Αμμόχωστος επαρχία

Μορφολογία

Image

Το σημερινό ανάγλυφο της επαρχίας Αμμοχώστου είναι κυρίως το προϊόν τόσο των πετρωμάτων όσο και της τεκτονικής γεωλογίας, των κλιματολογικών συνθηκών τόσο των σημερινών όσο κι εκείνων των παλαιότερων εποχών, και της διάβρωσης που επηρέασε και επηρεάζει τη μορφολογία του νησιού γενικά και της επαρχίας ειδικότερα. Τα κυριότερα μορφολογικά χαρακτηριστικά της επαρχίας θα μπορούσαν να μελετηθούν εξετάζοντας χωριστά τις βασικές μορφολογικές περιφέρειες. Η Αμμόχωστος θα μπορούσε να υποδιαιρεθεί στις ακόλουθες περιφέρειες:

 

α) Πενταδάκτυλος: Στην επαρχία Αμμοχώστου βρίσκεται το ανατολικό τμήμα του Πενταδάκτυλου, έκτασης 37 περίπου χμ. Πρόκειται για μια στενή τοξοειδή λωρίδα γης, που το πλάτος της δεν ξεπερνά τα 4 χμ. Η ψηλότερη κορφή είναι ο Όλυμπος, 740 μ. πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Η οροσειρά του Πενταδάκτυλου αποτελεί μέρος της γιγαντιαίας ορεινής ζώνης που αρχίζει από τα Πυρηναία, εκτείνεται στις Άλπεις και συνεχίζεται στα Ιμαλάια. Εκτός από τις ορογενετικές κινήσεις που επέδρασαν πάνω στην περιοχή, πολλές άλλες τεκτονικές κινήσεις επέφεραν μετακινήσεις μαζών πετρωμάτων καθώς επίσης και κατολισθήσεις, σε σημείο που να έχουν περιπλέξει την όλη τεκτονική κατασκευή της οροσειράς (βλέπε Γ. Καρούζη, Γεωγραφία της Κύπρου, Λευκωσία, 1979, σ. 28). Πολλές επωθήσεις σημειώθηκαν, σε βαθμό που τα παλαιότερα στρώματα του ασβεστόλιθου να βρίσκονται πάνω από νεότερα πετρώματα. Οι δυνάμεις που δημιούργησαν το βουνό του Πενταδάκτυλου, έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και τα γειτονικά πετρώματα, ιδιαίτερα τα πετρώματα του σχηματισμού της Κυθρέας, στα νότια της οροσειράς. Οι πτυχώσεις στα νότια του Πενταδάκτυλου είναι πολύ εμφανείς, η δε διάβρωση πάνω στις μάργες δημιούργησε ραβδώσεις, ενώ πάνω στα σχετικά ανθεκτικά πετρώματα του ψαμμίτη σμίλεψε τα μικρά παράλληλα τείχη. Εξαιτίας της διάβρωσης η περιοχή αυτή είναι από τις πιο άγονες και πιο φτωχές σ' ολόκληρη την Κύπρο. (Για περισσότερες λεπτομέρειες, βλέπε λήμμα Πενταδάκτυλος).

 

β) Καρπασία: Η Καρπασία είναι προέκταση της οροσειράς του Πενταδάκτυλου, χωρίς να έχει επηρεαστεί από τις μεγάλες και περίπλοκες πτυχώσεις και τις διάφορες τεκτονικές κινήσεις, που τόσο πολύ επέδρασαν στον Πενταδάκτυλο. Η πτύχωση στην Καρπασία είναι βέβαια περισσότερο ομαλή και συμμετρική σε σχέση με τον Πενταδάκτυλο, όμως τοπικά παρουσιάζει τις ασυμμετρίες της. Οι θαλάσσιες αναβαθμίδες τόσο κατά μήκος της βόρειας ακτής όσο και στο νότιο τμήμα, ιδιαίτερα κατά μήκος του ακρωτηρίου της Ελαίας, είναι πολύ εμφανείς. Πολύ αισθητή στη χερσόνησο της Καρπασίας είναι η παρουσία του μορφώματος της κουέστα. Από το Ριζοκάρπασο μέχρι το δάσος του Αποστόλου Ανδρέα και πιο πέρα, σε μια έκταση στο κέντρο περίπου της χερσονήσου, βρίσκεται μια κουέστα με την απότομη πλευρά στα νότια και την ήπια στα βόρεια. Πολλές άλλες κουέστα με ποικίλη κλίση βρίσκονται στ' άλλα τμήματα της χερσονήσου. Γενικά το τοπίο της Καρπασίας είναι μια αλληλουχία λόφων, μικρών οροπεδίων, ήπιων και απότομων πλαγιών, μικρών κοιλάδων και λεκανοπεδίων. Το ψηλότερο σημείο της περιφέρειας είναι ο Πάμπουλος, 383 μ. στα νοτιοανατολικά της Αγίας Τριάδας. Το μήκος της Καρπασίας από την Επτακώμη μέχρι τον Απόστολο Ανδρέα είναι κάπου 55 χμ. Η Καρπασία, βέβαια, ως γεωγραφική περιφέρεια αρχίζει από αρκετά χιλιόμετρα νοτιοδυτικά της Επτακώμης.

 

γ) Μεσαορία: Η Μεσαορία ή η Ανατολική Κεντρική Πεδιάδα, καταλαμβάνει το κεντρικό τμήμα της επαρχίας Αμμοχώστου μεταξύ Πενταδάκτυλου - Καρπασίας στα βόρεια και των Κοκκινοχωριών στα νότια. Το πλάτος της φθάνει τα 32 περίπου χμ., χωρίς να υπολογίζονται οι εκτάσεις που καταλαμβάνουν οι παρυφές του Πενταδάκτυλου. Το υψόμετρο της περιοχής, κατά γενικό μέσο όρο, ανεβαίνει από τον κόλπο της Αμμοχώστου δυτικά προς τη Λευκωσία (αν και αυτό δεν είναι τόσο αισθητό στην περίπτωση της Αμμοχώστου), και προς τα βόρεια και νότια, καθώς η πεδιάδα της Μεσαορίας πλησιάζει τον Πενταδάκτυλο από τη μια και τους ανατολικούς πρόποδες του Τροόδους και το οροπέδιο των Κοκκινοχωριών από την άλλη. Τα πετρώματα της περιοχής είναι πρόσφατες αποθέσεις που μεταφέρθηκαν από τον Πενταδάκτυλο και το Τρόοδος και εναποτέθηκαν στη θάλασσα, ακριβώς εκεί που βρίσκεται σήμερα η κεντρική πεδιάδα. Αργότερα, όταν η θάλασσα υποχώρησε, οι ποταμοί άρχισαν από τη μια το διαβρωτικό τους έργο, και από την άλλη πρόσθεσαν το μεταφερόμενο υλικό τους στην επιφάνεια της ξηράς. Είναι έκδηλο πως οι προσχώσεις των ποταμών έχουν αυξήσει την έκταση της ξηράς σε βάρος της θάλασσας. Ένα μεγάλο μέρος της ανατολικής Μεσαορίας είναι το δημιούργημα των αλλουβιακών αποθέσεων των δυο κύριων ποταμών της περιοχής, του Πηδιά και του Γιαλιά. (Για περισσότερες λεπτομέρειες βλέπε λήμμα Μεσαορία).

 

δ) Κοκκινοχώρια: Η περιοχή αυτή καλύπτεται από αποθέσεις της Πλειόκαινης και Πλειστόκαινης περιόδου. Στο βόρειο της τμήμα βρίσκεται η συνέχεια του αντικλίνου του Τροόδους, αν και λόγω της διάβρωσης κανένα σημείο δεν είναι ορατό στο τοπίο. Στο νότιο τμήμα κοντά στο ακρωτήρι Γκρέκο περνά ένα άλλο αντίκλινο με εμφανείς τις εξάρσεις του εδάφους. Η παλιά στάθμη της θάλασσας και μια θαλάσσια αναβαθμίδα ανατολικά του ποταμού του Λιοπετρίου μέχρι το ακρωτήρι Γκρέκο και απ' εκεί βορειοδυτικά μέχρι τη Δερύνεια και πιο πέρα, είναι αισθητή στο τοπίο. Τα Κοκκινοχώρια μπορούν να χαρακτηριστούν ως ένα σχετικά χαμηλό οροπέδιο, με ένα μέσο υψόμετρο γύρω στα 70 μ. Στα ΒΑ. της Αγίας Νάπας, στο λόφο Φανός, το υψόμετρο φθάνει τα 175 μ.