Εμπόριο

Image

Εμπόριο είναι η αγορά, η μεταφορά και η πώληση εμπορευμάτων με σκοπό την πραγματοποίηση κέρδους. Το εμπόριο που διεξάγεται μέσα στα σύνορα μιας χώρας λέγεται εσωτερικό και διακρίνεται σε λιανικό και σε χονδρικό. Το εμπόριο που διεξάγεται μεταξύ κρατών λέγεται εξωτερικό και διακρίνεται σε εισαγωγικό, εξαγωγικό και διαμετακομιστικό. Κατά την αρχαιότητα, η λέξη εμπόριο υποδήλωνε τον τόπο των εμπορικών συναλλαγών.

Στα πρώτα στάδια της εμφάνισης και ανάπτυξης της ανθρώπινης κοινωνίας το εμπόριο ήταν ανύπαρκτο, γιατί κάθε οικονομική ενέργεια, από την παραγωγή μέχρι την κατανάλωση, γινόταν μέσα στην οικογένεια, η οποία τότε αποτελούσε ένα ευρύτερο σύνολο με μέλη της όλους όσους κατάγονταν από του ίδιο πρό γόνο. Χαρακτηριστικό του σταδίου αυτού είναι ότι κάθε οικογένεια με τα αγαθά που είχε εθεωρείτο αυτάρκης, καμιά ανταλλαγή δεν γινόταν μεταξύ των οικογενειών ούτε και υπήρχε οικονομική επαφή μεταξύ τους. Στην οικονομική ιστορία η περίοδος αυτή ονομάζεται στάδιο της αυστηρής ή κλειστής οικιακής οικονομίας.

 

Όμως, η παραγωγή από μια οικογένεια όλων των αγαθών που θα ικανοποιούσαν τις ανάγκες των μελών της δεν μπορούσε να συνεχιστεί για πάντα. Με την πάροδο του χρόνου άρχισε η ανταλλαγή προϊόντων μεταξύ των οικογενειών γιατί εμφανίζονταν ελλείμματα ή πλεονάσματα. Στην αρχή το εμπόριο αυτό είχε το χαρακτήρα της ευκαιριακής ανταλλαγής. Γινόταν χωρίς να μεσολαβεί τρίτος και ήταν ανταλλαγή προϊόντων από τους ίδιους τους παραγωγούς που ήσαν μέλη των διαφόρων οικογενειών. Σιγά - σιγά η ανταλλαγή αγαθών που παράγονταν μέσα στην οικογένεια πήρε πιο μεγάλη έκταση, πράγμα που οδήγησε σε στενότερη οικονομική ανταλλαγή μεταξύ των οικογενειών, γιατί η κάθε οικογένεια είχε ανάγκη των προϊόντων της άλλης. Στο δεύτερο αυτό στάδιο, που ονομάζεται στάδιο της χαλαρής οικιακής παραγωγής, ο καταμερισμός των έργων δεν περιορίζεται μόνο μέσα στην οικογένεια (εσωτερικός καταμερισμός), αλλά επεκτείνεται έξω απ' αυτή, και γίνεται μεταξύ των διαφόρων οικογενειών (εξωτερικός καταμερισμός).

Τα δυο αυτά πρώτα στάδια αποτελούν την περίοδο οικιακής οικονομίας. Αυτήν αργότερα ακολούθησε η περίοδος της αγοραστικής ή συναλλακτικής οικονομίας (αστική οικονομία). Χαρακτηριστικό της περιόδου αυτής είναι ότι οι επαγγελματίες - βιοτέχνες ξεφεύγουν από την οικογένεια και συγκεντρώνονται στην πόλη. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα του μεγαλύτερο καταμερισμό των έργων όχι μόνο μεταξύ των επαγγελμάτων αλλά και μεταξύ πόλης και υπαίθρου, πράγμα που οδηγεί στη γένεση του εμπορίου. Το πραγματικό εμπόριο εμφανίστηκε κατά τη 2η π.Χ. χιλιετηρίδα και αναπτύχθηκε ακόμη περισσότερο στην 1η π.Χ. χιλιετηρίδα όταν η παραγωγή αυξήθηκε και δεν μπορούσε πια να εξυπηρετηθεί με την ευκαιριακή ανταλλαγή. Οι νέες αντικειμενικές συνθήκες που δημιουργούνταν από τη συνεχώς αυξανόμενη παραγωγή οδήγησαν στην ανάπτυξη των μέσων μεταφοράς, ιδίως των θαλασσινών και την εμφάνιση των νομισμάτων που κατέστησαν αναγκαία για τη διευκόλυνση των ανταλλαγών.

 

Η κλειστή οικονομία του φεουδαρχικού καθεστώτος του Μεσαίωνα, ιδιαίτερα του πρώιμου, απετέλεσε οπισθοδρόμηση για το εμπόριο, που την περίοδο αυτή παρουσιάζει έντονα σημεία παρακμής και παύει να αναπτύσσεται. Από τον 11ο αι. μ.Χ. αρχίζει πάλι νέα ανάπτυξη, με αργό όμως ρυθμό. Μερικές πόλεις προάγονται σε σπουδαία εμπορικά κέντρα, όπως η Βενετία, η Γένουα κ.α. Κέντρο του εμπορίου παραμένει η Μεσόγειος. Οι ανακαλύψεις όμως του 16ου αι. μ.Χ. μετατόπισαν το επίκεντρο του εμπορίου στον Ατλαντικό ωκεανό, στα ευρωπαϊκά παράλια του οποίου εμφανίστηκαν νέα εμπορικά κέντρα (Αμβέρσα, Λισσαβώνα, Σεβίλλη κ.α.). Το εμπόριο παίρνει μια νέα μορφή: αρχίζει η μεταφορά στην Ευρώπη των αποικιακών προϊόντων, που μέχρι τότε ήσαν άγνωστα (καφές, τσάι, κακάο, κ.α.), των πολυτίμων μετάλλων, το εμπόριο των οποίων αναπτύχθηκε ως αποτέλεσμα της εξάπλωσης των θεωριών και τάσεων του εμποροκρατισμού (μερκαντιλισμού), καθώς και των πρώτων υλών που εξυπηρετούν τη συνεχώς ανερχόμενη βιομηχανία, ιδιαίτερα από το 18ο αιώνα και μετά. Ανάμεσα στις χώρες της Δ. Ευρώπης αναπτύχθηκε ένας οξύς ανταγωνισμός για την κυριαρχία των θαλασσών και την κατάκτηση αποικιών, με σκοπό να εξασφαλιστούν οι πρώτες ύλες.

Η νέα αυτή περίοδος, που στις περισσότερες χώρες άρχισε από τα τέλη του Μεσαίωνα, αποτελεί την περίοδο εμπορικής και βιομηχανικής οικονομίας. Αυτή χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη του εμπορίου και την εξάπλωση της χρησιμοποίησης του χρήματος. Η σημαντική ανάπτυξη του εμπορίου και της βιομηχανίας που σημειώθηκε στην περίοδο αυτή είχε ως αποτέλεσμα την έντονη εμφάνιση μιας νέας κοινωνικής τάξης, της αστικής (εμπόρων και βιομηχάνων) που συγκέντρωσε στα χέρια της την οικονομία. Η αστική τάξη ανέτρεψε την εξουσία των φεουδαρχών (ή ευγενών) και δημιούργησε συνθήκες ελευθερίας για την οικονομική ανάπτυξη των χωρών. Ο 19ος αιώνας είναι ο αιώνας μεγάλης ανάπτυξης του εμπορίου, γιατί το αστικό καθεστώς επιβλήθηκε σε πολλές χώρες, η βιομηχανία αναπτύχθηκε με πολύ γοργό ρυθμό και το εμπόριο κατέστη αναγκαία προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη μιας χώρας. Ο 20ός αιώνας εξασφάλισε τις συνθήκες ανάπτυξης του εμπορίου σε περισσότερες ακόμη χώρες.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image