Λάρνακα

Περιγραφή της πόλης από τον Ιωάννη Κοτοβίκο 1598

Image

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ - ΣΚΑΛΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΛΛΑΝΔΟ ΙΩΑΝΝΗ ΚΟΤΟΒΙΚΟ ΤΟ 1598

 

...Από το Κομμέρτσιο (Commercio) προχωρήσαμε με τα πόδια στην Άρνικα (Arnica)..., περί το ένα μίλι από την παραλία. Ενώ περπατούσαμε, στ’ αριστερά μας συναντήσαμε μιαν αρχαία εκκλησία με στέγη από στρογγυλούς θόλους. Στην ανατολική πλευρά υπήρχαν μερικές καλύβες για τη χρήση των ταξιδιωτών, βολικές για εκείνους που αποβιβάζονται από τα καράβια. Τούρκοι κι άλλοι που έρχονται εδώ για δουλειά, περνούν τη νύκτα μέσα σ’ αυτές τις καλύβες. Οι Minorites [αδελφοί Minor, Φραγκισκανοί] της Άρνικα, πριν από λίγα χρόνια αγόρασαν από τους Τούρκους ένα παρεκκλήσι στ’ αριστερά του Βήματος για χώρο ταφής. Έτσι, αν τύχει ναύτης από κανένα καράβι να πεθάνει, τον θάβουν σ’ αυτό το μέρος, το οποίο βρίσκεται σε μικρή απόσταση από την παραλία, όπου κάνουν τη νεκρώσιμη ακολουθία κατά το ρωμαϊκό [καθολικό] δόγμα. Από την εκκλησία του Αγίου Λαζάρου ως την Arnica ή Arnicum δεν βλέπαμε παρά ερείπια, πεδινό έδαφος γεμάτο καππάρι και γενικά εγκαταλειμμένα χωράφια. Ότι η πόλη ήταν κάποτε σημαντική και πολύ μεγάλη, μαρτυρείται από τα κατάλοιπα των δημοσίων κτιρίων κι ερειπωμένων σπιτιών. Τώρα δεν βλέπεις παρά μερικά μικρά σπίτια, λίγα και φτωχικά, με μόνο ένα πάτωμα. Διατηρείται ακόμη το μέγαρο του κυβερνήτη, κτισμένο θα έλεγα από τους Βενετούς, αλλά τώρα ερειπωμένο και σχεδόν κατεστραμμένο, αφού μόνο τέσσερις τοίχοι στέκουν. Αντίκρυ υπάρχει ένα ωραίο κτίριο, κάποτε χριστιανική εκκλησία, αφιερωμένη στον άγιο Roch, τώρα όμως βεβηλωμένη, αφού χρησιμοποιείται σαν αποθήκη σιτηρών. Δίπλα της στέκει ψηλός τετράγωνος πύργος, με είσοδο στολισμένη με μαρμάρινες κολώνες. Ανάμεσα στην εκκλησία και την είσοδο υπάρχει πλατιά αυλή, στο μέσο της οποίας ορθώνεται μαρμάρινη κολώνα, την οποία στο παρελθόν στεφάνωνε το φτερωτό λιοντάρι της Βενετίας. Σε μικρή απόσταση, κοντά σε μια ελληνική εκκλησία με αψιδωτή στέγη, ζουν οι αδελφοί Minorites σε μικρά δωμάτια, τα οποία επισκεύασαν με τις εισφορές διαφόρων ευσεβών προσώπων. Για ασφάλεια από τη βία και τα τεχνάσματα των ληστών και των κλεφτών, οι αδελφοί περιέζωσαν ολόκληρο το κτίριο με ψηλό τοίχο, στον οποίο διατηρούν κήπο με κάθε είδους φυτά. Οι αδελφοί, που το πολύ να είναι τέσσερις, προσφέρουν ωστόσο τη μεγαλύτερη βοήθεια και ξεκούραση στους ταξιδιώτες που κατευθύνονται στην Παλαιστίνη ή επιστρέφουν απ’ εκεί στα σπίτια τους. Αυτοί δίνουν παρηγοριά στους ξένους, σαν άνθρωποι της πίστης τους, οι οποίοι [ξένοι] γενικά δεν γνωρίζουν την ελληνική και τουρκική γλώσσα κι είναι κουρασμένοι και σχεδόν εξαντλημένοι από το μακρύ ταξίδι. Οι αδελφοί τους δέχονται φιλόξενα και τους μεταχειρίζονται γενναιόδωρα, γαληνεύοντας το πνεύμα όσων αντιμετωπίζουν δυσκολίες και προσφέροντας κάθε βοήθεια σ’ όσους την χρειάζονται... Γι’ αυτό τον λόγο κάθε προσκυνητής, πριν φύγει, συνηθίζει σ' ένδειξη της ευγνωμοσύνης του και σ' ανταπόδοση των καλών που δέχτηκε, ν’ αφήνει ένα κατάλληλο δώρο. Έτσι επεκράτησε η συνήθεια ανάμεσα στους Βενετούς, όπως καθένα από τα πλοία τους, που σταματά εδώ, να πληρώνει ένα βενετικό δουκάτο ή χρυσό τσεκίνι, για τη βοήθεια των πατέρων. Αυτοί εξάλλου έχουν το δικαίωμα ν’ ανεβαίνουν πάνω στα πλοία μέσα στο λιμάνι και να παίρνουν ελεημοσύνη από τους ναύτες και τους ταξιδιώτες, οι οποίοι είναι γενναιόδωροι κι ακόμη μεγαλόδωροι απέναντί τους...

 

(Excerpta Cypria, pp. 190-191).