Κουκουβάγια

Παραδόσεις και παροιμίες

Image

Γνωστότατο πουλί στους αρχαίους Έλληνες η κουκουβάγια — γλαῦξ — ήταν το ιερό πτηνό της θεάς Αθηνάς, έμβλημα των Αθηναίων και σύμβολο σοφίας.  Η παροιμία που αναφέρει ο Αριστοφάνης: τίς γλαῦκ’ Ἀθήνας ἤγεγε, χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα: κομίζει γλαύκα εις Αθήνας.

Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο κυκλοφορούσαν πολλές παραστάσεις του πουλιού, του οποίου η μορφή εικονιζόταν ακόμη και σε νομίσματα.

 

Επειδή η κουκουβάγια απαντάται σε νεκροταφεία, ο λαός συνέδεσε τον κουκκουφκιάον με το θάνατο του οποίου είναι δκιαλαλητής. Πιστεύεται ακόμη πως όταν κλάψει ο κουκκουφκιάος κοντά σε κάποιο σπίτι, τότε ένας από τους κατοίκους του σπιτιού αυτού θα πεθάνει μέσα σε 40 μέρες. Έτσι, για να διώχνουν το πουλί, συνήθιζαν να του πετούν αναμμένα κάρβουνα ή ένα κομμάτι καυκαλιάν, φωνάζοντάς του ταυτόχρονα μια κατάρα: την κουκκούφαν [κεφαλή] σου να φάεις.

 

Βλέπε λήμμα: Θάνατος

 

Η συμβολική σύνδεση του πουλιού με το θάνατο απαντάται ήδη από τα αρχαία χρόνια. Ο Αιλιανός γράφει χαρακτηριστικά ότι ἡ γλαῦξ ἐπί τινα σπουδήν ὡρμημένῳ  ἀνδρί συνοῦσα καί ἐπιστᾶσα οὐκ ἀγαθόν σύμβολόν φασι. Αναφέρεται και η περίπτωση του βασιλιά της Ηπείρου Πύρρου που λίγο πριν από το θάνατό του μια κουκουβάγια είχε έλθει και καθίσει στο δόρυ του.

 

Ο κουκκουφκιάος τρέφεται με ποντικούς, σαύρες, φιδάκια, σκαθάρια, μικρά ζωύφια, έντομα και πολλές φορές με πουλιά που τ’ αρπάζει την νύκτα όταν κοιμούνται. Ωστόσο τα άλλα πουλιά κάποτε εκδικούνται: όταν ενοχληθεί την ημέρα κι αναγκαστεί να εγκαταλείψει την κρύπτη του, τα άλλα πουλιά που γνωρίζουν ότι με το φως δεν βλέπει καλά και δεν μπορεί ν’ αμυνθεί αποτελεσματικά, σημαίνουν συναγερμό με τις φωνές τους κι όταν μαζευτούν πολλά, τότε του επιτίθενται και τον δαγκώνουν. Αυτή την αντίδραση των άλλων πουλιών την γνώριζαν οι αρχαίοι «βερκάρηδες» (=κυνηγοί πουλιών με βερκά — ιξόβεργα) που όταν συνελάμβαναν έναν κουκκουφκιάον ζωντανό, τον έδεναν σε ένα κλαδί κοντά στα ιξόβεργά τους˙ τα άλλα πουλιά δεν αργούσαν να συγκεντρωθούν και να επιτεθούν οπότε συλλαμβάνονταν. Ο Αιλιανός, πάλι, αναφέρει: γλαυκί δέ αἱ κορυδαλλίδες ἀγρεύονται ἣν ὁ θηρατής ἐπί τινος χαλκῆς στήσας ἀψῖδος τινάσσει, σπάρτα συνεχῶς ἐπιτείνων, καί περιθεῖς κύκλῳ  ῥαβδία περιχρισθέντα ἰξῷ˙ τήν γλαῦκα τό νυκτερινόν ὄρνεον σπεύδουσιν αἱ κορυδαλλίδες ἐλεῖν, τῷ τε ἰξῷ καί τοῖς ῥάβδοις ἀλίσκονται.

 

Βλέπε λήμμα: Βερκά

 

Είναι φυσικό το πουλί αυτό, που ήταν ήδη από την Αρχαιότητα τόσο πολύ γνωστό, να κατέχει σημαντική θέση στη λαογραφία. Μύθοι, παραδόσεις, δοξασίες και παροιμίες συνδέονται μ’ αυτό. Μεταξύ των παροιμιών, αναφέρουμε:

 

  • Εν που τον τζ΄αιρόν του κουκκουφκιάου, που λέγεται για τους πολύ ηλικιωμένους.
  • Το τταΐνιν του κουκκουφκιάου πάει τζ΄αι βρίσκει τον, για τους τυχερούς.
  • Ἔμεινεν τέλεια κουκκουφκιάος, για τους μονήρεις, τους χωρίς συγγενείς ή φίλους.

 

Επίσης το άγγελμα του θανάτου από την κραυγή του κουκκουφκιάου εκφράζει το δίστιχο:

 

  • Κουκκουφίο, κουκκουφίο να σε πάρω τζ΄αι να φύω.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια