Ευγένιος πατριάρχης

Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κατά το 1821. Στον οικουμενικό θρόνο διαδέχθηκε τον εκτελεσθέντα από τους Τούρκους πατριάρχη Γρηγόριο Ε', του οποίου το λείψανο προσπάθησε να σώσει με κίνδυνο της δικής του ζωής. Πιο πριν είχε υπηρετήσει ως μέγας πρωτοσύγκελλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου και μητροπολίτης Πισιδίας από το 1814. Ολόκληρη η πατριαρχεία του χαρακτηρίζεται από σκληρές προσπάθειες προς αναχαίτιση των τουρκικών θηριωδιών κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

 

Όταν τον Ιούλιο του 1821 ο κυβερνήτης της Κύπρου Κουτσιούκ Μεχμέτ εκτέλεσε τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό και τους λοιπούς επισκόπους, ο πατριάρχης Ευγένιος προσπάθησε να προσφέρει κάποια βοήθεια στην Κυπριακή Εκκλησία. Ο Κουτσιούκ Μεχμέτ, σ’ αντικατάσταση των εκτελεσθέντων από τον ίδιο ιεραρχών, πήρε από τη φυλακή μερικούς κληρικούς, που τους οδήγησε με συνοδεία γενιτσάρων στην Αρχιεπισκοπή όπου τους εγκατέστησε. Αυτοί ήσαν ο μοναχός Ιωακείμ, που ο Κουτσιούκ Μεχμέτ διόρισε αρχιεπίσκοπο, και οι Πανάρετος, Λεόντιος και Δαμασκηνός. Αυτοί έγραψαν στον πατριάρχη Ευγένιο στις 21.12.1821 να στείλει στην Κύπρο τρεις επισκόπους, προκειμένου να προβούν και σε κανονική εκκλησιαστική χειροτονία τους. Παρόμοια αίτηση απέστειλαν και στον πατριάρχη Αντιοχείας Σεραφείμ.

 

Με την έγκριση και τις οδηγίες του πατριάρχη Ευγενίου, ο πατριάρχης Σεραφείμ έστειλε στην Κύπρο τρεις επισκόπους, τον Κύπριο επίσκοπο Επιφανίας Ιωαννίκιο, τον Σελευκείας Γεννάδιο και τον Εμέσης Μεθόδιο, οι οποίοι και ενθρόνισαν τους επιλεγέντες από τον Κουτσιούκ Μεχμέτ νέους ιεράρχες της Κύπρου.