Λατούρου

Image

Φέουδο που υφίστατο κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας και που παρέμεινε ως τσιφλίκι κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Το φέουδο φαίνεται ότι ανήκε αρχικά στην οικογένεια Λα Τουρ* (La Tour), απ' όπου προήλθε και η ονομασία Λατούρου. Άγνωστο πότε, το φέουδο αφαιρέθηκε από την οικογένεια Λα Τουρ. Πιθανώς μετά το 1310, όταν επέστρεψε από την εξορία ο βασιλιάς της Κύπρου Ερρίκος Β' (1285-1324), οπότε ίσως τιμωρήθηκε ο Ιωάννης Λα Τουρ που ήταν υποστηριτής του Αμωρύ, αδελφού του Ερρίκου τον οποίο κι είχε εκθρονίσει το 1306. Πάντως, το φέουδο αναφέρεται ότι είχε περιέλθει για ένα διάστημα στην κατοχή των Ναϊτών ιπποτών. Το 1313 όμως το τάγμα των Ναϊτών διαλύθηκε και ολόκληρη η τεράστια περιουσία του στην Κύπρο, περιλαμβανομένου και του φέουδου Λατούρου, περιήλθε στην κατοχή των Ιωαννιτών ιπποτών, κι εντάχθηκε στη Μεγάλη Κομμανταρία που είχε έδρα της το Κολόσσι.

 

Ο ιστορικός Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) επιβεβαιώνει γράφοντας ότι το φέουδο Λατούρου (Laturu) ήταν ιδιοκτησία πρώτα των Ναϊτών ιπποτών και υστερότερα των Ιωαννιτών ιπποτών.

 

Το Λατούρου βρισκόταν στην περιοχή του χωριού Μαζωτός, περί τα 3 χμ. προς τα νοτιοδυτικά, κοντά στη θάλασσα κι όχι μακριά από το άκρο Πετούντα. Ο οικισμός ήταν μικρός μάλλον, κι απ' αυτόν δεν έχουν απομείνει σήμερα παρά ελάχιστα ίχνη ερειπίων. Η περιοχή είναι σήμερα καλλιεργημένη με κήπους εσπεριδοειδών.

 

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας φαίνεται ότι το φέουδο είχε αρχικά κατασχεθεί από τους νέους κυρίαρχους που εκδίωξαν τους Βενετούς το 1570, κι είχε διατηρηθεί ως τσιφλίκι. Αργότερα τα κτήματα αγοράστηκαν από κατοίκους της περιοχής. Τελικά ο μικρός οικισμός εγκαταλείφθηκε και διαλύθηκε περί τα μέσα του 19ου αιώνα.

 

Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας το Λατούρου υπήρξε η σκηνή ενός περίεργου επεισοδίου που αναφέρεται από τον Νέαρχο Κληρίδη: Ένας Τούρκος που κατοικούσε στο τσιφλίκι κι αγαπούσε πολύ το κρασί, είδε μια μέρα δυο κρασοπούληδες από το Παλαιχώρι να περνούν από το διπλανό μονοπάτι. Έτρεξε και τους ζήτησε κρασί, που όμως δεν μπορούσε να πληρώσει επειδή ήταν απένταρος. Ο ένας από τους δυο κρασοπούληδες κτύπησε τότε τον Τούρκο στο κεφάλι με το ραβδί του, αλλά τόσο δυνατά ώστε τον σκότωσε. Ο ένοχος συνελήφθη αργότερα στον Μαζωτό κι οδηγήθηκε μαζί με τον σύντροφό του στον καδή της Λάρνακας για να δικαστεί. Εκεί πρόβαλε τη δικαιολογία ότι ο Τούρκος πέθανε από το κτύπημα, όχι γιατί το ραβδί ήταν βαρύ, αλλά επειδή εκείνος ήταν πολύ αδύνατος. Ο καδής διέταξε τότε ν' αφήσουν να πέσει το ραβδί στο πάτωμα της αίθουσας του δικαστηρίου. Έτσι έγινε, με αποτέλεσμα να σπάσουν δυο μάρμαρα. Ζύγισαν τότε το ραβδί και βρήκαν ότι ήταν 2 1/2 οκάδες, επειδή ήταν από ξύλο λατζ'ιάς. Ο κατηγορούμενος αποδείχτηκε ψεύτης και καταδικάστηκε να πληρώσει 70 ριάλια πρόστιμο.  Όταν έφυγαν, αυτός παραπονέθηκε στο σύντροφό του ότι αν πήγαιναν στην Αναφωτία από τον Μαζωτό κι όχι από το Λατούρου, δεν θα καταδικαζόταν για φόνο.

 

Η ιστοριούλα αυτή ερμηνεύει και τη γνωστή παροιμιακή φράση: Ελάλουν σου να πας του Μαζωτού, τζ' επήες του Λατούρου.