Μήλος

Image

Μυθικό πρόσωπο της Αρχαιότητας, που σχετίζεται με την Κύπρο και ιδιαίτερα με τον βασιλιά Κινύρα και τον Άδωνι. Ο Ρωμαίος γραμματικός και συγγραφέας Σέρβιος (Servius Marius Honoratus), ο οποίος έζησε στα τέλη του 4ου και τις αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ., σχολιάζοντας ένα στίχο των «Βουκολικών» του Βιργιλίου, αφηγείται τον μύθο του Μήλου. Σύμφωνα με τον μύθο αυτό ο Μήλος, που καταγόταν από τη Δήλο, άφησε την πατρίδα του και κατέφυγε στην Κύπρο, όπου βασίλευε τότε ο Κινύρας. Ο Κύπριος βασιλιάς ζήτησε από τον Μήλο να συντροφεύει του γιο τον Άδωνι και, διαπιστώνοντας την ευφυία του, τον νύμφευσε με μια συγγενή του, αφιερωμένη στην Αφροδίτη, που λεγόταν Πέλεια.

 

Ο Μήλος και η Πέλεια γέννησαν γιο που ονομάστηκε κι αυτός Μήλος και για τον οποίο η Αφροδίτη έδωσε εντολή να ανατρέφεται στο ιερό της.

 

Όταν αργότερα ο Άδωνις, πληγωμένος από τον αγριόχοιρο, πέθανε, ο πατέρας Μήλος, από τον βαθύ πόνο του για τον θάνατο του φίλου του, αυτοκτόνησε: κρεμάστηκε από το κλαδί ενός δέντρου, το οποίο έκτοτε ονομάστηκε μηλιά. Από το ίδιο δέντρο κρεμάστηκε και πέθανε και η γυναίκα του Πέλεια. Η Αφροδίτη, βυθισμένη στον πόνο για τον θάνατο του Άδωνι και των φίλων του, συνέχισε ασταμάτητα να πενθεί τον Άδωνι, τον πατέρα Μήλο μετέτρεψε σε καρπό, το μήλο, την Πέλεια μεταμόρφωσε σε περιστέρι και τον γιο της Μήλο, που ήταν πια ο τελευταίος γόνος της γενιάς του Κινύρα, τον έστειλε με συντρόφους πίσω στη Δήλο. Αυτός, όταν γύρισε πίσω και έγινε κύριος των πραγμάτων, έκτισε την πόλη Μήλο. Ο ίδιος ήταν, κατά τον μύθο, ο πρώτος που έδωσε εντολή να κουρεύονται τα πρόβατα κι από το μαλλί τους να γίνονται φορέματα. Για τούτο τα πρόβατα λέγονταν και μήλα.

 

Βλέπε λήμμα: Πεζούνι ή περιστέρι

 

Ο Κυρ. Χατζηιωάννου (ΑΚΕΠ ,Δβ,288), σχολιάζοντας τα στοιχεία που παραδίδει ο Σέρβιος, παρατηρεί ότι ο μύθος απηχεί κάποιες μετακινήσεις πληθυσμών από τα νησιά του Αιγαίου προς την Κύπρο και αντίστροφα. Συσχετίζει επίσης το όνομα της γυναίκας του Μήλου, Πέλεια, που στα αρχαία ελληνικά σημαίνει περιστέρα, με τα ιερά πτηνά της Αφροδίτης, «τάς πελείας», που αφθονούσαν στην Κύπρο.

 

Πηγή

Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια