Υγείας Γενικό Σύστημα ΓΕΣΥ

Image

Μετά από δεκαετίες συζητήσεων, το Γενικό Σύστημα Υγείας (ΓεΣΥ) μπήκε σε εφαρμογή την 1η Ιουνίου 2019. Η α’ φάση του νέου συστήματος, που περιελάμβανε την εξωνοσοκομειακή περίθαλψη, τα φάρμακα και τις εργαστηριακές εξετάσεις, τέθηκε σε εφαρμογή, σηματοδοτώντας έτσι την έναρξη μίας νέας εποχής στον τομέα της υγείας στην Κύπρο. Την ευθύνη εφαρμογής και διαχείρισης του ΓεΣΥ έχει ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ), ως Οργανισμός δημοσίου δικαίου. Σε ότι αφορά τη δεύτερη φάση, που σήμανε και την πλήρη εφαρμογή του Γενικού Σχεδίου Υγείας, άρχισε την 1η Ιουνίου 2020. Οι εισφορές για τη δεύτερη φάση άρχισαν  να καταβάλλονται από την 1η Μαρτίου 2020.

 

Το Γενικό Σχέδιο Υγείας παρέχει τις εξής υπηρεσίες υγείας: Φροντίδα υγείας  από ιατρούς (Προσωπικούς και Ειδικούς Ιατρούς) σε περιβάλλον εξωτερικού ιατρείου, Φάρμακα, Εργαστηριακές εξετάσεις, Ενδονοσοκομειακή περίθαλψη, Υπηρεσίες από τα Τμήματα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών, Υπηρεσίες Ασθενοφόρων, Υπηρεσίες υγείας από Νοσηλευτές, Μαίες, Κλινικούς Ψυχολόγους, Κλινικούς Διαιτολόγους, Φυσιοθεραπευτές, Εργοθεραπευτές και Λογοπαθολόγους,  Υπηρεσίες προληπτικής οδοντιατρικής, Υπηρεσίες  ανακουφιστικής φροντίδας και ιατρικής αποκατάστασης.

 

Δικαιούχοι του ΓεΣΥ είναι όλοι οι πολίτες που έχουν τη συνήθη διαμονή τους στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και εμπίπτουν σε μια από τις πιο κάτω κατηγορίες: Κύπριοι πολίτες, Ευρωπαίοι πολίτες που εργάζονται, ή έχουν αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης διαμονής σύμφωνα με τις πρόνοιες της εθνικής νομοθεσίας, Πολίτες τρίτης χώρας οι οποίοι εργάζονται ή έχουν αποκτήσει δικαίωμα ίσης μεταχείρισης, σύμφωνα με τις πρόνοιες της εθνικής νομοθεσίας, Πρόσφυγες και πρόσωπα με καθεστώς συμπληρωματικής προστασίας, Τα μέλη της οικογένειας των πιο πάνω κατηγοριών, σύμφωνα με τις πρόνοιες της εθνικής νομοθεσίας.

Τις υπηρεσίες υγείας στα πλαίσια του ΓεΣΥ προσφέρουν παροχείς υπηρεσιών φροντίδας υγείας του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα (ιατροί, νοσηλευτήρια, φαρμακεία κ.α.) που θα επιλέξουν να συμβληθούν με τον ΟΑΥ.

 

Το ΓεΣΥ χρηματοδοτείται από υποχρεωτικές εισφορές: του κράτους,  των εργοδοτών, των μισθωτών,  των αυτοτελώς εργαζόμενων,  των συνταξιούχων και των εισοδημάτων.

 

Ιστορικό πλαίσιο

Με την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1960 ο τομέας της Υγείας, σε ότι αφορά τον τρόπο παροχής των υπηρεσιών υγείας, βρέθηκε να λειτουργεί με το αποικιοκρατικό σύστημα. Παρέχονταν οι ιατροφαρμακευτικές υπηρεσίες υγείας δωρεάν στους δημόσιους υπαλλήλους και στους άπορους.

 

Υπήρχαν επίσης ταμεία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης συντεχνιών όπως το συντεχνιακό της ΠΕΟ και αργότερα της ΣΕΚ, που κάλυπταν μικρό ποσοστό των εξόδων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των μελών τους. Υπήρχαν επίσης ταμεία υγείας των μεταλλωρύχων της Κυπριακής Μεταλλευτικής Εταιρείας και άλλων μικρών ομάδων επαγγελματιών.

 

Διάφορες ομάδες πληθυσμού, ιδιαίτερα οι συνδικαλισμένες αλλά και ανώτερα μέλη της δημόσιας υπηρεσίας στο Υπουργείο Υγείας, στο Υπουργείο Εργασίας και στο Γραφείο Προγραμματισμού από τα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας ζητούσαν την προσαρμογή των υπηρεσιών υγείας στις σύγχρονες αντιλήψεις της κοινωνικής πολιτικής με την εφαρμογή ενός νέου Γενικού σχεδίου υγείας. Το αίτημα γίνεται πιο έντονο και διατυπώνεται με υπομνήματα προς την κυβέρνηση. Ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος επί προεδρίας, Δρ. Βάσος Λυσσαρίδης υποστήριζε την εισαγωγή του Γενικού Σχεδίου Υγείας.

 

Την ανάγκη σύνταξη μελέτης για εισαγωγή σχεδίου υγείας πρώτος αντελήφθη ο πρόεδρος της Δημοκρατίας Τάσσος Παπαδόπουλος όταν το 1966 ήταν Υπουργός Υγείας και ταυτόχρονα Υπουργός Εργασίας και κοινωνικών ασφαλίσεων. Ζητά την βοήθεια και τη συνδρομή του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας (ILO) το οποίο μέσω του τακτικού προγράμματος τεχνικής βοήθειας προέβη στην πρώτη ουσιαστικά αναλυτική μελέτη.

 

Διάφορες ομάδες πληθυσμού, ιδιαίτερα οι συνδικαλισμένες αλλά και ανώτερα μέλη της δημόσιας υπηρεσίας στο Υπουργείο Υγείας, στο Υπουργείο Εργασίας και στο Γραφείο Προγραμματισμού από τα πρώτα χρόνια της Κυπριακής Δημοκρατίας ζητούσαν την προσαρμογή των υπηρεσιών υγείας στις σύγχρονες αντιλήψεις της κοινωνικής πολιτικής με την εφαρμογή ενός νέου Γενικού σχεδίου υγείας.

 

Εκθέσεις για το Γενικό Σχέδιο Υγείας

Ο Παγκύπριος Ιατρικός Σύλλογος επί προεδρίας, Δρ. Βάσος Λυσσαρίδης υποστήριζε την εισαγωγή του Γενικού Σχεδίου Υγείας. Η έκθεση με τίτλο “Report to the Government of the Republic of Cyprus on The development of medical care within the framework of a social security scheme” συντάχθηκε από τον Dr.Stilon De Piro, ILO Adviser in Cyprus και εκδόθηκε από το γραφείο ILO στη Γενεύη το 1966.

 

Η έκθεση της ILO εισηγείται δύο κυρίως προσεγγίσεις: Την καθιέρωση εθνικής υπηρεσίας υγείας (National Health Service) που θα διασφαλίζει εν τη πράξει σε κάθε κάτοικο το δικαίωμα ελεύθερης φροντίδας υγείας χωρίς προϋποθέσεις και έλεγχο του εισοδήματος δικαιούχων, και την παροχή δωρεάν ιατρικής φροντίδας μέσω του υφιστάμενου συστήματος κοινωνικών ασφαλίσεων αλλά χρησιμοποιώντας τις υπηρεσίες υγείας του δημοσίου. Η χρηματοδότηση αυτού του σχεδίου θα εξασφαλιζόταν με τριμερή συνεισφορά εργαζομένων, εργοδοτών, και του κράτους. Ο συγγραφέας εισηγείται όπως το σχέδιο υγείας αρχίσει μέσω των κοινωνικών ασφαλίσεων και όταν ολοκληρωθεί να εισαχθεί Εθνική Υπηρεσία Υγείας.

 

Η δεύτερη μελέτη επί υπουργού Υγείας Μ. Γλυκύ, έγινε από την W.H.Ο (Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας) το 1972 και συντάκτης αυτής είναι ο Dr R.F.Bridgman σύμβουλος του WHO. Έχει τίτλο: “Assignment Report. Organization of Medical Care Services in Cyprus”. Η μελέτη αυτή, ασχολείται κυρίως με την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών υγείας του κρατικού τομέα, επισημαίνει όμως και αδυναμίες του ιδιωτικού τομέα. Εκφράζει την άποψη ότι Εθνική Υπηρεσία Υγείας (N.H.S) οργανωμένη όπως το Βρετανικό σύστημα, θα απαιτούσε πραγματική επανάσταση, που υπό τις τότε συνθήκες θα ήταν δύσκολο να εισηγηθεί. Προτιμά όπως το μελλοντικό σύστημα βασιστεί στις αρχές της αντίληψης περί κοινωνικής ασφάλισης όπως στην ηπειρωτική Δυτική Ευρώπη με προτίμηση το Σκανδιναβικό σύστημα ένεκα της ελαστικότητας του και της κατανομής της ευθύνης ανάμεσα στο κρατικό και μη κρατικό σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων. Ο συντάκτης αυτής της μελέτης εισηγείται όπως το σχέδιο τεθεί κάτω από τον έλεγχο του Υπουργείου Εργασίας ή ενός νέου Υπουργείου Κοινωνικών Υποθέσεων όπου το Εργασίας, Υγείας και Κοινωνικής Ασφάλισης θα συγχωνευόταν.

 

Σε μια τρίτη προσπάθεια η εκτεταμένη και λεπτομερής έκθεση του H. O.Theile το 1977, εισηγείται της εισαγωγή Σχεδίου Κοινωνικής Ασφάλισης Υγείας.

 

Το 1980 βάσει των προτάσεων του H.O Theile μετακαλείται ο καθηγητής Dr Detler Zoellner για να ετοιμάσει πρόταση για το αρχικό ποσοστό της εισφοράς που χρειάζεται για να λειτουργήσει ένα σχέδιο κοινωνικής ασφάλισης υγείας στην Κύπρο. Ο καθηγητής Zoellner έδωσε την έκθεση του στις 2/9/1980. Σημειώνει ότι τα στατιστικά στοιχεία που είχε στην διάθεση του ήσαν ανεπαρκή και οι αρμόδιες αρχές της Κύπρου συμβουλεύτηκαν να βελτιώσουν τα στοιχεία πάνω στα οποία θα μπορούσε να στηριχθεί μια ακριβής μελέτη του κόστους.

 

Το Υπουργείο Υγείας στην βάση των εισηγήσεων των δύο τελευταίων εκθέσεων των εμπειρογνώμων, συνέταξε σχέδιο κοινωνικής ασφάλισης υγείας που ήταν το θέμα εκτεταμένου τεχνικού σημειώματος. Το 1982 μετακλήθηκε ο Dr Brian Abel-Smith , σύμβουλος το WHO, καθηγητής της Κοινωνικής Διοίκησης στο London School of Economics and Political Sciences. Στην έκθεση του “Assignment Report Comments on the proposed general health scheme of Cyprus” αφού αναλύει την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων στον τομέα παροχής υπηρεσιών υγείας στην Κύπρο, προβαίνει σε πολύ εύστοχες παρατηρήσεις και καταλήγει στα εξής κυριότερα συμπεράσματα επί του τότε προταθέντος σχεδίου Υγείας: α)  Ότι το κόστος του σχεδίου έχει σοβαρά υποτιμηθεί και ότι εφαρμοσμένο στο σύνολο του θα ανερχόταν στο 9-10% του ασφαλιστέου εισοδήματος και εάν γινόταν προσπάθεια εισαγωγής του στο σύνολο του σε μια δεδομένη ημερομηνία αναπόφευκτα θα υπήρχαν καθυστερήσεις, λάθη και επιπλέον πληρωμές. Β)    Το σχέδιο θα διαιώνιζε την solo practice των γιατρών, τους ειδικού γιατρούς χωρίς πρόσβαση σε κλίνες, σε μικρά ειδικά νοσοκομεία και όλα αυτά θα ήταν αιτία επιπρόσθετων και μη αναγκαίων εξόδων. Γ) Ότι ο μόνος τρόπος ελέγχου του κόστους θα ήταν βαρύς καταμερισμός μεταξύ των εισφορέων, πράγμα που θα σκότωνε τον αρχικό σκοπό του σχεδίου.

 

Σαν εναλλακτική προσέγγιση ο καθηγητής Brian Abel-Smith, πρότεινε σαν πρώτο βήμα την κάλυψη της γενικής ιατρικής και των φαρμάκων που θα συνταγογραφούσαν οι γενικοί ιατρικοί. Το κόστος θα συγκρατείτο στο 1% του ασφαλιστέου εισοδήματος των εργατών, των εργοδοτών και 2% των αυτοεργοδοτούμενων. Η πληρωμή για τις υπηρεσίες που θα παρίχοντο από το κράτος θα βασίζοντο επί των ετησίων εξόδων του κράτους και για υπηρεσίες που θα προσφέρονταν στο ταμείο του σχεδίου. Μετά θα γινόταν γνωστό το πραγματικό κόστος της πρώτης φάσης του σχεδίου, με επί πλέον εισφορές και βήμα προς βήμα να εισαχθεί η φροντίδα για ειδική ιατρική, οδοντιατρική και η εισαγωγή σε κυβερνητικά νοσοκομεία σε κρεβάτια τρίτης θέσης ή και με ένα μικρό ποσό για κάθε ημέρα νοσηλείας σε εγκεκριμένες κλινικές και ιδρύματα. Επιπλέον πρότεινε την επείγουσα εισαγωγή νέων κανονισμών για τα αναγκαία επίπεδα των ιδιωτικών κλινικών και την ανάγκη για εθνικό σχέδιο ανάπτυξης των νοσοκομείων, κρατικών και ιδιωτικών προς το σκοπό της αποτροπής υπερβολικού πέραν των αναγκαίων κλινών. Εναλλακτικός τρόπος παροχής ευρύτερης επιλογής και νοσοκομειακής φροντίδας θα ήταν το κράτος να συμβληθεί για ένα αριθμό κλινών σε ιδιωτικές κλινικές και ιδιώτες ειδικούς να συμβάλλονται προς παροχή των υπηρεσιών τους στα κρατικά νοσηλευτήρια εφόσον υπάρχον σε αυτά ελλείψεις.

 

Το υπουργείο Υγείας έχοντας υπόψη του τις παρατηρήσεις του καθηγητή Abel-Smith κατάρτησε και κυκλοφόρησε προς ενδιαφερόμενα μέρη συγκριτικό πίνακα των βασικών αρχών του προτεινόμενου σχεδίου και των παρατηρήσεων εισηγήσεων του καθηγητή Abel-Smith. Τον πίνακα σχολίασαν εκπρόσωποι συντεχνιών, εργοδοτών και του Π.Ι.Σ.

 

Το 1988 κυκλοφόρησε η έκτη κατά σειρά μελέτη από τον οίκο Llewelyn-Davies Weeks με τίτλο “Feasibity Study for Hospital and other medical facilities in Nicosia”.

 

Το Υπουργείο Υγείας ανέθεσε στον οίκο αυτό βασικά την εκπόνηση σχεδίων για νέο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας αφού ο οίκος αυτός ασχολείται με αρχιτεκτονικές μελέτες. Στην πορεία όμως των μελετών για νέο Νοσοκομείο τους ανετέθη και η μελέτη της πολιτικής της κυβέρνησης που αφορούσε την παροχή ιατρικών υπηρεσιών γενικά και ειδικότερα αυτών που αφορούσαν την επαρχία Λευκωσίας.

 

Στην τελική τους έκθεση που υποδιαιρείται σε 5 πολυσέλιδα τμήματα πλην της τελικής έκθεσης για το Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, γίνεται επισκόπηση της υφιστάμενης φιλοσοφίας και της πολιτικής της κυβέρνησης σε ότι αφορά την παροχή ιατρικών υπηρεσιών (Section A), συλλογή των υπαρχόντων στατιστικών στοιχείων (Section B), επισκόπηση των υφιστάμενων διοικητικών και οργανωτικών δομών και εισηγήσεις για τα κατάλληλα μελλοντικά οργανωτικά σχέδια των ιατρικών υπηρεσιών (Section C), στο Section D γίνεται επισκόπηση των δημογραφικών και επιδημιολογικών δεδομένων και πρόβλεψη για τις μελλοντικές ανάγκες και στο Section E η ανάληψη μιας οικονομικής ανάλυσης για την παροχή έξω και ενδονοσοκομειακής φροντίδας.

 

Για έβδομη φορά- επί κυβερνήσεως Γ.Βασιλείου και με υπουργό Υγείας τον κ. Π. Παπαγεωργίου, το 1991, λήφθηκε απόφαση να μετακληθούν ξένοι εμπειρογνώμονες για να μελετήσουν την εισαγωγή Γενικού Σχεδίου Υγείας, αφού προέκυψαν μεγάλες αντιστάσεις κατά τις διαβουλεύσεις με τον Π.Ι.Σ για μεταβίβαση της πρωτοβάθμιας περίθαλψης στον ιδιωτικό τομέα.

 

 Με σύμβουλο την Κυπριακή Τράπεζα Αναπτύξεως επιλέγηκε ομάδα εμπειρογνωμόνων που αποτελείτο από διεθνούς κύρους καθηγητές από τα Πανεπιστήμια του Leeds (U.K.), του York (U.K.) και του Harvard (U.S.A). Αρχηγός της ομάδας μελετών ήταν ο καθηγητής Α.Maynard του York και επί κεφαλής των αναλογιστικών μελετών και κόστους ο καθηγητής του Harvard W.C Hsiao.

 

Νέες εκθέσεις το 1992

Το 1992 ετοιμάστηκαν τέσσερις εκθέσεις: Review of the Health Care System, Review of the National Health Insurance Principles, Final report for a National Health Insurance Scheme, Technical report of a Cost estimation.

 

Η διοίκηση του Π.Ι.Σ πραγματοποίησε εκτεταμένες συναντήσεις και διαβουλεύσεις με τους εμπειρογνώμονες, των οποίων οι μελέτες αποτέλεσαν την πιο ενδελεχή, διεξοδική και σε βάθος εισήγηση για εισαγωγή σχεδίου υγείας στην Κύπρο. Αρχηγός της ομάδας μελετών ήταν ο καθηγητής Α.Maynard του York και επί κεφαλής των αναλογιστικών μελετών και κόστους ο καθηγητής του Harvard W.C Hsiao.Σε ευρύτατη σύναξη που έγινε το 1994 στην Πάφο αφού ακουστήκαν οι απόψεις όλων των ενδιαφερομένων τέθηκαν οι βασικές κατευθυντήριες γραμμές για ένα νέο σχέδιο Υγείας. Το 1996 έγινε νέα κοστολόγηση του ΓεΣΥ από την ομάδα του καθηγητή Hsiao η οποία ανέβασε το κόστος στο 9,2% του ασφαλιστέου εισοδήματος. Η μελέτη επανελήφθη το 2003 από τον καθηγητή Hsiao και την συνεργάτιδα του Melita Jakab με ευρήματα περίπου τα ίδια.

 

Ψηφίζεται ο νόμος για το ΓεΣΥ

Το 2001 ψηφίζεται ο νόμος για το ΓΕΣΥ και το 2006 ιδρύεται ο Οργανισμός Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ) ιδρύθηκε με βάση τον περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμο (Ν.89(Ι)/2001) και αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου. Διοικείται από Διοικητικό Συμβούλιο με τριμερή εκπροσώπηση (Κυβέρνηση, εργοδότες και εργαζόμενοι) και έχει ως αποστολή του την εφαρμογή του Γενικού Συστήματος Υγείας (ΓεΣΥ) στην Κύπρο. Με την έγκριση του Σχεδίου Στρατηγικής το Δεκέμβριο του 2006, το προσωπικό του ΟΑΥ συγκροτήθηκε σε οκτώ θεματικές ομάδες εργασίας.  Στις αρχές του 2008  κατακυρώθηκε η προσφορά για τον υπολογισμό εσόδων και εξόδων του ΓεΣΥ και τη δημιουργία πρόβλεψης και εκτίμησης δαπανών στον οίκο αναλογιστών Mercer. Παράλληλα, αρχίζει η συζήτηση του τροποιητικού νομοσχεδίου με τίτλο «Νόμος που τροποποιεί τους Περί Γενικού Συστήματος Υγείας Νόμους του 2001 – 2005» στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Υγείας και κατατίθενται όλες οι απόψεις.

 

Τον Μάρτιο του 2012 μετά από τη διεξαγωγή σχετικής μελέτης, η οποία έγινε κάτω από την καθοδήγηση του Προέδρου του ΟΑΥ, ο Οργανισμός υπέβαλε στην Κυβέρνηση πρόταση για την ολοκληρωμένη εφαρμογή του ΓεΣΥ. Η πρόταση αυτή έτυχε της θετικής ανταπόκρισης του Υπουργικού Συμβουλίου, το οποίο σε συνεδρία του ημερομηνίας 20 Ιουνίου 2012 έλαβε την πολιτική απόφαση για την προώθηση της εφαρμογής του ΓεΣΥ στη βάση συγκεκριμένου οδικού χάρτη.

 

Στις 16 Ιουνίου 2017  ο νόμος για το ΓΕΣΥ περνά ομόφωνα από την Ολομέλεια της Βουλής στην παρουσία του υπουργού Υγείας Γιώργου Παμπορίδη. Όσον αφορά τις συνεισφορές, με το νέο καθεστώς του οποίου η πρώτη φάση αποφασίστηκε να τεθεί σε εφαρμογή από την 1η Μαρτίου 2019 οι εργαζόμενοι θα καταβάλλουν το 1,70% του μισθού, οι εργοδότες 1,85 %, το κράτος 1,65%, οι αυτοεργοδοτούμενοι 2,55%, οι συνταξιούχοι, οι εισοδηματίες και αξιωματούχοι 1,70%. Στη δεύτερη φάση, η οποία αποφασίστηκε να τεθεί εφαρμογή την 1η Μαρτίου 2020 θα αφορά την  εξωνοσοκομειακή και ενδονοσοκομειακή περίθαλψη μέχρι την πλήρη εφαρμογή του ΓεΣΥ, οι εργαζόμενοι θα καταβάλλουν το 2,65% του μισθού τους, οι εργοδότες το 2,9%, το κράτος, το 4,7%, οι αυτοεργοδοτούμενοι το 4% και οι συνταξιούχοι, εισοδηματίες και αξιωματούχοι το 2,65%.

 

Β' Φάση ΓΕΣΥ

 

 

Η δεύτερη φάση εφαρμογής του ΓΕΣΥ ενώ ήταν προγραμματισμένη για την 1η Μαρτίου, μπήκε τελικά σε εφαρμογή την 1η Ιουνίου 2020 της πανδημίας του κορωνοϊού. Σε αυτή περιλαμβάνονται

χειρουργικές επεμβάσεις και νοσηλεία σε δημόσια και ιδιωτικά νοσηλευτήρια. Δήλωσαν συμμετοχή 50 νοσηλευτήρια, 42 ιδιωτικά και 8 δημόσια, με τον Οργανισμό Ασφάλισης Υγείας (ΟΑΥ) να έχει εξασφαλίσει περίπου 2400 κλίνες. Η εφαρμογή της Β’ Φάσης προνοεί ότι κάθε μισθωτός θα εισφέρει σε ποσοστό 2,65% επί των μηνιαίων αποδοχών του έναντι 1,7% που ήταν μέχρι τώρα. Κάθε εργοδότης (και το κράτος ως εργοδότης) θα εισφέρει σε ποσοστό 2,90% επί των αποδοχών κάθε μισθωτού του έναντι 1,85% που ήταν μέχρι τώρα. Κάθε αυτοτελώς εργαζόμενος θα εισφέρει σε ποσοστό 4,00% επί των αποδοχών του έναντι 2,55% που ήταν μέχρι τώρα.  Κάθε συνταξιούχος θα εισφέρει σε ποσοστό 2,65% επί του ποσού της σύνταξής του έναντι 1,7% που ήταν μέχρι τώρα. Κάθε πρόσωπο που κατέχει ή ασκεί οποιοδήποτε αξίωμα θα εισφέρει σε ποσοστό 2,65% επί των αποδοχών του έναντι 1,7% που ήταν μέχρι τώρα. Κάθε εισοδηματίας σε ποσοστό 2,65% επί των εισοδημάτων του έναντι 1,7% που ήταν μέχρι τώρα.Tο πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας θα καταβάλλει σε ποσοστό 4,70% για κάθε μισθωτό, αυτοτελώς εργαζόμενο, συνταξιούχο έναντι 1,65% που ήταν μέχρι τώρα.

Φώτο Γκάλερι

Image
Image