Καρπασία

Φραγκοκρατία - Βενετοκρατία

Image

Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας διάφορα χωριά της Καρπασίας αποτελούσαν φέουδα. Κατά τον Στέφανο Λουζινιανό, το Ριζοκάρπασον ήταν φέουδο που ανήκε στη γνωστή μεσαιωνική οικογένεια των ντε Νόρες (de Norès), μέχρι που ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β' ο Νόθος (1460 -1473) το αφαίρεσε από τον Γκωτιέ ντε Νόρες επειδή ο ευγενής αυτός είχε παραμείνει πιστός στην αντίπαλο του Ιακώβου, ετεροθαλή αδελφή του Καρλόττα. Φέουδο, παραχωρημένο από τον βασιλιά Ιάκωβο Β' στον ευγενή Πέτρο Βουστρώνιο (πρόγονο του ιστορικού Φλώριου Βουστρώνιου), ήταν και το χωριό Άγιος Ηλίας. Φέουδο, που ανήκε σε Φράγκο ευγενή, ήταν και το χωριό Λεονάρισσον. Το χωριό Γαστριά, εξάλλου, ανήκε στους Ναΐτες ιππότες που είχαν εκεί δυο κάστρα, αλλά μετά τη διάλυση του τάγματός τους πέρασε στα χέρια των Ιωαννιτών ιπποτών, όπως αναφέρει ο ντε Μας Λατρί.

 

Όπως και κατά τα Βυζαντινά χρόνια, οπότε η Καρπασία διοικητικά αποτελούσε χωριστή περιοχή, μια από τις 14 επαρχίες στις οποίες ήταν διαιρεμένη η Κύπρος, έτσι και κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας αποτελούσε και πάλι διοικητικό διαμέρισμα, ένα από τα 12 της Κύπρου. Απετέλεσε δε κομιτάτο, στα χρόνια του βασιλιά Ιακώβου Β' και ἦτον τό μεγαλήτερον ἀπό ὅσα ἄλλα κομητάτα εἶχεν ἡ Νῆσος τότε (αρχιμανδρίτης Κυπριανός, Ἱστορία Χρονολογική..., 1788, σ. 231). Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Κυπριανός (ό.π.π., σ. 266), τό κομητάτον τοῦ Καρπασίου ἀνανεώθη πάλιν ὑπό τοῦ βασιλέως Γιάκουμου Μπαστάρδου [=Ιάκωβος Β' ο Νόθος], καί ἠθέλησε νά λέγεται πρώτη Βαρωνία, καί νά προτιμᾶται τῶν ἄλλων. Ἔδωκεν αὐτό τοῦ  Ἰωάννου Πέρες Φαπρίκι˙ ὅς ἔλαβε θυγατέρας τέσσαρας, καί ἡ πρώτη ἔλαβεν αὐτό τό κομητάτον διά προῖκα. Ὑπανδρεύθη τόν λουογοτινέντε εὐγενή Βενετζιάνον ἐκ τοῦ οἴκου Ἰουστινιανοῦ, καί οὕτως ἡ  Ἰουστινιάνιος οἰκία ὥριζεν αὐτό τό κομητάτον.

 

Καθ’ όλη την περίοδο της Φραγκοκρατίας η χερσόνησος της Καρπασίας, εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης της, δεχόταν από καιρού εις καιρόν επιδρομές από πειρατές, από Σαρακηνούς και από άλλους, που επέδραμαν από τις κοντινές ακτές της Μικράς Ασίας και της Συρίας -Παλαιστίνης. Μεταξύ των επεισοδίων που αναφέρονται, είναι και τα ακόλουθα:

 

Τον Ιούλιο του 1325 ο βασιλιάς Ούγος Δ' διέταξε τον απαγχονισμό κλεφτών, πειρατών και ληστών που είχαν κυνηγηθεί και συλληφθεί σε διάφορα μέρη της Κύπρου. Απαγχονίστηκαν 8 στην Αμμόχωστο, 8 στην Κερύνεια, από 7 στη Λεμεσό και στην Πάφο, 18 στη Λευκωσία, 7 στον Κορμακίτη και 16 στο Καρπάσι.

 

Το 1363, επί ημερών του βασιλιά Πέτρου Α', η Καρπασία υπέστη δυο φορές εισβολή Τούρκων από τη Μικρά Ασία με αρχηγό τον Μωχάμεντ Ραΐς. Γράφει σχετικά ο Λεόντιος Μαχαιράς (Χρονικόν, «Φιλόκυπρος», 1982, παρ. 139): ...καί ἁρματῶσαν ς' [=6] κάτεργα [=καράβια] καί ἦρταν εἰς τήν Κύπρον εἰς τό Καρπάσιν καί ἐκουρσέψαν το καί 'πῆραν πολλά χωρία καί ἀνθρώπους, καί ἀπ' ὀλλίγον ἐπαῖρναν τήν κυράν τοῦ Καρπασίου, γεναῖκαν τοῦ σίρ Ἀφρό τε Λά Ρότζε καί ἐστράφησαν εἰς τήν Τουρκίαν...

 

Δίνεται εδώ η πληροφορία ότι παρολίγο να εσυλλαμβάνετο και μια ευγενής, η κυρά τοῦ Καρπασίου, σύζυγος του Ἀφρό τε Λά Ρότζε. Τον ευγενή αυτόν, που κατείχε τότε το Καρπάσι, ο Στραμβάλδι αναφέρει ως Alfo de Lorenzo, ενώ ο ντε Μας Λατρί θεωρεί ότι πιθανό να ονομαζόταν Afre de La Roche. Είχε τον τίτλο του κυρίου του Καρπασίου (seigneur de Carpas). Επαναλαμβάνουμε εδώ ότι το Καρπάσι οργανώθηκε σε κομιτάτο από τον βασιλιά Ιάκωβο Β' τον Νόθο το 1472. Πρώτος κόμης του Καρπασίου ήταν ο Ιωάννης Πέρεζ Φαμπρέγκουες (Joan Perez Fabregues). Για το κομιτάτο του Καρπασίου βλέπε de Mas Latrie, Les Comtes du Carpas, Bibl. de l’ école des Chartes, XLI, pp. 375 sqq.

 

To 1425, επί ημερών του βασιλιά Ιανού, στην Καρπασία και συγκεκριμένα στην παραθαλάσσια τοποθεσία «Χελώνες», έφθασαν Σαρακηνοί από τη Συρία με 50 γαλέρες, κι απ' εκεί προχώρησαν κατά της Αμμοχώστου: ...Καί τήν Παρασκευήν εἰς τάς γ' [=3]Αὐγούστου, αυκε' [=1425]  ἐφέρασιν χαρτία τοῦ ρηγός πῶς ἁρματώνει ἡ Σουρία ν' [=50] κάτεργα νἄρτουν πρός τάς Χελώνας, πρός τήν Ἀκρωτίκην, καί τό Σαββάτον ἤρτασιν εἰς τήν Ἀμόχουστον... (Μαχαιράς, Χρονικόν, παρ. 654).

 

Τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο του 1460 στην Καρπασία έδρασαν οι οπαδοί του Ιακώβου Β' του Νόθου καθώς και Σαρακηνοί σύμμαχοί του κατά των οπαδών της αντιπάλου και ετεροθαλούς αδελφής του Ιακώβου, βασίλισσας Καρλόττας (Βουστρώνιος, Χρονικόν, εις Σάθαν, Β', 1873, σσ. 455 - 6). Εμπαλής του Καρπασίου αυτή την εποχή αναφέρεται από τον Βουστρώνιο ο Ἀλησάντρο Ταραντῆν (=Αλέξανδρος Ταραντίν).

 

Τέλος, ο Γεώργιος Βουστρώνιος αναφέρει επιδρομή των Τούρκων στην Καρπασία και τον Ιούνιο του 1489 (9 Ιουνίου), ακριβώς την περίοδο που η Κύπρος μεταβιβαζόταν κι επίσημα από τη βασίλισσα Αικατερίνη Κορνάρο στους Βενετούς, και τερματιζόταν η περίοδος της Φραγκοκρατίας: ...καί ἐπεζεύσανε εἰς ταῖς Χελώναις, καί ἐπῆραν ἀνθρώπους καί γυναῖκες καί κοπέλια, καί ἐξηλεῖψαν καί τά χωργία, καί ἐσκοτῶσαν λζ' [=37] ἀνομάτους, χωρίς τούς ἄνωθεν τούς ἐπῆραν... (Βουστρώνιος, ό.π.π., σ. 543).

 

Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, και συγκεκριμένα μετά το 1222, συνεπεία των σκληρών διώξεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου από τους Λατίνους, στο Καρπάσι είχε μεταφερθεί η έδρα της Ορθόδοξης επισκοπής Αμμοχώστου.

 

Ο ιστορικός του 16ου αιώνα Φλώριος Βουστρώνιος αναφέρει επίσης την Καρπασία ως Carpasso, κάποτε σε σύγχυση με τα χωριά Καρπάσια και Ριζοκάρπασο. Ιδιαίτερα, αναφέρει την Καρπασία σχετικά προς γεγονότα της περιόδου 1306 -1310 (περίοδος εκθρόνισης του βασιλιά της Κύπρου Ερρίκου Β΄ από τον αδελφό του Αμωρύ). Τότε, ο ευγενής Ιωάννης Νταπιέρ εξορίστηκε στην Καρπασία το 1308. Ο Φλώριος αναφέρει την «επαρχία της Καρπασίας» (contrada di Carpasso) και σε σχέση προς γεγονότα του 1373 (εισβολή Γενουατών στην Κύπρο). Τότε ο αξιωματούχος του κυπριακού βασιλείου Πέτρος ντε Κασίν περιήλθε την χερσόνησο και στρατολόγησε από εκεί άντρες για τον πόλεμο κατά των Γενουατών. Το 1460 -61 διοικητής της επαρχίας της Καρπασίας αναφέρεται ο Αλέξανδρος Ταραντίν, που αντιμετώπισε επιδρομές στη χερσόνησο των Γενουατών, που εξορμούσαν από την Αμμόχωστο την οποία κατείχαν από το 1373.

 

Κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας (1489 -1570/71) η χερσόνησος της Καρπασίας μαζί με την περιοχή και την πόλη της Αμμοχώστου, βρισκόταν υπό τη διοίκηση όχι της κεντρικής βενετικής αρχής αλλά ενός αξιωματούχου που έφερε τον τίτλο του «καπετάνιου της Αμμοχώστου». Στην όλη περιοχή μόνο αυτός είχε την απόλυτη εξουσία, ακόμη και το δικαίωμα καταδίκης ανθρώπων σε θάνατο.

 

Κατά την  περίοδο που ακολούθησε της Βενετοκρατίας οι επιδρομές Τούρκων και πειρατών σε πολλά μέρη της Κύπρου — και βέβαια συχνά και στην Καρπασία — για αρπαγές και λεηλασίες συμβάλλουν στην πάρα πέρα εξαθλίωση του ντόπιου πληθυσμού για τον οποίο το νέο καθεστώς δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον ούτε και κάνει προσπάθειες για την προστασία του, αλλά ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την μεγαλύτερη δυνατή εκμετάλλευσή του. Κοντά σ' αυτά προστίθενται και οι θεομηνίες (όπως οι καταστροφικοί σεισμοί του 1492 και του 1542), και οι επιδημίες.

 

Οι άθλιες συνθήκες κάτω από τις οποίες ζούσε ο ντόπιος πληθυσμός κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, έγιναν αβάστακτες κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας. Ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός (Ιστορία Χρονολογική..., 1788, σ. 275), γράφει πως ὁ βεζύρης Μεεμέτ [Μεχμέτ Σοκολλή] ...ἐφανέρωσεν ...πῶς ἀπό τήν Κύπρον ἦλθον δύο χωριάται μέ γράμματα, καί μέ γνώμην πολλῶν χωριανῶν παροίκων διηγούμενοι τάς τυραννίας, ὅπου ὑπόφεραν, καί ὅτι ἐπεθύμουν νά ἐξουσιάζωνται ἀπό τόν σουλτάνον του...

 

Τέτοια ήταν η καταπίεση, δηλαδή, ώστε οι Κύπριοι έστελναν εκπροσώπους τους στην Κωνσταντινούπολη, ζητώντας από τον σουλτάνο να εκδιώξει τους Βενετούς και να καταλάβει την Κύπρο. Κατά την περίοδο λοιπόν αυτή, η Καρπασία ακολούθησε την μοίρα των υπολοίπων περιοχών της Κύπρου.

 

Φώτο Γκάλερι

Image