Καλοπαναγιώτης

Image

Χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, στη γεωγραφική περιφέρεια της Μαραθάσας, περί τα 60 χμ. νοτιοδυτικά της πρωτεύουσας.

 

Ο Καλοπαναγιώτης είναι κτισμένος στην κοιλάδα της Μαραθάσας, σε μέσο υψόμετρο 710 μέτρων. Ο ποταμός Σέτραχος, που δημιούργησε την κοιλάδα, ρέει στα ανατολικά του χωριού διαμελίζοντας το τοπίο του. Η κοιλάδα είναι βαθιά, στενή και οι πλαγιές της πέφτουν απότομα, σχεδόν κάθετα, πάνω στην κοίτη του ποταμού.

 

Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν τα σκληρά, ανθεκτικά πυριγενή πετρώματα, ιδιαίτερα οι λάβες, οι γάββροι, οι διαβάσες και οι γρανοφύρες. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν πυριτιούχα εδάφη και φαιοχώματα.

 

Η σχετικά ψηλή βροχόπτωση που δέχεται η κοιλάδα του χωριού, περί τα 650 χιλιοστόμετρα, το ομώνυμο φράγμα στα βόρεια του χωριού, και οι διάφορες πηγές που υπάρχουν στην περιοχή και που προμηθεύουν νερό ολόχρονα, βοήθησαν στην άρδευση σημαντικών εκτάσεων γης. Οι κύριες καλλιέργειες είναι τα αμπέλια (με οινοποιήσιμες και επιτραπέζιες ποικιλίες), τα φυλλοβόλα οπωροφόρα δέντρα (κυρίως μηλιές, αχλαδιές, κερασιές, βερικοκιές και αμυγδαλιές), λίγα εσπεριδοειδή (κυρίως πορτοκάλια και λεμόνια), ελιές και λίγα λαχανικά (κυρίως πατάτες και ντομάτες). Ωστόσο η μεγαλύτερη έκταση της περιοχής του χωριού είναι ακαλλιέργητη. Μέρος των δασών της Πάφου και του Τροόδους, στα βόρεια του χωριού, συνολικής έκτασης 1.336 εκταρίων (9.984 σκαλών) εμπίπτει στα διοικητικά όρια του χωριού. Η ψηλή βροχόπτωση που δέχονται τα δάση, επέτρεψε την ανάπτυξη μιας πλούσιας φυσικής βλάστησης από πεύκα, λεύκες, σκλήθρους, τρεμιθιές, αγριελιές, θυμάρι και λάδανο, καθώς και ποικιλία αγριολούλουδων.

 

Το εντυπωσιακό ορεινό ανάγλυφο της περιοχής επηρέασε το συγκοινωνιακό δίκτυο του χωριού, κάτι που είναι έκδηλο στους στενούς φιδίσιους δρόμους που οδηγούν στο χωριό. Στα βόρεια ο Καλοπαναγιώτης συνδέεται οδικά με το χωριό Οίκος (περί το 1 χμ.), στα βορειοδυτικά με το χωριό Γερακιές (περί τα 4 χμ.), και στα νότια με το χωριό Μουτουλλάς (περί το 1 χμ.) και μέσω του με τα ορεινά θέρετρα του Τροόδους.

 

Από το 1881 μέχρι σήμερα, ο Καλοπαναγιώτης εξακολουθεί σταθερά να είναι το δεύτερο μεγαλύτερο σε πληθυσμό χωριό της Μαραθάσας μετά το χωριό Πεδουλάς. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 488 
1891 524 
1901 631 
1911 811 
1921 767 
1931 900 
1946 1.099 
1960 920 
1973 738 
1976 1.031 
1982 579 
1992 328 
2001 287 
2011  263
2021 201

 

Μετά την τουρκική εισβολή του 1974 αρκετοί εκτοπισμένοι Ελληνοκύπριοι, κυρίως από την πεδιάδα της Μόρφου, εγκαταστάθηκαν στον Καλοπαναγιώτη και αύξησαν για μικρό χρονικό διάστημα τον πληθυσμό, χωρίς όμως να κρατηθούν στο χωριό μετά το 1976.

 

Τουριστική ανάπτυξη

Ο Καλοπαναγιώτης λόγω του δροσερού του κλίματος και του γραφικού του τοπίου, άρχισε να αναπτύσσεται τουριστικά. Ένας αρκετά μεγάλος αριθμός παραθεριστών, ιδιαίτερα από τη Λευκωσία, ενοικιάζει σπίτια ή μένει στα μικρά ξενοδοχεία του χωριού κατά τους θερινούς μήνες. Επίσης κοντά στο χωριό, στον δρόμο Λεύκας - Καλοπαναγιώτη, υπάρχουν εξοχικά κέντρα μέσα σε θαυμάσιο φυσικό περιβάλλον, τα οποία επισκέπτεται μεγάλος αριθμός εκδρομέων. Εξάλλου στο χωριό βρίσκονται ιαματικές πηγές που προσελκύουν αρκετούς ασθενείς για λουτροθεραπεία.

 

Οι κάτοικοι του χωριού στην προσπάθειά τους να αυξήσουν τα περιορισμένα εισοδήματά τους από τη γεωργία, επιδίδονται και σ' άλλες δραστηριότητες. Μερικοί ασχολούνται με τη συσκευασία σουτζ΄ούκκου και σησαμόπιττας καθώς και με την αποξήρανση φρούτων, ιδίως κερασιών, πάνω σε οικιακή βάση. Άλλοι περιέρχονται σαν πλανόδιοι μικροπωλητές τα διάφορα πανηγύρια σε όλη την Κύπρο και διαθέτουν προϊόντα της περιοχής.

 

Λαϊκή αρχιτεκτονική και εκκλησίες

Ο Καλοπαναγιώτης διατηρεί σε μεγάλο βαθμό την παραδοσιακή λαϊκή αρχιτεκτονική του. Τα σπίτια με τις τσίγκινες και κεραμιδένιες στέγες, οι κληματαριές στους αυλόγυρους, τα γραφικά ανώγια και μπαλκόνια, οι στενοί δρόμοι, αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της όλης εικόνας του χωριού, η οποία και πλαισιώνεται από το άφθονο πράσινο μιας πλούσιας βλάστησης.

 

Αρκετές εκκλησίες και ξωκλήσια υπάρχουν στον Καλοπαναγιώτη και στην περιοχή του. Η εκκλησία της Παναγίας είναι σύγχρονη και δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η εκκλησία της Αγίας Μαρίνας είναι κτίσμα του 19ου αιώνα. Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσίαζε το ξωκλήσι του Αγίου Ηλία (που ο Τζέφρυ θεωρεί ως αρκετά καλό δείγμα ξυλόστεγου ναού). Σήμερα δεν υπάρχει. Το μικρό ξωκλήσι του Προφήτη Ηλία, σε κορφή που δεσπόζει του χωριού, είναι σύγχρονο οικοδόμημα χωρίς ενδιαφέρον, που αντικατέστησε το παλαιό ξυλόστεγο ξωκλήσι. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν τα ξωκλήσια   του Αγίου Ανδρονίκου (μικρή ξυλόστεγη εκκλησία του 16ου αιώνα και του Αγίου Γεωργίου (μονόκλιτη ξυλόστεγη του 18ου αιώνα, στην οποία σώζεται αξιόλογη φορητή εικόνα του Χριστού, του 16ου αιώνα). Άλλη ενδιαφέρουσα εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον αρχάγγελο Μιχαήλ κι είναι κτίσμα του 18ου αιώνα (βρίσκεται σε κορφή κοντά στο χωριό). Κατάλοιπα τοιχογραφιών υπήρχαν και στην εκκλησία του Αγίου Κυριακού, η οποία κατεδαφίστηκε και από την οποία δεν σώζεται τίποτα πια.

 

Βλέπε λήμμα: Αγιος Ανδρόνικος

 

Ωστόσο το σπουδαιότερο μνημείο του Καλοπαναγιώτη είναι το φημισμένο μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Λαμπαδιστή στο οποίο βρίσκεται και ναός αφιερωμένος στον άγιο Ηρακλείδιο

 

Βλέπε λήμμα: Λαμπαδιστή Ιωάννη Αγίου μοναστήρι

 

Σε απόσταση 7 χμ. περίπου από το κέντρο του χωριού βρίσκονταν τα ερείπια εκκλησίας αφιερωμένης στην Παναγία ΘεοσκέπαστηΜολυβδοσκέπαστη) που ο Γκάννις υποστηρίζει ότι ήταν αρχικά λατινική. Ως λατινική εκκλησία την αναφέρει κι ο Αχιλλέας Αιμιλιανίδης (στο βιβλίο του Ο Τρουλλινός, 1924), αλλά σήμερα ούτε τα ερείπιά της σώζονται. Η εκκλησία αυτή πιστεύεται ότι βρισκόταν στην περιοχή όπου υφίστατο ο μεσαιωνικός οικισμός Τρουλλινός.

 

Ιστορικά στοιχεία 

Σύμφωνα προς την τοπική παράδοση, όταν οι Τούρκοι εισβολείς βάδισαν κατά μήκος της κοιλάδας της Μαραθάσας το 1570, αρκετά γυναικόπαιδα των Λατίνων είχαν καταφύγει στην εκκλησία αυτή για προστασία, ενώ οι άντρες παρατάχθηκαν για ν' αντιμετωπίσουν τους εισβολείς. Η σύγκρουση έγινε σε αρκετή απόσταση από την εκκλησία, στην τοποθεσία που είναι και σήμερα γνωστή με την ονομασία Ματζ΄ελειόν (το) επειδή οι Τούρκοι νίκησαν και μακέλλεψαν (=κατέσφαξαν) τους Φράγκους. Μέχρι σήμερα διηγούνται οι κάτοικοι της περιοχής ότι οι συκιές παράγουν εκεί κόκκινα σύκα από το αίμα των νικημένων που πότισε τις ρίζες τους!

 

Ο Καλοπαναγιώτης αναφέρεται από τον ντε Μας Λατρί ως βασιλικό κτήμα κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, ενώ κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας σημειώνεται ως Panagioti. To γεγονός όμως ότι το χωριό δεν βρίσκεται σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες, τουλάχιστον με τη σημερινή του ονομασία, ενισχύει την άποψη του Νέαρχου Κληρίδη ότι ο Καλοπαναγιώτης διαδέχθηκε δυο άλλα χωριά που βρίσκονταν στην περιοχή, τα χωριά Τρουλλινό και Μάραθο καθώς και μερικά άλλα που καταστράφηκαν από τους Τούρκους στα μέσα του 17ου αιώνα και που αρκετοί από τους κατοίκους τους σφαγιάστηκαν. Όσοι γλίτωσαν, ενίσχυσαν μικρό χωριό ή ίδρυσαν νέο χωριό, τον Καλοπαναγιώτη. Το χωριό Μάραθος είναι σημειωμένο σε παλαιούς χάρτες ως Marato, κι απ’ αυτό ονομάστηκε Μαραθάσα (Μυριανθούσα;) ολόκληρη η περιοχή.

 

Το χωριό μνημονεύεται επίσης σε δυο παλαιά χειρόγραφα, της περιόδου της Βενετοκρατίας. Στο ένα αναφέρεται μεταξύ των χωριών που ανήκαν διοικητικά στο διαμέρισμα της Πεντάγυιας ενώ στο δεύτερο αναφέρεται μεταξύ των χωριών που, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, ανήκαν στην περιοχή της Μαραθάσας η οποία αποτελούσε βασιλική ιδιοκτησία (Marath Real). To χωριό αναγράφεται ως Panagioti (= Παναγιώτης φαίνεται ότι το πρώτο συνθετικό — καλός—προσετέθη αργότερα).

 

Εφόσον η ύπαρξη του χωριού μαρτυρείται ήδη επαρκώς κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια, τότε δεν μπορεί να ευσταθεί η άποψη ότι ο Καλοπαναγιώτης ιδρύθηκε μετά την καταστροφή άλλων γειτονικών χωριών από τους Τούρκους. Τα χωριά Τρουλλινός, Μάραθος, Αρονιό, Μέσφιλον και άλλα ακόμη, αναφέρεται ότι υφίσταντο στην περιοχή. Κάτοικοί τους απλώς θα ενίσχυσαν τον Καλοπαναγιώτη, αλλά όχι και να τον ίδρυσαν λόγω καταστροφής των χωριών αυτών.

 

Για τον Καλοπαναγιώτη κάνει λόγο ο Ρώσος μοναχός Βασίλειος Μπάρσκυ που επισκέφθηκε το χωριό και το μοναστήρι του Ιωάννη Λαμπαδιστή το 1735. Μεταξύ άλλων, ο Μπάρσκυ γράφει ότι κοντά στο μοναστήρι βρίσκεται ένας λιθόκτιστος μύλος που αλέθει μέρα και νύκτα σιτηρά... κι ότι το μέρος αυτό [κοντά στο μοναστήρι] ήταν παλαιότερα γεμάτο με δάση αλλά οι μοναχοί έκοψαν τα δέντρα για να δημιουργήσουν εκτάσεις γι' αμπελοκαλλιέργειες... Αναφέρει ακόμη ο Ρώσος μοναχός ότι τότε υπήρχαν στον Καλοπαναγιώτη 10 ιερείς, προσθέτοντας ότι στη Μαραθάσα επικρατούσε η συνήθεια να χειροτονούνται πολλοί παπάδες, έστω κι αν δεν είχαν όλοι εκκλησίες κι ενορίες.

 

Ο νερόμυλος, τον οποίο αναφέρει ο Μπάρσκυ, υπάρχει ακόμη και σήμερα στην κοίτη του ποταμού, εγκαταλειμμένος. Κοντά βρίσκεται και η γνωστή θειούχα πηγή Φάραγγας.

 

Τοπική παράδοση συνδέει το χωριό Καλοπαναγιώτης με το χωριό Κακοπετριά, ως προς την ονομασία τους. Διηγούνται ότι οικιστές των δυο χωριών ήσαν δυο αδέλφια, ένας Πέτρος κι ένας Παναγιώτης, που κατέφυγαν στα βουνά σε ακαθόριστη εποχή. Επειδή ο πρώτος ήταν κακός, το χωριό που ίδρυσε ονομάστηκε Κακοπετριά. Αντίθετα ο δεύτερος, που ήταν καλός, ίδρυσε τον Καλοπαναγιώτη. Για μεν την ονομασία της Κακοπετριάς, βλέπε στο ανάλογο λήμμα. Για την ονομασία του Καλοπαναγιώτη όμως, δεν έχουμε εκλογή παρά να τη συσχετίσουμε με κάποιον Παναγιώτη.

 

Σε αρχαίες πηγές αναφέρεται το 45 μ.Χ., χωριό (ή πόλη) με την ονομασία Λαμπαδιστο  (Πράξεις Βαρνάβα, 16) στην οποία έφθασαν κατά την πρώτη αποστολική περιοδεία στην Κύπρο, οι Παύλος και Βαρνάβας. Επίσης στον Βίο του αγίου Ηρακλειδίου αναφέρεται χωρίον Λαμπαδιστο (Βίος Ἡρακλειδίου, 12.185). Δεν φαίνεται η πόλη αυτή (ή το χωριό) που προκύπτει από τις αναφορές ότι ήταν ορεινό, να συνδέεται άμεσα με την περιοχή του Καλοπαναγιώτη όπου υφίσταται το μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Λαμπαδιστή που φέρεται ότι καταγόταν από χωριό ονομαζόμενο Λαμπαδού που βρισκόταν στην τῶν Γαλατῶν ἐπαρχίαν, δηλαδή στην περιοχή του χωριού Γαλάτα, κατά την Ἀκολουθία του αγίου (Ἐνετίησιν, 1667,σ. 15). Ωστόσο η σχέση του αγίου με την περιοχή του Καλοπαναγιώτη είναι προφανής αφού εκεί υφίσταται το μοναστήρι, εξαιτίας του οποίου μάλλον δημιουργήθηκε αργότερα εκεί και το χωριό. Έτσι, μπορούμε να τοποθετήσουμε τον αρχικό σχηματισμό του χωριού, με επιφυλάξεις, στον 16ο αιώνα. Τον επόμενο αιώνα, το αρχικό μικρό χωριό μεγάλωσε με την καταφυγή εκεί των κατοίκων των χωριών Τρουλλινό και Μάραθος.

 

Ο Ιερώνυμος Περιστιάνης γράφει στη σχετική έρευνά του ότι στο χωριό λειτούργησε σχολείο γύρω στα 1850, με δάσκαλο τον Χατζηδημήτρη Παπασυμεού από τη Μικρά Ασία. Στο ιδιωτικό του σχολείο φοιτούσαν και παιδιά από τα χωριά Οίκος, Γερακιές και Μουτουλλάς. Στη συνέχεια δίδαξαν η ντόπια Χατζηθεοδοσία Χρ. Οικονομίδου (μαθήτρια της Σαπφούς Λεοντιάδου) κι ο επίσης χωριανός Χαράλαμπος Θεοφυλάκτου, αδελφός του ηγουμένου Κύκκου Σωφρονίου. Λίγα χρόνια πριν από την αγγλική κατοχή (1878) ιδρύθηκε κοινοτικό σχολείο στο οποίο δίδαξαν ο Γεώργιος Σαζεΐδης απόφοιτος του Σχολαρχείου Λευκωσίας, και ο Λεωνίδας Μαχλουζαρίδης που είχε φοιτήσει στη Θεολογική Σχολή Σταυρού στα Ιεροσόλυμα.

 

Παρόμοιες περίπου πληροφορίες δίνει και ο Λοΐζος Φιλίππου στη δική του έρευνα, προσθέτοντας ότι ο πρώτος δάσκαλος, ο Παπασυμεού, είχε κατά το 1850 περί τους 50 μαθητές.

 

Θα πρέπει όμως να δεχθούμε ότι στην περιοχή τα γράμματα θα πρέπει να διδάσκονταν ως κάποιο βαθμό και πιο πριν, στο γειτονικό μοναστήρι.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image
Image