Αχμέτ Αράπ

Image

Αραβικής καταγωγής Οθωμανός διοικητής της Ρόδου, προστατευόμενος του μεγάλου βεζίρη της Οθωμανικής αυτοκρατορίας Μεχμέτ Σόκολλη ή Σοκόλοβιτζ πασά, ο οποίος τον προήγαγε από χαμηλές θέσεις σταδιακά σε μπεηλέρμπεη. Κατά την έναρξη της εκστρατείας εναντίον της Κύπρου ήταν μπεηλέρμπεης της Ρόδου και μετείχε σ' αυτήν ως διοικητής μοίρας στόλου. Όταν ο Μάρκος Αντώνιος Κουιρίνι πέτυχε να μεταφέρει ενισχύσεις στους πολιορκούμενους Αμμοχωστιανούς στις 26 Ιανουαρίου 1571, αντιμετώπισε τον Αράπ Αχμέτ, που διοικούσε στολίσκο στο λιμάνι της Κωνστάντζας, και του βύθισε μια γαλέρα, υπέστη όμως επίθεση από οχυρό που είχε κτίσει ο Αράπ Αχμέτ στο στόμιο του λιμενίσκου. Ο Μαρκαντώνιος Βραγαδίνος απέτρεψε τον Κουιρίνι από του να καταστρέψει τον στολίσκο του Αχμέτ για να μπορέσει να αποβιβάσει τα εφόδια στην πόλη χωρίς κινδύνους, όπως και έγινε. Στη θέση αυτή στην Κωνστάντζα βρίσκουμε τον Αράπ Αχμέτ ήδη από τα τέλη του Ιουλίου 1570, οπότε και λόγω επιθέσεως του Αστόρρε Βαγλιόνε από την Αμμόχωστο κατά του πεζικού των πολιορκητών της, αυτός νόμισε ότι είχαν φθάσει ενισχύσεις και φοβήθηκε για λίγο.

 

Στις 15 Μαΐου 1571 όταν ο Αλή πασάς με 80 γαλέες έφθασε κοντά στην Αμμόχωστο (στους «Κήπους» της) και έφυγε για άλλη αποστολή, ισχυρή μοίρα υπό τον Αράπ Αχμέτ έμεινε στην Κύπρο για να την «προστατεύει» και να φροντίζει για την ενίσχυση της άμυνας και τη μεταφορά εφοδίων.

 

Στην τελευταία φάση της τραγωδίας της πολιορκημένης Αμμοχώστου, μετά την παράδοση των πολιορκουμένων (1 Αυγούστου 1571), ο Αράπ Αχμέτ αναφέρεται ότι κατά τις πρώτες συζητήσεις του Μαρκαντώνιου Βραγαδίνου με τον αρχιστράτηγο Λαλά Μουσταφά (5 Αυγούστου 1571), επρόκειτο να αναλάβει με 20 γαλέες (ή, σύμφωνα με άλλους, 11 πλοία) την μεταφορά των Βενετών, Ελλήνων, Αλβανών και άλλων υπερασπιστών της πόλης εκτός Κύπρου, αλλά δήλωσε ότι φοβόταν να εμπιστευθεί ταξίδι ως την Κρήτη. Η επιβίβαση αρκετών στα πλοία είχε συντελεσθεί, όταν ο Λαλά Μουσταφά άλλαξε ξαφνικά στάση έναντι στον Βραγαδίνο και ζητούσε όμηρο ως εγγύηση για την επιστροφή των δανεικών πλοίων. Όταν ο Βραγαδίνος αρνήθηκε κι άρχισε το γνωστό μαρτύριό του και οι σφαγές των Χριστιανών στην πόλη και στα πλοία, ο αντικαταστάτης του Βραγαδίνου Λαυρέντιος Τιέπολο ήταν ήδη φυλακισμένος στη γαλέρα του Αράπ Αχμέτ που τον παρέδωσε να περιαχθεί στους δρόμους για βασανισμό μαζί με τον Μανώλη Σπηλιώτη, καπετάνιο των Αλβανών στρατιωτών.

 

Όταν στις 8 Αυγούστου ο Λαλά Μουσταφά μπήκε «θριαμβευτής» στην λεηλατημένη πια Αμμόχωστο, ο Βραγαδίνος μισοπεθαμένος, καταπονημένος από τις φριχτές αγγαρείες και τις πληγές στ' αυτιά και στη μύτη, μετεφέρθη στη γαλέρα του Αράπ Αχμέτ, όπου δέθηκε σε καρέκλα και υψώθηκε για να τον δει ο «λαός» στο λιμάνι. Ο Αχμέτ τον λοιδορούσε λέγοντάς του: Δες, μπορείς να διακρίνεις τον στόλο σου; Δες, μεγάλε Χριστιανέ, αν μπορείς να διακρίνεις βοήθεια να καταφθάνει στην Αμμόχωστο. Μετά μισή ώρα στη μαρτυρική αυτή στάση ο Βραγαδίνος με ύβρεις και χτυπήματα μεταφέρθηκε στη ξηρά, στην κεντρική πλατεία της πόλης, όπου και τον έγδαραν ζωντανό.

 

Στα 1578 βρίσκουμε τον Αράπ Αχμέτ μπεηλέρμπεη της Κύπρου να δολοφονείται (29 Μαρτίου) από τους δούλους του σε συνεργασία με τους γενίτσαρους φρουρούς του νησιού λόγω των καταπιεστικών του ενεργειών, της απάνθρωπης συμπεριφοράς του και της απροθυμίας του να καταβάλει τους μισθούς των. Οι ταραχές συνεχίστηκαν και μετά τη δολοφονία του, διότι ο διάδοχός του, που ήλθε λίγο αργότερα, είχε εντολή να εξολοθρεύσει όλους τους γενίτσαρους, γι' αυτό και οι τελευταίοι έσφαξαν και αυτόν και την ακολουθία του σε τεμένη, και αναπέτασαν χριστιανικές σημαίες εναντίον των Τούρκων!

 

Κατά τις 2 Ιουλίου 1578 ο γιος του Αράπ Αχμέτ εμφανίζεται να συνδιοικεί με τον Καγιά τζελεπή στόλο στην Κάρυστο. Είχε πλεύσει εκεί από την Κύπρο, όπου και οι δυο είχαν απωθηθεί στη θάλασσα από τους γενίτσαρους. Στο σχετικό έγγραφο (ισπανικό, της 3ης Ιουλίου 1578) ο Αράπ Αχμέτ αναφέρεται ως διοικητής Αμμοχώστου, πράγμα που πιθανώς σημαίνει ότι, όντας διοικητής της Κύπρου, έδρευε πιο πολύ στην Αμμόχωστο λόγω της ναυτικής του ιδιότητας. Σ' άλλο έγγραφο, πάλι ισπανικό, της 6ης Αυγούστου 1578, κάποιος Μουράτ αγάς αναφέρεται ότι με 15 γαλέρες ήλθε στην Κύπρο για να διενεργήσει ανακρίσεις σχετικά με το θάνατο του Αραπαμάτ πασά.

 

Ο Αράπ Αχμέτ πιθανό να συνδέεται με το ομώνυμο τέμενος, στη Λευκωσία.