Κάστρα

Το κάστρο της Λεμεσού

Image

Το Κάστρο της Λεμεσού στην μορφή που το βλέπουμε σήμερα  αποτελεί ανακατασκευή κατά την περίοδο της Οθωμανοκρατίας και συγκεκριμένα γύρω στο 1590. Στο πλαίσιο αυτής της αναπαλαίωσης ενσωματώθηκαν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα ενός  Μεσαιωνικού Κάστρου πολύ μεγαλύτερων διαστάσεων.

 

Σύμφωνα με την παράδοση, είναι εδώ που ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος παντρεύτηκε τη Βερεγγάρια της Ναβάρρας και την έστεψε Βασίλισσα της Αγγλίας το 1191. Κάτι τέτοιο όμως δεν ευσταθεί γιατί ενδείξεις δείχνουν ότι η κατασκευή του έγινε μετά από αυτή την ημερομηνία.  Παρόλαυτα όμως η ακριβής ημερομηνία της κατασκευής του κάστρου δεν είναι γνωστή.

 

Σύμφωνα με τον Etienne de Lusignan, χτίστηκε το 1193 από τον ιδρυτή της δυναστείας των Λουζινιανών, Guy de Lusignan, αλλά η πρώτη επίσημη αναφορά του κάστρου χρονολογείται στο 1228, όταν, εκεί, ο Φρειδερίκος ο Β΄ της Γερμανίας και οι υποστηρικτές του φυλάκισαν τους ομήρους που αναγκάστηκε να του δώσει ο αντιβασιλιάς της Κύπρου Ιβελλίνος.  Το Κάστρο αυτό ήταν ίσως ένα παλιό Βυζαντινό Κάστρο ή αυτό που το αντικατέστησε κατά την πρώϊμη περίοδο της Φραγκοκρατίας. Σύμφωνα  με τον Στέφανο Λουζινιανό το αρχικό Κάστρο κτίστηκε από τον Γουϊδο Λουζινιανό το 1193.

 

Αυτό το αρχικό οχυρό αν πράγματι υπήρχε δεν έχει εντοπιστεί αρχαιολογικά και το πιο πιθανό είναι ότι παραδόθηκε στους Ναϊτες για να το διαχειρίζονται επ’ όνόματι του στέμματος το 1308. Στον διάδρομο που συνδέει την μεγάλη αίθουσα με το υπόγειο ανατολικά,  σε στρωματογραφική τομή που έγινε πριν από το 1951 αποκαλύφθηκε η βάση, ένα μαρμάρινο πόδιο μιάς μικρής παλαιοχριστιανικής Βασιλικής και δάπεδο  ενός Μεσοβυζαντινού μνημείου (10ος-11ος  αιώνας).

 

Η Ανατολική πλευρά του τριμερούς καμαροσκέπατου υπογείου  διασώζει στο δάπεδο μία μεγάλη αψίδα με διάμετρο δώδεκα περίπου μέτρων η οποία θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι ανήκει στον πρώτο Λατινικό καθεδρικό ναό της Πόλης. Τα ερωτήματα για την έκταση και την ακριβή χρονολόγηση του μνημείου αυτού δεν θα μπορέσουν να απαντηθούν παρά μόνο με ανασκαφικές τομές στη Νότια  31  και Βόρεια πλευρά του Κάστρου.

 

Η ελικοειδής κλίμακα στην ΝΔ γωνία αποτελούσε ίσως τμήμα του ναού αυτού και οδηγούσε στην οροφή του .  Η μεταγενέστερη τριμερής διαίρεση του κλίτους της αψίδας αυτής με την καμαροσκέπαστη οροφή (φωτογραφία 4) θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ότι αποτέλεσε στην αρχική του τουλάχιστον διαμόρφωση λατρευτικό οικοδόμημα.

 

Το 1373 οι Γενουάτες αφού κυρίευσαν το κάστρο έκαψαν την πόλη. Σε αυτή τη επίθεση θα πρέπει να προκλήθηκαν σοβαρές ζημιές στο μνημείο. H πόλη  σύμφωνα με τους περιηγητές στα τέλη του 14ου αιώνα είναι σχεδόν ακατοίκητη. Μία μικρή ανάκαμψη παρατηρείται την τελευταία δεκαετία και τις αρχές του 15ου αιώνα στην Λατινική επισκοπική έδρα της Λεμεσού η οποία φαίνεται πως ανακατασκευάζει και χρησιμοποιεί ένα παλιό Μεσοβυζαντινό Ναό στην Οδό Ζικ-Ζακ  ενώ ταυτόχρονα  επισκευάζεται το Κάστρο το οποίο   αναφέρεται συχνά στους χρονογράφους του 15ου αιώνα για την αντίσταση που προέβαλε κατά των Γενουατών το 1402 και το 1408.

 

Το 1413 αντιστάθηκε επίσης στις επιθέσεις των Μαμελούκων οι οποίοι δεν μπόρεσαν να το κυριεύσουν.  Σοβαρές ζημιές  που προκλήθηκαν τότε και ίσως λίγο αργότερα από σεισμικές δονήσεις που δεν είχαν αντιμετωπισθεί αποτελεσματικά  κατέστησαν  αυτό ευάλωτο με αποτέλεσμα το 1425 να κυριευθεί από τους Αιγυπτίους κατά την δεύτερη επιδρομή τους στην πόλη. Σύμφωνα με τις πηγές ένας νέος ισχυρός σεισμός επηρεάζει σοβαρά το μνημείο.

 

Το 1491 παρόλαυτά όταν το 1518 ο Saige επισκέφθηκε την πόλη βρήκε το Κάστρο ισχυρό. Πιθανότατα όπως συνέβηκε και με το ναό της Οδού Ζικ- Ζακ μέσα στο διάστημα αυτό έγιναν και πάλι εκτεταμένες επιδιορθώσεις και ανακατασκευές . Σε αυτή την οικοδομική φάση ανήκουν τα γοτθικά τόξα της υπόγειας αίθουσας δυτικά και κάποια ανοίγματα με  τοξωτά  λαξευμένα θυρώματα που διακρίνονται στους πλευρικούς τοίχους του πρώτου ορόφου και πάνω από την σημερινή είσοδο. 

 

Κατεδάφιση

Το 1538 οι Οθωμανοί αποβιβάζονται στη Λεμεσό και κυριεύουν το Κάστρο. Ο Βενετός Κυβερνήτης της Κύπρου Βραγαδίνος αποφασίζει την κατεδάφιση του Κάστρου για να εμποδίσει τυχόν επανακατάληψη και χρήση του ως οχυρού από τους Οθωμανούς. Ο Βουστρώνιος επικρίνει τον κυβερνήτη για την ενέργεια του αυτή αναφέροντας ότι η δαπάνη για την κατεδάφιση του ήταν μεγαλύτερη από αυτή που χρειαζόταν για την επισκευή του. Η καταστροφή αυτή πραγματοποιήθηκε τμηματικά και συμπληρώθηκε από σεισμικές δονήσεις κατά το 1567/8. Μετά την οριστική κατάληψη της νήσου (1576) από τους Οθωμανούς Τούρκους  τα ερείπια ή τμήματα των ερειπίων του παλιού κάστρου ενσωματώθηκαν γύρω στο 1590 μέσα στο νέο οχυρό των Οθωμανών με ισχυρό τοίχο πάχους 2  μέτρων και διαμόρφωσαν  τα κελλιά του ισογείου και του ορόφου που μέχρι και το 1950 χρησιμοποιούνταν σαν φυλακές.

 

Θησέας -Αριάδνη 

Η ιστορία του Θησέα και της Αριάδνης είναι γνωστή σε όλους μας.  Στο μεσαιωνικό αυτό κάστρο, το οποίο περιέχει και εκθέματα βρίσκεται και η ταφική πλάκα της Αριαδνης. Ας υπενθυμίσουμε όμως λίγο την ιστορία.  Η ιστορία του Θησέα και της Αριάδνης είναι μια διπλή ιστορία προδοσίας. Εκείνη προδίδει τον πατέρα της και τον αδελφό της, τυφλωμένη από τον έρωτα για τον Αθηναίο έφηβο και εκείνος, ενώ την παίρνει μαζί του στο πλοίο του στο ταξίδι της επιστροφής, την εγκαταλείπει στη Νάξο, όπου την περιμένει ο Διόνυσος αυτός που την διεκδικούσε πάντα ή άλλοι λένε στην Κύπρο. Στην Κύπρο, την εγκαταλείπει έγκυο, στη φροντίδα των γυναικών της φιλόξενης Αμαθούντας μιας πόλης στα νότια παράλια του νησιού είκοσι πέντε χιλιόμετρα ανατολικά από τη σημερινή Λεμεσό. Η Αριάδνη περίμενε, περίμενε, περίμενε μάταια τον Θησέα να επιστρέψει. Η παράδοση λέει πως οι γυναίκες της Αμαθούντας της έλεγαν για να την παρηγορήσουν πως όπου να’ναι φτάνει ο καλός της, ότι της είχε στείλει γράμμα με κάποιον ναυτικό που το πλοίο του ναυάγησε και το γράμμα χάθηκε στα κύματα.  Η Αριάδνη περίμενε μέχρι που έφτασε η στιγμή να γεννήσει και τότε λένε πώς δεν  άντεξε και πέθανε στη γέννα. Την βρήκαν τα βέλη της Άρτεμης λέει ο Όμηρος, αυτά τα γρήγορα βέλη που φέρνουν τον ξαφνικό θάνατο στις γυναίκες που γεννούν.

 

Μουσείο

Επίσης στο Μεσαιωνικό Μουσείο εκτίθενται αντικείμενα μέσα από τα οποία αντικατοπτρίζεται το ιστορικό γίγνεσθαι της Κύπρου, η οικονομική, κοινωνική και θρησκευτική ζωή, καθώς και άλλες πτυχές της καθημερινής ζωής στο νησί από τον 3ο μέχρι το 18ο αιώνα μ.Χ. Καλύπτονται με άλλα λόγια η πρωτοχριστιανική, παλαιοχριστιανική και βυζαντινή περίοδος, η φραγκοκρατία, Βενετοκρατία και τέλος η Οθωμανοκρατία. Περιλαμβάνονται όπλα, πανοπλίες, εργαλεία, βυζαντινή, μεσαιωνική και ισλαμική εφυαλωμένη και χρηστική κεραμεική, χάλκινα και υάλινα σκεύη, λύχνοι, κοσμήματα, νομίσματα, αντικείμενα λατρείας, καθώς και αρχιτεκτονικά μέλη που προέρχονται από βυζαντινά και γοτθικά κτήρια. Εντυπωσιακή είναι μια σειρά γύψινων εκμαγείων του γλυπτού διακόσμου του μεσαιωνικού καθεδρικού ναού της Αγίας Σοφίας στη Λευκωσία.  Εκτίθεται επίσης μια σημαντική συλλογή από μεσαιωνικές εγχάρακτες ταφόπλακες. Πρόσφατα μεταφέρθηκε σε ειδική προθήκη, ένας σκελετός που ανήκει σε κάποιον από τους υπερασπιστές της Λευκωσίας, ο οποίος είχε πέσει στα χέρια των Οθωμανών πολιορκητών και κατακρεουργήθηκε. Στο κάστρο παρουσιάζεται πλούσιο φωτογραφικό υλικό, που αφορά τις βυζαντινές και μεσαιωνικές οχυρώσεις της Κύπρου, καθώς και αντιπροσωπευτικά εκκλησιαστικά μνημεία των περιόδων αυτών. Η επιβλητική ατμόσφαιρα του Κάστρου σε συνδυασμό με τον αέρα που αποπνέει η έκθεση των ευρημάτων, τα οποία είναι σύγχρονα και συνάδουν με τις εκάστοτε αρχιτεκτονικές φάσεις του μνημείου, δεν έχουν παρά να οδηγήσουν τον καλόπιστο επισκέπτη σε μια αληθινή βίωση των συγκεκριμένων ιστορικών εποχών. 

 

 

Πηγές:

  1. Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια 
  2. Η Πολιτισμική Κληρονομιά της Λεμεσού

Φώτο Γκάλερι

Image
Image