Παναγιά Πάνω

Image

Χωριό της επαρχίας Πάφου, περί τα 33 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της πόλης της Πάφου. Είναι το δεύτερο μεγαλύτερο σε διοικητική έκταση χωριό της επαρχίας Πάφου (5.370 εκτάρια) μετά το χωριό Λυσός (9.526).

 

Η Παναγιά είναι κτισμένη σε μέσο υψόμετρο 850 μέτρων, με τα ανατολικά της σύνορα να αποτελούν μέρος των διοικητικών ορίων των επαρχιών Λευκωσίας-Πάφου. Το ανάγλυφο στην περιοχή της είναι τραχύ και βουνίσιο με απότομες πλαγιές. Το τοπίο είναι διαμελισμένο από πολλά μικρά ρυάκια που αποτελούν παρακλάδια των ποταμών Έζουσα και Ξερός. Περί τα δυο χιλιόμετρα νότια του οικισμού το υψόμετρο φθάνει τα 1.143 μέτρα (κορφή Παναγία) ενώ στα βόρειά του σύνορα φθάνει τα 1.362 μέτρα (κορφή Τρίπυλος). Η Παναγιά είναι το ψηλότερο χωριό της επαρχίας Πάφου.

 

Από γεωλογικής απόψεως, στη διοικητική έκταση του χωριού κυριαρχούν οι διαβάσες και οι λάβες του Οφιολιθικού Συμπλέγματος του Τροόδους, οι αποθέσεις του σχηματισμού Λευκάρων (κρητίδες, μάργες και κερατόλιθοι), οι υφαλογενείς ασβεστόλιθοι του σχηματισμού Τέρρα και οι άργιλλοι του σχηματισμού Μονής. Πάνω στα πετρώματα αυτά αναπτύχθηκαν πυριτιούχα εδάφη, φαιοχώματα και ασβεστούχα εδάφη.

 

Η Παναγιά δέχεται μια ψηλή μέση ετήσια βροχόπτωση που φθάνει τα 743 χιλιοστόμετρα (μέσος όρος περιόδου 1951-1980). Η μεγαλύτερη έκταση του χωριού, στα βόρεια του οικισμού, καταλαμβάνεται από το κρατικό δάσος της Πάφου. Η έκταση της κρατικής δασικής γης ανέρχεται στα 4.090 εκτάρια περίπου, δηλαδή αντιπροσωπεύει το 76% της ολικής διοικητικής έκτασης του χωριού. Στην υπόλοιπη ιδιωτική γη της Παναγιάς (1.280 εκτάρια) η κυριότερη καλλιέργεια είναι τα αμπέλια οινοποιησίμων ποικιλιών που η έκτασή τους ανερχόταν το 1985 στα 330 εκτάρια. Καλλιεργούνται επίσης διάφορα είδη φρουτοδέντρων (κυρίως μηλιές, κερασιές, αχλαδιές και δαμασκηνιές), τα όσπρια (κουκιά και φασόλια), εσπεριδοειδή, οι αμυγδαλιές, οι ελιές, καθώς και λίγα νομευτικά φυτά, λαχανικά, σιτηρά, καρυδιές, χαλεπιανές και χαρουπιές. Υπάρχουν επίσης αρκετές ιδιωτικές εκτάσεις γης, που παραμένουν ακαλλιέργητες και καταλαμβάνονται από ποικίλη φυσική βλάστηση.

 

Η οδική σύνδεση της Παναγιάς με τα γύρω χωριά γίνεται με ελικοειδείς δρόμους, εξαιτίας του απότομου ανάγλυφου της περιοχής. Στα δυτικά συνδέεται με το χωριό Ασπρογιά (περί τα 3,5 χμ.) και στα νοτιοδυτικά με το χωριό Στατός- Άγιος Φώτιος (περί τα 5 χμ.). Συνδέεται επίσης, με σκυρόστρωτους δρόμους, στα βόρεια με τον εκδρομικό χώρο Αγυιά (περί τα 12 χμ.) και τον Σταυρό της Ψώκας (περί τα 20 χμ.), καθώς και στα βορειοανατολικά με το μοναστήρι του Κύκκου (περί τα 30 χμ.) και τη μαγευτική κοιλάδα των Κέδρων (περί τα 18 χμ.).

 

Ο εκδρομικός χώρος της Αγυιάς, που βρίσκεται μέσα στα διοικητικά όρια του χωριού, είναι δυναμικότητας 200 ατόμων αλλά λόγω σημαντικής απόστασης από τα αστικά κέντρα της Κύπρου δεν είναι πολυσύχναστος.

 

Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, οι πλήρεις απογραφές πληθυσμού έχουν ως ακολούθως:

 

Χρονολογία Κάτοικοι
1881 462 
1891 4019 
1901 536 
1911 574 
1921 662 
1931 662 
1946 988 
1960 1.047 
1973 1.019 
1976 1.062 
1982 833 
1992 680 
2001 564 
2011 481
2021 392

 

Στις απογραφές πληθυσμού από το 1946 και μετά, στον πληθυσμό της Παναγιάς συμπεριλαμβάνονταν και οι ένοικοι του μοναστηριού της Χρυσορροϊάτισσας που περιλαμβάνεται στα διοικητικά της όρια και βρίσκεται δίπλα στο χωριό.

 

Σε επίσημους χάρτες και σε άλλες καταγραφές το χωριό ανευρίσκεται ως Πάνω Παναγιά, αν και δεν υπάρχει χωριό Κάτω Παναγιά (συνεπώς ο χαρακτηρισμός του ως Πάνω αποτελεί πλεονασμό και, πέρα από τις επίσημες καταγραφές, δεν χρησιμοποιείται). Παλαιότερα υφίστατο και άλλος μικρός οικισμός, με την ονομασία Κάτω Παναγιά, κτισμένος στην ανατολική όχθη του ποταμού της Έζουσας στην επαρχία Πάφου επίσης, αλλά αυτός εγκαταλείφθηκε κατά τη δεκαετία του 1930 και δεν υφίσταται πλέον. Ο εγκαταλειμμένος αυτός οικισμός δεν σχετίζεται με την (Πάνω) Παναγιά από την οποία απέχει πολύ. Το διακριτικό Κάτω και Πάνω δίνεται συνήθως σε διπλανούς/δίδυμους οικισμούς. Έτσι, για την (Πάνω) Παναγιά διασώζεται πράγματι παράδοση ότι σε παλαιότερες εποχές υφίστατο κοντά και χαμηλότερα κι άλλο χωριό που ονομαζόταν επίσης (Κάτω) Παναγιά και που καταστράφηκε από καθιζήσεις ή, σύμφωνα προς άλλες πληροφορίες, από σεισμό. Ο σεισμός ίσως προκάλεσε την κατολίσθηση, που ίχνη της είναι ακόμη και σήμερα ορατά στον κοντινό Κρεμμόν του Κούκου, στα νότια του σημερινού οικισμού.

 

Ο Νέαρχος Κληρίδης γράφει ότι ο παλαιός οικισμός της Παναγιάς αντικαταστάθηκε από νεότερο όταν καταστράφηκε από τις καθιζήσεις. Ο νεότερος οικισμός κτίστηκε ψηλότερα από τον παλαιό, γι' αυτό και πήρε τον χαρακτηρισμό Πάνω. Φαίνεται όμως πιθανότερο ότι για κάποιο διάστημα οι δυο οικισμοί υφίσταντο μαζί και κοντά, μέχρι που ο παλαιότερος (Κάτω Παναγιά) εγκαταλείφθηκε οριστικά.

 

Στην περιοχή της Παναγιάς υφίστατο, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, φέουδο (έπαυλη) με την ονομασία Casa Nostra Donna (δηλαδή της Παναγίας). Ο ντε Μας Λατρί δίνει την πληροφορία ότι η έπαυλη Nostra Donna υπαγόταν στο διαμέρισμα (bailliage) της Αλεξανδρέττας.

 

Ο Ν. Κληρίδης αναφέρει ότι στο χωριό Κάτω Παναγιά υπήρχαν πολλοί υλοτόμοι που ασχολούνταν με την εκκοπή και κατεργασία δασικών δέντρων. Γι’ αυτό και σώζεται στην περιοχή το τοπωνύμιο «Πελεκανιάκα».

 

Είναι προφανές ότι το χωριό πήρε την ονομασία του από την Παναγία, που τιμάται ιδιαίτερα στην περιοχή. Εξάλλου αφιερωμένο στην Παναγία είναι και το γειτονικό προς το χωριό μοναστήρι της Παναγίας Χρυσορροϊάτισσας. Στο μοναστήρι αυτό φοιτούσαν, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, τα παιδιά τόσο από την Παναγιά όσο κι από την γύρω περιοχή. Στο μοναστήρι λειτούργησε σχολείο περίπου από το 1827, σ' αυτό δε διδάσκονταν τα «εκκλησιαστικά γράμματα» και μουσική. Κοινοτικό σχολείο λειτούργησε στην Παναγιά μετά την έναρξη της αγγλικής κατοχής (περίπου από το 1880 κ.ε.). Το 1978 λειτούργησε και γυμνάσιο.

 

Κατά τον Άντρο Παυλίδη, η ονομασία του χωριού πιθανώς να είναι αρχαία ελληνική, από τη λέξη αγυιά (=δρόμος, οδός), οπότε (Π)άνω Αγυιά – Παναγιά.

 

Το χωριό είχε διάφορες υπηρεσίες από τις αρχές του 20ού αιώνα (όπως αστυνομικό σταθμό από το 1905).

 

Η κύρια εκκλησία του χωριού είναι αφιερωμένη στον άγιο Γεώργιο και κτίστηκε το 1929-1932 αντικαθιστώντας μικρή και ενδιαφέρουσα παλαιά εκκλησία αφιερωμένη στον ίδιο άγιο, που δυστυχώς κατεδαφίστηκε. Στα βορειοανατολικά του χωριού υπάρχει μικρό ξυλόστεγο ξωκκλήσι αφιερωμένο στην Παναγία Ελεούσα.

 

Υπάρχουν επίσης: το παρεκκλήσι του Προφήτη Ηλία, στα νότια του χωριού (περί τα 2 χμ.), ο Άγιος Γεώργιος των Εμνών (12 χμ. περίπου προς τα βόρεια) που ανοικοδομήθηκε κατά τα τελευταία χρόνια, καθώς και πολλά άλλα παρεκκλήσια γύρω από το χωριό που τα περισσότερα έχουν ερειπωθεί. Αναφέρουμε τα παρεκκλήσια της Αγίας Μαύρης, του Αγίου Κυριακού, του Αγίου Επιφανίου, του Αγίου Θεοδώρου, του Αγίου Ιωάννη, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, του Αγίου Ανδρονίκου κ.α. Επίσης άλλα δυο ξωκκλήσια αφιερωμένα στην Παναγία, εκείνα της Σαρκός και της Καρυώτισσας. Φυσικά στην Παναγία είναι αφιερωμένα τα δυο μοναστήρια στα βόρεια και στα νότια του χωριού (Κύκκου και Χρυσορροϊάτισσας). Ιδιαίτερα το μοναστήρι της Χρυσορροϊάτισσας, πολύ κοντά στην Παναγιά, είχε και έχει επιδράσεις επί του χωριού και της περιοχής ολόκληρης. Μια από τις επιδράσεις αυτές ήταν και το γεγονός ότι αρκετοί κληρικοί της Ορθόδοξης Εκκλησίας κατάγονται από την Παναγιά. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος ο πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, ο αρχιεπίσκοπος Τιβεριάδος Ανατόλιος Γεωργιάδης, ο ηγούμενος του μοναστηριού του Αγίου Νεοφύτου Αλέξιος Γεωργιάδης κ.α.

 

Η Παναγιά τίμησε το σημαντικότερο τέκνο της, τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο Γ', με άγαλμά του που στήθηκε στο χωριό. Επίσης συντηρήθηκε το σπίτι στο οποίο γεννήθηκε, που είναι σήμερα μικρό μουσείο. Εξ άλλου στη μνήμη του αρχιεπισκόπου Μακαρίου είναι αφιερωμένο και το Πολιτιστικό Κέντρο Μακαρίου που ιδρύθηκε στο χωριό τον Οκτώβριο του 1984.

 

Από την Παναγιά καταγόταν και ο ήρωας του απελευθερωτικού αγώνα του 1955-1959 Χαράλαμπος Μούσκος.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια

Φώτο Γκάλερι

Image
Image
Image