Κύπριος της Αρχαιότητας. Ο Τίμαρχος Τιμάρχου υπήρξε αρχηγός μιας μεγάλης οικογένειας που απλώθηκε και έξω από την Κύπρο, στις Αθήνες, στη Δήλο και στον Τάραντα της Κάτω Ιταλίας. Ο γιος του λεγόταν Σίμαλος και ο εγγονός του Τίμαρχος, τα δε ονόματα εναλλάσσονταν σε όλους τους κλάδους της οικογένειας ώστε παππούς και εγγονός είχαν πάντα το ίδιο όνομα. Ο Τίμαρχος έζησε τον 2ο αιώνα π.Χ. και το όνομά του βρίσκεται σε μακροσκελές τιμητικό γι’ αυτόν ψήφισμα της βουλής και του δήμου των Αθηναίων του 160/150 π.Χ. Το ψήφισμα αναφέρει τις τιμές που οι Αθηναίοι απένειμαν στον Τίμαρχο επειδή έδειχνε εύνοια στον δήμο των Αθηναίων και πρόσφερε εξυπηρετήσεις σε όσους Αθηναίους έφθαναν στη Σαλαμίνα της Κύπρου: τον στεφάνωσαν με στεφάνι ελιάς, τον ονόμασαν πρόξενο και ευεργέτη του αθηναϊκού δήμου, αποφάσισαν να του αποδώσουν και άλλες τιμές, αν συνεχίσει την εύνοιά του προς την πόλη των Αθηνών, και έγραψαν το ψήφισμα σε δυο μαρμάρινες στήλες, από τις οποίες η μια στήθηκε στις Αθήνες και η άλλη στο ιερό της Αθηνάς στη Σαλαμίνα.
Ο γιος του Τιμάρχου Σίμαλος* τιμήθηκε επίσης από τον Αθηναίο Στόλο Θέωνος, αξιωματούχο των Πτολεμαίων. Ο εγγονός του, Τίμαρχος Σιμάλου, είχε πολιτογραφηθεί Αθηναίος. Σε επιτύμβια επιγραφή χαρακτηρίζεται «χρηστός» και «φιλόλογος», δηλαδή άνθρωπος των γραμμάτων. Ο Τίμαρχος Σιμάλου έζησε στα τέλη του 2ου και τις αρχές του 1ου αιώνα π.Χ.