Ανλάρ Καμίλ

Image

Γάλλος αρχαιολόγος. Ο Camille Enlart γεννήθηκε στις 22 Νοεμβρίου 1862 στην Μπουλόν συρ - Μερ  και πέθανε στο Παρίσι στις 14 Φεβρουαρίου το 1927. Διετέλεσε βιβλιοθηκάριος της βιβλιοθήκης της Σχολής Καλών Τεχνών και διευθυντής του Μουσείου Γλυπτικής του Τροκαντερό. Έγινε μέλος της γαλλικής Ακαδημίας των Επιγραφών. Δημοσίευσε πολλά επιστημονικά έργα, μεταξύ των οποίων από τα πιο αξιόλογα θεωρείται το βιβλίο του L' Art gothique et la Renaissance en Chypre (Γοτθική Τέχνη και Αναγέννηση στην Κύπρο), που εκδόθηκε το 1899.

 

Στην Κύπρο

Το 1896 επισκέφθηκε την Κύπρο και ανέφερε πως είχε τη χαρά να αντικρίσει «γνήσια» γοτθική αρχιτεκτονική, αναλλοίωτη από προσπάθειες συντήρησης. Η συμβολή του Enlart θεωρείται πρωτοποριακή, καθώς ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε συστηματικά με τα κτήρια Selimye Τζαμί στη Λευκωσία και Lala Mustafa Pasha Τζαμί στην Αμμόχωστο όσον αφορά στην καταγραφή τους στην έρευνά του.

 

Το CVAR απέκτησε το 2016 το αρχείο του Camille Enlart που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια των αποστολών του Enlart στην Κύπρο (1896-1911), το οποίο είναι ίσως το σημαντικότερο αρχείο για τη Μεσαιωνική Κύπρο, καθώς απεικονίζει τα μνημεία, την τοπογραφία και τις σκηνές της καθημερινής ζωής στο νησί, όπως τα παραδοσιακά επαγγέλματα, την περίοδο 1896-1911.

 

Εκθεση το 2024

 

Σε συνέδριο στις 24  Φεβρουαρίου 2024 από το CVAR παρουσιάστηκαν διάφορες όψεις του φωτογραφικού έργου του Enlart.

 

1. «Ακολουθώντας την περιέργειά του: Ο Enlart και τα μνημεία της αγροτικής Κύπρου» | Thomas Kaffenberger, Ανώτερος Ερευνητής, Τμήμα Ιστορίας της Τέχνης και Αρχαιολογίας, University of Fribourg

Οι περισσότερες φωτογραφίες που τράβηξε ο Camille Enlart κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Κύπρο, δείχνουν τα ερείπια καθολικών εκκλησιών και παλατιών γοτθικού ή αναγεννησιακού ρυθμού στα αστικά κέντρα του νησιού, κύριος στόχος της εκτενής του έρευνας. Παρ' όλα αυτά, δεν παρέλειψε να σημειώσει πολυάριθμα μικρότερα κτήρια στην ύπαιθρο, η συντριπτική πλεοψηφία των οποίων χτίστηκε για τον ελληνικό πληθυσμό της Κύπρου. Κάποια από αυτά αναφέρονται από τον ίδιο εν συντομία στην τελική του μελέτη, συχνά για να καταδείξει την επίδραση των αστικών μνημείων στις τοπικές οικοδομικές συνήθειες, ενώ άλλα εμφανίζονται μόνο στη φωτογραφική συλλογή. Στην προτεινόμενη παρουσίαση θα εξεταστούν και οι δύο ομάδες κτηρίων, καθώς και οι λόγοι που τα κατέστησαν ενδιαφέροντα για τον Enlart.

Επιπλέον, θα διευκρινίσουμε με ποιον τρόπο συγκεκριμένα αυτές οι φωτογραφίες, συχνά από κτήρια που μεταμορφώθηκαν, ανοικοδομήθηκαν ή καταστράφηκαν αργότερα, παρουσιάζουν τεράστια αξία για τη γνώση μας σχετικά με την τέχνη και την αρχιτεκτονική της Κυπριακής υπαίθρου.


2. Ίχνη του διαθρησκειακού διαλόγου στην αρχιτεκτονική: Ισλαμικές προσαρμογές γοτθικών εκκλησιών στην Κύπρο | Ceyda Alçıcıoğlu Kozal

Τα ίχνη του διαθρησκειακού διαλόγου στον τομέα της αρχιτεκτονικής μπορούν να παρατηρηθούν στις αρχιτεκτονικές δομές των κοινωνιών όπου οι διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις συνυπάρχουν και αναμειγνύονται μεταξύ τους χωρίς κανένα πρόβλημα. Οι αλληλεπιδράσεις αυτές εκδηλώνονται με τη μορφή διαφορετικών θρησκευτικών δομών που όχι μόνο επηρεάζουν η μία την άλλη, αλλά και δημιουργούν νέες και καινοτόμες συνθέσεις. Το σημαντικότερο παράδειγμα που παρουσιάζει τον απόηχο του διαθρησκειακού διαλόγου στην αρχιτεκτονική είναι οι ισλαμικές προσαρμογές γοτθικών εκκλησιών στην Κύπρο. Σε όλη την πλούσια ιστορία της, τα απομεινάρια της ποικιλόμορφης κληρονομιάς της Κύπρου είναι ακόμη και σήμερα εμφανή. Οι γοτθικές εκκλησίες που χτίστηκαν κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα αποτελούν απόδειξη του σημαντικού ρόλου που διαδραμάτισε ο Χριστιανισμός στο παρελθόν του νησιού. Χαρακτηρίζονται από τις οξυκόρυφες καμάρες, τις θολωτές οροφές και τα μεγαλοπρεπή παράθυρα, οι εκκλησίες αυτές αποτελούν την επιτομή του γοτθικού αρχιτεκτονικού ρυθμού που άκμασε στην Ευρώπη για αρκετούς αιώνες. Ωστόσο, είναι εξίσου σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι λόγω της δυναμικής αλληλεπίδρασης των διαφόρων θρησκευτικών πεποιθήσεων στο νησί, ορισμένες από αυτές τις γοτθικές εκκλησίες έχουν υποστεί προσαρμογές για να φιλοξενήσουν ισλαμικές πρακτικές. Οι ισλαμικές προσαρμογές των γοτθικών εκκλησιών γέννησαν ένα μείγμα αρχιτεκτονικών ρυθμών που ανακάτεψαν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της γοτθικής αρχιτεκτονικής με στοιχεία που προέρχονται από τις ισλαμικές αρχιτεκτονικές παραδόσεις, δημιουργώντας έτσι ένα πραγματικά μοναδικό και καινοτόμο αρχιτεκτονικό στυλ. [...] Μέσω αυτού του ουσιαστικού διαλόγου, ο οποίος εκτείνεται από τα χρονικά της ιστορίας μέχρι σήμερα, είμαστε σε θέση να δημιουργήσουμε ένα μέλλον στο οποίο η διαθρησκευτική αρμονία θα ευδοκιμεί.

 

Ο διαθρησκειακός διάλογος, ως μέσο επικοινωνίας και ανταλλαγής απόψεων, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της κατανόησης και του αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ ατόμων διαφορετικών θρησκειών. Η ουσία αυτού του διαλόγου έγκειται στην ικανότητά του να διευκολύνει την ανταλλαγή ανεκτίμητων γνώσεων και να παρέχει βαθιά εκτίμηση για τις διδασκαλίες, τις πεποιθήσεις και τις πρακτικές που συνυπάρχουν στις διάφορες θρησκείες. Συμπερασματικά, ο διαθρησκειακός διάλογος λειτουργεί ως καταλύτης για την ειρηνική και αρμονική συνύπαρξη, αποτρέποντας έτσι αποτελεσματικά τις συγκρούσεις που μπορεί να προκύψουν λόγω θρησκευτικών διαφορών. Αν και ο αντίκτυπος του διαθρησκειακού διαλόγου είναι εκτεταμένος, ένας τομέας που επηρεάζεται βαθιά από αυτόν τον διάλογο είναι η αρχιτεκτονική. Με την πάροδο των αιώνων, τα μέλη διαφόρων θρησκευτικών κοινοτήτων έχουν επηρεαστεί αμοιβαία από αυτόν, με αποτέλεσμα την κατασκευή δομών που φέρουν τόσο ομοιότητες όσο και διαφορές. Αυτή η συναρπαστική αλληλεπίδραση όχι μόνο διευκόλυνε την ανταλλαγή γνώσεων και την κατανόηση σχετικά με τις διδασκαλίες, τις πεποιθήσεις και τις πρακτικές των διαφόρων θρησκειών, αλλά και δημιούργησε κοινωνίες όπου οι διαφορετικές θρησκευτικές πεποιθήσεις συνυπάρχουν και αλληλεπιδρούν αρμονικά, αφήνοντας το αρχιτεκτονικό τους στίγμα στο τοπίο.

 
3. «Οι Κύπριοι μέσα από τον φακό του Enlart» | Ιωσήφ Χατζηκυριάκος, Επιμελητής Αρχείων Σταυρίδη, Λάρνακα

Η αρχιτεκτονική έχει μελετηθεί ως μία από τις πιο σύνθετες και μεγαλειώδεις τέχνες της ανθρωπότητας από τη ρωμαϊκή περίοδο και έπειτα. Σε αντίθεση με άλλα έργα τέχνης, οι αρχιτεκτονικές κατασκευές χρησιμεύουν τόσο ως εκφράσεις τέχνης όσο και ως περιβάλλον στο οποίο ζουν οι άνθρωποι. Παρόλο που η τέχνη αποτελεί την επιτομή της ανθρώπινης παρέμβασης και δημιουργικότητας στο τοπίο, η ανθρώπινη φιγούρα συχνά περιθωριοποιείται στις οπτικές αναπαραστάσεις των αρχιτεκτονικών μνημείων. Το βιβλίο του Camille Enlart, Gothic Art and the Renaissance in Cyprus, ακολουθεί αυτήν την τάση. Οι ανθρώπινες μορφές που απεικονίζονται στις εικονογραφήσεις του βιβλίου χρησιμεύουν για να δώσουν μια αίσθηση κλίμακας σε σκηνές με μνημεία και αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες και προσθέτουν μια περιορισμένη άποψη του "ανθρώπινου περιβάλλοντος" σε αστικές συνθέσεις. Η τάση αυτή αποτελεί κανόνα από την αρχαιότητα έως και τον 19ο αιώνα στις αρχιτεκτονικές απεικονίσεις. Ωστόσο, οι φωτογραφίες στα άλμπουμ του Enlart μπορούν να δώσουν μια διαφορετική και ενδιαφέρουσα οπτική του ιδίου. Μια πιο προσεκτική μελέτη των φωτογραφιών που βρίσκονται στη συλλογή του CVAR, μπορεί να αποκαλύψει χρήσιμες πληροφορίες για τους ανθρώπους, την υλική κουλτούρα, τη μόδα και την κοινωνία της Κύπρου κατά τη διάρκεια της Οθωμανικής κυριαρχίας.

 

4. «Μια θλιβερή ιστορία πίσω από ένα όμορφο μνημείο: Η περίπτωση του μοναστηριού της Παναγίας Αυγασίδας» | Ανδρέας Φούλιας (PHD), Βυζαντινή Τέχνη και Αρχαιολογία

Το μοναστήρι της Παναγίας Αυγασίδας βρισκόταν στην πεδιάδα της Μεσαορίας, κοντά στα χωριά Αλόα, Σανταλάρι και Μηλιά της επαρχίας Αμμοχώστου. Το καθολικόν είχε δύο διαδρόμους (ο αρχικός νότιος διάδρομος μπορεί να χρονολογηθεί στον 12ο αιώνα και ο βόρειος στον 15ο αιώνα) και περιβαλλόταν από ένα μοναστηριακό συγκρότημα, ένα σε σχήμα Γ βόρεια της εκκλησίας, το οποίο ήταν το παλαιότερο (15ος αιώνας) και ένα άλλο σε σχήμα Π στα ανατολικά (18ος αιώνας). Ο Camille Enlart επισκέφθηκε την εκκλησία στα τέλη του 19ου αιώνα και ήταν ο πρώτος μελετητής που μελέτησε το μνημείο. Οι σημειώσεις του ήταν πολύ αφηρημένες, αλλά ταυτόχρονα πολύ σημαντικές για την ιστορία του μοναστηριακού συγκροτήματος. Εξίσου σημαντικά ήταν τα σχέδιά του καθώς και ορισμένες ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Στην παρουσίαση θα επιχειρηθεί η σκιαγράφηση της ιστορίας του μοναστηριού μέσα από τις περιγραφές, τα σχέδια και τις φωτογραφίες του Enlart και άλλες συμπληρωματικές πηγές.

 

Το μνημείο δεν υπάρχει πια γιατί κατεδαφίστηκε από τα τουρκικά στρατεύματα το 1974, εντασσόμενο στον φαύλο κύκλο της βίας και των αποτρόπαιων εγκλημάτων στα χωριά Σανταλάρης, Μαράθα, Αλόα και Άσσια.

 

5. «Ο Camille Enlart και ο Άγιος Μάμας στη Μόρφου» | Τάσος Παπακώστας, Μελετητής του Βυζαντινού και Μεσαιωνικού Πολιτισμού, Τμήμα Κλασικών Σπουδών, King's College London

Ο προσκυνηματικός ναός του Αγίου Μάμαντος στη Μόρφου, δυτικά της Λευκωσίας, αποτελεί μνημείο-κλειδί για την κατανόηση των αρχιτεκτονικών και πολιτιστικών εξελίξεων στη Βενετική Κύπρο. Εγκαθιδρύθηκε στις αρχές του 16ου αιώνα, ολοκληρώθηκε με γοργούς ρυθμούς και επιπλώθηκε και διακοσμήθηκε πλουσιοπάροχα υπό την αιγίδα ενός γενναιόδωρου αριστοκράτη χορηγού. Παρόλο που σώζεται σήμερα σε αξιοσημείωτα καλή κατάσταση και δεν έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές, οι φωτογραφίες που τράβηξε ο Camille Enlart το 1899 αποδεικνύονται ανεκτίμητες για την κατανόηση της εξέλιξης του ναού. Οι φωτογραφίες, τεκμηριώνουν οπτικά ορισμένες σημαντικές επεμβάσεις και βοηθούν να διευκρινιστούν διάφορα ερωτήματα που σχετίζονται με τη χρήση του κτηρίου, συμπεριλαμβανομένου του χώρου γύρω από την αρχαία σαρκοφάγο που τιμάται ως τόπος ταφής του ομώνυμου Αγίου, καθώς και τις αρχικές προθέσεις πίσω από την ιδιόμορφη αρχιτεκτονική.

 

6. «Κάτω από το άγρυπνο μάτι του Enlart: Εντοπίζοντας και καταγράφοντας τα σημάδια των μαστόρων και τα γκραφίτι» | Mia Gaia Trentin, The Cyprus Institute - STARC – APACLabs

Ο 19ος αιώνας αποτελεί ένα σημείο καμπής, που σηματοδοτεί την ευαισθητοποίηση και την εμφάνιση της έννοιας της πολιτιστικής κληρονομιάς. Γάλλοι και Βρετανοί μελετητές, όπως οι Eugéne Viollet-le-Duc, John Ruskin και William Morris, με τις ιδέες και τα έργα τους, συνέβαλαν καθοριστικά στην ανάδειξη της σημασίας της κτηριακής κληρονομιάς ως αποθετήριο ιστορίας και κοινωνικοπολιτισμικών αξιών που κλονίστηκαν από την επερχόμενη Βιομηχανική Επανάσταση και τον γενικότερο εκσυγχρονισμό. Το μνημειώδες έργο του Enlart σχετικά με τη γοτθική και αναγεννησιακή κληρονομιά της Κύπρου ακολουθεί αυτή την πορεία, αντιπροσωπεύοντας μια πολύτιμη εικόνα της κατάστασης της τοπικής μεσαιωνικής κτηριακής κληρονομιάς μέσα από τα μάτια ενός δυτικού μελετητή. Επιπλέον, το έργο του Enlart αντικατοπτρίζει τις τάσεις της μελέτης της κτηριακής κληρονομιάς του 19ου αιώνα, που βασίζεται στην προσεχτική παρατήρηση και καταγραφή των κτηρίων ως αποτέλεσμα της ειδικής τεχνικής αναπαραγωγής και προσαρμογής δυτικών προτύπων στα τοπικά κτήρια. Αυτό περιελάμβανε επίσης στοιχεία όπως σημάδια των μαστόρων και γκραφίτι, τα οποία θεωρούνται αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας του κτηρίου, της λειτουργίας και αντίληψής του.

 

Η παρουσίαση αυτή έχει ως στόχο να αναδείξει την πρωτοποριακή συμβολή του Enlart με ιδιαίτερη έμφαση στην καταγραφή των σημάτων και των γκραφίτι των Κυπρίων μαστόρων. Επίσης, θα περιγράψει και θα πλαισιώσει τη σημασία των σημάτων των μαστόρων και των γκραφίτι στη μελέτη της τοπικής κτηριακής κληρονομιάς, παρέχοντας μια τεκμηριωμένη άποψη για τα νέα υλικά που ανακαλύφθηκαν και τη συνεχιζόμενη έρευνα που διεξάγεται.

 


7. «Παραδοσιακά επαγγέλματα και ασχολίες από το φωτογραφικό αρχείο του Camille Enlart» | Γιάννης Βιολάρης, Αρχαιολογικός Λειτουγρός, Τμήμα Αρχαιοτήτων

Είναι γνωστό ότι ο Camille Enlart, στην προσπάθειά του να καταγράψει με ακρίβεια τη γοτθική αρχιτεκτονική κληρονομιά της Κύπρου, χρησιμοποίησε τη φωτογραφία μεταξύ άλλων μέσων (αρχιτεκτονικό σχέδιο, ζωγραφική και λεκτικές περιγραφές). Αυτό που δεν είναι γνωστό είναι το γεγονός ότι ένας μικρός αριθμός φωτογραφιών του αποτυπώνει σκηνές της καθημερινής ζωής, τόσο στις γεμάτες ζωή αγορές της πόλης όσο και στη γραφική ύπαιθρο. Σε αυτές περιλαμβάνονται αποτυπώσεις παραδοσιακών επαγγελμάτων, γεωργικών ασχολιών και μερικά πορτρέτα. Ο Camille Enlart δεν ήταν ο πρώτος που κατέγραψε τον κόσμο της Κύπρου. Πριν από αυτόν οι Luigi Palma di Cesnola, John P. Foscolo, Max Ohnefalsch-Richter και John Thompson φωτογράφησαν παρόμοιες σκηνές σε μικρότερο βαθμό.

 

Περιττό να πούμε ότι σήμερα η εθνογραφία και η φωτογραφία θεωρούνται συμπληρωματικά εργαλεία. Ο Enlart έζησε σε μια εποχή που τόσο η φωτογραφία όσο και η εθνογραφία βρίσκονταν ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Ωστόσο, έχοντας σπουδάσει σε σχολή Kαλών Tεχνών, αποδείχθηκε ταλαντούχος σχεδιαστής και τοπογράφος καθώς και εξαιρετικός φωτογράφος.

 

Στην παρουσίαση θα επιχειρηθούν κάποια εθνογραφικά σχόλια για αυτές τις εικόνες υψηλής ποιότητας, τόσο με την εξαγωγή πληροφοριών όσο και με τη χρήση τους ως αφετηρία για σχολιασμό. Οι εικόνες αυτές γίνονται πολύτιμα εικονογραφικά στηρίγματα και ένας τρόπος λεπτομερούς εθνογραφικής παρατήρησης, ενώ τα πορτρέτα καθημερινών ανθρώπων που έχουν ληφθεί σε μια κατάσταση από την καθημερινή τους ζωή, αποτελούν μια διασταύρωση της δημόσιας και της ιδιωτικής σφαίρας. Επιπλέον, αποτελούν πολύτιμες μαρτυρίες ενός αρχαϊκού κόσμου που εξαφανίστηκε μπροστά στα μάτια μας. Πρέπει να σημειωθεί ότι ορισμένες από αυτές τις φωτογραφίες ανήκουν στον A. E. Mavrocordato, έναν από τους ανθρώπους που έδωσαν φωτογραφίες και υποστήριξαν τον Camille Enlart κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Κύπρο.

 

 

Πηγές: 

  1. Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια
  2. CVAR «Η Κύπρος μέσα από τον φακό του Camille Enlart»

Φώτο Γκάλερι

Image
Image