Μοσφιλωτή

Image

Αμιγές ελληνικό χωριό της επαρχίας Λάρνακας, περί τα 21 χιλιόμετρα δυτικά της πόλης της Λάρνακας.

 

Η Μοσφιλωτή είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 250 μέτρων, με τα βόρεια και δυτικά της σύνορα να αποτελούν μέρος των διοικητικών ορίων των επαρχιών Λευκωσίας - Λάρνακας. Στο τοπίο κυριαρχούν οι ήπιοι αποστρογγυλωμένοι λόφοι των λαβών, που πάνω τους φυτρώνουν αραιά πεύκα, θυμάρι και λάδανος. Στα νότια του οικισμού ρέει ένα μικρό ρυάκι, παραπόταμος του ποταμού Τρέμιθου, που διατηρεί νερό στην κοίτη του και τους ανοιξιάτικους ακόμη μήνες.

 

Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι λάβες του πυριγενούς συμπλέγματος του Τροόδους, πάνω στις οποίες αναπτύχθηκαν φαιοχώματα.

 

Η Μοσφιλωτή δέχεται μια μέση ετήσια βροχόπτωση περί τα 410 χιλιοστόμετρα. Στην περιοχή της καλλιεργείται μια μεγάλη ποικιλία λαχανικών που περιλαμβάνουν πατάτες, κραμπιά, καρπούζια, πεπόνια, τομάτες, αγγουράκια, κρεμμύδια, κολοκάσι, μαρούλια, μπάμιες, πιπέρια, λάχανα, μελιτζάνες και άλλα. Καλλιεργούνται επίσης οι ελιές, τα εσπεριδοειδή, τα όσπρια (λουβιά, κουκιά και ρεβίθια), τα σιτηρά (κυρίως κριθάρι), τα νομευτικά φυτά (βίκος και φαρράς), οι χαρουπιές, και λίγες συκιές, μεσπιλιές και χρυσομηλιές.

 

Η κτηνοτροφία είναι σχετικά ανεπτυγμένη.

 

Η Μοσφιλωτή εξυπηρετείται από ένα καλό οδικό δίκτυο. Βρίσκεται κοντά στον παλαιό (περί το 1 χμ.) και τον νέο δρόμο (περί το 1,5 χμ.) Λευκωσίας - Λεμεσού που τη συνδέουν με τα δυο μεγάλα αστικά κέντρα. Συνδέεται στα δυτικά με το χωριό Σιά (περί τα 3,5 χμ.), και στα ανατολικά με το χωριό Αγία Άννα (περί τα 5,5 χμ.) και μέσω του με την πόλη της Λάρνακας. Συνδέεται επίσης στα βορειοανατολικά με το χωριό Λύμπια (περί τα 7 χμ.).

 

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 162 
1891 161 
1901 178 
1911 200 
1921 169 
1931 195 
1946 292 
1960 353 
1973 511 
1976 591 
1982 803 
1992 950 
2001 1.110 
2011 1.365
2021 1.470

 

Η μεγάλη πληθυσμιακή αύξηση που σημειώθηκε στο χωριό μετά το 1976 οφείλεται στην εγκατάσταση μεγάλου αριθμού Ελληνοκυπρίων προσφύγων. Σε δυο περιοχές του χωριού δημιουργήθηκαν συνοικισμοί αυτοστέγασης προσφύγων.

 

Ο αρχικός πυρήνας του χωριού είναι πυκνοδομημένος, τα δε σπίτια διατηρούν σε μεγάλο βαθμό στοιχεία της παραδοσιακής λαϊκής αρχιτεκτονικής. Σταδιακά ο οικισμός εγκατέλειψε τον αρχικό του πυρήνα και εξαπλώθηκε κατά μήκος του κύριου ασφαλτόστρωτου δρόμου που τον διασχίζει.

 

Το χωριό υφίστατο από τα Μεσαιωνικά χρόνια. Σύμφωνα δε και προς τοπική παράδοση που αναφέρει ο Νέαρχος Κληρίδης, το χωριό ιδρύθηκε γύρω από μοναστήρι που υφίστατο στην περιοχή του, το μοναστήρι της Αγίας Θέκλας που είχε ιδρυθεί μαζί με το κοντινό Σταυροβούνι από την αγία Ελένη τον 4ο μ.Χ. αιώνα. Η παράδοση λέγει μάλιστα ότι ο αρχικός ναός του μοναστηριού (που διαλύθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα, δηλαδή κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας), είναι η σημερινή εκκλησία του χωριού.

 

Ωστόσο το μικρό μοναστήρι της Αγίας Θέκλας βρίσκεται λίγο έξω από το χωριό, προς τα νοτιοδυτικά του. Η εκκλησία του μοναστηριού είναι κτίσμα του 1741. Κάτω απ’ αυτήν υπάρχει αγίασμα που ρέει μέσα από σήραγγα για κάποια απόσταση. Ο ασβέστης που σχηματίζεται με τη ροή του νερού πάνω στα τοιχώματα της σήραγγας θεωρείται φάρμακο για τα σπυριά.

 

Η εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στην αγία Παρασκευή (αν και σε παλαιότερες πηγές αναφέρεται ως αφιερωμένη στην αγία Μαρίνα). Ο R. Gunnis (1935) αναφέρει ότι σ’ αυτήν είχε δει ωραία εικόνα της Παναγίας του 16ου αιώνα, καθώς και άλλη του αγίου Τρύφωνος του 1684.

 

Εάν πράγματι το χωριό σχηματίστηκε γύρω ή κοντά σε μοναστήρι, το γεγονός αυτό θα πρέπει να τοποθετηθεί στα Βυζαντινά χρόνια. Κατά τις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Βενετοκρατίας το χωριό ήταν φέουδο, δεν γνωρίζουμε όμως σε ποια οικογένεια ευγενών ανήκε. Σε παλαιούς χάρτες βρίσκεται σημειωμένο ως Mesfolot ή και Mesfelot.

 

Ο ιστορικός Φλώριος Βουστρώνιος (16ος αιώνας) μνημονεύει το χωριό ως φέουδο κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, γράφοντάς το ακριβώς ως Mosfiloti. Γράφει συγκεκριμένα ότι το 1461, όταν ο βασιλιάς της Κύπρου Ιάκωβος Β΄ θέλησε να στρατεύσει στην υπηρεσία του τον Σικελό Μούτζιο ντε Κωνστάντζο, του παραχώρησε τόσο τη Μοσφιλωτή όσο και αρκετά άλλα χωριά. Ο ντε Κωνστάντζο είχε αναλάβει τότε το αξίωμα του ναυάρχου της Κύπρου.

 

Η ονομασία του χωριού (όπως κι εκείνη του χωριού Μοσφιλερή) είναι φυτώνυμη, από το δέντρο μοσφιλιά* (Crataegus azarolus). Υποδηλώνει δε τοποθεσία γεμάτη από τέτοια δέντρα. Είναι αξιοσημείωτο ότι το χρησιμοποιούμενο μέχρι σήμερα στην Κύπρο όνομα της μοσφιλιάς είναι αρχαίο ελληνικό.

Φώτο Γκάλερι

Image