Nεαπόλεως επισκοπή

Επισκοπική έδρα των πρώτων Χριστιανικών χρόνων. Έδρα ήταν η Νέα Πόλις ή Νεάπολις, δηλαδή η Λεμεσός.

 

Σε μια μόνο πηγή, στον (μεταγενέστερο) Βίο του αγίου Αυξιβίου, αναφέρεται ο οικισμός της Νεαπόλεως/Λεμεσού ως ένας από εκείνους που απετέλεσαν επισκοπικές έδρες κατά τον 1ο μ.Χ. αιώνα. Στον Βίο αναφέρεται ότι, μεταξύ εκείνων που είχε στείλει στην Κύπρο ο απόστολος Παύλος για στελέχωση της νεοϊδρυθείσης Κυπριακής Εκκλησίας, ήταν και ο Τυχικός* που είχε σταλεί στο νησί με εντολή να γίνει επίσκοπος Νεαπόλεως. Ωστόσο δεν υπάρχουν άλλες ισχυρότερες ενδείξεις που να πείθουν ότι από τότε η Νεάπολις/Λεμεσός ήταν τόσο σημαντικός οικισμός ώστε ν' αποτελέσει επισκοπική έδρα, όταν μάλιστα δυο σημαντικές πόλεις εξακολουθούσαν να επιζούν εκεί κοντά (Κούριον και Αμαθούς).

 

Η Νεάπολις πάντως (με την ονομασία Θεοδοσιανή*) μαρτυρείται από τα Πρακτικά της Δ' Οικουμενικής Συνόδου (451 μ.Χ.) ως επισκοπική έδρα κατά τα μέσα του 5ου μ.Χ. αιώνα, με επίσκοπό της τον Σωτήρα. Ο επίσκοπος Σωτήρ* είχε μετάσχει στη Σύνοδο εκείνη της Χαλκηδόνος, κι είχε μάλιστα εκπροσωπήσει και άλλους δυο Κυπρίους ιεράρχες, τους επισκόπους Ηλιόδωρον (Αμαθούντος) και Προέχιον (Αρσινόης).

 

Κατά τον 7ο μ.Χ. αιώνα, ο Πάφου Θεόδωρος αναφέρει σε κείμενό του (Βίος αγίου Σπυρίδωνος) έναν επίσκοπο Ιωάννη*, που είχε ανέλθει στην επισκοπική έδρα της Θεοδοσιάδος, ἢτοι Νέας πόλεως τῆς Κυπρίων ἐπαρχίας... Η διευκρίνηση αυτή ταυτίζει την ΘεοδοσιάδαΘεοδοσιανήν) με την Νεάπολη (Λεμεσόν).

 

Κι ο Λεόντιος Μαχαιράς (15ος αιώνας), γράφει: ...καί Τυχικοῦ τοῦ  ἁγιωτάτου ἐπισκόπου Νέας Πόλεως Λεμεσοῦ...

 

Αρχικά πιθανώς η Νεάπολις ή Θεοδοσιανή αποτελούσε επισκοπή υπαγόμενη στην μητρόπολη Αμαθούντος. Η μητρόπολη Αμαθούντος, που καταργήθηκε από τους Λατίνους κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, δεν επανιδρύθηκε μετά την τουρκική κατάκτηση της Κύπρου (1570-71) σαν μόνιμη χωριστή έδρα, αλλά κατά καιρούς εμφανίζεται σε συνδυασμό με τις έδρες Νεμεσού/Νεαπόλεως, Κιτίου, Κουρίου (βλέπε λήμμα Αμαθούς, επίσκοποι Αμαθούντος, όπου κατάλογος επισκόπων, μεταξύ των οποίων και μερικοί με τον τίτλο του Νεαπόλεως).

 

Οι επισκοπές Αμαθούντος και Κουρίου, καθώς και η έδρα της Νεαπόλεως, συγχωνεύθηκαν σε μια μόνο επισκοπική έδρα κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας (13ος αιώνας), όταν οι Λατίνοι μείωσαν τον αριθμό των Ορθοδόξων επισκοπών από 14 σε 4, όσες και οι Λατινικές. Τελικά και η μια αυτή επισκοπική έδρα εκτοπίστηκε στα Λεύκαρα, οπότε αργότερα εμφανίζονται και επίσκοποι που φέρουν επιπρόσθετα και τον τίτλο του Λευκάρων.

 

Δεν είναι, πάντως, σαφές εάν η επισκοπή Νεαπόλεως είχε συνεχή ζωή και δράση καθ' όλο το χρονικό διάστημα από τους πρώτους μετά Χριστόν αιώνες μέχρι και τη ριζική διαφοροποίηση και μείωση των Ορθοδόξων επισκοπών από τους Λατίνους το πρώτο μισό του 13ου αιώνα. Ελάχιστοι μόνο επίσκοποι αναφέρονται σαφώς ως επίσκοποι Νεαπόλεως, ενώ συνήθως η έδρα αυτή συγχέεται ή και συνδέεται με άλλες.