Μαυρέσιοι οικογένεια

Image

Ελληνική οικογένεια, καταγόμενη από το Ναύπλιο, της οποίας αρκετά μέλη υπήρξαν στρατιωτικοί στην υπηρεσία των Βενετών τον 16ο αιώνα. Το Ναύπλιο κατεχόταν τότε από τους Βενετούς, μέλη δε της οικογένειας των Μαυρεσίων είχαν διακριθεί στην υπεράσπιση της πόλης τους κατά τις αλλεπάλληλες προσπάθειες των Τούρκων να την καταλάβουν. Το Ναύπλιο έπεσε τελικά στα χέρια των Τούρκων το Νοέμβριο του 1540. Στο μεταξύ, μέλη της οικογένειας των Μαυρεσίων είχαν υπηρετήσει ως στρατιωτικοί στην Κύπρο, η οποία επίσης ήταν κτήση της Βενετίας. Στην Κύπρο υπηρέτησαν οι ακόλουθοι:

 

Ανδρέας Μαυρέσιος: Αξιωματούχος (ιππότης) που υπηρέτησε στην Κύπρο κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας, που φέρεται και ως ο ιδρυτής του μοναστηριού της Αγίας Παρασκευής, στη βόρεια πλαγιά του δυτικού άκρου της οροσειράς του Πενταδακτύλου.

 

Το όνομά του, ως κτήτορος του μοναστηριού, βρισκόταν σε επιγραφή εντός του παλαιού ναού του, ο οποίος δεν σώζεται σήμερα, αφού αντικαταστάθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα από νέο ναό. Σχετική πληροφορία ωστόσο μας δίνει ο Ρώσος μοναχός Βασίλειος Μπάρσκυ, που είχε επισκεφθεί το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής το 1735. Ο Μπάρσκε γράφει ότι εντός του ναού είχε δει «Ανδρέας ο Μαυρέσιος Καβαλλάριος ΑΦιΗ». Ο Μπάρσκυ αναφέρει ότι στην αυτή επιγραφή μνημονεύονταν και η σύζυγος και τα παιδιά του «Καβαλλάριοι» (= ιππότη), δεν δίνει όμως ολόκληρο το κείμενο. Ως κτήτορα του μοναστηριού τον αναφέρει ο Μπάρσκυ και είναι άγνωστο εάν στην επιγραφή αναφερόταν πράγματι ως ο κτήτορας. Η χρονολογία στην επιγραφή εξάλλου, ΑΦΙΗ (= 1518) μπορεί να θεωρηθεί ως το έτος ίδρυσης του μοναστηριού, εάν πράγματι ο Μαυρέσιος υπήρξε ο κτήτορας. Πιθανότερο όμως είναι το μοναστήρι να είχε ιδρυθεί πολύ ενωρίτερα, ίσως κατά τα Βυζαντινά χρόνια, ο δε Ανδρέας Μαυρέσιος να είχε προβεί σε εκτεταμένη ανακαίνισή του.

 

Ο Ανδρέας Μαυρέσης καταγόταν από το Ναύπλιο και στην Κύπρο εγκαταστάθηκε το 1515, οπότε διορίστηκε διοικητής του ελαφρού ιππικού στο νησί. Έφερε δε, τουλάχιστον από το 1518, τον σημαντικό τίτλο του ιππότη, όπως μαρτυρούσε η επιγραφή στο ναό της Αγίας Παρασκευής. Τούτο σημαίνει ότι ο Ανδρέας Μαυρέσιος είχε προσφέρει σημαντικές υπηρεσίες στη Δημοκρατία της Βενετίας για να του απονεμηθεί ο τίτλος του ιππότη.

 

Υπηρέτησε στην Κύπρο ως διοικητής του σώματος του ελαφρού ιππικού τουλάχιστον για 10 χρόνια, από το 1515 μέχρι το 1525. Το σώμα αυτό, που δεν υπερέβαινε τους 300 ιππείς, ήταν ιδιαίτερα ευέλικτο και ίλες του έδρευαν σε διάφορα παραθαλάσσια μέρη της Κύπρου, με ευθύνη επιτήρησης των ακτών και παρεμπόδισης αποβάσεων και λεηλασιών εκ μέρους πειρατών και άλλων επιδρομέων. Όπως, για παράδειγμα, το 1517, οπότε 12 τουρκικά καράβια είχαν επιχειρήσει αποβίβαση αντρών στην περιοχή της Πεντάγυιας.

 

Δεν είναι γνωστό εάν ο Ανδρέας Μαυρέσιος παρέμεινε στην Κύπρο μετά το τέλος της θητείας του, το 1525.

 

Πέτρος Μαυρέσιος: Γιος του Ανδρέα Μαυρέσιου. Υπηρέτησε ως διοικητής ίλης ελαφρού ιππικού από 49 άντρες στην επαρχία Πάφου, περί το 1555. Για ένα διάστημα είχε απαλλαγεί των καθηκόντων του και είχε καταδικαστεί ως ένοχος επιβολής ιδιαίτερα σκληρής τιμωρίας (ακρωτηριασμός) σε ένα χωρικό, αλλά επανήλθε στα καθήκοντά του μετά από 3 χρόνια, μαρτυρείται δε ότι κατείχε το αξίωμα του διοικητή της ίλης ελαφρού ιππικού το 1560. Φαίνεται ότι στη θέση αυτή υπηρέτησε και την επόμενη δεκαετία. Όταν δε εκδηλώθηκε η μεγάλη τουρκική εισβολή το καλοκαίρι του 1570, ο Πέτρος Μαυρέσιος κλίθηκε στη Λευκωσία, όπου και πολέμησε κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της και έπεσε μαχόμενος.

 

Γεώργιος Μαυρέσιος: Γιος του Πέτρου και εγγονός του Ανδρέα Μαυρέσιου. Υπηρέτησε ως πρώτος βοηθός του πατέρα του στη διοίκηση της ίλης των 49 ιππέων στην επαρχία Πάφου. Για ένα διάστημα είχε απαλλαγεί και αυτός των καθηκόντων του, για το ίδιο αδίκημα για το οποίο και ο πατέρας του είχε βρεθεί ένοχος. Σε σωζόμενη, αρκετά μεταγενέστερη, επιστολή του προς τις αρχές της Βενετίας, ο Γεώργιος Μαυρέσιος αναφέρει ότι, όταν υπηρετούσε στην επαρχία Πάφου, είχε καταδιώξει αρκετές φορές ένα τρομερό πειρατή, τον Ρομακά από τη Μάλτα, και ότι κάποτε κατόρθωσε να τον πληγώσει, με αποτέλεσμα ο κουρσάρος αυτός να τερματίσει τις επιδρομές του στην Κύπρο.

 

Το 1570, με την εισβολή των Τούρκων, ο Γεώργιος Μαυρέσιος πολέμησε στη Λευκωσία κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της, μαζί μάλιστα με τον γιο του Νικόλαο. Κατά την ημέρα της άλωσης της πόλης (9 Σεπτεμβρίου 1570) ο Γεώργιος Μαυρέσιος πληγώθηκε στο χέρι και στο πόδι και συνελήφθη αιχμάλωτος, όπως συνελήφθη και ο γιος του. Και οι δύο κατόρθωσαν να ελευθερωθούν 5 χρόνια αργότερα, το 1575, αφού συγγενείς τους κατόρθωσαν να βρουν και να καταβάλουν λύτρα.

 

Σε έγγραφο που έστειλε στις αρχές της Βενετίας μετά την απελευθέρωσή του, ο Γεώργιος Μαυρέσιος δίνει μεταξύ άλλων και την πληροφορία ότι η οικογένειά του καταγόταν από το Ναύπλιο και ότι πολλά μέλη της είχαν σκοτωθεί κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης αυτής από τους Τούρκους. Αναφέρει επίσης ότι πολλά μέλη της οικογένειάς του σκοτώθηκαν ή αιχμαλωτίστηκαν και κατά τη διάρκεια της πολιορκίας και άλωσης της Λευκωσίας. Με την επιστολή του αυτή ζητούσε από τις αρχές της Βενετίας να διοριστεί ξανά για υπηρεσία σε κάποια βενετική κτήση, καθώς και βοήθεια για να μπορούσε να ελευθερώσει άλλα μέλη της οικογένειάς του που εξακολουθούσαν να ήσαν αιχμάλωτοι, μεταξύ τούτων και ένας των γιων του, ο Ιωάννης.

 

Ιωάννης Μαυρέσιος: Γιος του Γεωργίου Μαυρεσίου, που αγωνίστηκε κατά των Τούρκων στη Λευκωσία κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της. Όταν η πόλη αλώθηκε, στις 9 Σεπτεμβρίου 1570, ο Ιωάννης Μαυρέσιος κατόρθωσε να διαφύγει και να καταφύγει στην Αμμόχωστο. Εκεί αγωνίστηκε και πάλι κατά των Τούρκων, κατά τη διάρκεια της 11μηνης ιδιαίτερα σκληρής πολιορκίας της. Όταν η πόλη αυτή παραδόθηκε, τον Αύγουστο του 1571, ο Ιωάννης Μαυρέσιος ήταν ένας των πολλών στρατιωτικών που αιχμαλωτίστηκαν και εστάλησαν σιδηροδέσμιοι στην Κωνσταντινούπολη. Δεν είναι γνωστό εάν κατόρθωσε να επιβιώσει στην άθλια φυλακή και εάν ο πατέρας του κατόρθωσε να βρει και να καταβάλει τα λύτρα για την απελευθέρωσή του.

 

Νικόλαος Μαυρέσιος: Γιος του Γεωργίου Μαυρέσιου. Είχε υπηρετήσει στο ελαφρύ ιππικό, στο λόχο του διοικητή Ανδρέα Χέλμη. Σε μεταγενέστερη επιστολή / αίτησή του προς τις αρχές της Βενετίας αναφέρει ότι το 1570, κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής, ο λόχος του είχε συνάψει μάχη με τους Τούρκους κοντά στο χωριό Δάλι και είχε καταβάλει μονάδα των εισβολέων, μάλιστα μετέφεραν στη Λευκωσία, ως τρόπαιο, τα κομμένα κεφάλια 17 εχθρών.

 

Κατά την πολιορκία της Λευκωσίας, ο Νικόλαος Μαυρέσιος είχε αγωνιστεί κατά των εχθρών, υπηρετώντας στον προμαχώνα Κωστάντζο. Κατά την ημέρα της άλωσης (9 Σεπτεμβρίου 1570) πληγώθηκε στο χέρι και στο πόδι και συνελήφθη αιχμάλωτος. Απελευθερώθηκε 5 χρόνια αργότερα, το 1575, οπότε και υπέβαλε αίτηση στις αρχές της Βενετίας, ζητώντας να εργοδοτηθεί ξανά σε κάποιο στρατιωτικό σώμα.