Σπουρτάλα ή πουρτάλα

Image

Pterocles orientalis. Οικογένεια: Pteroclidae. Ένα από τα σπανιότερα μεγάλα πουλιά που ζουν μόνιμα στην Κύπρο, σε πολύ μικρούς αριθμούς, απαντώνται δε σε ελάχιστες περιοχές.

 

Η κεφαλή, το άνω μέρος του κορμού μέχρι και τη ν ουρά, έχουν χρώμα ανοικτό καφέ και οι φτερούγες κιτρινωπό. Τα μεσαία φτερά της ουράς, που ελαφρώς προεξέχουν, είναι γκριζοκίτρινα με ελαφρές οριζόντιες μαυρειδερές ραβδώσεις' τα υπόλοιπα φτερά της ουράς είναι καφέ με ασπρειδερά στίγματα. Το κάτω μέρος του λαιμού είναι μαύρο, και μετά υπάρχει πλατιά γκριζόασπρη ταινία που τη χωρίζει μαύρη γραμμή από το γκρίζο χρώμα του στήθους, το δε κάτω μέρος του κορμού είναι κατάμαυρο. Το θηλυκό πουλί έχει το άνω μέρος, από την κεφαλή μέχρι την ουρά και τον λαιμό, κιτρινωπό με λεπτές μαύρες ραβδώσεις και μαύρα στίγματα. Το κάτω μέρος του ράμφους είναι κίτρινο, η πλατιά ταινία κιτρινωπή και το υπόλοιπο της κοιλιάς μαύρο. Τα πόδια τους είναι σχετικά κοντά και χοντρά, και καλύπτονται μέχρι τα δάκτυλα με άσπρα πτίλα.

 

Η σπουρτάλα φωλιάζει στο έδαφος. Γεννά 2-3 αυγά σε σχήμα φοινικιού. Εναποθέτει τα αυγά της στο έδαφος, σε μικρή κοιλότητα, ανάμεσα σε μικρές πέτρες που έχουν το ίδιο χρώμα μ' αυτά. Μια τέτοια «φωλιά» βρέθηκε το 1963 μεταξύ Γερίου και Τύμπου, με δυο πουλάκια που μόλις είχαν εκκολαφθεί, κι ένα τρίτο αυγό σπασμένο (φωτογραφία).

 

Όταν η σπουρτάλα πετά, πάντοτε φωνάζει μονότονα κάτι σαν πρρ-πρρ-πρου. απ' όπου ίσως πήρε και την ονομασία σπουρτάλα ή και πουρτάλα. Το μέγεθος της φθάνει τα 34 εκ. Είναι πουλί σποροφάγο. Απαντάται συνήθως στις περιοχές Τσερίου, Αθαλάσοας, Γερίου, Τύμπου, Κοκκινοτριμιθιάς και Αθηένου.

 

Παλαιότερα απαντάτο σε μεγαλύτερους αριθμούς, σύμφωνα και με πληροφορίες του 1910, ενώ σε ακόμη πιο μεγάλους αριθμούς περνούσε από την Κύπρο όταν μετανάστευε το φθινόπωρο και την άνοιξη. Όπως ιστορεί ο πτηνολόγος J. Bucknill: το 1910 υπήρχαν μεγάλα σμήνη κατά τη μετανάστευση του φθινοπώρου, από τα μέσα του Σεπτέμβρη μέχρι τα μέσα του Νιόβρη. και εκατοντάδες έρχονταν να πιουν νερό στον ποταμό κοντά στο Πυρόι της Λευκωσίας. Ο G. F. Wilson σκότωσε πολλά, έστειλε δε και 3 ζωντανά στον Ζωολογικό Κήπο του Λονδίνου. Τη ν άνοιξη μικρά σμήνη 30-50 πουλιών εμφανίζονταν στην Αθαλάσσα. Ακόμη, κατά τα ηλιοβασιλέματα μικρά σμήνη από 50 ή και περισσότερα πουλιά σύχναζαν σε λίμνη περί τα 5 μίλια από τη Λευκωσία.

 

Ο ίδιος, σε σύντομη αναφορά του το 1913, λέγει ότι σε ένα χωριό που λέγεται Βατιλή, η σπουρτάλα γεννά τακτικά, επίσης ότι του είχε πει ο κοινοτάρχης του χωριού πως μια κότα του ανέθρεψε τρία πουλιά σπουρτάλας τα οποία εξημερώθηκαν και ζούσαν μαζί με τις κότες του.

 

Ο βιολόγος δρ Τζών Σίντθοπ* που επεσκέφθη την Κύπρο το 1787 και σύνταξε τον πρώτο κατάλογο των πουλιών του νησιού, την αναφέρει ως παρδαλόν, επηρεασμένος προφανώς από τον παρδαλόν, πουλί που περιγράφει ο Αριστοτέλης και που δεν ανταποκρίνεται όμως προς την σπουρτάλαν αλλά μάλλον προς κάποιο είδος δακκαννούρας ή τζ' εφαλά (Lanius sp.).

 

Ένα είδος σπουρτάλας που φαίνεται ότι επισκεπτόταν την Κύπρο όταν μετανάστευε, είναι το είδος Pterocles alchata caudacutus, πουλί που ζει στις έρημους. Το χρώμα του είναι σχεδόν όμοιο με της κυπριακής σπουρτάλας, αλλά η ουρά του είναι πιο μεγάλη και μυτερή, γι' αυτό και το μήκος του φθάνει τα 37 εκ. Η πρώτη αναφορά για το πουλί αυτό, σε σχέση προς την Κύπρο, είναι στον κατάλογο του Σίντθοπ του 1787. Το αναφέρει με την ονομασία Tetrao alchata, που αργότερα οι επιστήμονες το άλλαξαν σε Pterocles alchata caudacutus. Ο Σίντθοπ γράφει ότι ένα τέτοιο πουλί πυροβολήθηκε από τον συνοδό του στις 3 Μαϊου 1787 μεταξύ Λάρνακας και Αμμοχώστου. Αν και η περιγραφή του Σίντθοπ ήταν εμπεριστατωμένη, διάφοροι μετέπειτα βιολόγοι αμφισβήτησαν την εγκυρότητα τους. Ωστόσο άλλα δείγματα σπουρτάλας του ιδίου είδους, σκοτώθηκαν αργότερα στην Κύπρο κι έτσι τον επιβεβαίωσαν. Συγκεκριμένα ο βαρόνος von Sack αξιωματούχος του βασιλιά της Πρωσσίας, περνώντας από την Κύπρο, μεταξύ Φεβρουάριο και Μάιο του 1820, συνέλεξε πολλά είδη πουλιών. Η συλλογή του κατέληξε στο Μουσείο του Βερολίνου, όπου αργότερα μελετήθηκε από τον διάσημο καθηγητή Ε. Stresemann που έστειλε κατάλογο των δειγμάτων στο επιστημονικό περιοδικό Ibis (του 1953). Μεταξύ των δειγμάτων ήταν κι ένα ζεύγος του συγκεκριμένου είδους P. alchata caudacutus. Από τότε το πουλί αυτό δεν παρατηρήθηκε ξανά στην Κύπρο.

 

Οι σπουρτάλες της Κύπρου είναι προστατευόμενα πουλιά, γιατί ο αριθμός τους έχει μειωθεί πάρα πολύ.