Πνυταγόρας

Image

Βασιλιάς της αρχαίας κυπριακής πόλης Σαλαμίνος κατά το β΄ μισό του 4ου π.Χ αιώνα (συγκεκριμένα περίπου από το 351 μέχρι το 332 π.Χ.). Πιθανότατα ήταν εγγονός του Πνυταγόρα, γιου του Ευαγόρα Α΄ (βλέπε αμέσως προηγούμενο λήμμα).

 

Ο Πνυταγόρας μας είναι γνωστός από διάφορες πηγές, επιγραφικές και φιλολογικές. Συγκεκριμένα στη Δήλο βρέθηκαν συνολικά πέντε επιγραφές που μνημονεύουν αφιερώματα του Πνυταγόρα, βασιλιά των Σαλαμινίων, στο εκεί φημισμένο ιερό του Απόλλωνος. Μεταξύ των αφιερωμάτων του στο ιερό αναφέρονται ένα χρυσό στεφάνι μυρτιάς, ένα άλλο χρυσό στεφάνι δάφνης, κι ακόμη δυο δάφνινα στεφάνια (ως γνωστόν η δάφνη ήταν ιερό φυτό του Απόλλωνος). Σε μια από τις επιγραφές αναφέρεται ότι ο Πνυταγόρας είχε τιμηθεί από τους Δηλίους που του απένειμαν τον τίτλο του «προξένου».

 

Αλλά και σε επιγραφή που βρέθηκε στο Άργος της Πελοποννήσου γίνεται αναφορά στον Πνυταγόρα. Πρόκειται για επίγραμμα αφιερωμένο στον τελευταίο βασιλιά της Σαλαμίνος, τον Νικοκρέοντα, που ήταν γιος του Πνυταγόρα, το οποίο είχαν στήσει προς τιμήν του οι Αργείοι ως ανταπόδοση τιμητική επειδή χρηματοδότησε αθλητικούς αγώνες στη γιορτή της Ήρας. Στο επίγραμμα ο Πνυταγόρας αναφέρεται ως πατέρας του Νικοκρέοντος:

 

[Μ]ατ[ρόπολ]ίς μοι χθών Πέλοπος

τό Πελασγικόν Ἄργος

Πνυταγόρας δέ πατήρ Αἰακοῦ  ἐκ γενεᾶς˙

εἰμί δέ Νικοκρέων...

 

Είναι χαρακτηριστικό ότι στο επίγραμμα αυτό ο Νικοκρέων κι ο πατέρας του Πνυταγόρας αναφέρεται ότι κατάγονταν από την μυθική γενεά του Αιακού (ήσαν, δηλαδή, Αιακίδες*, θεωρούμενοι ως απόγονοι του Τεύκρου*) κι ότι αρχαία πατρίδα τους ήταν το Άργος το Πελασγικό, η γη του Πέλοπος.

 

Τέτοιες αναφορές, όπως και οι πράξεις και των δύο να κάνουν αφιερώματα στην Ελλάδα, φανερώνουν ότι είχαν ενσυνείδητη πεποίθηση για την ελληνική καταγωγή τους.

 

Ο Πνυταγόρας ήταν ένας των πρωταγωνιστών, αν όχι ο υποκινητής, της επανάστασης των Κυπρίων κατά των Περσών το 351-350 π.Χ., μόλις δηλαδή ανήλθε στον θρόνο. Η άνοδος του Πνυταγόρα στον θρόνο της Σαλαμίνος ακολούθησε την εκθρόνιση του βασιλιά Ευαγόρα Β΄* ύστερα από αγώνα κατ’ αυτού, επειδή ακολουθούσε φιλοπερσική πολιτική. Ο Πνυταγόρας κατόρθωσε να εκδιώξει τον Ευαγόρα Β΄, ν’ ανέλθει στον θρόνο της Σαλαμίνος, ν’ ακολουθήσει αμέσως καθαρά φιλελληνική πολιτική (όπως ο Ευαγόρας Α΄ και άλλοι βασιλιάδες της Σαλαμίνος) και να ηγηθεί επανάστασης των κυπριακών βασιλείων κατά των Περσών. Η όλη δραστηριότητα του Πνυταγόρα συσχετίστηκε με ευρύτερη εξέγερση κατά της περσικής κυριαρχίας στη Φοινίκη και στην Αίγυπτο.

 

Ο εκδιωχθείς Ευαγόρας Β΄ κατέφυγε τότε στον βασιλιά των Περσών Αρταξέρξη, από τον οποίο εξασφάλισε στρατεύματα με τα οποία ήλθε στην Κύπρο και προσπάθησε να ανακαταλάβει τη Σαλαμίνα και τον θρόνο της. Των περσικών στρατευμάτων, εκτός από τον Ευαγόρα Β΄, ηγείτο κι ένας Αθηναίος στρατηγός, ο Φωκίων*.

 

Όπως γράφει ο Διόδωρος Σικελιώτης (Βιβλιοθήκη Ἱστορική, 16.46, 1-3), όλες οι άλλες κυπριακές πόλεις είχαν υποκύψει και υποταγεί ξανά στους Πέρσες και μόνο η Σαλαμίς, υπό τον Πνυταγόρα, εξακολούθησε ν’ αντιστέκεται, πολιορκούμενη από τον Ευαγόρα Β΄ και τον Φωκίωνα.

 

Αφού οι άλλες πόλεις της Κύπρου είχαν υποταγεί, ο Πνυταγόρας δραστηριοποιήθηκε στο να επιτύχει μια συμφωνία με τους Πέρσες που να του επιτρέπει την παραμονή του στον θρόνο της Σαλαμίνος. Οι πολιτικοί ελιγμοί του πέτυχαν πλήρως: αφού κατόρθωσε να στρέψει τον βασιλιά των Περσών υπέρ του, ο Αρταξέρξης διέταξε τον Ευαγόρα Β΄ να φύγει από την Κύπρο, λύοντας και την πολιορκία της Σαλαμίνος. Ο Ευαγόρας Β΄ διορίστηκε σατράπης σε κάποια ηγεμονία στην Ασία, όμως λίγο αργότερα εκδιώχθηκε λόγω κακής διοικήσεως και επανήλθε στην Κύπρο, όπου όμως συνελήφθη και τιμωρήθηκε (φαίνεται ότι εκτελέστηκε από τον Πνυταγόρα ως προδότης).

 

Στο μεταξύ ο Πνυταγόρας εδραίωσε τη δική του εξουσία στη Σαλαμίνα όπου στο εξής βασίλευσε άφοβα (Διόδωρος, ό.π.π.).

 

Το 333-332 π.Χ. απαντούμε τον Πνυταγόρα να είναι επικεφαλής των Κυπρίων βασιλιάδων που, όχι μόνο αποδέχθηκαν να θέσουν την Κύπρο υπό την εξουσία του προελαύνοντος Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά έσπευσαν να του προσφέρουν και τη στρατιωτική τους βοήθεια, ιδίως ναυτική. Ο Πνυταγόρας, μαζί με άλλους Κυπρίους βασιλιάδες, πολέμησε στο πλευρό του Μεγάλου Αλεξάνδρου τον οποίο το κυπριακό ναυτικό βοήθησε σημαντικά στην άλωση της Τύρου. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της πόλης αυτής, ο Πνυταγόρας έχασε την πεντήρη του (δηλαδή το πολεμικό του καράβι) που βυθίστηκε. Την ίδια απώλεια είχαν κι οι βασιλιάδες Πασικράτης των Σόλων και Ανδροκλής της Αμαθούντος.

 

Ο Μέγας Αλέξανδρος, εκτιμώντας ιδιαίτερα τη βοήθεια που του έδωσε ο Πνυταγόρας, χάρισε σ’ αυτόν την πόλη Ταμασσό*, στην κεντρική Κύπρο, μαζί με τα πλούσια μεταλλεία της. Την Ταμασσό είχε πωλήσει στους Κιτιείς πιο πριν, για 50 τάλαντα, ο άσωτος βασιλιάς της Πασίκυπρος. Έτσι η Ταμασσός περιήλθε στην κατοχή της Σαλαμίνος.

 

Όμως πολύ σύντομα ο Πνυταγόρας πέθανε, και στον θρόνο της Σαλαμίνος τον διαδέχθηκε ο γιος του Νικοκρέων*, που αργότερα διορίστηκε από τον Πτολεμαίο Α΄ κυβερνήτης ολόκληρης της Κύπρου.