Νεόφυτος Α' αρχιεπίσκοπος

Image

Αρχιεπίσκοπος Κύπρου από το 1220/21 μέχρι τα τέλη του 1251.

Δεν υπάρχουν πολλά κι επαρκή στοιχεία για τον αρχιεπίσκοπο αυτόν και παλαιότεροι ερευνητές υπέθεσαν ότι επρόκειτο πιθανώς περί του αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου που σε βαθιά γεράματα ίσως να είχε γίνει και αρχιεπίσκοπος. Η σύγχρονη όμως έρευνα αποκρούει την άποψη αυτή και γιατί δεν υπάρχει οποιαδήποτε μαρτυρία ή έστω ένδειξη ότι ο άγιος Νεόφυτος είχε ανέλθει σε ανώτερο εκκλησιαστικό αξίωμα, και γιατί δεν ήταν δυνατό να είχε ζήσει τόσο πολύ (αφού είχε γεννηθεί κατά το ή περί το 1134).

 

Ο Νεόφυτος περιλαμβάνεται στον κατάλογο των Κυπρίων Ορθοδόξων αρχιεπισκόπων του μεσαιωνικού χρονογράφου Λεοντίου Μαχαιρά (17ος στη σειρά, από σύνολο 22), παρόμοια δε και στον κατάλογο που δίνει ο Strambaldi. Δεν περιλαμβάνεται όμως στον κατάλογο του Φλωρίου Βουστρωνίου (που αριθμεί 29 αρχιεπισκόπους), ούτε σ’ εκείνον του Lusignan (που αριθμεί 31 αρχιεπισκόπους). Μερικοί θεωρούν ότι ο αναφερόμενος από τον Λεόντιο Μαχαιρά αρχιεπίσκοπος Νεόφυτος είναι άλλο πρόσωπο, που αριθμείται μάλιστα μεταξύ των Κυπρίων αγίων (αρχιεπισκόπου Μακαρίου, Κύπρος ἡ  ἁγίᾳ Νῆσος, 1968, σ. 35). Σε μια τέτοια περίπτωση θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι υπήρξε κι άλλος αρχιεπίσκοπος με το όνομα Νεόφυτος, άγνωστης χρονολόγησης αλλά οπωσδήποτε προγενέστερος της περιόδου της Φραγκοκρατίας, για τον οποίο όμως δεν υπάρχουν πληροφορίες.

 

Ο αρχιεπίσκοπος Νεόφυτος μας είναι γνωστός κυρίως από την πρώτη σωζόμενη προς Κυπρίους επιστολή του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Γερμανού* (1222-1240): Γερμανοῦ τοῦ  ἁγιωτάτου πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως ἐπιστολή σταλεῖσα ἐν τῇ νήσῳ Κύπρῳ παρά τε αὐτοῦ καί τῆς ἱερᾶς συνόδου, ἀρχιερατεύοντος ἐν τῇ αὐτῇ νήσῳ τοῦ κυροῦ Νεοφύτου, καί ἀναγκαζομένου παρά Λατίνων ὑποταγῆναι αὐτοῖς (βλέπε Κ. Σάθας, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Β΄, 1873, σσ. 5-14).

 

Ο πατριάρχης Γερμανός είχε απευθύνει την επιστολή αυτή από τη Νίκαια όπου έδρευε, επειδή η Κωνσταντινούπολις βρισκόταν τότε στα χέρια των Λατίνων αφού είχε αλωθεί από τους Φράγκους το 1204. Κατά την περίοδο της πατριαρχείας του, ο Γερμανός είχε χειριστεί πολλά και δύσκολα προβλήματα των Ορθοδόξων Εκκλησιών (περιλαμβανομένης και της Κυπριακής) που προέκυψαν εξαιτίας των διωγμών εκ μέρους των Λατίνων. Των διωγμών αυτών θύμα υπήρξε και ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Νεόφυτος που υπέστη κυρώσεις από τους Λατίνους επειδή αρνήθηκε την υποταγή σ’ αυτούς και ἀποδιώκεται τοῦ θρόνου καί ἐν τοῖς μέρεσι τῆς ἀνατολῆς διάγει πλανώμενος κατά διαταγή του πάπα, που εκδόθηκε ήδη στις 3 Ιανουαρίου 1222, και που ήταν συνέχεια των προθέσεων και στόχων της παπικής βούλλας της 20ής Φεβρουαρίου 1196. 

 

Μετά τις δυο συνόδους των Λατίνων κληρικών της Κύπρου που έγιναν στη Λεμεσό (17 Οκτωβρίού 1220) και στην Αμμόχωστο (12 Σεπτεμβρίου 1222), οι οποίες είχαν αποφασίσει διάφορα καταπιεστικά μέτρα κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Κύπρου, ο αρχιεπίσκοπος Νεόφυτος απευθύνθηκε (από την εξορία όπου βρισκόταν) στον οικουμενικό πατριάρχη για βοήθεια. Απέστειλε στη Νίκαια δυο εκπροσώπους του (Λεόντιο*, επίσκοπο Σολέας και Λεόντιο*, ηγούμενο Παναγίας Αψινθιώτισσας) που κατήγγειλαν στη σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου τις απαιτήσεις των Λατίνων. Αυτές συνοψίστηκαν βασικά σε τρεις:

 

α) Οι Ορθόδοξοι της Κύπρου έπρεπε να ομολογούν πίστη στους Λατίνους, υποκλινόμενοι και γονατίζοντας μπροστά τους.

 

β) Οποιαδήποτε εκλογή Ορθόδοξου ιερωμένου, οποιουδήποτε βαθμού, υπόκειτο και σε έγκρισή της από τον αντίστοιχο Λατίνο επίσκοπο.

 

γ) Κάθε Ορθόδοξος, κληρικός ή λαϊκός, εδικαιούτο να εφεσιβάλει οποιαδήποτε απόφαση Ορθόδοξου επισκόπου, με προσφυγή στον αντίστοιχο Λατίνο επίσκοπο που αναγνωριζόταν έτσι ως ο ανώτατος εκκλησιαστικός ηγέτης στην περιφέρειά του.

 

Ο πατριάρχης και η σύνοδός του συνέστησαν στους Κυπρίους «εικονική υποταγή» στους Λατίνους, όμως η σύσταση αυτή προκάλεσε τόση οργή, ώστε ακυρώθηκε. Οι διωγμοί των Λατίνων πάντως συνεχίστηκαν και κορυφώθηκαν το 1231, ακριβώς επί αρχιεπισκοπείας του Νεοφύτου, με το μαρτύριο των δεκατριών μοναχών της Καντάρας* που τόσο πολύ συγκλόνισε την Ορθοδοξία.

 

Όπως προκύπτει από την πρώτη προς Κυπρίους επιστολή του πατριάρχη Γερμανού, γραμμένη το 1229, ο αρχιεπίσκοπος Νεόφυτος είχε εκδιωχθεί από τους Λατίνους κι είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει τον θρόνο του:

 

... Ἔνθεν ὁ μέν γνήσιος καί κανονικός πρωτοποίμην, ὁ μακαριώτατος ἀρχιεπίσκοπος Κυπρίων, ὁ κῦρις Νεόφυτος, τοῦ οἰκείου θρόνου ἀποδιώκεται...

 

Ο αρχιεπίσκοπος Νεόφυτος, αρνούμενος την υποταγή στους Λατίνους, εξορίστηκε στη Μικρή Αρμενία (Μικρά Ασία), μαζί με άλλους πολλούς κληρικούς (Mas Latrie, I, p. 211. Πρβλ. και περ. Κλειώ, 1869, αρ. 428). Η εξορία του τοποθετείται χρονικά στα 1221/22, είχε δε διαταχθεί από τον πάπα. Ο αρχιεπίσκοπος είχε κληθεί είτε να υπακούσει στους όρους των Λατίνων είτε να φύγει από την Κύπρο· επέλεξε την εξορία. Διάφοροι όμως άλλοι Ορθόδοξοι κληρικοί μπόρεσαν να παραμείνουν στην Κύπρο, μερικοί πιθανώς υποκύπτοντας έστω και εικονικά στους Λατίνους, ώστε η Ορθόδοξη Εκκλησία του νησιού δεν παρέμεινε εντελώς ακέφαλη.