Άγιος Κωνσταντίνος

Image

Χωριό της επαρχίας Λεμεσού, στα νότια της Παπούτσας, 760 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Βρίσκεται κάπου 4 χμ. στα βορειοανατολικά του Καλού Χωριού.

 

Πάνω στα σκληρά ανθεκτικά πετρώματα κυρίως του γάββρου και του διαβάση, δημιουργήθηκε ένα τραχύ βουνίσιο τοπίο, αρκετά διαμελισμένο από τους παραπόταμους του ποταμού της Γερμασόγειας, που έχουν τις πηγές τους στην κορυφογραμμή βόρεια του Αγίου Κωνσταντίνου. Οι κοιλάδες είναι στενές και βαθιές, οι πλαγιές πολύ απότομες.

 

Στα λιγοστά εδάφη κατά μήκος των κοιλάδων και κάτω από μια μέση ετήσια βροχόπτωση 700 περίπου χιλιοστομέτρων, καλλιεργούνται κυρίως τα αμπέλια (οινοποιήσιμα), λίγα λαχανικά, όσπρια, κτηνοτροφικά φυτά, πατάτες, εσπεριδοειδή, αμυγδαλιές και ελιές. Όπως συμβαίνει σ' όλα σχεδόν τα χωριά της Πιτσιλιάς, έτσι και στον Άγιο Κωνσταντίνο εκτρέφονται κατσίκες, ιδιαίτερα για οικιακή χρήση. Το είδος του αμπελιού που καλλιεργείται εδώ είναι το επιτόπιο άσπρο, που κυρίως προορίζεται για την παραγωγή κουμανταρίας. Η παραγωγή των σταφυλιών συγκεντρώνεται στο συνεταιρικό οινικό εργοστάσιο του Καλού Χωριού.

 

Ο Άγιος Κωνσταντίνος έχει ευεργετηθεί από το Σχέδιο Ενιαίας Αγροτικής Αναπτύξεως Πιτσιλιάς με την ανόρυξη δυο γεωτρήσεων, την κατασκευή αναβαθμίδων, και τη βελτίωση και κατασκευή αγροτικών δρόμων.

 

Κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια το χωριό, ως φέουδο, βρισκόταν υπό την κατοχή των Ναϊτών ιπποτών. Μετά τη διάλυση του τάγματός τους, στις αρχές του 14ου αιώνα, περιήλθε στην κατοχή των Ιωαννιτών ιπποτών, υπό τη διοίκηση της Μεγάλης Κομμανταρίας με έδρα το Κολόσσι.

 

Το βουνίσιο ανάγλυφο της περιοχής αναμφίβολα επηρέασε το συγκοινωνιακό δίκτυο του χωριού, που δεν είναι αρκετά πυκνό. Ένας μόνο φιδίσιος δρόμος οδηγεί από τον συγκοινωνιακό κόμβο του Καλού Χωριού προς τον Άγιο Κωνσταντίνο. Είναι μέσω του Καλού Χωριού που ο Άγιος Κωνσταντίνος συνδέεται με τη Λεμεσό στα νότια, τη Λευκωσία στα βορειοανατολικά, το Τρόοδος και τη Σολιά στα βορειοδυτικά.

 

Ο πληθυσμός του χωριού, αν και μικρός, σημείωσε με ορισμένες αυξομειώσεις, μια ανοδική πορεία από το 1881 μέχρι το 1973. Έκτοτε άρχισε η μείωση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 80 
1891 116 
1901 113 
1911 113 
1921 150 
1931 155 
1946 208 
1960 250 
1973 272 
1976 245 
1982 225 
1992 191 

2001

2011

164 

137

2021

170

 

Εκτός από τη γεωργία, η εξωγεωργική απασχόληση στο χωριό περιορίζεται στις συνηθισμένες κοινοτικές και άλλες δημόσιες λειτουργίες. Εργοδότηση προσφέρει η Λεμεσός σ' ένα αριθμό διακινουμένων κατοίκων.

 

Σε παλαιούς χάρτες το χωριό φαίνεται σημειωμένο ως S. Constantino.