Πυγμαλίων

Image

Μυθικό πρόσωπο της Αρχαιότητας, αβέβαιης καταγωγής, που συνδέεται στενά με την Κύπρο. Για τον Πυγμαλίωνα υπάρχουν αρκετές, αλλά γενικές, πληροφορίες από διάφορους συγγραφείς του αρχαίου κόσμου. Μεταξύ τους είναι ο Απολλόδωρος, ο Ιώσηπος, ο Νόννος, ο Πορφύριος, ο Κλήμης Αλεξανδρεύς, ο Ιουστίνος, οι σχολιογράφοι και ο Οβίδιος. Άλλοι από αυτούς τον θεωρούν Φοίνικα, ενώ άλλοι τον αποκαλούν Κύπριο ή Πάφιο ή βασιλιά των Κυπρίων.

 

Οι σχέσεις του Πυγμαλίωνος με άλλα μυθικά πρόσωπα της Κύπρου εμφανίζονται συγκεχυμένες. Τα Σχόλια στον Διονύσιο Περιηγητή γράφουν ότι είχε κόρη τη Θυμαρέτη, που τη νυμφεύθηκε ο Κινύρας*, ενώ ο Απολλόδωρος την κόρη του που νυμφεύθηκε ο Κινύρας την ονομάζει Μεθάρμη. Ο Οβίδιος αναφέρει ότι κόρη του ήταν η Πάφος, από την οποία γεννήθηκε ο Κινύρας, που έτσι παρουσιάζεται ως εγγονός του και όχι ως γαμπρός του. Κατά τον Ρωμαίο ιστορικό Ιουστίνο (Ἐπιτομή, 18.5) ο Πυγμαλίων δεν είχε προσωπική σχέση με την Κύπρο γιατί ήταν βασιλιάς της φοινικικής Τύρου, την οποία κυβέρνησε για 47 χρόνια. Αδελφή του ήταν η Διδώ *, που είχε και το νόμιμο δικαίωμα της διαδοχής στον θρόνο, την παραμέρισαν όμως οι Τύριοι και έδωσαν την εξουσία στον Πυγμαλίωνα, μολονότι ήταν πολύ μικρός. Η Διδώ στη συνέχεια παντρεύτηκε ένα θείο της, ιερέα του Ηρακλή. Αυτόν όμως τον σκότωσε ο Πυγμαλίων για να πάρει τους θησαυρούς του. Για τούτο η Διδώ έφυγε κρυφά από τη Φοινίκη, μαζί με αρκετούς δυσαρεστημένους Τυρίους, και αφού στάθμευσε στην Κύπρο, απ’   όπου οι σύντροφοί της άρπαξαν Κυπρίες για συζύγους τους, έκτισε τελικά την Καρχηδόνα στη βόρεια παραλία της Αφρικής.

 

Όλες αυτές οι πληροφορίες για τις σχέσεις του Πυγμαλίωνος με τη Φοινίκη καθώς και άλλες που τον συνδέουν με τη θεά Αφροδίτη, φανερώνουν, κατά τον Κυρ. Χατζηϊωάννου (ΑΚΕΠ, Ε, 123) τη φοινικική καταγωγή του Κυπρίου βασιλιά, όπως τη δείχνει και το εξελληνισμένο όνομά του που στα φοινικικά σημαίνει άνθρωπος θεϊκής καταγωγής.

 

Ο Νόννος (Διονυσιακά, 32.213,215) προσθέτει ότι η Αφροδίτη έδωσε στον Πυγμαλίωνα μεγάλη μακροβιότητα, ενώ ο Στέφανος Βυζάντιος στα Ἐθνικά του, αντλώντας από τα Κυπριακά του Ελλάνικου, παρέχει την μάλλον λανθασμένη πληροφορία όχι ο Πυγμαλίων έκτισε την πόλη Καρπασία της Κύπρου. Σημαντική είναι η πληροφορία του Πορφύριου, ο οποίος έχοντας ως πηγή τον Ασκληπιάδη τον Κύπριο, αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο ο Πυγμαλίων αντιμετώπισε τις θυσίες ζώων και τη βρώση του κρέατος των σφαγίων από τους Κυπρίους. Οι Κύπριοι, γράφει, στα αρχαιότατα χρόνια δεν θυσίαζαν ζώα στους θεούς — παρόλο που δεν το απαγόρευε κανένας νόμος — γιατί το θεωρούσαν αντίθετο στον φυσικό νόμο. Κάποτε όμως, «επιδιώκοντας να τους δοθεί ψυχή αντί ψυχής», κάποιοι Κύπριοι θυσίασαν το πρώτο ζώο και στη συνέχεια θυσίαζαν ζώα τα οποία έκαιαν εξ ολοκλήρου στον βωμό. Σε μια τέτοια θυσία ένα κομμάτι κρέας έπεσε από τον βωμό και ο ιερέας, αφού το πήρε και το έριξε πίσω στη φωτιά, έφερε τα δάκτυλά του στο στόμα γιατί είχαν καεί. Έτσι όμως δοκίμασε τη γεύση του κρέατος, έφαγε απ' αυτό και έδωσε και στη γυναίκα του. Όταν το πληροφορήθηκε ο Πυγμαλίων τιμώρησε και τους δυο ρίχνοντάς τους σε γκρεμό και παρέδωσε την ιεροσύνη σε άλλον. Και ο δεύτερος ιερέας όμως έπεσε στο ίδιο παράπτωμα και τιμωρήθηκε από τον Πυγμαλίωνα με την ίδια ποινή.

 

Η πιο γνωστή όμως περιπέτεια του Πυγμαλίωνος είναι ο έρωτάς του προς ένα άγαλμα της Αφροδίτης ή το άγαλμα γυναίκας που κατασκεύασε ο ίδιος. Ο Κλήμης Αλεξανδρεύς παίρνοντας την πληροφορία από το έργο του Φιλοστέφανου Περί Κύπρου, παραδίδει ότι ο Πυγμαλίων ερωτεύθηκε ένα άγαλμα γυμνής Αφροδίτης καμωμένο από ελεφαντόδοντο, τόσο παράφορα, ώστε έσμιξε μαζί του. Τα ίδια περίπου αναφέρει και ο Ρωμαίος Αρνόβιος γράφοντας ότι ο Πυγμαλίων ερωτεύθηκε σαν πραγματική γυναίκα ένα παλιό άγαλμα της Αφροδίτης και το πάθος του αυτό τού τύφλωσε το πνεύμα, την ψυχή και την κρίση. Για τούτο έβαζε το άγαλμα της θεάς στο κρεβάτι του και το αγκάλιαζε και το φιλούσε σε «μια φαντασία κούφιας ηδονής».

 

Την εκτενέστερη όμως εκδοχή για την περιπέτεια αυτή του Πυγμαλίωνος, με μια σημαντική διαφορά από τις μαρτυρίες του Κλήμη και του Αρνόβιου και με την προσθήκη πολλών λεπτομερειών, παρουσιάζει ο Οβίδιος στο γνωστό έργο του Μεταμορφώσεις (Χ, 243-299):

 

Ο Πυγμαλίων, γράφει, επειδή έβλεπε τις Προποιτίδες να ζουν ακόλαστη ζωή, μισούσε τις γυναίκες και για τούτο έμενε άγαμος. Ασχολούμενος όμως με την τέχνη, ως γλύπτης, σκάλισε σε λευκό ελεφαντόδοντο ένα άγαλμα που παρίστανε μια κοπέλα. Ο Οβίδιος δεν αναφέρει ότι το άγαλμα παρίστανε την Αφροδίτη ούτε ότι ο Πυγμαλίων ήταν βασιλιάς. Το άγαλμα ήταν τόσο εκπληκτικής ομορφιάς που ο Πυγμαλίων το ερωτεύθηκε σαν πραγματική γυναίκα. Το άγγιζε για να δει αν ήταν από σάρκα ή ελεφαντόδοντο, το αγκάλιαζε και το φιλούσε, του μιλούσε, το έντυνε με φορέματα, το στόλιζε με λουλούδια και κοσμήματα και το έβαζε μαζί του στο κρεβάτι.

 

Σε μια γιορτή της Αφροδίτης, στην οποία με θυσίες και άλλες εκδηλώσεις συμμετείχε όλη η Κύπρος, ο Πυγμαλίων, αφού έκαμε τη δική του προσφορά, προσευχήθηκε στους θεούς ικετεύοντας να γίνει σύζυγός του μια γυναίκα όμοια με το άγαλμά του δεν τόλμησε να πει, γράφει ο Οβίδιος, να γίνει σύζυγός του το ίδιο το άγαλμα. Όμως η Αφροδίτη που ήταν παρούσα στη γιορτή της μαζί με τους άλλους θεούς, ένιωσε την πραγματική επιθυμία του Πυγμαλίωνος και με την κίνηση της φλόγας του βωμού έδειξε την ευνοϊκή της ανταπόκριση. Όταν ο Πυγμαλίων γύρισε στο σπίτι του έσκυψε να φιλήσει το άγαλμα στο κρεβάτι και του φάνηκε ζεστό. Απορώντας το εξέτασε με περισσότερη προσοχή και με μεγάλη χαρά του διαπίστωσε πως το άγαλμα είχε γίνει ένα ζωντανό γυναικείο σώμα. Ξέσπασε τότε σε λόγια ευγνωμοσύνης προς την Αφροδίτη, ενώ η νέα γυναίκα, ανοίγοντας τα μάτια της, πρωτοείδε τον ουρανό και τον εραστή της.

 

Στον γάμο που ακολούθησε ήταν παρούσα και η θεά. Από τον γάμο αυτόν γεννήθηκε η Πάφος, που με τη σειρά της γέννησε τον Κινύρα «που θάταν ευτυχισμένος αν δεν γεννιόταν». Με την τελευταία του παρατήρηση ο Οβίδιος υπονοεί την αιμομειξία του Κινύρα με την κόρη του Μύρρα* ή Σμύρνα.

 

Η ιστορία του έρωτα του Πυγμαλίωνος προς το άγαλμα της Αφροδίτης ή το δικό του κατασκεύασμα — στο οποίο μεταγενέστερα δόθηκε το όνομα Γαλάτεια — προκάλεσε το ενδιαφέρον πολλών συγγραφέων που έγραψαν έργα εμπνευσμένα απ’ αυτό. Μεταξύ τους ο Άγγλος Marston που έγραψε το ποίημα Η μεταμόρφωση του αγάλματος του Πυγμαλίωνος (τέλος 16ου αιώνα), ο W. Morris που περιέλαβε τον μύθο στο έργο του Γήινος Παράδεισος (γύρω στο 1870), ο W.S. Gilbert (Πυγμαλίων και Γαλάτεια -κωμωδία), ο G. Bernard Shaw, που έγραψε το γνωστό θεατρικό έργο Πυγμαλίων και ο Έλληνας ποιητής του 19ου αιώνα Σπυρίδων Βασιλειάδης που έγραψε την τραγωδία Γαλάτεια.