Παλληκαρίδης Ευαγόρας

Image

Ένας από τους γνωστότερους ήρωες του κυπριακού απελευθερωτικού αγώνα του 1955-1959. Γεννήθηκε στο χωριό Τσάδα της επαρχίας Πάφου στις 27 Φεβρουαρίου 1938 και θανατώθηκε με απαγχονισμό από τους Άγγλους, δεκαεννιά χρόνων, στις 14 Μαρτίου 1957.

 

Ο πατέρας του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, Μιλτιάδης Θεοδώρου Παλληκαράς, καταγόταν από το χωριό Λάρνακας της Λαπήθου και η μητέρα του Αφροδίτη Παπαδανιήλ από τη Τσάδα. Η μητέρα του πέθανε το 1970 και ο πατέρας του το 1972. Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης ήταν το τέταρτο παιδί στην οικογένειά του. Συγγενής του — δεύτερος εξάδελφός του — ήταν και ο Στέλιος Μαυρομμάτης, που είχε την ίδια τύχη με τον ήρωα, να απαγχονισθεί λίγους μήνες πριν από τον Παλληκαρίδη.

 

Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα έζησε στη Τσάδα, όπου φοίτησε μέχρι την πέμπτη τάξη του δημοτικού σχολείου. Υπερηφανευόταν για το όνομά του, το οποίο, όπως έγραψε σε ένα κείμενό του, ήταν το ίδιο με του αρχαίου Κυπρίου βασιλιά της Σαλαμίνος, καθώς και για έναν προπάππο του, από τον Λάρνακα της Λαπήθου, που είχε διακριθεί για την υπερφυσική μυϊκή του δύναμη.

 

Το 1949 οι γονείς του μετακινήθηκαν στο Κτήμα, όπου ο Παλληκαρίδης φοίτησε στην έκτη τάξη του δημοτικού σχολείου και στη συνέχεια στο γυμνάσιο. Μερικά περιστατικά από τη ζωή του στο γυμνάσιο είναι ενδεικτικά του χαρακτήρα του: Στο σεισμό του 1953 έσωσε με αυτοθυσία τη γιαγιά του μέσα από το γκρεμισμένο σπίτι της. Αναγνωρισμένος αθλητής του σχολείου στο στίβο, στην καλαθόσφαιρα και στο ποδόσφαιρο, θέλησε να υπερασπισθεί το εθνικό γόητρο καλώντας σε μονομαχία ένα συνομήλικό του τουρκάκι, που εθεωρείτο το πρωτοπαλλήκαρο στο τουρκικό σχολείο. Η πάλη έγινε δημόσια, στο γυμναστήριο, και ο Ευαγόρας επιβλήθηκε ικανοποιώντας και το φιλότιμό του και τις προσδοκίες των συμμαθητών και των φίλων του.

 

Στιχουργός 

Η ευχέρειά του να γράφει στίχους τον έκαμε γνωστό σ’ όλο το σχολείο ως ποιητή. Σε ποικιλία ρυθμών και μέτρων έγραψε κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο γυμνάσιο περισσότερα από 500 ποιήματα, πατριωτικά, λυρικά, θρησκευτικά, ερωτικά, σατιρικά, επιγράμματα, μαζί με δεκάδες σελίδες πεζών κειμένων και επιστολών, σε λογοτεχνικό ύφος, προς συμμαθητές και συμμαθήτριές του. Τα ποιήματά του τα χαρακτηρίζουν ο ρομαντικός ρεμβασμός, η ερωτική τρυφερότητα, η συγκρατημένη μελαγχολία, η αισιόδοξη κατάφαση της ζωής, ο ευρύτερος στοχασμός, το χιούμορ, η σάτιρα, ο εθνικός ενθουσιασμός.

 

Τη μαθητική ζωή του Ευαγόρα Παλληκαρίδη διέκοψε απότομα η ένταξή του στις ανταρτικές ομάδες της ΕΟΚΑ. Η συμμετοχή του όμως στον απελευθερωτικό αγώνα της Κύπρου είχε αρχίσει πολύ πιο πριν.

 

ΕΟΚΑ 

Η πρώτη αγωνιστική πράξη του Ευαγόρα Παλληκαρίδη ήταν η τολμηρή του ενέργεια να κατεβάσει την αγγλική σημαία από τα προπύλαια του Ιακωβείου σταδίου της Πάφου στις 2 Ιουνίου 1953, ημέρα της στέψης της βασίλισσας της Αγγλίας. Η ενέργεια αυτή του Παλληκαρίδη αποτέλεσε τον σπινθήρα των μαχητικών διαδηλώσεων που ματαίωσαν τους εορτασμούς οι οποίοι είχαν οργανωθεί από τους Άγγλους στην Πάφο. Ταυτόχρονα η πράξη του αυτή έκαμε και τον ίδιο να συνειδητοποιήσει βαθύτερα την πραγματικότητα της σκλαβιάς της πατρίδας του και το χρέος του απέναντι σ' αυτήν. Η μύηση του Ευαγόρα Παλληκαρίδη στην ΕΟΚΑ έγινε το 1954. Από τότε μέχρι την επίσημη έναρξη του αγώνα, ο Παλληκαρίδης εργάστηκε έντονα για την προπαρασκευή του με την προσωπική του εκπαίδευση και την οργάνωση ομάδων. Στο τέλος του Ιανουαρίου του 1955 γινόταν στην Πάφο η δίκη όσων είχαν συλληφθεί σχετικά με την υπόθεση του πλοιαρίου «Άγιος Γεώργιος» που τροφοδοτούσε με πολεμικό υλικό τον ετοιμαζόμενο αγώνα. Οι μαθητές του Γυμνασίου, με έναν από τους πρωταγωνιστές τον Παλληκαρίδη, οργάνωσαν μαχητική διαδήλωση και πέτυχαν να αποσπάσουν για λίγο από τα χέρια της αστυνομίας τους υπόδικους. Ο Παλληκαρίδης, μαζί με άλλους, οδηγήθηκε αργότερα στο δικαστήριο για το επεισόδιο αυτό και καταδικάστηκε σε πρόστιμο. Τον Ιούνιο του 1955 πήρε μέρος στις ανατινάξεις κυβερνητικών κτιρίων της Πάφου που έγιναν από μαχητικές ομάδες της ΕΟΚΑ. Το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου πήρε μέρος στην εκδρομή των μαθητών της πέμπτης τάξης του σχολείου του στην Ελλάδα. Η εκδρομή αυτή έγινε γι’ αυτόν πηγή εθνικού αναβαπτίσματος και μαζί έμπνευσης για ένα αριθμό πατριδολατρικών ποιημάτων και πεζών κειμένων.

 

Με την έναρξη του νέου σχολικού έτους 1955-1956, κατά το οποίο ο Παλληκαρίδης ήταν τελειόφοιτος, οι υποψίες των αγγλικών υπηρεσιών γι’ αυτόν και για άλλους συμμαθητές του εντάθηκαν και ένα επεισόδιο υπήρξε καθοριστικό για το μέλλον του. Στις 17 Νοεμβρίου, ενώ πήγαινε στο σχολείο, είδε δύο Άγγλους στρατιώτες να κακοποιούν ένα συμμαθητή του. Όρμησε αμέσως εναντίον τους και πέτυχε να τον ελευθερώσει και να φθάσουν μαζί στο σχολείο, όπου ήδη οι υπόλοιποι μαθητές ετοιμάζονταν για κάποια διαδήλωση. Το μεσημέρι της ίδιας μέρας συνελήφθη και του απαγγέλθηκε κατηγορία για συμμετοχή σε οχλαγωγία. Η δίκη του ορίστηκε για τις 6 Δεκεμβρίου 1955 και αφέθηκε ελεύθερος.

 

Την παραμονή της δίκης του ο Ευαγόρας  Παλληκαρίδης  ανακοίνωσε  στον πατέρα του ότι δεν σκόπευε να εμφανιστεί στο δικαστήριο γιατί, κι αν ακόμη δεν καταδικαζόταν, θα τον έκλειναν στα κρατητήρια. Είχε πάρει την απόφασή του να ανεβεί στο βουνό. Αποχαιρέτησε τον πατέρα του και εγκατέλειψε για πάντα το σπίτι του. Ήθελε όμως να αποχαιρετήσει και τους συμμαθητές του που, επειδή ήταν απόγευμα, δεν βρίσκονταν στο σχολείο. Έτσι έπρεπε να τους αφήσει έναν γραπτό αποχαιρετισμό. Πηγαίνοντας στο σχολείο του, το ίδιο εκείνο απόγευμα, τον άφησε στην έδρα της τάξης του. Το πρωί της άλλης ημέρας οι πρώτοι συμμαθητές του βρήκαν στην έδρα ένα χαρτί με στίχους. Ήταν το ποίημά του με τον τίτλο «Ἐγερτήριον Σάλπισμα», πιο γνωστό με τον τίτλο «Θά πάρω μιάν ἀνηφοριά», που άρχιζε με τους στίχους:

 

Θα πάρω μιαν ανηφοριά,

θα πάρω μονοπάτια

να βρω τα σκαλοπάτια

που παν στη Λευτεριά...

 

Ένας από τους συμμαθητές του κράτησε το ποίημα και το παρουσίασε για πρώτη φορά δημοσίως, ύστερα από δεκαπέντε μήνες, απαγγέλλοντάς το στο μνημόσυνο του ήρωα την ίδια μέρα του απαγχονισμού του. Την επομένη δημοσιεύθηκε και στις κυπριακές εφημερίδες.

 

Ο Παλληκαρίδης έμεινε στο βουνό ένα χρόνο. Κατά τη διάρκειά του έλαβε μέρος σε πολλές επιχειρήσεις, από τις οποίες οι πιο σημαντικές ήσαν οι επιθέσεις στη στρατιωτική βάση του Πωμού και στους αστυνομικούς σταθμούς Στρουμπιού και Παναγιάς και οι ενέδρες στο μεταλλείο Κινούσας, στη Λυσό και στη Τσάδα. Για την ανταρτική του δράση επικηρύχθηκε από τους Αγγλους για το πολύ μεγάλο για την εποχή ποσό των 5.000 λιρών. Κατά τη διάρκεια της ανταρτικής ζωής του έγραψε αρκετά ποιήματα εμπνευσμένα από τη ζωή στο βουνό και από άλλα γεγονότα του απελευθερωτικού αγώνα.

 

Βίντεο: 

Ο Μάριος Τόκας μελοποιεί ποίημα του Παλληκαρίδη

 

Στις 18 Δεκεμβρίου του 1956, κατά τη διάρκεια νυχτερινής πορείας και μεταφοράς προμηθειών, η ανταρτική ομάδα του Ευαγόρα Παλληκαρίδη έπεσε σε ενέδρα Άγγλων στρατιωτών κοντά στο χωριό Λυσός. Τέσσερα μέλη της, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος, συνελήφθησαν. Μολονότι μετεφέρθη στο Κτήμα την επομένη, 19 Δεκεμβρίου, στους συγγενείς του επετράπη να τον δουν μόλις ύστερα από δέκα μέρες, για να διαπιστώσουν ότι είχε υποβληθεί σε μακρά κακοποίηση και βασανιστήρια.

 

Καταδίκη  

Στις 5 Ιανουαρίου του 1957, στο επαρχιακό δικαστήριο Πάφου, του απαγγέλθηκε κατηγορία για μεταφορά οπλοπολυβόλου και πυρομαχικών και μεταφέρθηκε στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας. Ύστερα από ένα μήνα περίπου, στις 14 Φεβρουαρίου, παραπέμφθηκε στο ανώτερο ειδικό δικαστήριο που είχε εγκαθιδρυθεί από τους Άγγλους για την εκδίκαση υποθέσεων σχετικών με τον απελευθερωτικό αγώνα. Η δίκη του κράτησε μέχρι τις 25 του ίδιου μήνα, όταν το δικαστήριο εξέδωσε την απόφασή του, με την οποία ο Παλληκαρίδης καταδικάστηκε σε θάνατο. Πριν από την έκδοση της απόφασης ο Άγγλος δικαστής τον ρώτησε αν είχε να δηλώσει κάτι. Ο Παλληκαρίδης απάντησε: «Γνωρίζω ότι θα μου επιβάλετε την ποινή του θανάτου. Εκείνο όμως το οποίο έχω να είπω είναι τούτο: Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος, όστις ζητεί την Ελευθερίαν του. Τίποτε άλλο».

 

Κατά την τελευταία επίσκεψη των δικών του στη φυλακή, δυο μέρες πριν από τον απαγχονισμό του, ο Παλληκαρίδης προσπαθούσε να τους εμψυχώσει και τους αποχαιρέτησε δηλώνοντας ότι ορκίστηκε να πεθάνει για την πατρίδα του και τήρησε τον όρκο του. Ζήτησε δε να του φέρουν από την Πάφο τον σταυρό του που φορούσε στο βουνό και ο οποίος, μετά τη σύλληψή του, είχε δοθεί στους γονείς του. Καθ' όλη τη διάρκεια της κράτησής του στο κελί των μελλοθανάτων έδειξε καρτερία, ψυχραιμία και ευψυχία, διάβαζε την Αγία Γραφή και έγραφε επιστολές και ποιήματα.

 

Από την ημέρα της καταδίκης του ως την ημέρα του απαγχονισμού του αναλήφθηκε παγκόσμια σταυροφορία για τη σωτηρία του, προσέκρουσε όμως στην αγγλική ακαμψία. Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης απαγχονίστηκε την Πέμπτη 14 Μαρτίου του 1957, δεκαεφτά λεπτά μετά τα μεσάνυχτα και τάφηκε στον περίβολο των Κεντρικών Φυλακών, όπου είχαν ταφεί και όσοι απαγχονίστηκαν πριν απ' αυτόν καθώς και άλλοι ήρωες του απελευθερωτικού αγώνα.

 

Ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης υπήρξε ο τελευταίος και ο νεαρότερος από τους εννιά απαγχονισθέντες κατά τον αγώνα του 1955-1959. Ο θάνατός του προκάλεσε παγκόσμια συγκίνηση. Πολλά από τα ποιήματά του έχουν γίνει πολύ γνωστά και απαγγέλλονται συχνά σε εθνικούς εορτασμούς, αρκετά δε έχουν μελοποιηθεί από διάφορους συνθέτες (Αχ. Λυμπουρίδη, Σ. Ξυναρίδη, Κλεοπ. Φοινιέως-Κοτσώνη, Ανδρ. Χαραλάμπους, Δημ. Λάγιο, Σωτ. Καραγιώργη και άλλους). Πολλοί επίσης έγραψαν ποιήματα ή πεζά κείμενα, συγκινημένοι από τη θυσία του (Λ. Μαλένης, Παντ. Τρωγάδης, Χλόη Αχαϊκού, Φώτης Βαρέλης, Κ. Ν. Κωνσταντινίδης, Γεώργιος Χατζηγεωργιάδης, Στρατής Μυριβήλης, Παπαντώνιος Ερωτοκρίτου, Νίκη Λαδάκη-Φιλίππου, Αγγελική Σμυρλή και άλλοι). Αναλυτική παρουσίαση της ζωής και ανθολόγηση του λογοτεχνικού έργου του βρίσκεται στο βιβλίο του Γεώργιου  Χατζηκωστή Ευαγόρας Παλληκαρίδης, ο ήρωας και ο ποιητής (πρώτη έκδοση 1965, τρίτη έκδοση 1984).

 

Γ. ΧΑΤΖΗΚΩΣΤΗΣ

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image
Image