Κύπριος ασκητής του τέλους του 11ου αιώνα, τον οποίο η παράδοση θέλει ως θεμελιωτή του μοναστηριού της Παναγίας του Κύκκου, που ιδρύθηκε από το Βυζαντινό δούκα της Κύπρου Μανουήλ Βουτουμίτη* στα βουνά του Κύκκου, σε τοποθεσία που, προφανέστατα, εξυπηρετούσε και στρατηγικά σχέδια των Βυζαντινών στο νησί.
Η παράδοση συσχετίζει τον ασκητή Ησαΐα όχι μόνο με τον δούκα Βουτουμίτη και την ίδρυση του μοναστηριού του Κύκκου, αλλά και με τον ίδιο τον Βυζαντινό αυτοκράτορα Αλέξιο Α' Κομνηνό*, με την Κωνσταντινούπολη, πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, καθώς και με τη μεταφορά στην Κύπρο της περίφημης και θαυματουργής εικόνας της Παναγίας του Κύκκου που θεωρείται ως μια από εκείνες που είχε ζωγραφίσει ο ίδιος ο απόστολος Λουκάς. Έτσι, η παράδοση αυτή εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο σχέσεων της Κύπρου με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, και μάλιστα συνδέει το νησί άμεσα με την ίδια την Κωνσταντινούπολη με ένα είδος σχέσεως θρησκευτικής αλλά και συναισθηματικής, δηλαδή ιδιαίτερα στενής. Η παράδοση αυτή υφίστατο ήδη από το τέλος της Βυζαντινής περιόδου της ιστορίας της Κύπρου και διασώζεται από το μεσαιωνικό χρονογράφο Λεόντιο Μαχαιρά στο Χρονικόν του (παρ. 37, έκδοση «Φιλόκυπρος», 1982). Την ίδια παράδοση επαναλαμβάνουν ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός στην Ἱστορία Χρονολογική τῆς Νήσου Κύπρου, ο Εφραίμ ο Αθηναίος στην Περιγραφή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κύκκου και άλλοι νεότεροι μελετητές. Η όλη διήγηση δεν τεκμηριώνεται ιστορικά αν και σχετίζεται με ιστορικά πρόσωπα, αλλά παραμένει σαν μια από τις σημαντικές εκκλησιαστικές παραδόσεις του νησιού. Έχει δε ως εξής (με βάση τη διήγηση του Λεοντίου Μαχαιρά):
Ο Ησαΐας ζούσε ως ερημίτης στα βουνά του Κύκκου, το τέλος του 11ου αιώνα. Κάποια μέρα ο δούκας Μανουήλ Βουτουμίτης (εστάλη στην Κύπρο από τον Αλέξιο Κομνηνό για να καταστείλει το κίνημα του Ραψομάτη το 1092) πήγε στα βουνά εκείνα για κυνήγι και εκεί συνάντησε τον ερημίτη. Επειδή ο Ησαΐας, που δεν εντυπωσιαζόταν από τους τίτλους και τους άρχοντες, αντιμετώπισε τον δούκα με αδιαφορία, ο τελευταίος τον κτύπησε. Λίγο αργότερα όμως, ο Βουτουμίτης αρρώστησε βαριά από κάποια ασθένεια που λέγεται ληθαργία και είδε όνειρο που τον διέτασσε να επιστρέψει στα βουνά του Κύκκου, να βρει πάλι τον Ησαΐα και να ζητήσει συγχώρεση προκειμένου να θεραπευθεί, πράγμα που έπραξε. Στο μεταξύ, η Παναγία παρουσιάστηκε στον ερημίτη και τον παρότρυνε να ζητήσει από το δούκα να φέρει στην Κύπρο την θαυματουργή της εικόνα που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, στο παλάτι του αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού. Ο Ησαΐας ζήτησε πράγματι από τον Βουτουμίτη να φέρει την εικόνα στην Κύπρο, κι ο τελευταίος, παρά το ότι θεωρούσε σχεδόν αδύνατο κάτι τέτοιο, αναγκάστηκε να υποσχεθεί ότι θα προσπαθούσε.
Όταν λίγο αργότερα ο δούκας επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, έμαθε ότι η κόρη του αυτοκράτορα ήταν για καιρό άρρωστη με την ασθένεια που είχε κι ο ίδιος περάσει στην Κύπρο, κι ότι οι γιατροί δεν μπορούσαν να τη βοηθήσουν. Παρουσιάστηκε τότε στον αυτοκράτορα και διηγήθηκε το περιστατικό της δικής του ασθένειας και θεραπείας με τη βοήθεια του ασκητή Ησαΐα. Ο αυτοκράτορας έστειλε αμέσως καράβι στην Κύπρο για να μεταφέρει τον ασκητή στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί, μόλις ο Ησαΐας άγγιξε με το χέρι του την άρρωστη, εκείνη θεραπεύθηκε. Τότε ο αυτοκράτορας θέλησε να προσφέρει πλούσια δώρα στον Ησαΐα, όμως εκείνος του ζήτησε την θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου. Ο Κομνηνός, με μεγάλη του λύπη, έδωσε την εικόνα στον ασκητή, που τη μετέφερε στην Κύπρο. Σύμφωνα προς άλλη εκδοχή, ο αυτοκράτορας αρχικά αρνήθηκε να δώσει την εικόνα, με αποτέλεσμα να προσβληθεί και ο ίδιος από την ασθένεια, οπότε αναγκάστηκε πλέον να την στείλει στην Κύπρο με τιμές, προκειμένου να θεραπευθεί. Μαζί με την αγία εικόνα, ο Αλέξιος Κομνηνός έστειλε και χρήματα και άλλη βοήθεια, για να κτιστεί το μοναστήρι της Παναγίας του Κύκκου, στο οποίο τοποθετήθηκε και η τόσο πολύτιμη εικόνα της Θεοτόκου.
Σύμφωνα προς τη διήγηση του Εφραίμ του Αθηναίου, ο Ησαΐας επέστρεψε στην Κύπρο μετά τη θεραπεία της κόρης του αυτοκράτορα, κι άρχισε να κτίζει το μοναστήρι, αναμένοντας και τη μελλοντική άφιξη της αγίας εικόνας, σύμφωνα προς την υπόσχεση του αυτοκράτορα. Ο Κομνηνός όμως διέταξε να ζωγραφίσουν μια άλλη παρόμοια εικόνα που θέλησε να την στείλει στην Κύπρο, κρατώντας ο ίδιος την πρωτότυπη, οπότε εμφανίστηκε στο όνειρο του η Παναγία που τον διέταξε να κρατήσει ο ίδιος το αντίγραφο και να στείλει στο νησί την αυθεντική εικόνα, πράγμα που έπραξε. Κατά την ίδια εκδοχή, την αγία εικόνα συνόδευσε στην Κύπρο ο Μανουήλ Βουτουμίτης. Όταν το πλοίο έφθασε, παρέλαβε την εικόνα ο Ησαΐας που τη μετέφερε στον Κύκκο. Καθ' οδόν, τα πεύκα του δάσους «γονάτιζαν» μπροστά στη θαυματουργή εικόνα, λυγίζοντας προς τη γη τις κορφές τους.
Ο ασκητής Ησαΐας θεωρείται και ο συγγραφέας του πρώτου Τυπικού του μοναστηριού του Κύκκου, δηλαδή των κανόνων που διέπουν τη ζωή των εις αυτό μοναχών.