Δεξιά και Κύπρος

Η ιστορία της Δεξιάς στην Κύπρο

Image

Αν επιχειρούσε κάποιος να αναζητήσει τις ρίζες της Δεξιάς στην Κύπρο, ίσως σκεφτόταν να στραφεί σε ρεύματα, τάσεις και ιδεολογίες στην Ευρώπη από τον 18ο έως και τον 20ό αιώνα. Στην Κύπρο κατά τη διάρκεια αυτών των αιώνων ζύμωσης, μέσα από τον Διαφωτισμό, τη Γαλλική Επανάσταση, τα Εθνικά και Φιλελεύθερα Κινήματα, δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο. Η κυπριακή Δεξιά γεννήθηκε λίγο μετά την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και είχε δύο πολιτικά χαρακτηριστικά: Τον αντικομουνισμό και το αίτημα για αυτοδιάθεση - Ένωση. Τα ταξικά χαρακτηριστικά των πολιτικών σχημάτων που άρχισαν να λειτουργούν στην Κύπρο αυτήν την εποχή δεν ήταν ευδιάκριτα παρότι το Κομουνιστικό Κόμμα Κύπρου από το 1926 και το ΑΚΕΛ από το 1941 προσπαθούσαν να τα αναδείξουν. Το πρώτο δεξιό κόμμα της Κύπρου, το ΚΕΚ, διά του μέλους του, λόγιου Αχιλλέα Αιμιλιανίδη, χαρακτήρισε τα «περί ταξικών διαφορών» «ανόητους και αηδείς συκοφαντίας και δήθεν εκμεταλλεύσεως των αστών και που αναφέρονται εις ταξικούς αγώνας, εις ένα τόπον όπου ουδέν ταξικόν συναίσθημα ή διαφορά υπάρχει και όπου οι πολίται προήλθον κατά τα εννέα δέκατα εξ αγροτών».

 

Οι όροι

Ο όρος «Δεξιά» καθώς και ο αντίστοιχος όρος «Αριστερά» έχουν τις ρίζες τους στη Γαλλική Επανάσταση (1789-1799) και αναφέρονταν στην πλευρά που κάθονταν οι παρατάξεις στη Γενική Συνέλευση: στην αριστερά πλευρά του προέδρου κάθονταν όσοι εναντιώνονταν στη μοναρχία και υποστήριζαν την επανάσταση, την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας με κοσμικό καθεστώς. Στη δεξιά πλευρά κάθονταν οι υποστηρικτές του παλαιού καθεστώτος.

Βλέπε: Αριστερά και Κύπρος 

 

Στη συνέχεια, ο όρος Δεξιά στην πολιτική ταυτίστηκε με έναν φιλελεύθερο συντηρητισμό. Η ιδεολογία της Δεξιάς ασπάζεται την προάσπιση των αναπόσπαστων χαρακτηριστικών ενός έθνους, γιατί αποτελούν, κατ' αυτήν, αναπόσπαστο στοιχείο κάθε κοινωνίας, απαραίτητο για τη μετεξέλιξη και τη διαρκή πρόοδό της. Στην οικονομία η Δεξιά εμφανίζεται υπέρμαχη του οικονομικού φιλελευθερισμού, όχι βέβαια πάντοτε, ενώ αντιτίθεται στον κοινωνικό φιλελευθερισμό, ασπάζεται δηλαδή τις αξίες της ελεύθερης αγοράς, του ανταγωνισμού και τη στήριξη του αστικού κράτους. Με αυτούς τους όρους στην Κύπρο καθαρόαιμο δεξιό πολιτικό κόμμα δεν υπήρξε ποτέ.

 

Η Κύπρος

Τα πρώτα ψήγματα «Δεξιάς ιδεολογίας» και πολιτικής πρακτικής στην Κύπρο θα μπορούσαν να εντοπισθούν στο κεφάλαιο που αφορά τον εθνικό αλυτρωτικό στόχο των Κυπρίων για Ένωση, μετά την Ελληνική Επανάσταση. Ίσως έβρισκε κάποια σπαράγματα από μανιφέστα των Εθνικών Κινημάτων της Ευρώπης, τα οποία εμβολίασαν τις 3 επαναστάσεις στην Κύπρο το 1833 με τον Νικόλαο Θησέα, τον Ιωαννίκιο και τον Ιμάμ Γκιούρη. Οι οποίες είχαν και εθνικό και κοινωνικό περιεχόμενο.


Κάποιες εκλάμψεις μέσα από τις μεταρρυθμίσεις των σουλτάνων στα μέσα του 19ου αιώνα (Χάττ-ι Σερίφ του Γκιουλχανέ στις 3 Νοεμβρίου 1839 και του Χάττ-ι Χουμαγιούν στις 18 Φεβρουαρίου 1856) και κάποιες νέες νομοθεσίες των Βρετανών μετά το 1878 βοήθησαν στη δημιουργία μιας αστικής τάξης στην Κύπρο, αλλά χωρίς ιδεολογική χροιά. Οι αστοί ήταν πάντα η μαγιά της Δεξιάς, η οποία προσπαθούσε να ελέγξει το κράτος εξοβελίζοντας τους φεουδάρχες και περιορίζοντας την Εκκλησία. Στην Κύπρο η όποια αστική τάξη υπήρχε τις περισσότερες φορές ήταν κάτω από τον έλεγχο της Εκκλησίας.


Τον επόμενο αιώνα η πολιτική της εθνικής αποκατάστασης με οδηγό την Εθναρχία της Κύπρου, η οποία περιστοιχιζόταν από αρκετούς αστούς αλλά και δασκάλους από την Ελλάδα, δημιούργησε μια συμπαγή μάζα «εθνικά φρονούντων Κυπρίων» η οποία ακόμα δεν παρέπεμπε σε όρους Δεξιά και Αριστερά. Αυτή η ομάδα άρχισε να αυτοπροσδιορίζεται ως Δεξιά κυρίως αντιδρώντας στην ίδρυση, τη λειτουργία και τις ιδέες του Κομουνιστικού Κόμματος Κύπρου το 1926. Η πρώτη σύγκρουση αφορούσε τη λύση του Κυπριακού, αφού το ΚΚΕ αποστασιοποιήθηκε από τη θέση της ένωσης με την Ελλάδα.

 

Η Αριστερά

Το ΚΚΚ παράλληλα με τις πρώτες του διεκδικήσεις που αφορούσαν τα προβλήματα των εργατοϋπαλλήλων, ιδιαίτερα των μεταλλωρύχων, των οικοδόμων και των αγροτών, εξέφρασε ανοιχτά και τις θέσεις του από την αρχή σχετικά με το πολιτικό ζήτημα της Κύπρου, τασσόμενο κατά της ένωσης της Κύπρου με την Ελλάδα (που αποτελούσε τον πολιτικό στόχο της Εθναρχίας) και υποστηρίζοντας γραμμή αυτονομίας - ανεξαρτησίας. Με βάση τις θέσεις του ΚΚΕ, «η σωστή λύση του Κυπριακού θα επιτευχθεί μόνο με ένα εργατοαγροτικό μέτωπο Ελλήνων και Τούρκων της Κύπρου» («Νέος Άνθρωπος», 15 Ιουνίου 1926). Εξάλλου το 1927 το κόμμα εξέφραζε επίσημα τη θέση ότι θα έπρεπε να δημιουργηθεί αντι-ιμπεριαλιστικό μέτωπο Ελλήνων και Τούρκων με αποκλειστικό σκοπό το διώξιμο του εγγλέζικου ιμπεριαλισμού από τον τόπο. Σε άρθρο του ο «Νέος Άνθρωπος» (το 1927) καλούσε όλα τα αντιαγγλικά στοιχεία «σε οποιαδήποτε παράταξη κι αν βρίσκονται, είτε αστοί είναι, είτε προλετάριοι, είτε Ρωμηοί ή Τούρκοι... να συνεργαστούν στον αγώνα κατά της ξένης κυριαρχίας».

 

Εθνική Οργάνωση Κύπρου (ΕΟΚ)

Στην πραγματικότητα το ΚΚΚ ήγειρε θέμα που αφορούσε το ποιος θα έχει την πρωτοκαθεδρία του αγώνα της Κύπρου. Καλούσε δε σε αυτόν τον αγώνα και τους Τουρκοκύπριους. Η αντίδραση δεν άργησε να εμφανιστεί. Η Εθναρχία δημιούργησε την Εθνική Οργάνωση Κύπρου που ιδρύθηκε με σκοπό την επίτευξη της εθνικής αποκατάστασης της Κύπρου, δηλαδή την ένωσή της με την Ελλάδα. Η οργάνωση ιδρύθηκε στις 26 Ιανουαρίου 1930, μετά από ευρεία παγκύπρια συνέλευση που πραγματοποιήθηκε την ημέρα εκείνη στο Μέγαρο της Αρχιεπισκοπής στη Λευκωσία και στην οποία πήραν μέρος πολλοί παράγοντες από όλη την Κύπρο. Επικεφαλής της οργάνωσης τέθηκε ο Αρχιεπίσκοπος Κύριλλος Γ' (1916-1933), ενώ στην ανώτατη 37μελή ηγεσία της μετείχαν τα μέλη της Ιεράς Συνόδου, ο ηγούμενος Κύκκου, αντιπρόσωποι άλλων μοναστηριών, οι Έλληνες Κύπριοι βουλευτές του Νομοθετικού Συμβουλίου και άλλοι παράγοντες.

 

Η δεύτερη κίνηση

Αν η ίδρυση του ΚΚΚ το 1926 ήταν το πρώτο καμπανάκι για μια πρώτη ιδεολογική συγκρότηση της Δεξιάς, η ίδρυση του ΑΚΕΛ το 1941 και οι σημαντικές του νίκες στις δημοτικές εκλογές του 1943 και του 1946 σήμαναν συναγερμό. Χαρακτηριστικά στις δημοτικές του 1946 το ΑΚΕΛ κέρδισε όλους τους μεγάλους κυπριακούς δήμους (Λευκωσία - Λεμεσό - Λάρνακα - Αμμόχωστο) στέλνοντας πλέον και ένα μήνυμα στην αποικιοκρατική κυβέρνηση, κυρίως μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ότι δεν μπορεί να το αγνοεί. Το ΑΚΕΛ ακολουθώντας τη γραμμή του ΚΚΚ έλαβε μέρος στη Διασκεπτική το 1947 υιοθετώντας τη λογική της αυτοκυβέρνησης - ανεξαρτησίας. Στη συνέχεια βέβαια άλλαξε και ηγεσία και κατεύθυνση.

 

Στις 8 Μαΐου 1943 και ως αντίποδας του ΑΚΕΛ συγκροτήθηκε στη Λευκωσία σε αίθουσα του Παγκυπρίου Γυμνασίου το Κυπριακό Εθνικό Κόμμα (ΚΕΚ). Τη διακήρυξή του υπέγραφαν οι: Θεμιστοκλής Δέρβης, δήμαρχος Λευκωσίας, Γ. Πούλιας, αντιδήμαρχος, Ν. Τοφαρίδης, Ι. Υψηλάντης, Π. Γρηγοριάδης, Μ. Μιχαηλίδης, Ι. Σπυριδάκης και Ζ. Σώζος. Ύστερα από παρασκηνιακές ζυμώσεις και τοπικά συνέδρια κατά πόλεις, πραγματοποιήθηκε στη Λευκωσία στις 6 Ιουνίου 1943 το ιδρυτικό συνέδριο του κόμματος στο οποίο μετείχαν 127 αντιπρόσωποι από όλη την Κύπρο. Γενικός γραμματέας του ΚΕΚ εξελέγη ο Σάββας Χρίστης από την Κερύνεια, ενώ μεταξύ των λοιπών αξιωματούχων του νέου κόμματος περιλαμβάνονταν και αρκετοί γνωστοί δεξιοί και αντικομμουνιστές, όπως ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης, ο Θεμιστοκλής Δέρβης, ο Βίας Μαρκίδης, ο Ηρακλής Μιχαηλίδης, ο Α. Αιμιλιανίδης, ο Ζ. Ρωσσίδης κ.ά.

 

Το μέλος του ΚΕΚ και λόγιος Αχιλλέας Αιμιλιανίδης, χωρίς να κάνει αναφορά στους όρους Δεξιά και Αριστερά, προσδιόρισε σε άρθρο του στην εφημερίδα η «Φωνή της Κύπρου» τις ιδεολογικές θέσεις του ΚΕΚ, θεωρώντας τα όσα λέγονταν «περί ταξικών διαφορών» συκοφαντίες: «Ακριβώς χάριν της ιερός ενότητος των εθνικών μας δυνάμεων δεν πρέπει να επιτρέψωμεν εις τους τυχάρπαστους που ζητούν να χωρίσουν τον Ελληνικόν Λαόν, που αποβλέπει πάντοτε, ως την εθνικήν του Ιερουσαλήμ, προς τον Παρθενώνα, με ανόητους και αηδείς συκοφαντίας περί ταξικών διαφορών και δήθεν εκμεταλλεύσεως των αστών και που αναφέρονται εις ταξικούς αγώνας, εις ένα τόπον όπου ουδέν ταξικόν συναίσθημα ή διαφορά υπάρχει και όπου οι πολίται προήλθον κατά τα εννέα δέκατα εξ αγροτών».


Το ΚΕΚ λειτούργησε ως Κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα μέχρι και το 1960, οπότε και διαλύθηκε. Ήταν μια προσπάθεια των αστών της Κύπρου να λειτουργήσουν εν μέρει χωρίς τον έλεγχο της Εθναρχίας, η οποία ωστόσο δεν είχε επιτυχία. Παρόμοια προσπάθεια του Ιωάννη Κληρίδη να δημιουργήσει Σοσιαλιστικό Κόμμα το 1948 απέτυχε λόγω παρεμβάσεων και της Εκκλησίας αλλά και του Προξενείου της Ελλάδας στη Λευκωσία, το οποίο λόγω του Εμφυλίου στην Ελλάδα προσπαθούσε να πνίξει κάθε Κομουνιστικό και Σοσιαλιστικό Κίνημα. Επικεφαλής αυτής της προσπάθειας ήταν τότε ο πρόξενος της Ελλάδας Αλέξης Λιάτης.

 

Ο Λεόντιος

Τρίτος πόλος απέναντι στο ΚΕΚ και το ΑΚΕΛ λειτουργούσε πάντα η Εθναρχία με επικεφαλής τον τοποτηρητή του αρχιεπισκοπικού θρόνου Λεόντιο. Ο Λεόντιος ήθελε με κάθε τρόπο να διατηρήσει την εθναρχική του ιδιότητα, η οποία μπορούσε να κλονιστεί τόσο από τους Βρετανούς όσο και από την παρουσία κομμάτων τα οποία είχαν ξεκινήσει στη δεκαετία του 1940 να οργανώνονται, όπως ήταν το ΑΚΕΛ και το ΚΕΚ. Έτσι από τις 23 Μαΐου 1941 εξήγγειλε τη σύσταση εξαμελούς «Λαϊκού Συμβουλίου Εκκλησίας Κύπρου». Το συμβούλιο θα είχε συμβουλευτικό ρόλο και σε αυτό θα αντιπροσωπευόταν κάθε επαρχία από έναν εκπρόσωπο που θα διόριζε ο ίδιος. Αυτοί ήταν οι Κύριλλος Παυλίδης για τη Λευκωσία, Λούης Λοΐζου για την Αμμόχωστο, Όμηρος Δημητριάδης για την Πάφο, Δημητρός Δημητρίου για τη Λάρνακα, Ιωάννης Κυριακίδης για τη Λεμεσό και Χαρίλαος Δημητριάδης για την Κερύνεια.

 

Με την ενέργεια αυτή ο Λεόντιος εξακολούθησε να αποτελεί τον εκπρόσωπο των Ελλήνων κατοίκων έναντι των Βρετανών, παρά το γεγονός ότι οι τελευταίοι επισήμως δεν αναγνώριζαν την εθναρχική ιδιότητά του. Ενίσχυσε, έτσι, τον θεσμό της Εθναρχίας και δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε η κυπριακή Εκκλησία να εξακολουθήσει να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στα εθνικά, εκπαιδευτικά και κοινωνικά ζητήματα του τόπου. Την πολιτική αυτή συνέχισε ο Μακάριος Β' ο οποίος μέσω του εθναρχικού του ρόλου ανέλαβε την ευθύνη για το Ενωτικό Δημοψήφισμα, υποχρεώνοντας και το ΚΕΚ και το ΑΚΕΛ να ακολουθήσουν.


Ο Μακάριος

Η εκλογή του Μακαρίου Γ ως Αρχιεπισκόπου το 1950 και στη συνέχεια η έναρξη του αγώνα της ΕΟΚΑ, της οποίας επίσης ήταν ο πολιτικός ηγέτης, παραμέρισαν τους Κύπριους δεξιούς αστούς (και την Αριστερά) και επανέφεραν την κυπριακή Εκκλησία στην πρωτοκαθεδρία μέχρι και τον θάνατό του το 1977. Ο Θεμιστοκλής Δέρβης το 1959 εις μάτην ίδρυσε τη Δημοκρατική Ένωση αντιτασσόμενος στον Μακάριο, συμπορευόμενος στη συνέχεια με τον Ιωάννη Κληρίδη και το ΑΚΕΛ εναντίον του στις προεδρικές εκλογές του 1959. Ο έλεγχος των πάντων από τον Μακάριο αποκρυσταλλώθηκε το 1959-1960, όταν από το νέο Υπουργικό Συμβούλιο που διόρισε μετά τη Ζυρίχη απέκλεισε σχεδόν κάθε παραδοσιακό αστό και αριστερό.

 

Εν ολίγοις, ο Μακάριος κέρδισε κατά κράτος αφού πέρα από επικεφαλής της Εκκλησίας κατάφερε, αναρριχώμενος και στην προεδρία της χώρας, να εκφράσει πλήρως τη λαϊκή Δεξιά, με αιχμή του δόρατος τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ, τη ΣΕΚ, την ΟΧΕΝ και τα ΘΟΪ (Θρησκευτικά Ορθόδοξα Ιδρύματα) που σε μεγάλο βαθμό στάθηκαν στο πλευρό του. Με δύο ευκαιριακά δεξιά πολιτικά σχήματα, το ΕΔΜΑ, το καταστατικό του οποίου έγραψε στο πόδι ο Νίκος Κρανιδιώτης, και το Πατριωτικό Μέτωπο με ηγέτη τον Γλαύκο Κληρίδη κατάφερε να ελέγξει τόσο την προεδρία του νέου κυπριακού κράτους όσο και τη Βουλή κερδίζοντας τις 30 από τις 50 έδρες. Τα κόμματα αυτά τα επόμενα χρόνια εξαφανίστηκαν. Δεν χρειάστηκε καν να λειτουργήσουν αφού λόγω των Διακοινοτικών Ταραχών το 1963, οι προεδρικές και οι βουλευτικές επαναλήφθηκαν το 1968 και 1970 αντίστοιχα. Η παντοδυναμία του Αρχιεπισκόπου, ο απόλυτος έλεγχός του επί των μαζών δεν επέτρεψε τη λειτουργία κάποιων υγιών κομμάτων. Η συμπόρευση του ΑΚΕΛ στη συνέχεια με τον Αρχιεπίσκοπο στέρησε από τη χώρα τη δυνατότητα αντιπολίτευσης, την οποία μόνο το κόμμα της Αριστεράς, ως συγκροτημένο κόμμα, μπορούσε να ασκήσει.

 

Το ΔΕΚ

Επί ανεξαρτησίας, την παντοκρατορία του Αρχιεπισκόπου επιχείρησε να αμφισβητήσει το ΔΕΚ, ένα μικρό δεξιό κόμμα του Τάκη Ευδόκα που ιδρύθηκε τον Μάιο του 1968. Ο Τάκης Ευδόκας κατήλθε ως ανθυποψήφιος του Αρχιεπισκόπου εξασφαλίζοντας ένα ποσοστό 3,71% και αφού προπηλακίστηκε από τους φανατικούς δεξιούς και απολίτικους οπαδούς του Μακαρίου περιθωριοποιήθηκε.


Στην πορεία και ενόψει των βουλευτικών του 1970 με πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, που είχε δηλώσει ότι ευνοούσε την ίδρυση στην Κύπρο και άλλων πολιτικών κομμάτων πέραν του αριστερού κόμματος ΑΚΕΛ, κλήθηκαν κάποιοι ηγέτες να ιδρύσουν νέα κόμματα. Τα νέα κόμματα που ιδρύθηκαν ήσαν το Ενιαίον, η ΕΔΕΚ, το Προοδευτικόν Κόμμα και η Προοδευτική Παράταξις. Από τα 4 νέα κόμματα τα 3 ανήκαν στη Δεξιά.

 

Το ισχυρότερο από αυτά, το Ενιαίον Κόμμα, με ηγετική ομάδα τους Γλαύκο Κληρίδη, Πολύκαρπο Γιωρκάτζη και Τάσσο Παπαδόπουλο. Το Ενιαίον Κόμμα διεκδίκησε τις βουλευτικές εκλογές που έγιναν στις 5 Ιουλίου 1970 και ανεδείχθη το μεγαλύτερο πολιτικό κόμμα του νησιού. Εξασφάλισε τις 15 από τις 35 έδρες της Βουλής και ο αρχηγός του Γλαύκος Κληρίδης ανέλαβε ξανά την προεδρία του Σώματος. Κανένας δεν είχε αμφιβολίες ότι πίσω από το Ενιαίον τα νήματα κινούσε ο Μακάριος, παρά τη δυσφορία Κληρίδη. Ο Γιωρκάτζης που είχε διαχωρίσει τη σχέση του με τον Μακάριο δολοφονήθηκε λίγο αργότερα.

 

Ο ΔΗΣΥ

Η λειτουργία του Ενιαίου κλονίστηκε μετά το πραξικόπημα και την τουρκική στρατιωτική εισβολή του 1974, και συγκεκριμένα μετά τις κατηγορίες που διατυπώθηκαν κατά του Γλαύκου Κληρίδη ότι κατά τον 5ο γύρο των συνομιλιών στη Βιέννη για το Κυπριακό (Φεβρουάριος του 1976) είχε υπερβεί τις εντολές και οδηγίες που του είχαν δοθεί (ο Κληρίδης ήταν ταυτόχρονα, από το 1968, και εκπρόσωπος της ελληνοκυπριακής πλευράς στις διακοινοτικές συνομιλίες). Μετά τις κατηγορίες κατά του προσώπου του και των πολιτικών του χειρισμών, ο Κληρίδης παραιτήθηκε από τη θέση του εκπροσώπου στις διακοινοτικές συνομιλίες στις 7 Απριλίου 1976 και από τη θέση του προέδρου της Βουλής στις 16 Ιουλίου 1976.


Στο μεταξύ, είχαν προκηρυχθεί νέες βουλευτικές εκλογές για τον Σεπτέμβριο του 1976. Ενόψει των εκλογών αυτών, και επειδή το Ενιαίον Κόμμα αντιμετώπιζε πολλά εσωτερικά προβλήματα εξαιτίας των εξελίξεων που προκάλεσαν διαφωνίες και διχασμούς, ο Κληρίδης το διέλυσε και ίδρυσε, στις 11 Ιουλίου 1976, νέο πολιτικό κόμμα. Το νέο αυτό κόμμα έχει την ονομασία Δημοκρατικός Συναγερμός. Ο ΔΗΣΥ ήταν το πρώτο δεξιό κόμμα στην Κύπρο που κατάφερε να απογαλακτισθεί από την Εθναρχία εκπροσωπώντας -έστω και ασυνείδητα- κάποιες πολιτικές τάσεις που άρχισαν να διαμορφώνονται στην Κύπρο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν η απάντηση των αστών του ΚΕΚ που έμειναν έξω από τη μοιρασιά που έκανε ο Μακάριος μετά τη Ζυρίχη. Ήταν η αντίδραση των αστών που εκπροσωπούσε ο Ιωάννης Κληρίδης στην κηδεμόνευση από την Εκκλησία. Ήταν η ενσωμάτωση όλων των ατάκτων αντιμακαριακών μετά τη Ζυρίχη που είχαν αντιδράσει ιδρύοντας το ΔΕΚ, αργότερα το παράνομο Εθνικό Μέτωπο και στη συνέχεια πλαισίωσαν την ΕΟΚΑ Β'. Ήταν, τέλος, η απάντηση του ίδιου του Γλαύκου Κληρίδη ο οποίος βρισκόταν υπό την κηδεμονία του Μακαρίου από ιδρύσεως του ΠΑΜΕ το 1960 μέχρι και τη θυσία του στις συνομιλίες της Βιέννης το 1976 για να μπορέσει ο Αρχιεπίσκοπος να ελέγξει το εσωτερικό Μέτωπο.

 

Ο ΔΗΣΥ επισήμως ιδρύθηκε τον Ιούλιο του 1976, με τον Αρχιεπίσκοπο να επιχειρεί εκ των προτέρων να τον αποδυναμώσει. Στις 15 Μαΐου 1976 με εντολή του Μακαρίου και με κύριους μοχλούς διάφορους εκκλησιαστικούς ηγέτες, λειτούργησε με ηγέτη τον Σπύρο Κυπριανού το ΔΗΚΟ, το οποίο αρχικά ονομάστηκε Δημοκρατική Παράταξη.

 

Η παράδοση

ΔΗΣΥ και ΔΗΚΟ συνιστούν σήμερα τους κύριους πυλώνες της Δεξιάς ή της Κεντροδεξιάς στην Κύπρο. Το ΔΗΚΟ ως δημιούργημα της Εκκλησίας δεν κατάφερε ποτέ να ξεφύγει από κάποια πελατειακά στερεότυπα, ενώ σε ό,τι αφορά το εθνικό θέμα ακολουθεί σκληρή γραμμή στο Κυπριακό.  Ο ΔΗΣΥ επιχείρησε να φέρει συντεταγμένα την αλλαγή ως ένα φιλελεύθερο δεξιό κόμμα. Πότε δεν εξελίχθηκε σε ένα κλασικό συντηρητικό κόμμα χριστιανοδημοκρατικού τύπου της Δεξιάς, όπως πολλά ευρωπαϊκά κόμματα που βρίσκονται στην ομάδα του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος της ΕΕ στην οποία ανήκει. Μέχρι και τις Βουλευτικές του 2021 στεγάζει από Liberal σοσιαλιστές, νεοφιλελεύθερους αστούς, δεξιούς και ακροδεξιούς. Η οικονομική του πολιτική στην πράξη είναι κεντρώα ή ακόμα και σοσιαλδημοκρατική. Την τελευταία δεκαετία με τη συνεισφορά και της τρόικας κατάφερε να επιφέρει σοβαρές μεταρρυθμίσεις και αλλαγές. Με ηγέτες τους Γλαύκο Κληρίδη, Γιαννάκη Μάτση, Νίκο Αναστασιάδη και Αβέρωφ Νεοφύτου δημιούργησε πλέον τη δική του πολιτική παρα΄δοση αφού κατάφερε ως κόμμα εξουσίας να κατακτήσει μετά το 1974  τέσσερις φορές την προεδρία της Δημοκρατίας. Από το 1993 έως το 2003 με δύο θητείες του Γλαύκου Κληρίδη και από το 2013- 2023 με άλλες δύο θητείες του Νίκου Αναστασιάδη.

 

Δ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ 

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image