Κλώδιοι

Image

Ονομασία που προτάθηκε, αλλά τελικά δεν δόθηκε, για τους Κυπρίους δούλους που ο Μάρκος Πόρκιος Κάτων είχε μεταφέρει στη Ρώμη μετά την κατάληψη της Κύπρου (58 π.Χ.). Ο τότε δήμαρχος της Ρώμης Πόπλιος Κλώδιος Πούλχερ πρότεινε να ονομαστούν Κλώδιοι, επειδή με δική του εντολή είχε μεταβεί ο Κάτων στην Κύπρο. Μερικοί εισηγήθηκαν να ονομαστούν Πόρκιοι προς τιμήν του Κάτωνος ο οποίος διεξήγαγε την επιχείρηση για την προσάρτηση του νησιού στο Ρωμαϊκό κράτος. Ο Κάτων αντιτάχθηκε και στις δυο ονομασίες και οι δούλοι παρέμειναν γνωστοί στη Ρώμη απλώς με το όνομα Κύπριοι.

 

Οι δούλοι στην αρχαία Ρώμη

Κατά τη διάρκεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οι δούλοι αποτελούσαν το ένα τρίτο του πληθυσμού της Ρώμης. Συχνά οι άνθρωποι αυτοί, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, είχαν αιχμαλωτιστεί σε μάχη και τους είχαν αγοράσει πλούσιοι Ρωμαίοι για να δουλεύουν με αντάλλαγμα στοιχειώδη τροφή και κατάλυμα.

Εκτός από χειρωνακτικές εργασίες και αγγαρείες όπως το καθάρισμα, το μαγείρεμα και το κουβάλημα, οι δούλοι θεωρούνταν σύμβολο πλούτου για τη ρωμαϊκή ελίτ και όσο περισσότερους δούλους είχε κάποιος τόσο μεγαλύτερο ήταν το κοινωνικό του ανάστημα. Ένας πολύ πλούσιος μπορούσε να έχει ακόμα και 500 δούλους, ενώ ο αυτοκράτορας ακόμα και 20.000. Οι συνθήκες διαβίωσης για έναν δούλο ήταν βάναυσες, με αποτέλεσμα η ζωή του να είναι σχετικά σύντομη.

 

Οι δούλοι αναμενόταν να ξυπνούν χαράματα και να φορούν τους λινούς ή μάλλινους χιτώνες και τα ξυλοπάπουτσα που τους διέθεταν οι αφέντες τους. Τα ρούχα τους ήταν παρόμοια με αυτά των Ρωμαίων πολιτών· όταν κάποτε η Σύγκλητος πρότεινε την ιδέα μιας στολής για δούλους, αυτή απορρίφθηκε από φόβο μήπως οι δούλοι εξεγείρονταν μόλις θα διαπίστωναν πόσο πολλοί ήταν.

 

Ο δούλος άρχιζε τη μέρα του ανάβοντας φωτιά για την υποδαπέδια θέρμανση, φέρνοντας νερό και ετοιμάζοντας το πρωινό του αφέντη του. Μόλις ξυπνούσε ο αφέντης, τον έπλεναν, τον έντυναν και του σέρβιραν το πρωινό όσο πιο αθόρυβα μπορούσαν. Οι ίδιοι οι δούλοι έτρωγαν λίγο ψωμί και φρούτα και έπιναν φθηνό κρασί για να τα βγάζουν πέρα κατά τη διάρκεια της μέρας.

Οι οικότροφοι δούλοι περνούσαν τις περισσότερες μέρες μαγειρεύοντας, καθαρίζοντας και κάνοντας θελήματα, όπως να πηγαίνουν τα παιδιά στο σχολείο, να αγοράζουν είδη διατροφής και να επιδιορθώνουν ρούχα. Μερικοί είχαν καλή μεταχείριση ως αναγνώριση της σκληρής δουλειάς τους, δεν είχαν όμως δικαίωμα να κατέχουν οτιδήποτε ούτε να δημιουργούν οικογένεια. Οι ειδικευμένοι δούλοι μπορεί να εργάζονταν ως δάσκαλοι, λογιστές, γιατροί και μουσικοί, μερικές φορές έναντι ελάχιστης αμοιβής.

 

Οι δούλοι της Ρώμης είχαν κουραστεί από τη στέρηση δικαιωμάτων και ελευθερίας και οργάνωσαν τρεις διαφορετικές επαναστάσεις – αλλά ηττήθηκαν και στις τρεις. Η πιο διάσημη εξέγερση, ανάμεσα στο 72 και το 71 π.Χ., είχε ως επικεφαλής τον Σπάρτακο και έληξε με τον θάνατό του και την αιχμαλωσία 6.000 υποστηρικτών του. Ωστόσο, μερικοί δούλοι προτιμούσαν να χρησιμοποιούν πιο διακριτικές μεθόδους αντίστασης, όπως το να κλέβουν χρήματα από τον αφέντη τους.

Όταν ένας δούλος είχε κακή διαγωγή ή απλώς έκανε κάτι χωρίς την έγκριση του αφέντη του, μπορούσε να μαστιγωθεί, να αλυσοδεθεί, να βασανιστεί, ακόμα και να θανατωθεί χωρίς καμία νομική επίπτωση. Ο Ρωμαίος Πόπλιος Βέδιος Πόλιος ήταν γνωστός για τις βάναυσες τιμωρίες που επέβαλλε στους δούλους του: τους έριχνε ζωντανούς για να τους τρώνε οι σμέρνες του.

 

Αν ο αφέντης τους ήταν καλεσμένος σε γεύμα, οι δούλοι αναλάμβαναν να τον μεταφέρουν πάνω σε ένα φορητό ανάκλιντρο. Στο μεταξύ, οι δούλοι του οικοδεσπότη προετοίμαζαν το συμπόσιο. Μόλις έφθαναν οι καλεσμένοι, οι δούλοι έπρεπε να τους σερβίρουν το φαγητό, να τους ψυχαγωγήσουν και στο τέλος να καθαρίσουν.

 

Κατά τη διάρκεια της ρωμαϊκής γιορτής των Σατουρναλίων, μια ετήσια γιορτή προς τιμήν του Κρόνου, οι δούλοι μπορεί να άλλαζαν θέση με τους αφέντες τους. Για το επταήμερο των εορτασμών, που άρχιζαν στις 17 Δεκεμβρίου, οι αφέντες σέρβιραν στους δούλους τους πλουσιοπάροχα γεύματα, τους επέτρεπαν να παίζουν τυχερά παιχνίδια και άλλαζαν ρούχα μαζί τους, όλα ως ένδειξη καλής θέλησης. Γενικότερα οι ρόλοι αντιστρέφονταν ανάμεσα σε δούλους κι ιδιοκτήτες, κάτι που οδηγούσε σε ξέφρενο γλέντι, άφθονη οινοποσία και ακολασίες: γι' αυτό το λόγο, με την έλευση του Χριστιανισμού, η λέξη "σατουρνάλια" ήταν ταυτόσημη με τα "όργια".

 

Μόνο ο αφέντης μπορούσε να απελευθερώσει τους δούλους του με τη διαδικασία της χειραφέτησης, αλλά οι δούλοι μπορούσαν να εξαγοράσουν την ελευθερία τους και να γίνουν Ρωμαίοι πολίτες χωρίς δικαίωμα σε δημόσια αξιώματα. Ωστόσο, αυτό ήταν κάτι πολύ σπάνιο κι έτσι πολλοί κατέφευγαν στην απόδραση, σκοτώνοντας τους αφέντες τους ή αυτοκτονώντας για να γλιτώσουν από την κακομεταχείριση.