε παλαιότερες εποχές ένα είδος γόμας που αποκαλείτο «τσιρίσ΄ιν» και εχρησιμοποιείτο κυρίως από τους υποδηματοποιούς, σκαρπάρηδες και τσαγκάρηδες.

 

Το άλλο είδος, της ίδιας οικογένειας, είναι το Urginea maritime, επίσης φαρμακευτικό και γνωστό στους αρχαίους Έλληνες. Τις φαρμακευτικές και θεραπευτικές του ιδιότητες, βασικά του βολβού του φυτού, αναφέρει ο Διοσκουρίδης. Είναι επίσης κοινό και αυτοφύεται σε ξηρές και άνυδρες περιοχές, σε βραχώδεις εκτάσεις και ακαλλιέργητες πεδιάδες, ακόμη και δίπλα στη θάλασσα. Ανθίζει κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, δίνοντας άφθονα μικρά λευκά άνθη κατά μήκος ενός στελέχους που το ύψος του ξεπερνάει το ένα μέτρο. Το στέλεχος (καυλός) ξεπροβάλλει από το έδαφος, χωρίς φύλλα. Τα φύλλα εμφανίζονται κατά τους χειμερινούς μήνες, μετά τις πρώτες βροχές, ξηραίνονται δε πριν το φυτό ανθίσει. Οι ανθοφόροι καυλοί λέγονται «σκορνίν», «λαμπάιν» ή «βαβίτσα» ή και «λαμπάδκια». Τα άνθη είναι μελισσοτροφικά.

 

Όπως αναφέρει ο Α. Πανάρετος («Κυπριακή Γεωργική Λαογραφία»), στους βολβούς της αβρόσσ΄ιλλας αποδίδονται πολλές ιδιότητες, αντιβασκανικές, θεραπευτικές και εντομοκτόνες. Έτσι, σε παλαιότερες εποχές, οπότε απουσίαζαν τα ειδικά φάρμακα, οι γεωργοί σκορπούσαν πάνω στα σιτηρά βολβούς της σκίλλας για αντιμετώπιση της φθοράς από έντομα. Έτριβαν, ακόμη, τους κορμούς των χαρουπόδεντρων με βολβούς του φυτού για αντιμετώπιση της ποντίκας (νυφίτσας) που προκαλούσε μεγάλες ζημιές. Με βολβούς «κάπνιζαν» επίσης τους στάβλους των ζώων, για προφύλαξη από το «κακό μάτι».