Σπένσερ Ιωσίας Rev Josiah Spencer

Image

Άγγλος ιερέας, ο οποίος καταγόταν από το Norwich της Ανατολικής Αγγλίας και που ήρθε στην Κύπρο από την πρώτη χρονιά της αγγλικής κατοχής (1878). Ο Σπένσερ ήλθε στην Κύπρο ως  απεσταλμένος της Εταιρείας για τη Διάδοση του Ευαγγελίου (Society for the Propagation of the Gospel). Ευθύς εξαρχής έδειξε ενδιαφέρον για την κυπριακή εκπαίδευση, τόσο την ελληνική όσο και τη μουσουλμανική, που βρίσκονταν και οι δυο — και περισσότερο η δεύτερη — σε αρκετά οπισθοδρομική κατάσταση.

 

Ο Σπένσερ την άνοιξη του 1880 πήρε εντολή από τον ύπατο αρμοστή της Κύπρου Ρ. Μπίνταλφ (Sir Robert Biddulph) να επισκεφθεί τα σχολεία των πόλεων και της υπαίθρου και να του υποβάλει έκθεση για τη λειτουργία τους. Η έκθεση εκείνη του Σπένσερ, που δημοσιεύτηκε την επόμενη χρονιά (Α.Ρ. LXV (1881) [C. 2930]) έδινε μια πολύ ενδιαφέρουσα και χρήσιμη εικόνα της κυπριακής εκπαίδευσης, όπως παρουσιαζόταν κατά τη μεταβατική περίοδο από την Οθωμανοκρατία  στην Αγγλοκρατία. Η κατάσταση της παιδείας ήταν αρκετά απογοητευτική εξαιτίας της έλλειψης ικανοποιητικού αριθμού σχολείων, προσοντούχου διδακτικού προσωπικού, σχολικών κτιρίων, ικανοποιητικών πόρων, διδακτικών μέσων κλπ. Σύμφωνα με την έκθεση του Σπένσερ λειτουργούσαν, κατά το 1880, 76 ελληνικά σχολεία, από τα οποία τα 4 ήταν παρθεναγωγεία, με 1.071 μαθητές και 426 μαθήτριες και 64 μουσουλμανικά σχολεία. Ο Σπένσερ εισηγείτο αύξηση και επέκταση της κυβερνητικής χορηγίας — που μέχρι τότε ήταν £400 και που δίνονταν κάθε χρόνο από την εποχή της Τουρκοκρατίας μόνο στα μουσουλμανικά σχολεία — ώστε να καλύπτει και τα ελληνικά σχολεία.

 

Βλέπε Κρατικό Αρχείο

Αναφορές στον Σπένσερ 

 

Μια άλλη εισήγηση όμως του Σπένσερ, την οποία επικροτούσαν τόσο ο Μπίνταλφ όσο και ο διοικητής Λάρνακας Κόπχαμ (C.D.Cobham) και που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις μεταξύ των Ελλήνων ήταν ότι έπρεπε να εισαχθεί η διδασκαλία της αγγλικής γλώσσας στα δημοτικά σχολεία, σ' αντικατάσταση των δυο γλωσσών των κατοίκων του νησιού, της ελληνικής και της τουρκικής. Η εισήγηση αυτή θεωρήθηκε σαν προσβλητική για την ελληνική γλώσσα και ενίσχυσε τις υποψίες ότι ο Αγγλικανός ιερέας, τον οποίο η κυβέρνηση της Κύπρου είχε προσλάβει από τις 3 Δεκεμβρίου 1880 στην κυβερνητική υπηρεσία με τον τίτλο του διευθυντή της Παιδείας (director of Education), είχε συγκαλυμμένο σκοπό τον σταδιακό αφελληνισμό και προσηλυτισμό των Ελληνοπαίδων. Τις αντιδράσεις αυτές των Κυπρίων καθησύχασε ο υπουργός των Αποικιών Κίμπερλυ — υπουργός της υπό τον φιλέλληνα φιλελεύθερο πρωθυπουργό Γλάδστωνα κυβερνήσεως — ο οποίος δήλωσε ότι θεωρούσε άσκοπο να γίνει προσπάθεια υποκατάστασης των δύο παλαιών γλωσσών του νησιού από την αγγλική και ότι, λαμβάνοντας υπόψη την πρόοδο που είχε επιτελέσει η σύγχρονη Ελλάδα στην παιδεία, είχε τη βεβαιότητα ότι «η ελληνική γλώσσα, που είναι η γλώσσα της πλειοψηφίας των κατοίκων της Κύπρου, θεωρούμενη σαν μέσον εκπαιδεύσεως, παρέχει άφθονα μέσα όχι μόνο για μια συνηθισμένη εκπαίδευση, αλλά και για την επίτευξη υψηλού βαθμού καλλιέργειας». Η αλλαγή επίσης του τίτλου του Σπένσερ από διευθυντή Παιδείας σε επόπτη ή επιθεωρητή των Σχολείων (inspector of Schools) απέβλεπε στο να καθησυχάσει την κοινή γνώμη στην Κύπρο μετά τη δημοσίευση της έκθεσης του Σπένσερ και της αλληλογραφίας μεταξύ Μπίνταλφ και υπουργείου Αποικιών σχετικά με τη γλώσσα της παιδείας στην Κύπρο.

 

Σαν επόπτης των σχολείων ο Σπένσερ, ο οποίος από τότε έγινε προσεκτικότερος ώστε να μη προκαλεί αντιδράσεις, εργάστηκε συστηματικά — μέσα στα όρια των περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων της αγγλικής διοίκησης — για την οργάνωση και ανάπτυξη της παιδείας στην Κύπρο, η οποία πάντως στηριζόταν όχι τόσο στη μικρή κυβερνητική επιχορήγηση, όσο στην ιδιωτική πρωτοβουλία και εθελοντικές εισφορές των κατοίκων.

 

Την επιθυμία του για διάδοση της αγγλικής παιδείας και γλώσσας ο Σπένσερ υλοποίησε με την ίδρυση από τον πρώτο κιόλας χρόνο της παραμονής του στην Κύπρο Αγγλικής Σχολής, στην οποία φοιτούσαν αρκετά παιδιά ευπόρων οικογενειών Ελλήνων και Μουσουλμάνων, που διέβλεπαν τη σημασία της εκμάθησης της αγγλικής γλώσσας σαν χρήσιμου προσόντος για σταδιοδρομία στη νέα αγγλική διοίκηση του νησιού.

 

Μια ακόμη, η τελευταία, απόπειρα προώθησης της αγγλικής γλώσσας στα δημοτικά σχολεία έγινε από τον Σπένσερ στις 23 Ιουνίου1890 με την ενθάρρυνση του ύπατου αρμοστή Sir Haynes Smith. O Σπένσερ με εγκύκλιό του υποσχόταν στους δασκάλους ότι όσοι θα αποκτούσαν πιστοποιητικό εκμάθησης της αγγλικής — την οποία θα μπορούσαν μάλιστα να διδαχτούν δωρεάν στην αγγλική σχολή που είχε ιδρύσει ο ίδιος — και που θα δίδασκαν την αγγλική στα σχολεία τους, θα έπαιρναν από την κυβέρνηση επίδομα 10% πάνω στον μισθό τους.  Ένας μόνο ή δυο δάσκαλοι ανταποκρίθηκαν σ' αυτή την προσπάθεια της αγγλικής διοίκησης.

 

Κατά τη διάρκεια της 20χρονης θητείας του Σπένσερ στην κυπριακή εκπαίδευση ιδρύθηκαν δυο Εκπαιδευτικά Συμβούλια (Boards of Education), ένα για τα ελληνικά και ένα για τα μουσουλμανικά σχολεία, και ψηφίστηκαν ορισμένοι νόμοι που απέβλεπαν στη βελτίωση της παρεχόμενης παιδείας. Με την ιδιωτική πρωτοβουλία και τη μικρή κυβερνητική χορηγία κατά το τέλος της υπηρεσίας του Σπένσερ, που διακόπηκε με τον θάνατό του τον Δεκέμβριο του 1900 στο Λονδίνο όπου είχε μεταβεί για θεραπεία, λειτουργούσαν στην Κύπρο 264 ελληνικά σχολεία, μεταξύ των οποίων και ένα γυμνάσιο, το Παγκύπριο, από το 1893, στα οποία φοιτούσαν 11.882 μαθητές και 3.591 μαθήτριες, 3 αρμενικά σχολεία, 2  μαρωνιτικά σχολεία και 144 μουσουλμανικά σχολεία με 3.608 μαθητές και 1.427 μαθήτριες.

 

Μετά τον θάνατο του Σπένσερ διορίστηκε στη θέση του σαν επόπτης των Σχολείων ο επίσης Άγγλος κληρικός Νιούχαμ (Canon F. D. Newham). Στον διορισμό του αντέδρασαν από κοινού και Έλληνες και Μουσουλμάνοι, διότι δεν ήθελαν να έχουν επικεφαλής της παιδείας τους  Άγγλο κληρικό, αλλά αντιστοίχως έναν  Έλληνα και ένα Μουσουλμάνο επόπτη.