Κανάκης

Image

Έλληνας (κατά πάσαν πιθανότητα Κύπριος) επαναστάτης και κουρσάρος με αρκετά αξιόλογη δραστηριότητα στην Κύπρο και στην γύρω απ’ αυτήν περιοχή, κατά τα πρώτα χρόνια της φράγκικης κατοχής του νησιού.

 

Ο ίδιος, η δράση και τα κίνητρά του δεν αναφέρονται στις ελληνικές πηγές. Αναφορές γίνονται σε δυτικές και αρμενικές πηγές, που είναι όμως ανεπαρκείς για να μπορέσουμε να σχηματίσουμε ολοκληρωμένη εικόνα γι' αυτόν.  Ο ντε Μας Λατρί (Histoire de l'ile de Chypre, Α, σ. 140) τον θεωρεί με βεβαιότητα ως Κύπριο επαναστάτη: ‘...un partisan chypriote, nommé Cannaqui...’.

 

Με βάση τις ελάχιστες υπάρχουσες πληροφορίες, που μπορούν να συσχετισθούν προς άλλες για παράλληλα γεγονότα που συνέβησαν τότε στην Κύπρο και να ενταχθούν στο γενικότερο κλίμα της εποχής εκείνης, μπορούμε να σχηματίσουμε την ακόλουθη εικόνα:

 

Μέχρι το 1191 η Κύπρος βρισκόταν υπό την άμεση επίδραση των Βυζαντινών, αν και κατά τα τελευταία χρόνια είχε εκδηλωθεί το αποσχιστικό κίνημα του Ισαακίου Κομνηνού. Το 1191 εισέβαλε στο νησί και το κατέκτησε ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος. Αφού συνέλαβε τον Ισαάκιο, κι αφού λεηλάτησε άγρια την Κύπρο, αναχώρησε για τους Αγίους Τόπους (βρισκόταν σ' εξέλιξη η τρίτη Σταυροφορία στην οποία ο Ριχάρδος μετείχε, μαζί με τον Φίλιππο Αύγουστο της Γαλλίας). Λίγο αργότερα πούλησε το νησί στους Ναΐτες ιππότες που ήλθαν κι εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο. Η σκληρότατη όμως συμπεριφορά τους έναντι των Κυπρίων, οδήγησε σε εξέγερση των κατοίκων του νησιού και σε μεγάλη σφαγή το Πάσχα του 1192. Το νησί μεταβιβάσθηκε τότε στον ευγενή Γκυ (Γουίδο) Λουζινιανό, που έγινε ηγεμόνας του (χωρίς όμως και να προλάβει να γίνει βασιλιάς της Κύπρου, γιατί πέθανε λίγο αργότερα, το 1194). Διάδοχός του, και πρώτος βασιλιάς της Κύπρου, ήταν ο αδελφός του Αμάλριχος Λουζινιανός (1194 - 1205). Από τους αδελφούς Γκυ και Αμάλριχο ξεκινά η δυναστεία των Λουζινιανών βασιλιάδων της Κύπρου που θα κρατήσει σχεδόν τρεις αιώνες.

 

Ακριβώς αυτή την μεταβατική και κρίσιμη για την Κύπρο εποχή της βασιλείας του Αμάλριχου, εμφανίζεται και δρα ο επαναστάτης και κουρσάρος Κανάκης. Ήταν η εποχή αμέσως μετά την κατάλυση της βυζαντινής κυριαρχίας επί της Κύπρου, την κατάληψη του νησιού από τους δυτικούς επιδρομείς, τις λεηλασίες του Ριχάρδου και τη σφαγή του 1192. Ήταν, επίσης, ακριβώς η εποχή κατά την οποία η Κύπρος οργανωνόταν σε βασίλειο δυτικού τύπου και διαμοιραζόταν σε τιμάρια που δίνονταν σε δυτικούς ευγενείς. Κατά την ίδια, επίσης, εποχή εγκαταστάθηκε στην Κύπρο και πλοκάμι της Λατινικής Εκκλησίας που άρχισε ήδη να καταδιώκει την Ορθόδοξη Κυπριακή Εκκλησία.

 

Όλα αυτά τα γεγονότα δεν ήσαν λίγα ώστε να μη προκαλέσουν αντίδραση. Δεν γνωρίζουμε λεπτομέρειες για τη ζωή του Κανάκη κι ούτε ξέρουμε εάν ήταν ευγενής ή γαιοκτήμων ή, ακόμη, αξιωματούχος. Αναφέρεται πάντως ότι ανέπτυξε δραστηριότητα επαναστατική αυτήν ακριβώς την εποχή, δεν είναι όμως γνωστό κατά πόσον είχε ηγηθεί γενικότερου λαϊκού κινήματος κατά των Φράγκων ή εάν είχε περιοριστεί σε κάποιο είδος αντάρτικης δράσης κατ’ αυτών, και με πόσες δυνάμεις. Ούτε είναι γνωστό εάν είχε διαδραματίσει ρόλο στις εξελίξεις που είχαν προηγηθεί (αντίσταση κατά του Ριχάρδου Λεοντόκαρδου, αντίσταση κατά των Ναϊτών).

 

Πάντως, η (οποιαδήποτε κι αν ήταν) επαναστατική δραστηριότητα του Κανάκη στην ίδια την Κύπρο, φαίνεται ότι είχε αντιμετωπισθεί με επιτυχία από τους Φράγκους, γιατί επί ημερών του βασιλιά της Κύπρου Αμάλριχου ο Κανάκης απαντάται να έχει την βάση του εκτός των γεωγραφικών ορίων του νησιού. Από την Κιλικία, όπου ίσως είχε αναγκαστεί να καταφύγει, ο Κανάκης άρχισε πειρατικές επιθέσεις κατά της Κύπρου, κυβερνώντας ένα καράβι και αριθμό ανδρών. Κατά τις επιθέσεις του αυτές φαίνεται ότι έπληττε περιουσίες κι εγκαταστάσεις Φράγκων ευγενών στο νησί.

 

Είναι σημαντικό το γεγονός ότι, κατά τη διάρκεια της δραστηριότητάς του αυτής, ο Κανάκης είχε τη συμπαράσταση και υποστήριξη του Βυζαντινού άρχοντος της Αντιοχείας Ισαακίου, ο οποίος του είχε παραχωρήσει ακόμη και αυτό το καράβι που χρησιμοποιούσε για τις επιδρομές του στην Κύπρο. Δεν γνωρίζουμε τα ακριβή κίνητρα και τους απώτερους στόχους των επιδρομών αυτών. Ωστόσο, η ανάμειξη του Ισαακίου Αντιοχείας οδηγεί στη σκέψη ότι πίσω απ’ αυτές υπήρχε ανάμειξη της ίδιας της Κωνσταντινουπόλεως που ίσως απέβλεπε στην απελευθέρωση της Κύπρου από τους Φράγκους και επαναφορά της στην αυτοκρατορία. Τούτο όμως θα εξυπάκουε και γενικότερη εξέγερση του κυπριακού πληθυσμού κατά των Φράγκων­· λαϊκή εξέγερση πάντως, σε συνάρτηση προς τη δράση του Κανάκη, δεν αναφέρεται στις πηγές αλλά και δεν αποκλείεται. Πάντως, τον Κανάκη φαίνεται ότι υποστήριζε η Ορθόδοξη Εκκλησία.

 

Σημαντικότερη αναφερόμενη επιτυχία του Κανάκη στην Κύπρο, ήταν η σύλληψη της βασιλικής οικογένειας και η αιχμαλωσία της! Αυτό έγινε το καλοκαίρι του 1197, όταν η σύζυγος του βασιλιά της Κύπρου Αμάλριχου, η βασίλισσα Εχίβη (γόνος της γνωστής οικογένειας των Ιβελίνων), παραθέριζε μαζί με τα παιδιά της στο χωριό Παραδείσι, βόρεια του χωριού Λιμνιά στον κόλπο της Αμμοχώστου. Ο Κανάκης επέδραμε, κι αφού μαζί με τους άνδρες του κατόρθωσε να καταβάλει τη φρουρά, συνέλαβε τόσο την βασίλισσα όσο και τα παιδιά της. Αφού μετέφερε τους πολύτιμους αιχμαλώτους στο καράβι του, που τον ανέμενε στον κόλπο της Αμμοχώστου, ο Κανάκης σάλπαρε για την Αντιόχεια. Εκεί παρέδωσε τους αιχμαλώτους του στον Βυζαντινό άρχοντα και συνεργάτη του Ισαάκιο. Αργότερα, με μεσολάβηση του βασιλιά της Αρμενίας Λέοντος Β', διευθετήθηκε απελευθέρωση των αιχμαλώτων· η βασίλισσα και τα λοιπά μέλη της βασιλικής οικογένειας παραδόθηκαν στον Λέοντα, που κι αυτός τα μετέφερε στην Κώρυκο όπου πήγε από την Κύπρο και τα παρέλαβε ο βασιλιάς Αμάλριχος. Η Εχίβη πέθανε τον επόμενο χρόνο.

 

Δεν γνωρίζουμε ποια ακριβώς ανταλλάγματα είχαν δοθεί εκ μέρους του Αμάλριχου, για να πάρει πίσω την οικογένειά του. Δεν γνωρίζουμε, επίσης, την περαιτέρω δραστηριότητα του Κανάκη, ούτε και ποιο ήταν το τέλος της ζωής του.

 

Με ήρωα τον Κανάκη, δημοσίευσε πεζογράφημα ο λογοτέχνης Κύπρος Χρυσάνθης (Κανάκης, ὁ Κυπριώτης Κουρσάρος, 1959).