Χύτροι

Image

Αρχαία κυπριακή πόλη. Η ύπαρξή της μαρτυρείται σε διάφορες αρχαίες γραπτές πηγές. Βρισκόταν στη νότια πλαγιά της οροσειράς του Πενταδάκτυλου, στην περιοχή του σημερινού χωριού Κυθρέα, στο κατεχόμενο από το 1974 από τα τουρκικά στρατεύματα εισβολής τμήμα της Κύπρου. Μάλιστα η σημερινή ονομασία Κυθρέα φαίνεται ότι προήλθε από την αρχαία ονομασία Χύτροι (οι Χύτροι έγιναν μεταγενέστερα Κύθροι, απ' όπου Κυθρία [πόλις] και Κυθρέα τελικά).

 

Στην περιοχή των αρχαίων Χύτρων δεν έγιναν συστηματικές ανασκαφές. Επιφανειακές μόνο έρευνες έγιναν από το Τμήμα Αρχαιοτήτων πριν από το 1974, οπότε περισυνελέγησαν διάφορα δείγματα (κυρίως θραύσματα αγγείων) που μαρτυρούν ότι πράγματι υπάρχει εκεί μεγάλος αρχαιολογικός χώρος αρχαίας πόλης που χρονικά άκμασε τουλάχιστον από τη Γεωμετρική εποχή (1050-725 π.Χ.) μέχρι και τα Πρωτοβυζαντινά χρόνια (330-647 μ.Χ.). Μελλοντικές συστηματικές ανασκαφές θα ρίξουν οπωσδήποτε φως στην ιστορία της αρχαίας πόλης των Χύτρων κι ίσως αποδείξουν ότι αυτή ήταν ακόμη αρχαιότερη. Πάντως αρχαιολογικές έρευνες δεν είναι δυνατό να γίνουν μετά το 1974, λόγω της τουρκικής στρατιωτικής κατοχής που συνεχίζεται.

 

Διάφορα αρχαιολογικά ευρήματα είχαν έλθει στο φως κατά το παρελθόν, με σπουδαιότερο ένα χάλκινο υπερφυσικού μεγέθους ανδριάντα του Ρωμαίου αυτοκράτορα Σεπτιμίου Σεβήρου (193-211 μ.Χ.). Το άγαλμα, ύψους 2,8 μέτρων, βρέθηκε κατατεμαχισμένο το 1928 και συναρμολογήθηκε, κοσμεί δε σήμερα το Κυπριακό Μουσείο στη Λευκωσία (βλέπε γι' αυτό στο λήμμα γλυπτική. Πρβλ. και λήμμα Σεπτίμιος Σεβήρος).

 

Οι βασικές πληροφορίες που έχουμε σήμερα για την αρχαία πόλη των Χύτρων προέρχονται από αρχαίες φιλολογικές και επιγραφικές μαρτυρίες.

 

Στο γνωστό «πρίσμα» του Εσσαρχαδώνος, χρονολογούμενο στα 673/2 π.Χ., το οποίο αναφέρεται στην ανοικοδόμηση του ανακτόρου της Νινευή, μνημονεύονται και τα ονόματα 10 κυπριακών πόλεων-βασιλείων, μαζί με τα αντίστοιχα ονόματα των τότε βασιλιάδων τους. Η μια από τις 10 κυπριακές πόλεις ήσαν οι Χύτροι, που στο «πρίσμα» διαβάζονται ως Kitrusi, με βασιλιά τους τον Pilâgura (Πυλαγόρας, όνομα ελληνικό).

 

Ο Πυλαγόρας, που κατά το πρώτο μισό του 7ου π.Χ. αιώνα πλήρωνε φόρο υποτελείας στον βασιλιά Εσσαρχαδώνα και γενικά στους Ασσυρίους (όπως πλήρωναν και οι άλλοι 9 Κύπριοι βασιλιάδες), είναι και ο μοναδικός γνωστός μέχρι σήμερα βασιλιάς των Χύτρων. Μελλοντικές αρχαιολογικές ανασκαφές ίσως δώσουν μαρτυρίες και για άλλους βασιλιάδες της πόλης αυτής.

 

Εκτός βέβαια από τον Πυλαγόρα, γνωρίζουμε από την αρχαία παράδοση και τον Χύτρον, τον μυθικό οικιστή της πόλης η οποία πήρε και το όνομά του. Κατά την παράδοση, που την αναφέρει ο Στέφανος Βυζάντιος, ο Χύτρος ήταν γιος του Αλεξάνδρου, του γιου του Αθηναίου ήρωα Ακάμαντος. Ο Ακάμας ήταν γιος του Θησέα κι αδελφός του Δημοφώντος. Και οι δυο αδελφοί (Ακάμας και Δημοφών) αναφέρονται ως ιδρυτές πόλεων στην Κύπρο μετά τα Τρωικά, ο μεν ένας της Ακαμαντίδος (στη χερσόνησο του Ακάμα), ο δε άλλος της Αιπείας (Σόλων).

 

Ο Χύτρος ήταν, συνεπώς, εγγονός του Ακάμαντος και δισέγγονος του βασιλιά των Αθηνών Θησέως (αργότερα δημοφιλέστατου ήρωα των κλασσικών Αθηνών). Η αρχαία παράδοση που σχετίζει την ίδρυση της πόλης των Χυτρών με τον ήρωα Χύτρον είναι πολύ σημαντική. Κι αυτό γιατί αποδεικνύει (έστω κι αν δεχθούμε πως δεν υπήρξε ποτέ ο Χύτρος κι ότι δημιουργήθηκε αργότερα για να αιτιολογηθεί η ονομασία της πόλης) πως οι κάτοικοι των Χύτρων ενσυνείδητα θεωρούσαν ότι είχαν παλαιές καταβολές και ρίζες από τον ελληνικό κορμό και ιδιαίτερα από την πιο σημαντική πόλη της αρχαίας Ελλάδος, τις Αθήνες. Κι ότι μάλιστα ο επώνυμος ήρωας της πόλης τους, ο Χύτρος, ήταν απόγονος του πιο σημαντικού ήρωα των Αθηνών, του Θησέως.

 

Πολλοί ερευνητές πιστεύουν ότι στην πραγματικότητα η ονομασία Χύτροι προήλθε από την αρχαία ελληνική λέξη χύτροι (=χύτρες, τσουκάλια). Παρόμοια τοπωνύμια υπήρχαν και στην Ελλάδα, όπως λόγου χάριν στην περιοχή των Θερμοπυλών, όπως μαρτυρεί ο Ηρόδοτος (7,176.3), γράφοντας πως ήταν θερμά  λουτρά, τά Χύτρους καλέουσι οἱ  ἐπιχώριοι. Πιθανώς δε και οι Χύτροι της Κύπρου σχετίζονταν με αρχαία λουτρά, έχοντας μάλιστα υπόψιν και την ύπαρξη σημαντικής πηγής στην περιοχή, το γνωστότατο και σήμερα κεφαλόβρυσον της Κυθρέας. Η σπουδαία αυτή πηγή φαίνεται ότι είχε πολύ μεγάλη σημασία και για την αρχαία πόλη των Χύτρων (άρδευση, ύδρευση και, βέβαια, οικονομική συμβολή στη ζωή της πόλης). Στην περιοχή βρέθηκαν διάφορες αρχαίες επιγραφές۬  μια απ' αυτές, των Ελληνιστικών χρόνων, χαραγμένη σε βάση αγάλματος της θεοποιημένης βασίλισσας Αρσινόης Φιλαδέλφου, την αναφέρει ως Ἀρσινόην Φιλάδελφον Ναϊάδα. Το χαρακτηριστικό επίθετο Ναϊάς σήμαινε νεράιδα του νερού και χρησιμοποιούμενο στους Χύτρους, ασφαλώς φανερώνει τη σημασία που αποδιδόταν στην ύπαρξη της μεγάλης πηγής.

 

Φαίνεται, λοιπόν, ότι ο μυθικός Χύτρος εφευρέθηκε αργότερα, ως επώνυμος ήρωας και ιδρυτής της ομώνυμης πόλης (πράγμα που συνέβαινε αρκετά συχνά στις αρχαίες πόλεις, κι όχι μόνο τις κυπριακές). Αλλά και πάλι παραμένει το γεγονός ότι οι κάτοικοι των Χύτρων είχαν εφεύρει έναν οικιστή που συνέδεε άμεσα την πόλη τους με τις αρχαίες Αθήνες, κι αυτό αποτελεί μαρτυρία ότι είχαν συναίσθηση μιας συγκεκριμένης εθνικής καταγωγής τους.

 

Εφόσον δεν έχουν γίνει αρχαιολογικές ανασκαφές, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε εάν η πόλη των Χύτρων υφίστατο και πριν από τη Γεωμετρική εποχή. Έχοντας όμως υπόψιν το ελληνικό όνομα ενός βασιλιά της, του Πυλαγόρα, θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι οι Χύτροι ακολούθησαν την πορεία των άλλων κυπριακών βασιλείων για τα οποία γνωρίζουμε περισσότερα. Ότι δηλαδή η πόλη είτε προϋπήρχε του αποικισμού της Κύπρου από τους Αχαιούς (14ος-12ος π.Χ. αιώνα), είτε ιδρύθηκε τότε. Τότε, πάντως, θα είχε οργανωθεί σε βασίλειο, όπως και τα άλλα, με βάση τα ελληνικά πρότυπα. Όμως οι Χύτροι δεν φαίνεται να επιβίωσαν ως βασίλειο αυτόνομο μέχρι το τέλος της μακράς περιόδου των κυπριακών βασιλείων, δηλαδή μέχρι τα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα. Αντίθετα, στα γεγονότα του 4ου π.Χ. αιώνα και σε γεγονότα ακόμη προγενέστερα, η πόλη δεν αναφέρεται ως βασίλειο. Τούτο μας κάνει να υποθέτουμε ότι το βασίλειο των Χύτρων είχε καταργηθεί σχετικά νωρίς (αλλ' οπωσδήποτε μετά το πρώτο μισό του 7ου π.Χ. αιώνα). Ακριβώς πότε, δεν γνωρίζουμε. Στη συνέχεια η πόλη επιβίωσε ενταγμένη, πιθανώς, σε άλλο κυπριακό βασίλειο (ίσως στο βασίλειο της Σαλαμίνος, έχοντας υπ' όψιν και το γεγονός ότι, αργότερα τουλάχιστον, η πόλη αυτή υδρευόταν και με νερό που έπαιρνε από το κεφαλόβρυσο των Χύτρων/Κυθρέας). Πάντως οι Χύτροι δεν αναφέρονται στις φιλολογικές πηγές να λαμβάνουν μέρος σε σημαντικά γεγονότα, όπως λ.χ. η επανάσταση των κυπριακών βασιλείων κατά των Περσών υπό τον Ονήσιλο το 499/8 π.Χ., η διαμάχη ως προς την κατοχή της Κύπρου μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και οι πόλεμοι μεταξύ επιγόνων κατά τα τέλη του 4ου π.Χ. αιώνα κλπ.

 

Ο Στέφανος Βυζάντιος, στην Ἐπιτομή Ἐθνικῶν του, παραθέτει ελάχιστα αποσπάσματα από το μη σωζόμενο βιβλίο Περί Κύπρου του Αλεξάνδρου. Σ' ένα απόσπασμα αναφέρει: Εὐρυνόην τῶν Χυτρίων βασιλεύς ἔγημεν. Δηλαδή «ο βασιλιάς των Χυτρίων νυμφεύθηκε την Ευρυνόη». Δεν γνωρίζουμε ποιος ήταν ο βασιλιάς αυτός που είχε σύζυγό του την Ευρυνόη και πότε έζησε. Σε δεύτερο απόσπασμα αναφέρει: τήν δέ Γορδίαν ἀποδοῦναι Χυτρίοις. Δηλαδή «την Γορδίαν ν' αποδώσουν στους Χυτρίους», τους κατοίκους των Χύτρων. Και πάλι δεν γνωρίζουμε τίποτα για την Γορδίαν, που ήταν ίσως κάποιος οικισμός (χωριό;).

 

Ο Κλαύδιος Πτολεμαίος (4ος μ.Χ. αιώνας) αναφέρει την πόλη στον ενικό (Χύτρος) απαριθμώντας την μεταξύ των μεσογείων (=όχι παραθαλάσσιων) πόλεων της Κύπρου και καθορίζοντας τη γεωγραφική της θέση σε μήκος 66° 30' και σε πλάτος 36° 30' [35° 30']. Την πόλη μνημονεύουν, στον τύπο Χύτροι, και ο Σουίδας κι ο Αρποκρατίων, γράφοντας απλώς ότι «είναι πόλη κυπριακή».

 

Τον 6ο αιώνα μ.Χ. η πόλη αναφέρεται ως Χύθροι από τον Ιεροκλή, στο έργο του Συνέκδημος. Έτσι αναφέρεται κι από τον Γεώργιο τον Κύπριο (6ος/7ος μ.Χ. αιώνας). Σε άλλες πηγές αναφέρεται και στον τύπο Κύθροι και Κυθρίων πολις, ή και Κυθρία (η), μεταγενέστερα.

 

Στον Βίο του αγίου Σπυρίδωνος αναφέρεται ότι ο άγιος (4ος μ.Χ. αιώνας) συνέβη να περάσει από την πόλη αυτή: ...συνέβη ατόν διά Κυθρίας τς πόλεως διελθεν καί διά το  ρους το καλουμένου Πενταδακτύλου τήν δοιπορίαν ποιήσασθαι... Και πιο κάτω αναφέρεται: ...καί τήν Κυθρίαν περβάς [ο άγιος Σπυρίδων]...

 

Μερικές πληροφορίες για τους Χύτρους κατά την Αρχαιότητα έχουμε και από επιγραφικές μαρτυρίες, πέρα από το προαναφερθέν «πρίσμα» του Εσσαρχαδώνος. Έτσι, σε επιγραφή του 3ου/2ου π.Χ. αιώνα που βρέθηκε στους Δελφούς, οι Χύτροι μνημονεύονται μεταξύ των κυπριακών πόλεων που ήσαν τότε θεωροδόκοι. Ήταν, δηλαδή, πόλεις που έστελναν τάματα στο ιερό του Απόλλωνος στους Δελφούς, μέσω θεωρῶν, δηλαδή ειδικών απεσταλμένων του μαντείου που επισκέπτονταν τις πόλεις αυτές. Η επιγραφή αυτή αποτελεί άλλη μαρτυρία για δεσμούς της πόλης των Χύτρων με την Ελλάδα, στην περίπτωση δε αυτή με το φημισμένο μαντείο των Δελφών.

 

Σε μια επιγραφή που βρέθηκε στην περιοχή της Κυθρέας, διαβάζουμε:

 

Ἰάσονα Ἀριστοκρέοντ[ος]

τόν φιλόπατριν καί γυμνασίαρχον

οἱ Παλαιστρῖται τιμῆς καί

εὐχ[αρ]ιστ[ίας χάριν;]

 

Η επιγραφή αυτή μας δίνει διάφορες πληροφορίες, και πρώτα απ' όλα ότι η πόλη των Χύτρων διέθετε γυμνάσιον (γυμναστήριο) αφού αναφέρεται ως γυμνασίαρχος ο Ιάσων Αριστοκρέοντος. Σ' αυτόν αφιέρωσαν άγαλμα (απ' όπου και η επιγραφή) οι Παλαιστρῖται. Οι κάτοικοι, δηλαδή, ενός χωριού που λεγόταν Παλαίστρα και που φαίνεται ότι υπαγόταν διοικητικά στους Χύτρους (πιθανώς η σημερινή Απαλαίστρα στη Μεσαορία, που βρίσκεται όμως αρκετά μακριά από τους Χύτρους, ή ίσως το σημερινό χωριό Παλαίκυθρον κοντά στην Κυθρέα).

 

Η ύπαρξη γυμνασίου στους Χύτρους μαρτυρείται κι από άλλη επιγραφή των Ελληνιστικών χρόνων, που αποτελεί αφιέρωση στον Πτολεμαίο Φιλομήτορα και στην Κλεοπάτρα, όπως και στον Ερμή και στον Ηρακλή και στην Τύχη τῶν Χυτρίων. Την αφιέρωση είχε κάμει κάποιος γιος του Τιμώνακτος, που αυτοαποκαλείται επόπτης ενός αγωνίσματος, της παιδικής λαμπαδηδρομίας. Σε άλλη παρόμοια επιγραφή αναφέρεται κι άλλος επόπτης στο ίδιο αγώνισμα, κάποιος Αλέξανδρος γιος του Μνασέως. Το αγώνισμα της λαμπαδηδρομίας ήταν περίπου παρόμοιο με το σημερινό αγώνισμα της σκυταλοδρομίας, αλλά οι δρομείς αντί σκυτάλη, κρατούσαν αναμμένη λαμπάδα, ο δε υπεύθυνος επόπτης ήταν ο λαμπαδαρχών.

 

Η μνημονευόμενη Τύχη τῶν Χυτρίων φανερώνει ότι στους Χύτρους λατρευόταν η Τύχη* ως τοπική θεότητα. Το ίδιο λατρεύονταν ο Ερμής κι ο Ηρακλής, όπως και Πτολεμαίοι βασιλιάδες και βασίλισσες που είχαν θεοποιηθεί.

 

Στη Βώνη πάλι (που ανήκε οπωσδήποτε στην ευρύτερη περιοχή των αρχαίων Χύτρων), βρέθηκαν επιγραφές με αφιερώσεις στον Απόλλωνα, που θα πρέπει να είχε εκεί μικρό ιερό. Άλλες επιγραφές από τους Χύτρους μαρτυρούν αφιερώσεις στον Απόλλωνα επίσης, με το επίθετο Υλάτης. Στη Βώνη, επιγραφή μαρτυρεί και λατρεία της Αρτέμιδος Αγορίας ενώ στους Χύτρους η  Άρτεμις αναφέρεται με το επίθετο  Ἐπήκοος.

 

Από τους Χύτρους προέρχονται και αρκετές επιγραφές που μνημονεύουν αφιερώματα πιστών στη θεά Αφροδίτη, που αναφέρεται μάλιστα και με το επίθετο Παφία. Συνεπώς στην πόλη λατρευόταν η Αφροδίτη, που θα πρέπει να διέθετε εκεί ναό.

 

Μια άλλη επιγραφή που βρέθηκε στους Χύτρους, είναι επιτύμβια ενός επικούρειου φιλοσόφου, του Πύθωνος, που ήταν γιος του Αριστοκράτη και αδελφός του Σκυθίνου και είχε πεθάνει σε ηλικία 78 χρόνων. Φαίνεται ότι ο Πύθων   είχε ζήσει στους Χύτρους (είτε καταγόταν απ' εκεί είτε όχι), δεν γνωρίζουμε όμως εάν είχε και σχολή στην πόλη αυτή.  Έζησε τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Πιθανώς δε ήταν θείος ενός γιατρού, του Λεωνίδα, που πέθανε επίσης σε ηλικία 78 χρόνων. Ο γιατρός αυτός μας είναι γνωστός από επιτύμβια επιγραφή που βρέθηκε στους Χύτρους, κι αναφέρεται ως γιος κάποιου Σκυθίνου (πιθανώς του αναφερόμενου αδελφού του φιλοσόφου Πύθωνος).

 

Η γενική εικόνα που δίνεται από όλα τα πιο πάνω δεδομένα για τους αρχαίους Χύτρους, είναι η εικόνα μιας αρκετά σημαντικής πόλης, ιδίως κατά τα Ελληνιστικά χρόνια, με πολλούς ναούς στην ίδια την πόλη και στον περίγυρό της, με πιθανή ύπαρξη φιλοσοφικής σχολής στα Ρωμαϊκά χρόνια, με επιστήμονες (γιατρούς) και φιλοσόφους, με γυμνάσιον, και με άφθονο νερό (κεφαλόβρυσον). Τη σχετική ευμάρεια της πόλης μαρτυρεί και το υπερφυσικό άγαλμα του Σεπτιμίου Σεβήρου που βρέθηκε εκεί (αφού για να γίνει τέτοιο άγαλμα απαιτείτο ασφαλώς μεγάλη δαπάνη εκ μέρους της πόλης). Με δεδομένο το άφθονο κι αστείρευτο νερό του κεφαλόβρυσου, η πόλη θα χρωστούσε ασφαλώς την ευημερία της κυρίως στην ανεπτυγμένη γεωργοκτηνοτροφία. Δεν ήταν όμως παραλιακή πόλη, συνεπώς δεν μπορούσε ν' ασχοληθεί ιδιαίτερα με το εμπόριο, γι' αυτό και δεν κατόρθωσε να φθάσει σε τέτοια ακμή όπως οι παραλιακές κυπριακές πόλεις (Σαλαμίς, Κίτιον, Κούριον, Πάφος, Σόλοι κλπ.).

 

Κατά τα Πρωτοβυζαντινά χρόνια οι Χύτροι έγιναν έδρα επισκοπής, άνκαι φαίνεται ότι στο μεταξύ οι συνθήκες είχαν αλλάξει κι η πόλη είχε πέσει σε παρακμή (ίσως κι εξ αιτίας των σεισμών και άλλων θεομηνιών). Τούτο μαρτυρείται από μια αναφορά στον Βίο του αγίου Επιφανίου (επισκόπου Σαλαμίνος), σχετική με τον άγιο Πάππον, επίσκοπο Χύτρων. Στον Βίο του αγίου Επιφανίου αναφέρεται ότι ο Πάππος είχε χειροτονηθεί ως επίσκοπος ἐν πόλει οἰκτρᾷ, Κυθρίᾳ καλουμένη. Έτσι, κατά το πρώτο μισό του 4ου μ.Χ. αιώνα η Κυθρία αναφέρεται ως πόλις οἰκτρά (=πόλη αξιοθρήνητη).

 

Ο μεσαιωνικός χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς απαριθμεί στο Χρονικόν του, κατά σειράν, τους ακόλουθους ιεράρχες που διετέλεσαν επίσκοποι Χύτρων:

 

1. Δημητριανόν

2. Πάππον

3. Αθανάσιον

4. Ευστάθιον

5. Νικήταν

 

(Για την επισκοπή των Χύτρων δες χωριστό λήμμα).

 

Στην επισκοπική περιφέρεια των Χύτρων υπήρχε ένα από τα αρχαιότερα κυπριακά μοναστήρια, εκείνο του Αγίου Αντωνίου, που μαρτυρείται και στον Βίο του αγίου Δημητριανού, επισκόπου Χύτρων. Από τον ίδιο Βίο γνωρίζουμε ότι οι Χύτροι πλήγηκαν καίρια από τη μεγάλη επιδρομή κατά της Κύπρου του Νταμιάνα* το 911-912 μ.Χ. Ο άγιος Δημητριανός, αν και υπερήλικας, ακολούθησε τους συμπατριώτες του αιχμαλώτους στα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής, μέχρι τη Βαγδάτη, όπου κατόρθωσε να απελευθερώσει όσους επέζησαν.

 

Η επιδρομή αυτή ήταν, ίσως, και η καίρια για τους Χύτρους, που στη συνέχεια αντικαταστάθηκαν από το χωριό Κυθρέα κτισμένο στο δυτικό άκρο της αρχαίας πόλης.

 

Α. ΠΑΥΛΙΔΗΣ