Ιάκωβος Β' αρχιεπίσκοπος

Image

(Παπά)Ιάκωβος Β΄: Αρχιεπίσκοπος Κύπρου στις αρχές του 18ου αιώνα, και συγκεκριμένα από τις 13 Φεβρουαρίου 1707 μέχρι και το 1718. Ήταν διάδοχος του αρχιεπισκόπου Κύπρου Αθανασίου Β΄.

 

Τον αρχιεπίσκοπο Αθανάσιο Β' διαδέχθηκε στον θρόνο του αποστόλου Βαρνάβα παράνομα ο Ιάκωβος, ύστερα από ενέργειες του πρώην αρχιεπισκόπου Κύπρου Γερμανού Β΄, ο οποίος και είχε καθαιρεθεί στα 1705 εξαιτίας καταχρήσεων, αρπακτικότητας και άλλων παρανομιών. Τον Γερμανό Β΄ διαδέχθηκε ο Αθανάσιος Β', που πιο πριν είχε διατελέσει πατριάρχης Αντιοχείας (ως Αθανάσιος Γ). Ο Γερμανός, μετά την καθαίρεσή του από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και παρά την εκλογή ως νέου αρχιεπισκόπου Κύπρου του Αθανασίου, συνέχισε να δρα στην Κύπρο. Ο Αθανάσιος ήλθε στην Κύπρο το 1706. Νωρίς τον επόμενο χρόνο πήγε στην Κωνσταντινούπολη για να πάρει μέρος στην εκλογή νέου πατριάρχη Ιεροσολύμων. Επωφελούμενος από την απουσία του Αθανασίου, ο Γερμανός χειροτόνησε ο ίδιος στην Κύπρο, στις 13 Φεβρουαρίου 1707, άλλο αρχιεπίσκοπο. Αυτός ήταν ένας ιερέας Ιάκωβος (άγνωστο από πού ακριβώς καταγόταν), νυμφευμένος μάλιστα. Παρά την αντίδραση της συζύγου του παπά Ιακώβου, η οποία δεν ήθελε το διαζύγιο, ο Γερμανός τον χώρισε πριν τον χειροτονήσει αρχιεπίσκοπο, για να είναι η πράξη της χειροτονίας σύμφωνη προς τον 12ο κανόνα της εν Τρούλλω συνόδου!

 

Επειδή όμως και η γυναίκα του παπά Ιακώβου δεν επιθυμούσε το διαζύγιο, και επειδή ο Γερμανός που έκαμε την χειροτονία ήταν ήδη καθαιρεμένος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και επειδή ενήργησε μόνος και χωρίς σύνοδο και στην απουσία του αρχιεπισκόπου Αθανασίου, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Γαβριήλ Γ΄ και η σύνοδος του πατριαρχείου θεώρησαν την εκλογή νέου αρχιεπισκόπου Κύπρου ως άκυρη, τον δε παπά Ιάκωβο ως έκπτωτο.

 

Παρά ταύτα όμως, ο παπά Ιάκωβος εξακολούθησε να κατέχει το αρχιεπισκοπικό αξίωμα, ο δε αρχιεπίσκοπος Αθανάσιος δεν φαίνεται να επέστρεψε στην Κύπρο μετά το 1707.

 

Ο Ιάκωβος αναφέρεται σε διάφορα έγγραφα, που αποδεικνύουν ότι παρέμεινε αρχιεπίσκοπος μέχρι το 1718. Πιθανότατα σε κάποιο στάδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο ανέστειλε την απόφασή του του 1707 και αναγνώρισε τον Ιάκωβο. Όπως σημειώνει μάλιστα ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός (Ιστορία Χρονολογική, 1788, σ. 314), ο Ιάκωβος Β΄ ήταν ένας από τους Κυπρίους αρχιεπισκόπους της περιόδου της Τουρκοκρατίας που ταξίδεψαν στην Κωνσταντινούπολη περί τν χρεν τοῦ αγι συγκατάβασιν ατήσαντες, χι ὀλιγώτερον καί περί ἄλλων ποθέσεων τοτόπου κατά καιρούς βοήθειαν καί σύστασιν λαβόντες...

 

Μεταξύ των αρχιεπισκόπων που ανέλαβαν τέτοιες αποστολές στην Πύλη, ο αρχιμανδρίτης Κυπριανός αναφέρει και τους δυο Ιακώβους.

 

Ο Ιάκωβος Β΄ είναι, πιθανότατα, εκείνος από τους δυο Ιακώβους που συνετέλεσε τα μέγιστα στην οικοδόμηση της εκκλησίας του Τριπιώτου στη Λευκωσία, όπως αναφέρει σχετική επιγραφή στην εκκλησία αυτή.

 

Διάδοχος του Ιακώβου Β΄ ήταν ο αρχιεπίσκοπος Κύπρου Σίλβεστρος.