Αρχαίο ναυάγιο ελληνικού μικρού εμπορικού καραβιού των Ελληνιστικών χρόνων που έγινε παγκόσμια γνωστό σαν το αρχαίο καράβι της Κερύνειας. Το καράβι, που ήταν μήκους 14,75 μέτρων και πλάτους 4,30 μέτρων, ταξίδευε από τα νησιά του Αιγαίου μέχρι και την Κύπρο γύρω στον 4ο αιώνα π.Χ., δηλαδή πριν από 2.500 χρόνια περίπου, κατά την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου και των Διαδόχων του. Το πλήρωμά του αποτελείτο από τον καπετάνιο και τρεις ναύτες. Τούτο εξακριβώθηκε από τα σκεύη του φαγητού που βρέθηκαν, στα οποία ήταν χαραγμένα και τα αρχικά του καπετάνιου. Το φορτίο του καραβιού όταν βούλιαξε αποτελείτο από 404 οξυπύθμενους ροδιακούς, ως επί το πλείστον, αμφορείς (380), γεμάτους, όπως πιστεύεται, με λάδι από τη Σάμο και κρασί από τη Ρόδο. Μετέφερε επίσης 29 μυλόπετρες από τη Νίσυρο, όπως εξακριβώθηκε από το πέτρωμά τους, οι οποίες πιθανόν να χρησιμοποιούνταν σαν σαβούρα, και 10.000 αμύγδαλα που θα πρέπει να φόρτωσε από κάποιο λιμάνι της Κύπρου. Όταν το καράβι έπλεε σε απόσταση ενός περίπου ναυτικού μιλίου από τη «Χρυσοκάβα» έξω από το λιμάνι της Κερύνειας, βούλιαξε είτε από υπερβολική κλίση είτε από ρήγμα, όταν μέρος του φορτίου του μετατοπίστηκε λόγω θαλασσοταραχής. Μια άλλη άποψη είναι ότι βυθίστηκε από πειρατές.
Το ναυάγιο, που αποτελεί το παλαιότερο καλύτερα διατηρημένο στον κόσμο ξύλινο εμπορικό πλοίο που έχει βρεθεί στο βυθό, ανακάλυψε ο Κερυνειώτης αυτοδύτης Ανδρέας Καριόλου στις 20 Νοεμβρίου 1965 στη θάλασσα της Κερύνειας, σε βάθος 30 μέτρων περίπου. Αρχικά ο Καριόλου εντόπισε αρχαίους αμφορείς, που αποτελούσαν μέρος του φορτίου του πλοίου. Ο τότε πρόεδρος της Κύπρου αρχιεπίσκοπος Μακάριος ήταν από τους πρώτους που επέδειξαν ενδιαφέρον για το ναυάγιο. Το 1967, ύστερα από πρόσκληση του Τμήματος Αρχαιοτήτων, ήλθε στην Κύπρο μια διεθνής επιστημονική αποστολή με ειδίκευση στη θαλάσσια αρχαιολογία, επικεφαλής της οποίας βρισκόταν ο Αμερικανός αρχαιολόγος Michael Katzev. Η αποστολή δούλεψε για 5 περίπου χρόνια για την ανέλκυση και συντήρηση του ναυαγίου. Η συναρμολόγηση του σκάφους έγινε στο κάστρο της Κερύνειας, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα (από το 1974 είναι υπό την κατοχή των τουρκικών δυνάμεων εισβολής). Κατά τη συναρμολόγηση του σκάφους επικεφαλής βρισκόταν ο επίσης Αμερικανός αρχαιολόγος Richard Steffy
Η συναρμολόγηση του
Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ.
Η μελέτη του αρχαίου καραβιού συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Στο ναυάγιο βρέθηκαν βαρίδια, πιθανώς διχτύων, με τα οποία πιστεύεται ότι τα μέλη του πληρώματος ψάρευαν και έτρωγαν τα ψάρια που έπιαναν στις ακτές. Βρέθηκαν και 100 περίπου μολυβένιοι δακτύλιοι που χρησιμοποιούνταν για το πανί. Επίσης βρέθηκαν κουκούτσια από ελιές και σταφύλια, σπόροι από σύκα και ένα κομμάτι σκόρδο, που αποτελούσαν μέρος της τροφής του πληρώματος. Το καράβι διατηρήθηκε στο προστατευτικό στρώμα της άμμου κατά 70% περίπου. Η ηλικία του εξακριβώθηκε με εξέταση του ξύλου που έγινε με ραδιενεργό άνθρακα 14 και από πέντε νομίσματα μικρής αξίας που βρέθηκαν σ’ αυτό. Όταν βυθίστηκε ήταν ήδη ηλικίας 100 χρόνων περίπου και κατά καιρούς είχε δεχθεί επισκευές.
Οι Τούρκοι, που πολλές φορές προσπάθησαν να οικειοποιηθούν αρχαία ελληνικά μνημεία και να διαστρεβλώσουν την ιστορία και τον πολιτισμό, μετά την κατάληψη της Κερύνειας το 1974 αμφισβήτησαν και την ελληνικότητα του καραβιού αυτού που το ονόμασαν «καράβι της Ανατολίας»! Ακόμη το χρησιμοποιούν και στα διάφορα διαφημιστικά τους έντυπα για να προβάλουν ως «τουρκική» την κατεχόμενη Κερύνεια. Η άποψη των Τούρκων καταρρίπτεται διότι, μεταξύ άλλων, στα σανίδια του καραβιού είναι χαραγμένα ελληνικά γράμματα από τους αρχαίους καραβομαραγκούς που κατασκεύασαν το σκάφος, τα δε σκεύη του πληρώματος έχουν χαραγμένα τα αρχικά του καπετάνιου. Εξάλλου στην εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου η Μικρά Ασία ήταν χώρος ελληνικός, οι δε Τούρκοι πολύ αργότερα εμφανίστηκαν στο προσκήνιο της Ιστορίας.
Επειδή τα ξύλα του αρχαίου πλοίου πρέπει να διατηρούνται σε ελεγχόμενες θερμοκρασίες, για να μη καταστραφούν, η κυπριακή κυβέρνηση αγόρασε ειδικές συσκευές κλιματισμού τις οποίες έστειλε στο κάστρο της Κερύνειας μέσω του ΟΗΕ. Το 1983 οι Αμερικανοί αρχαιολόγοι Μ. Katzev και R. Steffy επισκέφθηκαν το πλοίο που το βρήκαν σε καλή κατάσταση, αλλά είναι άγνωστη η τύχη του φορτίου του που είχε επίσης ανασυρθεί από τον βυθό και βρισκόταν επίσης στο κάστρο της Κερύνειας.
Για την Κύπρο, η ανεύρεση και ανέλκυση του αρχαίου αυτού καραβιού δεν έχει μόνο αρχαιολογική αλλά και ιστορική και εθνική σημασία. Το καράβι αποτελεί μια ακόμη απόδειξη της συνεχούς επαφής, κατά την Αρχαιότητα, της Κύπρου με τον ελληνικό κόσμο και τον ελληνικό πολιτισμό. Επειδή τούτο ήταν μικρό, εκτελούσε όπως και πολλά άλλα παρόμοια σκάφη, ταξίδια μεταξύ των βορείων ακτών του νησιού και των νοτίων ακτών της Μικράς Ασίας. Απ' εκεί, παραπλέοντας τα μικρασιατικά παράλια (coastal navigation) συνέδεε την Κύπρο με το Αιγαίο, όπως εξάλλου αποδεικνύεται και από το φορτίο του.
Τέτοια μικρά καράβια είχαν διαδραματίσει, κατά την Αρχαιότητα, σημαντικό ιστορικό ρόλο. Δεν μετέφεραν απλώς εμπορεύματα αλλά ακολουθούσαν κι εφοδίαζαν και στρατιές όπως εκείνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Πέραν τούτου, η συνεχής επαφή μέσω των εμπορικών συναλλαγών που γίνονταν με τέτοια καραβάκια, διακινούσε ταυτόχρονα μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας και ιδέες, φιλοσοφίες, γλώσσες, θρησκείες, ήθη και έθιμα, παραδόσεις και, γενικά, πολιτισμό.
Το τελευταίο του ταξίδι
Χρησιμοποιώντας μια επικαιροποιημένη τεχνική ραδιοχρονολόγησης, ερευνητές προσδιόρισαν με μεγαλύτερη ακρίβεια την χρονολογία του τελευταίου ταξιδιού του πλοίου της Κερύνειας, που θεωρείται το καλύτερα διατηρημένο αρχαίο πλοίο στην ανατολική Μεσόγειο.
Αρχικά τα αρχαιολογικά δεδομένα τοποθετούσαν χρονικά το τελευταίο ταξίδι του πλοίου γύρω στο 300 π.Χ., ωστόσο οι προηγούμενες προσπάθειες ραδιοχρονολόγησής του δεν ταυτίζονταν με τα στοιχεία αυτά. Όπως σημειώνεται, η ακριβής ραδιοχρονολόγηση συσχετίζεται με τις χρονολογίες δακτυλίων δέντρων γνωστής ηλικίας, προκειμένου να διορθωθούν τα σφάλματα που προκαλούνται από τη διακύμανση του ατμοσφαιρικού άνθρακα με την πάροδο του χρόνου.
Στην έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ανοιχτής πρόσβασης «PLOS ONE», οι συγγραφείς χρησιμοποίησαν νέα δείγματα δακτυλίων δέντρων και σύγχρονες τεχνικές για να αναθεωρήσουν τα δεδομένα βαθμονόμησης για την περίοδο μεταξύ 433-250 π.Χ. Εφαρμόζοντας αυτή την επικαιροποιημένη τεχνική προσδιορισμού της ηλικίας με ραδιοάνθρακα σε υλικά από το πλοίο της Κερύνειας και από το τελικό του φορτίο, οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Στερτ Μάνινγκ από το Πανεπιστήμιο Κορνέλ και το Ινστιτούτο Κύπρου, διαπίστωσαν ότι το τελευταίο ταξίδι του πλοίου τοποθετείται χρονικά γύρω στο 280 π.Χ., ελαφρώς αργότερα από τις προηγούμενες εκτιμήσεις.
Το "Κερύνεια Δύο"
Το 1981 ιδρύθηκε στην Ελλάδα το Ελληνικό Ινστιτούτο Προστασίας Ναυτικής Παράδοσης (Ε.Ι.Π.Ν.Π.), με πρόεδρο τον Χάρη Τζάλα. Το 1982 εξαγγέλθηκε από το Ε.Ι.Π.Ν.Π. η απόφαση να κατασκευαστεί σε πιστό ομοίωμα το αρχαίο καράβι της Κερύνειας, ακριβώς με τον ίδιο τρόπο ναυπήγησης των αρχαίων Ελλήνων, με στόχους, αφενός τη διατήρηση της ελληνικής ναυτικής παράδοσης, αφετέρου δε τη μελέτη της ναυπηγικής και ναυσιπλοΐας των αρχαίων Ελλήνων. Η ναυπήγηση άρχισε τον Νοέμβριο του 1982 σε καρνάγιο του Περάματος στην Ελλάδα, στο εργαστήριο του Ψαρρού, με παραδοσιακούς καραβομαραγκούς, σε σχέδια που έγιναν από τον Αμερικανό καθηγητή R. Steffy και επιστημονική επίβλεψη του Ε.Ι.Π.Ν.Π. Το έργο πραγματοποίησε το Ε.Ι.Π.Ν.Π. με τη βοήθεια του υπουργείου Πολιτισμού της Ελλάδας και με εισφορές του Ναυτικού Ομίλου Κερύνειας και ιδιωτών Ελλαδιτών και Κυπρίων. Η ναυπήγηση του «Κερύνεια Δύο», που είναι ακριβές αντίγραφο του αρχαίου και που μοιάζει με το παραδοσιακό τρεχαντήρι, κράτησε 32 μήνες περίπου, αφού ξεπεράστηκαν δυσκολίες, τόσο οικονομικές όσο και τεχνικές. Το σκάφος φτιάχτηκε με την αρχαία τεχνική, δηλαδή πρώτα η επένδυση και μετά ο σκελετός, χωρίς μηχανικά και σύγχρονα τεχνολογικά μέσα και υλικά. Για την κατασκευή του χρησιμοποιήθηκαν μεταξύ άλλων κορμοί πεύκου της Σάμου, όπως και του αρχαίου πρωτοτύπου του, και 5.000 χειροποίητα ορειχάλκινα καρφιά 25 - 40 εκ. Το κατάρτι, κατασκευάστηκε από μονοκόμματο κορμό ύψους 11 μέτρων. Το πανί που είναι λινό, αρχικά είχε επιφάνεια 40 τ.μ., μετά όμως κατασκευάστηκε άλλο 60 τ.μ. Τα σχοινιά έγιναν από φυτικές ίνες. Το σχήμα του πανιού, οι οφθαλμοί οι ζωγραφισμένοι στην πλώρη (για να «βλέπει» και να βρίσκει την πορεία του το καράβι) καθώς και άλλα στοιχεία, πάρθηκαν από παραστάσεις αρχαίων καραβιών, κυρίως πάνω σε ελληνικούς αμφορείς. Οι διαστάσεις του καραβιού είναι ακριβώς όπως και του αρχαίου: Μήκος 14,75 μέτρα, μέγιστο πλάτος 4,30 μέτρα, εκτόπισμα 20 τόνοι, και χωρητικότητα 30 τόνοι. Το αξιόπλοο του «Κερύνεια Δύο» διαπιστώθηκε μετά από έρευνα εμπειρογνώμονα, και τον Ιούνιο του 1985 ενεγράφη στα νηολόγια του Πειραιά. Στις 22 Ιουνίου 1985 έγινε η καθέλκυσή του, παρουσία Ελλαδιτών και Κυπρίων επισήμων, σαν μέρος του προγράμματος εκδηλώσεων με την ευκαιρία της ανακήρυξης της Αθήνας σαν «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης». Τον Ιούλιο του 1986, το «Κερύνεια Δύο» εκπροσωπώντας την Ελλάδα και την Κύπρο, μεταφέρθηκε στην Αμερική και πήρε μέρος σε ναυτική παρέλαση σκαφών από ολόκληρο τον κόσμο, που έγινε στα πλαίσια των γιορτασμών για τα 100 χρόνια του αγάλματος της Ελευθερίας και για την επέτειο της αμερικανικής ανεξαρτησίας.
Η αναβίωση της διαδρομής του
Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος -Αρχείο ΡΙΚ
Στις 6 Σεπτεμβρίου του 1986 και ενώ είχαν γίνει εν τω μεταξύ μερικά πειραματικά ταξίδια και μικρές τροποποιήσεις, το «Κερύνεια Δύο» με τετραμελές εναλλασσόμενο πλήρωμα, σάλπαρε από το Μικρολίμανο του Πειραιά για την Κύπρο, για το μεγάλο πειραματικό ταξίδι, μεταφέροντας και δείγματα από το ίδιο φορτίο όπως και το αρχαίο πρότυπό του. Μαζί του και ένα σακί χώμα από την κοινότητα Κερύνειας Πελοποννήσου, απ’ όπου κατάγονται, σύμφωνα προς την παράδοση, οι πρώτοι οικιστές της ομώνυμης κυπριακής πόλης. Κατά την έξοδό του από το λιμάνι το συνόδευαν δεκάδες ελληνικά σκάφη, ενώ πλοίο του ελληνικού πολεμικού ναυτικού το συνόδευσε τιμητικά μέχρι το τέλος του ταξιδιού του αλλά και για τροφοδοσία. Το καράβι έκανε σταθμούς στο Σούνιο και στα νησιά Κύθνο, Σύρο, Νάξο, Κω, Νίσυρο, Ρόδο, Ρω και Καστελόριζο, όπου καράβι και πλήρωμα έγιναν αντικείμενο συγκινητικών εκδηλώσεων, με γιορτές και αναπαραστάσεις αρχαίων τελετών. Στους σταθμούς του έπαιρνε συμβολικό φορτίο και τοπικά προϊόντα, όπως μετάλλευμα από το Σούνιο, κεραμικά από την Κύθνο, μυλόπετρες από τη Νίσυρο, κρασί από τη Ρόδο και σφουγγάρια από το Καστελλόριζο. Στη Ρω το πλήρωμα φύτεψε μια ελιά, πανάρχαιο σύμβολο ειρήνης. Την 1η Οκτωβρίου 1986 το μικρό καράβι έφθασε στη θαλάσσια περιοχή του Άη Γιώρκη της Πέγειας και στις 2 Οκτωβρίου 1986 μπήκε πανηγυρικά στο λιμάνι της Πάφου συνοδευόμενο από πολλά άλλα μικρότερα σκάφη και από το πλοίο του ελληνικού πολεμικού ναυτικού «Αιγαίο». Το καράβι υποδέχτηκαν πλήθη λαού με επικεφαλής τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας Σπύρο Κυπριανού και την υπουργό Πολιτισμού της Ελλάδας Μελίνα Μερκούρη, μέσα σε γιορταστική ατμόσφαιρα. Την άφιξη του καραβιού στην Πάφο κάλυψαν επίσης τηλεοπτικά συνεργεία και πολλοί δημοσιογράφοι από διάφορες χώρες. Το ταξίδι του «Κερύνεια Δύο» έγινε με πλήρωμα από εννέα εθελοντές ιστιοπλόους, ανάμεσα στους οποίους και δυο Κύπριοι, χωρίς χάρτες και σύγχρονα μέσα ναυτιλίας, με οδηγό τα άστρα και κινητήρια δύναμη τον αέρα και τα κουπιά (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ).
Τον Απρίλιο του 1987 ξεκινάει το ταξίδι της επιστροφής του στον Πειραιά, στην διάρκεια του οποίου δέχεται τρείς καταιγίδες και ανέμους που έφτασαν τα 10 μποφώρ. Υπήρξαν ζημιές οι οποίες επισκευάζονταν εν πλω από το πλήρωμα (εξαιρετικά επίπονο εγχείρημα), και κάποιες εντέλη στην Αστυπάλαια. Καπετάνιος της επιστροφής ήταν ο Γλαύκος Καριόλου και τα λιμάνια που “έπιασε” ήταν η Λεμεσός, η Πάφος, η Ρόδος, η Νίσυρος, η Δονούσα, η Σύρος, η Κύθνος, η Κέα, το Σούνιο-Φλέβες και τέλος το λιμανάκι της Ζέας. Η διάρκεια του ταξιδιού της επιστροφής έφτασε τις 19 ημέρες, και η ταχύτητά του πλοίου τους 12 κόμβους, αντέχοντας παλληκαρίσια και έχοντας διανύσει συνολικά μιαν απόσταση 1.500 ναυτικών μιλίων.
Αξίζει να σημειωθεί οτι ολόκληρο το ταξίδι έγινε δίχως χάρτες και σύγχρονα μέσα ναυσιπλοϊας. Μόνος οδηγός και κινητήρια δύναμη τα άστρα, ο αέρας, τα κουπιά και η ναυτοσύνη των ναυτικών του.
Αργότερα εκτέθηκε σε διάφορες ελληνικές και κυπριακές πόλεις αλλά και στο εξωτερικό όπως στην Ν. Υόρκη στις ΗΠΑ, στην Νάρα της Ιαπωνίας, στη Σεβίλλη της Ισπανίας και στο Αμβούργο στην Γερμανία στις 18 Απριλίου 1989 για τους εορτασμούς των 800 χρόνων από την ίδρυση της πόλης. Τελικός προορισμός υπηρξε το Μουσείο “Θάλασσα” στην Αγία Νάπα, με την ελπίδα να συναντηθεί κάποια στιγμή με το αδέλφι του που βρίσκεται στο κατεχόμενο μουσείο της Κερύνειας.
Δεύτερο αντίγραφο
Ένα δεύτερο πιστό αντίγραφο του αρχαίου καραβιού της Κερύνειας ναυπηγήθηκε το 2003 – 4 και πήρε το όνομα «Κερύνεια - Ελευθερία» με πρωτοβουλία του Δημάρχου Κερύνειας Κωνσταντίνου Ωρολογά. Το παρθενικό του ταξίδι έγινε το 2004 οπότε ύστερα από τελετή στην αρχαία Αμαθούντα, απέπλευσε για την Ελλάδα, μεταφέροντας, συμβολικά, και φορτίο κυπριακού χαλκού, του κυριότερου εξαγωγικού προϊόντος της αρχαίας Κύπρου κατά την Αρχαιότητα. Ο κυπριακός χαλκός τον οποίο μετέφερε, χρησιμοποιήθηκε για την κατασκευή των χάλκινων μεταλλίων, που απονεμήθηκαν στους Ολυμπιακούς Αγώνες, οι οποίοι έγιναν στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2004.
Πηγές: