Συγγραφέας της ελληνικής Αρχαιότητας. Γεννήθηκε περί το 64 π.Χ. και πέθανε το 19 μ.Χ. Καταγόταν από την Αμάσεια του Πόντου. Ο Στράβων, ο οποίος ακολούθησε τη στωική φιλοσοφία, υπήρξε συστηματικός περιηγητής. Προϊόν των περιηγήσεων του είναι το έργο του Γεωγραφικά, διαιρεμένο σε 17 επί μέρους βιβλία, που σώθηκαν σχεδόν ακέραια. Τα Γεωγραφικά παρουσιάζουν τη φυσική γεωγραφία των κυριότερων περιοχών της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, εκθέτουν τα βασικότερα χαρακτηριστικά της ιστορικής και οικονομικής ανέλιξης κάθε τόπου καθώς και τα πιο αξιόλογα από τα ήθη και έθιμα των κατοίκων κάθε περιοχής. Έτσι στα Γεωγραφικά βρίσκονται συγκεντρωμένες πολύτιμες πληροφορίες, δοσμένες συχνά με πολύ ενδιαφέροντα και γραφικό τρόπο, όπως λ.χ. πώς οι Ινδοί συλλαμβάνουν τους ελέφαντες, πώς οι Αιγύπτιοι τρέφουν τους ιερούς κροκόδειλους, πώς είναι οι κρεμαστοί κήποι της Βαβυλώνος, οι φάλαινες του Αραβικού κόλπου κλπ.
Τα Γεωγραφικά του Στράβωνος, σε επιτομή, χρησιμοποιήθηκαν ως σχολικό βιβλίο κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια.
Στο έργο αυτό του Στράβωνος περιλαμβάνεται πληθώρα πληροφοριών για την Κύπρο, που αναφέρονται στη γεωγραφική θέση και τη φύση της Κύπρου, στις πόλεις και άλλα γεωγραφικά στοιχεία του νησιού, σε μυθικά και ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα, στα προϊόντα της Κύπρου και πολλά άλλα.
Η Κύπρος, γράφει, βρίσκεται στον κόλπο της Ισσού και της Παμφυλίας και αγγίζει το αιγυπτιακό πέλαγος. Τα βόρεια μέρη της Κύπρου βρίσκονται κοντά στην Τραχεία Κιλικία, τα ανατολικά βλέπουν προς τον κόλπο της Ισσού, ενώ τα δυτικά της μέρη, η Πάφος και ο Ακάμας, βρέχονται από το Παμφύλιον πέλαγος. Η πιο κοντινή στεριά στην Κύπρο είναι το ακρωτήρι Ανεμούριον της Μ. Ασίας, το οποίο απέχει από το κυπριακό ακρωτήρι Κρόμμυον (Κορμακίτη) 350 στάδια (65 περίπου χιλιόμετρα).
Στην εκτενή έκθεση των γεωγραφικών στοιχείων της Κύπρου, που κάνει ο Στράβων, σημειώνει τις διαστάσεις της, το σχήμα της, τις πόλεις, τους κόλπους, τα ακρωτήρια, τα λιμάνια, τα βουνά, τις ακτές, τα άλση, τους ναούς των θεών και ό,τι άλλο θεωρεί αξιοσημείωτο. Την περιφέρεια της Κύπρου υπολογίζει σε 3.420 σταδία (629 χιλιόμετρα περίπου). Και το μήκος της 1.400 στάδια (258 χιλιόμετρα περίπου). Δίνει επίσης τις αποστάσεις που υπολογίζει από διάφορα σημεία της Κύπρου προς ακτές της Μ. Ασίας, της Συρίας και της Αιγύπτου καθώς και τις διαστάσεις διαφόρων σημείων του νησιού. Το όλο σχήμα της Κύπρου, γράφει, είναι μακρουλό, και σε μερικά σημεία κάμνει ισθμούς.
Αρχίζοντας από τη ν πόλη Λάπαθο (Λάπηθο) και προχωρώντας προς τα ανατολικά, συμπληρώνει όλο τον γύρο της Κύπρου, καταγράφοντας με τη σειρά τις ακόλουθες πόλεις: Λάπαθος, Αφροδίσιον, Καρπασία, Σαλαμίς, Αρσινόη, Κίτιον, Τρήτα, Βοόσουρα, Παλαίπαφος, Αρσινόη, Ιεροκηπία, Πάφος, Αρσινόη, Σόλοι, Λιμενία. Για αρκετές απ' αυτές αναφέρει διάφορα στοιχεία, όπως τα λιμάνια, τα ναυπηγεία, τους ιδρυτές τους, τα ιερά τους, τα άλση τους, το όνομα των κατοίκων τους και σημαντικά πρόσωπα που κατάγονταν απ' αυτές. Αξιοσημείωτη είναι η διάκριση που κάμνει μεταξύ Παλαιπάφου και Πάφου, των δυο πόλεων που σε άλλους συγγραφείς συγχέονται, και η αναφορά στην ιερή πομπή που γινόταν ανάμεσα στις δυο πόλεις. Ιδιαίτερα μιλά για την πόλη Ιεροκηπία, που την τοποθετεί στα δυτικά παράλια της Κύπρου, και κατηγορεί τον Δαμαστή που την τοποθετεί στα βόρεια και τον Ερατοσθένη που την τοποθετεί στα νότια.
Τα ακρωτήρια που αναφέρει είναι ο Ακάμας, για τον οποίο λέει ότι έχει δυο υψώματα και πυκνό δάσος, η Κρομμύου άκρα (Κορμακίτης), το Πηδάλιον, οι Θρόνοι, η Κουρίας άκρα (το ακρωτήρι του Κουρίου), «απ' όπου έριχναν στη θάλασσα όσους άγγιζαν τον βωμό του Απόλλωνος», και το Ζεφύριον. Από τα βουνά της Κύπρου, μάλλον τα υψώματα της, αναφέρει τον Όλυμπο της Καρπασίας, τον λόφο που βρίσκεται πάνω από το ακρωτήρι Πηδάλιον και τον Όλυμπο που έχει σχήμα μαστού (το Σταυροβούνι). Από τα λιμάνια, εκτός από όσα ανήκουν σε πόλεις τις οποίες καταγράφει, αναφέρει το λιμάνι της Λεύκολλας στα νότια της Σαλαμίνος. Από τις ακτές την Αχαιών Ακτή, στη βόρεια παραλία της Κύπρου, και από τα άλση το άλσος της Αρσινόης κοντά στο ακρωτήρι Ζεφύριον και το άλσος του Διός πέρα από την Αρσινόη της βόρειας ακτής. Στον Όλυμπο της Καρπασίας βρισκόταν, κατά τον Στράβωνα, ναός της Αφροδίτης Ακραίας, στον οποίο οι γυναίκες απαγορευόταν να μπουν ή να τον δουν, στην Παλαίπαφο το αρχαίο ιερό της Παφίας Αφροδίτης και στην Πάφο «καλοφτιαγμένα ιερά». Αντλώντας από τον Ερατοσθένη γράψει ότι στα παλαιά χρόνια οι πεδιάδες της Κύπρου καλύπτονταν από δάση σε βαθμό που να μη υπάρχει χώρος για καλλιέργεια. Στη γεωγραφία της Κύπρου αναφέρεται και ο σιβυλλικός χρησμός που διασώζει ο Στράβων και σύμφωνα με τον οποίο ο ποταμός Πύραμος της Μ. Ασίας «ξεχύνοντας την άμμο θα φθάσει με ασημένια κύματα στην Κύπρο». Τον χρησμό αυτό ο Στράβων ερμήνευε λέγοντας ότι σήμαινε προσχώσεις του ποταμού, παρόμοιες μ' εκείνες του Νείλου, που τελικά θα ένωναν τη Μ. Ασία με την Κύπρο.
Ανάμεσα στα άλλα στοιχεία που αναφέρει για την Κύπρο ο Στράβων περιλαμβάνονται μερικά μυθικά και ιστορικά γεγονότα. Τέτοια είναι τα ακόλουθα; Οικιστές κυπριακών πόλεων υπήρξαν οι: Τεύκρος της Σαλαμίνος, Πράξανδρος της Λαπήθου, Αγαπήνωρ της Πάφου, Φάληρος και Ακάμας ο Αθηναίος των Σόλων και Αργείοι του Κουρίου. Η Βύβλος, πόλη της Φοινίκης, ήταν πρωτεύουσα του βασιλείου του Κινύρα. Η Τεμέση, την οποία ο Όμηρος αναφέρει στην Ὀδύσσεια, δεν είναι η κυπριακή Ταμασός, αλλά πόλη στη Βρεττία της Ιταλίας. Οι Τελχίνες, που ήσαν τεχνίτες του χαλκού και του σιδήρου, έφθασαν στην Κύπρο από την Κρήτη, αργότερα όμως έφυγαν κι εγκαταστάθηκαν στη Ρόδο.
Αντλώντας από τον Αριστόβουλο γράφει ότι ο Μέγας Αλέξανδρος, όταν σχεδίαζε να κατακτήσει την Αραβία, παράγγειλε την κατασκευή πλοίων στην Κύπρο, που έγιναν λυόμενα και μεταφέρθηκαν μέσω του ποταμού στη Βαβυλώνα. Μετά την καταστροφή της Κορίνθου και της Καρχηδόνος (146 π.Χ.) από τους Ρωμαίους, αναπτύχθηκε στη Μεσόγειο το δουλεμπόριο από πειρατές, με τους οποίους συνεργάζονταν και οι Κύπριοι βασιλιάδες. Λίγα χρόνια μετά την κατάληψη της Κύπρου από τους Ρωμαίους (58 π.Χ.), της οποίας τα γεγονότα αφηγείται με συντομία, ο Αντώνιος πρόσφερε το νησί στην Κλεοπάτρα και την αδελφή της Αρσινόη (38 π.Χ.). Όταν ο Οκταβιανός διαίρεσε τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία σε δυο υπατικές και δέκα στρατηγικές επαρχίες, η Κύπρος αποτέλεσε τη ν ένατη στρατηγική.
Στα μυθικά και ιστορικά πρόσωπα της Κύπρου που αναφέρει ο Στράβων περιλαμβάνονται: ο Κινύρας, για τον οποίο παραθέτει και τους στίχους του Ομήρου τους σχετικούς με τον θώρακα που ο Κύπριος βασιλιάς έστειλε στον Αγαμέμνονα' ο φιλόσοφος Ζήνων ο Κιτιεύς και ο επίσης Κιτιεύς Απολλώνιος, γιατρός, (1ος αι. π.Χ.)۠ ο Στασάνωρ ο Σόλιος, ένας από τους «εταίρους» του Μεγάλου Αλεξάνδρου- και ο συγγραφέας Αριστος ο Σαλαμίνιος, της ιστορίας του οποίου διασώζει απόσπασμα που αναφέρεται στον τάφο του Κύρου Α' στις Πασαργάδες και το επίγραμμα που ήταν γραμμένο πάνω σ' αυτόν.
Γράφοντας για τα κυπριακά προϊόντα ο Στράβων διατυπώνει και τη γνωστή φράση: «(Η Κύπρος) κατ' ἀρετήν δ' οὐδεμίας τῶν νήσων λείπεται» (Η Κύπρος στην παραγωγικότητα δεν υστερεί από κανένα άλλο νησί), Και προσθέτει ότι βγάζει καλό κρασί και καλό λάδι και είναι αυτάρκης σε σιτάρι. Σημαντικό προϊόν της ήταν και η ξυλεία, από τα πυκνά της δάση, η οποία χρησιμοποιείτο για την καμίνευση των μετάλλων και τη ναυπήγηση πλοίων. Ιδιαίτερα αναφέρει ο Στράβων τα μεταλλεία χαλκού της Ταλιαρού, όπου το χαλκανθές (θεϊίκός χαλκός) και ο ιός του χαλκού (σκουριά του χαλκού), ουσίες χρήσιμες στην ιατρική, παράγονταν σε μεγάλες ποσότητες. Σχετικά με τα κυπριακά μέταλλα διασώζει παρατήρηση του Ποσειδωνίου ότι μόνο ο κυπριακός χαλκός παράγει την καδμείαν λίθον, το χαλκανθές και το σπόδιον.
Ο Στράβων μεταφέρει και πληροφορί ες άλλων συγγραφέων για την Κύπρο, ανάμεσα στους οποίους ο Αλκμάν, η Σαπφώ, ο Αισχύλος, ο Ιππώναξ, ο Απολλώνιος ο Τύριος και ο άγνωστος ποιητής του οποίου οι στίχοι μιλούν για τα ιερά ελάφια του Απόλλωνος, τα οποία από τα Κωρύκεια βουνά της Κιλικίας έφθαναν, κολυμπώντας στη θάλαααα, στο Κούριον της Κύπρου.
Τέλος ο Ιουδαίος Ιώσηπος γράφει ότι ο Στράβων απέδιδε την ευδαιμονία των Ιουδαίων της Κύπρου στο γεγονός ότι οι δυο Ιουδαίοι αδελφοί Χελκίας και Ανανίας, στρατηγοί της Κλεοπάτρας Γ', υπήρξαν οι μόνοι πιστοί στη βασίλισσα.