Πάφος πόλη

Ονομασίες

Image

Η ονομασία Πάφος είναι πανάρχαιη. Την γνώριζε κι αυτός ο Όμηρος που αναφέρει την πόλη σε σχέση, βασικά, με την Αφροδίτη, που έφερε το επίθετο Παφία, δηλαδή Παφίτισσα. Στον Ὁμηρικό Ὕμνο στήν Ἀφροδίτη αναφέρεται για παράδειγμα ότι η θεά, όταν ήλθε στην Κύπρο, κατοίκησε στον ναό της στην Πάφο όπου είχε τέμενος και βωμό μοσχολιβανισμένο:

 

...ἐς Κύπρον δ’ ἐλθοῦσα θυώδεα νηόν ἔδυνεν ἐς Πάφον˙ ἔνθα δέ oἱ τέμενος βωμός τε θυώδης...

 

Τόσο στενή ήταν κατά την Αρχαιότητα η σχέση της Πάφου προς την Αφροδίτη και την εκεί λατρεία της, ώστε αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Ευστάθιος και ο Κορνούτος σχετίζουν κι αυτή την ίδια την ονομασία της πόλης με τη θεά και τα ερωτικά της παιγνίδια. Έτσι, θεωρούν ότι η ονομασία Πάφος προήλθε από το ελληνικό ἀπαφίσκειν ή και το ἐπαφᾶσθαι, δηλαδή ἀπατᾶν, αφού η απάτη ήταν συνδεδεμένη με τον ίδιο τον έρωτα και τα τεχνάσματά του. Κι αφού ο έρωτας έχει, κατά τον Ησίοδο:

 

μειδήματά τ’ ἐξαπάτας τε

δηλαδή

χαμόγελα και ξελογιάσματα

κατά δε αυτόν τούτο τον Όμηρο:

πάρφασιν ἤτ’ ἔκλεψε νόον πύκα περ φρονεόντων

δηλαδή

ξελογιάσματα που και των φρονίμων κλέβουν τα μυαλά.

 

Άλλες πάλι αρχαίες παραδόσεις συνδέουν την ονομασία της πόλης με μυθολογικά πρόσωπα. Τα Σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή ομιλούν για κάποιον ήρωα που λεγόταν Πάφος, που είχε κτίσει την πόλη κι είχε δώσει σ’ αυτήν το όνομά του. Σύμφωνα προς τη μυθολογική αυτή εκδοχή, ο Κέφαλος, γιος του Πανδίονος και της   Έρσης, κατοικούσε στην Ασία κι είχε δυο γιους, τον Αώον και τον Πάφον. Ο δεύτερος, περνώντας από την Ασία στην Κύπρο, έκτισε στο νησί την πόλη που πήρε το όνομά του. Γιος του Πάφου αυτού θεωρείται ότι ήταν ο περιβόητος Κύπριος βασιλιάς Κινύρας.

 

Ο Αώος πάλι, αδελφός του Πάφου, αναφέρεται στο Etymologicum Genuinum ως γιος του Κεφάλου και της Ηούς και ταυτίζεται προς τον Άδωνι, τον εραστή της θεάς Αφροδίτης. Από τον Αώον αυτόν, που αναφέρεται και ως ο πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, πήραν την ονομασία τους ένα βουνό της Κύπρου (τα Κιόνια) κι ένας ποταμός (ο Γιαλιάς). Ο Αώος, που το όνομά του σημαίνει Ανατολίτης (εξ άλλου οι γονείς του Κέφαλος και Ηώς ταυτίζονται αντιστοίχως προς τον Ήλιο και την Αυγή) συμβολίζει τους πανάρχαιους δεσμούς της Κύπρου με την Ανατολή (Ασία) απ’   όπου πιστεύεται ότι είχε φθάσει στην Κύπρο, μαζί με τον λαό του, ο Πάφος. Η ερμηνεία, συνεπώς, της αρχαίας παράδοσης για την ίδρυση της προϊστορικής Πάφου (Παλαιπάφου) είναι ότι αυτή οικοδομήθηκε από αποίκους που είχαν έλθει από την Ανατολή. Αργότερα, μετά τον αποικισμό της Κύπρου από τους Αχαιούς Έλληνες και τον εξελληνισμό της Κύπρου, δημιουργήθηκε άλλη παράδοση για ίδρυση της Πάφου από Έλληνες αποίκους με αρχηγό τον Αγαπήνορα. Επειδή όμως η παράδοση για την ίδρυση της Παλαιπάφου από Ανατολίτες αποίκους φαίνεται ότι εξακολουθούσε να είναι ισχυρή, ο Αγαπήνωρ συνδέθηκε με την ίδρυση άλλης πόλης, της Νέας Πάφου.

 

Σύμφωνα προς άλλη αρχαία μυθολογική εκδοχή, που παραδίδει ο Λατίνος συγγραφέας Οβίδιος στο έργο του Metamorphoses, η Πάφος πήρε την ονομασία της όχι από τον γιο του Κεφάλου και πατέρα του Κινύρα Πάφον, αλλά από μια γυναίκα που λεγόταν Πάφος. Αυτή ήταν κόρη του μυθικού Πυγμαλίωνος ο οποίος είχε κατασκευάσει ένα άγαλμα γυναίκας τόσο ωραίο, ώστε τελικά το ερωτεύθηκε παράφορα. Η θεά Αφροδίτη, βλέποντας τον έρωτά του, μετέτρεψε το άγαλμα σε πραγματική γυναίκα με την οποία ο Πυγμαλίων* απέκτησε μια κόρη, την Πάφον, κι αυτή έδωσε στην πόλη την ονομασία της.

 

Κατά τον Κλήμη Αλεξανδρέα, ο Πυγμαλίων είχε ερωτευθεί ένα ελεφάντινο άγαλμα της ίδιας της θεάς Αφροδίτης. Έτσι, η ίδρυση της Πάφου συνδέεται και πάλι στενά με την ίδια την Αφροδίτη. Εξ άλλου ο Πυγμαλίων αυτός (που αναφέρεται και ως οικιστής της Καρπασίας), εθεωρείτο από την αρχαία παράδοση ότι ήταν Φοίνικας, που είχε μάλιστα διατελέσει και βασιλιάς της Τύρου, αδελφός της Διδούς που ίδρυσε την περίφημη Καρχηδόνα. Μια κόρη του Πυγμαλίωνος, την Θυμαρέτη, αναφέρεται αλλού ότι είχε νυμφευθεί ο Κινύρας, ενώ άλλη πηγή ονομάζει ως σύζυγο του Κινύρα και κόρη του Πυγμαλίωνος την Μεθάρμη˙ απ’ αυτήν απέκτησε ο Κινύρας τον Οξύπορο και τον Άδωνι.

 

Ο μύθος του Πυγμαλίωνος και των (οιωνδήποτε) παιδιών του, σχετίζει και πάλι την προϊστορική Πάφο με τη Φοινίκη και, κατ' επέκταση, την Ανατολή. Η σύνδεση-σχέση δεν είναι καθόλου παράξενη, δεδομένης της μικρής απόστασης της Κύπρου από τις ακτές της Συροπαλαιστίνης προς τα ανατολικά, και δεδομένου ότι η Πάφος προϋπήρχε της εποχής του Τρωικού πολέμου και του αποικισμού της Κύπρου από τους Αχαιούς.

 

Βέβαια όλες αυτές οι αρχαίες ερμηνείες της ονομασίας Πάφος (από τον/την Πάφον, από τα ερωτικά παιγνίδια της Αφροδίτης κλπ.) είναι αρκετά ρομαντικές αλλά δεν δίνουν πειστική εξήγηση αφού αποτελούν είτε λογοπαίγνια είτε εκ των υστέρων εφεύρημα ηρώων ή προσώπων προς δικαιολόγηση της ονομασίας της πόλης.

 

Στην πραγματικότητα δεν μπορεί να δοθεί σαφής και τελεσίδικη ερμηνεία ή ετυμολογία του ονόματος Πάφος, γιατί τούτο είναι μάλλον ετεοκυπριακό, δηλαδή προελληνικό, ή ανατολικής προέλευσης, από γλώσσα άγνωστη.

 

Από το Στέφανο Βυζάντιο και από μια δεύτερη πηγή, τα Σχόλια του Ευσταθίου Θεσσαλονίκης για την Ἰλιάδα του Ομήρου, παραδίδεται και η ονομασία Ερυθραί (αι), ως άλλη ονομασία της (Νέας) Πάφου για κάποιο διάστημα, ή μάλλον του Κτήματος, δηλαδή της πόλης επί του λόφου που αντικατέστησε τη Νέα Πάφο. Ο Στέφανος Βυζάντιος γράφει: Ἐρυθραί, πόλις Ἰώνων... καί Κύπρου ἄλλη, ἡ νῦν Πάφος˙ ὁ πολίτης [ονομάζεται] Ἐρυθραῖος. Ο δε Ευστάθιος γράφει: Ἐρυθραί δέ εἰσί μέν καί Ἰωνίας καί Λιβύης καί Λοκρίδος καί Κύπρου δέ, ἣ τις ἐστί, φασιν, ἡ νῦν Πάφος...

 

Και οι δυο αυτοί συγγραφείς καθορίζουν, δηλαδή, ότι η πόλη που λεγόταν Ἐρυθραί ήταν ἡ νῦν Πάφος (= η σημερινή Πάφος).

 

Κατά τα Ρωμαϊκά χρόνια η (Νέα) Πάφος απαντάται με διάφορες εφήμερες ονομασίες που δόθηκαν στην πόλη από τους κατοίκους της για λόγους σκοπιμότητας, ειδικότερα δε για να τιμηθούν Ρωμαίοι αυτοκράτορες. Πιθανότατα προς τιμήν του αυτοκράτορα Τιβερίου, που ανήκε στη γενιά των Κλαυδίων, η πόλη της Πάφου απαντάται με την ονομασία Κλαυδία γύρω στα 22 μ.Χ. Τον χρόνο αυτό είχε παραχωρηθεί από τον αυτοκράτορα το δικαίωμα παροχής ασύλου στον ναό της Αφροδίτης στην Παλαίπαφο, ύστερα από αίτηση των Παφίων, κι ίσως αυτός ήταν ο λόγος που οι κάτοικοι της Πάφου τίμησαν τον Τιβέριο αλλάζοντας την ονομασία της πόλης τους.

 

Σε επιγραφές που βρέθηκαν, εκτός από Κλαυδία η πόλη απαντάται και με τις προσωνυμίες Σεβαστή και Φλαβία. Την προσωνυμία Σεβαστή (= Augusta-Αυγούστα) την πήρε η Πάφος προκειμένου να τιμήσει τον αυτοκράτορα Οκταβιανό Αύγουστο. Με τον ίδιο τρόπο, και προς τιμήν του αυτοκράτορα Τίτου Φλαβίου, προσετέθη και η προσωνυμία Φλαβία.

 

Ως Σεβαστή Κλαυδία Φλαβία Πάφος, η πόλη χαρακτηρίζεται, σε επιγραφές που έχουν βρεθεί, και ως ἱερά μητρόπολις τῶν κατά Κύπρον πόλεων, δηλαδή πρωτεύουσα της Κύπρου.

 

Σε επιγραφή, εξ άλλου, που βρέθηκε στην Παλαίπαφο και χρονολογήθηκε στον 2ο π.Χ. αιώνα, η Παλαίπαφος αναφέρεται με την ονομασία Παλαιά. Στο σχετικά μακροσκελές κείμενο της αλφαβητικής αυτής επιγραφής, που αποτελούσε κάποιο τιμητικό ψήφισμα, αναφέρεται και τούτο:

 

... θυσιάζοντας ἐν Παλαιᾷ τῇ  Ἀφροδίτῃ

τούς δέ τό τῶν νεωτέρων νέμοντας

ἄγειν ἐν Πάφῳ θυσιάζοντας τῇ Λητοῖ...

 

δηλαδή:

 

... να θυσιάζουν [οι παλαιότεροι] στην Αφροδίτη στην

Παλαίπαφο

οι δε [ανήκοντες] στο τάγμα των νεωτέρων

να γιορτάζουν στην Πάφο θυσιάζοντας στη Λητώ...

 

Εδώ, στο κείμενο της επιγραφής αυτής, ενώ η Νέα Πάφος αναφέρεται κανονικά σαν Πάφος, η παλαιότερη πόλη με το ίδιο όνομα αναφέρεται, πολύ σωστά, ως Παλαιά (=Παλαιά πόλις ή και Παλαιά Πάφος). Γίνεται, δηλαδή, ο ίδιος διαχωρισμός μεταξύ Πάφου και Παλαιπάφου που παραδίδεται από τα κείμενα του Παυσανία και του Στράβωνος. Αυτό τον διαχωρισμό δίνει και ο γεωγράφος Κλαύδιος Πτολεμαίος αργότερα, που στον καθορισμό της γεωγραφικής θέσης της Κύπρου, δίνει και τα εξής στοιχεία για τη θέση των δυο πόλεων:

 

ΠάφοςΝέα [64° 20΄ γεωγραφικό μήκος και 35°10΄ γεωγραφικό πλάτος].

ΠάφοςΠαλαιά [64°30΄ γεωγραφικό μήκος και 35° γεωγραφικό πλάτος].

 

Στον Σταδιασμόν επίσης, σύγγραμμα ανώνυμου γεωγράφου του 4ου μ.Χ. αιώνα, αναφέρονται τόσο η Πάφος όσο και η Παλαίπαφος ως δυο χωριστές πόλεις.

 

Ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει απλώς: Πάφος, πόλις Κύπρου-οι πολῖται [λέγονται] Πάφιοι.

 

Η Πάφος, αλλά όχι και η Παλαίπαφος, αναφέρεται ως μια των κυπριακών πόλεων από τον Ιεροκλή (6ος μ.Χ. αιώνας) στο έργο του Συνέκδημος και από τον Γεώργιο τον Κύπριο (6ος/7ος μ.Χ. αιώνας) στο έργο του Περιγραφή τοῦ  Ἀνατολικοῦ Ρωμαϊκοῦ Κράτους. Ο δεύτερος μνημονεύει ως πρώτη μεταξύ των πόλεων της Κύπρου την Κωνσταντία (Σαλαμίνα) ως μητρόπολιν (=πρωτεύουσα), όπως εξάλλου κάνει και ο Ιεροκλής, Την Πάφο μνημονεύει και ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος  (10ος αιώνας) στο έργο του Περί Θεμάτων.

 

Η (Νέα) Πάφος, που επέζησε ως πόλη και αυτών των αραβικών επιδρομών (7ος-10ος μ.Χ. αιώνας) και σεισμών και άλλων καταστροφών, διατήρησε την ονομασία της και κατά τα Μεσαιωνικά χρόνια. Με την ονομασία αυτή την αναφέρουν οι μεσαιωνικοί χρονογράφοι Λεόντιος Μαχαιράς και Γεώργιος Βουστρώνιος, καθώς και άλλοι. Σε παλαιούς, επίσης, χάρτες, καθώς και σε έγγραφα, η πόλη ανευρίσκεται γραμμένη ως Paphos ή και ως Baffo ή και Baffa. Σε πολλούς παλαιούς χάρτες επίσης σημειώνεται και η επαρχία ως Παφία (Paphia). Σε άλλους παλαιούς χάρτες πάλι, του 16ου αιώνα, η Πάφος σημειώνεται ως Paphonea (= ΠάφοςΝέα). Απαντάται ακόμη και η γραφή Bafa όπως και Bafo, όπως και Paphos nova (= Πάφος Νέα) και άλλα παρόμοια.

 

Αντίθετα η Παλαίπαφος, που σταδιακά είχε περιέλθει σε κατάσταση πλήρους παρακμής κι είχε καταλήξει να είναι ένα μικρό κι άσημο χωριό, ήδη από τα Βυζαντινά χρόνια είχε μετονομασθεί σε Κου[βού]κλια, προφανώς επειδή είχε περιέλθει στην ιδιοκτησία κάποιων Βυζαντινών αξιωματούχων που ήσαν κουβικουλάριοι (όπως θα πρέπει να είχε συμβεί και με το χωριό Κούκλια της επαρχίας Αμμοχώστου). Κουβικουλάριοι ονομάζονταν οι σωματοφύλακες των Βυζαντινών αυτοκρατόρων που ήσαν επιφορτισμένοι με τη φρούρηση των ιδιαιτέρων αυτοκρατορικών διαμερισμάτων που περιελάμβαναν και τον κοιτώνα. Συχνά σε τέτοιους αξιωματούχους παρεχωρούντο από τους Βυζαντινούς αυτοκράτορες τιμάρια στις επαρχίες της αυτοκρατορίας ως ανταμοιβή για προσφερόμενες υπηρεσίες. Ως τιμάριο θα πρέπει να παραχωρήθηκε σε κάποιον κουβικουλάριον και η περιοχή της Παλαιπάφου. Κουβούκλια αναφέρει το χωριό ο χρονογράφος Λεόντιος Μαχαιράς, απ’ όπου κατέληξε να λέγεται Κούκλια. Η ονομασία Πάφος παρέμεινε πλέον ως ονομασία της Νέας Πάφου.

 

Αλλά και η Νέα Πάφος, ύστερα από σεισμούς κι άλλες καταστροφές, περιήλθε κι αυτή σταδιακά σε κατάσταση πλήρους παρακμής μέχρι τις αρχές της Τουρκοκρατίας. Κτίστηκε τότε ένας νέος μικρός οικισμός επί του επιβλητικού υψώματος που δέσποζε της κατεστραμμένης πόλης προς τα βόρεια-βορειοανατολικά της. Ο νέος αυτός οικισμός ονομάστηκε Κτήμα.

 

Η ονομασία Κτήμα ήταν, ωστόσο, προγενέστερη της περιόδου της Τουρκοκρατίας και χρονολογείται από τον 12ο αιώνα. Προήλθε από το γεγονός ότι η περιοχή, κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, αποτελούσε βασιλικό κτήμα (Domaine Royale). Από την ονομασία Βασιλικό Κτήμα (=βασιλική ιδιοκτησία) απαλείφθηκε αργότερα ο χαρακτηρισμός περί της ιδιοκτησίας (Βασιλικό) και παρέμεινε η ονομασία Κτήμα. Η πόλη επί του λόφου πήρε αυτή την ονομασία, που απαντάται σημειωμένη και σε παλαιούς χάρτες (του 16ου αιώνα κ.ε.) ως Chtima ή και Ctima. Η κατεστραμμένη πόλη κοντά στη θάλασσα, όπου εξακολουθούσαν να υπάρχουν το μικρό λιμάνι, το φρούριο με τη μικρή φρουρά του και λίγες καλύβες, έγινε γνωστή τώρα ως Κάτω Πάφος˙ ο χαρακτηρισμός Κάτω εδόθη, επειδή το Κτήμα βρισκόταν τώρα πάνω στον λόφο, δηλαδή ψηλότερα.

 

Η ονομασία Κτήμα διατηρήθηκε (όμως πάντοτε παράλληλα και με την ονομασία Πάφος) μέχρι το 1970. Τότε επίσημα καταργήθηκε κι υιοθετήθηκε μόνο η πανάρχαια ονομασία Πάφος.

Φώτο Γκάλερι

Image