Ιωαννίδης Πολύκαρπος

Image

Γραμματέας της μητρόπολης Κυρηνείας, δημοσιογράφος και αγωνιστής με ποικίλη δραστηριότητα, που στόχο είχε την εξυπηρέτηση του ιδανικού της ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα. Γεννήθηκε στο χωριό Πύργος της Τηλλυρίας το 1903 και πέθανε το 1976. Αποφοίτησε από το Παγκύπριο Γυμνάσιο. Το 1931 υπήρξε στέλεχος της νεοϊδρυθείσης Εθνικής Ριζοσπαστικής Ενώσεως Κύπρου (ΕΡΕΚ) που όμως ανέστειλε τις δραστηριότητές της ύστερα από σύντομο χρονικό διάστημα, εξαιτίας των σκληρών δικτατορικών μέτρων που επέβαλαν οι Άγγλοι στην Κύπρο μετά την εξέγερση του Οκτωβρίου του 1931. Στην εξέγερση αυτή, τα γνωστά Οκτωβριανά, ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης είχε ενεργό ανάμειξη. Στη συνέχεια ανέλαβε αυξημένα καθήκοντα στη μητρόπολη Κυρηνείας μετά την εξορία (εξαιτίας ακριβώς των Οκτωβριανών) του μητροπολίτη Κυρηνείας Μακαρίου (αργότερα αρχιεπισκόπου Μακαρίου Β').

 

Στη δικτατορική αυτή περίοδο (Παλμεροκρατία) ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης δεν δίστασε να προπαγανδίζει φανερά υπέρ της ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα, με αποτέλεσμα να υποστεί πλείστες διώξεις. Το 1933 καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός μηνός για δημοσίευση άρθρων χωρίς άδεια των αρχών. Αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, εκτοπίστηκε στο χωριό Κελλάκι της επαρχίας Λεμεσού, όπου και κρατήθηκε για ένα περίπου χρόνο.

 

Τον Νοέμβριο του 1946 άρχισε να εκδίδει την εφημερίδα Ἐφημερίς , από τις στήλες της οποίας υποστήριζε με πολύ έντονο τρόπο την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και καταφερόταν βίαια εναντίον των Βρετανών αποικιοκρατών. Η Ἐφημερίς ήταν εβδομαδιαία και παρά τις αντιξοότητες επιβίωσε για 8 χρόνια. Ανέστειλε την έκδοσή της τον Ιούλιο του 1954, αφού κυκλοφόρησε 275 φύλλα. Η αναστολή της έκδοσής της οφειλόταν σε πρόθεση της κυβέρνησης να εισαγάγει ανελεύθερους νόμους.

 

Σημαντικό υπέρ της υποθέσεως της ενώσεως ρόλο, διαδραμάτισε ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης και κατά τη διαδικασία διεξαγωγής του ενωτικού δημοψηφίσματος του 1950. Τον ίδιο χρόνο καταδικάστηκε σε φυλάκιση 18 μηνών ενώ διετάχθη και η αναστολή της έκδοσης της εφημερίδας του, με την δικαιολογία ότι τα δημοσιεύματά του προκαλούσαν το μίσος κατά της αποικιακής κυβέρνησης της Κύπρου. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή, εξελέγη μέλος του Εθναρχικού Συμβουλίου Κύπρου, διατήρησε δε το αξίωμα αυτό μέχρι το 1955, οπότε απεχώρησε όταν οι ενωτικοί κύκλοι της μητρόπολης της Κερύνειας είχαν τις πρώτες διαφωνίες τους με τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ', σχετικά με τους χειρισμούς του Κυπριακού.

 

Ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης συνέχισε τη δραστηριότητά του υπέρ της ενώσεως της Κύπρου μέχρι και την εξορία του. Στις 9 Μαρτίου του 1956 συνελήφθη από τους Άγγλους κι εξορίστηκε στις Σεϋχέλλες, μαζί με τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο, τον μητροπολίτη Κυρηνείας Κυπριανό και τον παπά Σταύρο Παπαγαθαγγέλου.

 

Στην εξορία, ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος μαζί με τους δυο άλλους εκκλησιαστικούς ηγέτες και τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη, παρέμεινε 13 συνολικά μήνες. Μετά την απελευθέρωσή τους από τις Σεϋχέλλες, τους απαγορεύθηκε η επάνοδος στην Κύπρο και οι τέσσερις εξόριστοι πήγαν στην Αθήνα όπου τους επιφυλάχθηκε πρωτοφανής υποδοχή. Στην Αθήνα ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης παρέμεινε αναγκαστικά κατά το διάστημα 1957-1959 και στην ελληνική πρωτεύουσα ανέπτυξε και πάλι δημοσιογραφική δραστηριότητα, υποστηρίζοντας πάντα το ιδανικό της ενώσεως.

 

Μετά τη συνομολόγηση και υπογραφή των συμφωνιών Ζυρίχης και Λονδίνου, με τις οποίες η Κύπρος γινόταν ανεξάρτητο κράτος, μπόρεσε να επιστρέψει στην Κύπρο, νωρίς το 1959. Ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης και, γενικότερα, οι αδιάλλακτοι ενωτικοί κύκλοι της μητρόπολης της Κερύνειας με επικεφαλής τον μητροπολίτη Κυπριανό, αντιτάχθηκαν εξ αρχής στις συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου και, στη συνέχεια, τις καταπολέμησαν με συνέπεια. Προς τούτο ήλθαν σε ρήξη και με τον αρχιεπίσκοπο (και από το 1959 πρώτο πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας) Μακάριο και με το καθεστώς του. Εμμένοντας πεισματικά μέχρι το τέλος της ζωής του στο ιδανικό της ενώσεως της Κύπρου με την Ελλάδα, ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης άρχισε νέα και βίαιη αρθρογραφία, κυρίως από τις στήλες των εφημερίδων Ἐθνική και Πατρίς, από το 1959 και εξής. Η φλογερή αρθρογραφία του, που συχνά έφθανε τα όρια του λιβέλου, του στοίχισε και άλλες διώξεις στα χρόνια που ακολούθησαν, οι οποίες όμως ούτε την αγωνιστική του διάθεση έκαμψαν, ούτε το ιδανικό ή τις ιδέες του διαφοροποίησαν.

 

Όταν κατά την περίοδο του ένοπλου απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ (1955 -1959) τον οποίο και ο Ιωαννίδης συνέδραμε, ο Γρίβας - Διγενής και η Οργάνωση κήρυξαν εκστρατεία μποϊκοταρίσματος των αγγλικών προϊόντων και, μεταξύ άλλων, ζήτησαν από τον λαό να ντύνεται με κυπριακής κατασκευής υφάσματα και κυρίως με την αλατζιάν, ο Πολύκαρπος Ιωαννίδης άρχισε αμέσως να ντύνεται με το κυπριακό αυτό ύφασμα, πράγμα που συνέχισε να πράττει και μετά το τέλος του αγώνα, μέχρι και τον θάνατό του. Με τούτο ήθελε να δείχνει ότι για τον ίδιο ο αγώνας δεν είχε τερματιστεί οριστικά, αφού η ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα δεν είχε επιτευχθεί. Επειδή επέμενε να ντύνεται με το ύφασμα αυτό, έγινε παγκύπρια γνωστός και με το επίθετο Αλατζιάς ή και Αλατζιένος, το οποίο του είχαν χαρίσει οι πολλοί πολιτικοί αντίπαλοί του.

 

Αξιοπρόσεκτος είναι ο τρόπος που περιγράφει τον Πολύκαρπο Ιωαννίδη, στο βιβλίο του Ο Μακάριος στην Εξορία, ο λοχαγός Φίλιπ Λε Γκέιτ που ήταν ο υπεύθυνος για την φρούρηση των Κυπρίων εξόριστων στις Σεϋχέλλες: Ο κ. Πολύκαρπος Ιωαννίδης ήταν ο ιδεώδης γραμματέας για ανατρεπτικό κίνημα γιατί έβαζε όλη την καρδιά, τη ψυχή και το μυαλό του για την επιτυχία του. Γνώριζε αρκετά αγγλικά, αλλά αρνείτο να πει έστω και μια λέξη και είχα την αίσθηση ότι νόμιζε πως θα ήταν δυνατό να δώσει την εντύπωση ότι ανεχόταν τους Βρεττανούς αν μιλούσε τη γλώσσα τους... Ένας περίεργος άνθρωπος, με το χέρι πάντα σηκωμένο εναντίον της νομίμου κυβερνήσεως...