Πηδκιάς ή Πιδκιάς ή Πεδιαίος ποταμός

Όταν ο Πηδκιάς έπνιγε τη Λευκωσία

Image

Πως και πόσο έχουν αλλάξει οι καιροί! Έχουμε καταντήσει να θεωρούμε ακόμη και κύρια είδηση εάν βρέξει και κατεβούνε κάποια ρυάκια. Μάλιστα, ρυάκια έχουμε πλέον και ούτε ένα ποτάμι. Κοιτάζω στη γειτονιά μου την κοίτη του ποταμού Πηδκιά, που έχει πλάτος γύρω στα 250 μέτρα. Κατάξερη. Αλλά εκείνο το πλάτος γέμιζε κάποτε. Όταν ο Πηδκιάς το είχε δημιουργήσει επειδή το χριαζότανε. Θυμάμαι, μικρός, σε κάποια σημεία της κοίτης του συγκρεατούσε νερό, σε λιμνούλες, μέχρι και το καλοκαίρι. Και κάναμε σ’ αυτές και μπάνιο. Όταν ήτανε θυμωμένος, έπρεπε, μικρά παιδιά, να περάσουμε για να πάμε στο σχολείο, το μοναδικό που υπήρχε τότε στον Στρόβολο, να χρησιμοποιήσουμε το μόνο γεφύρι που υπήρχε, κοντά στο λόφο του Κυβερνείου (σήμερα Προεδρικού Μεγάρου). Κάνοντας μια διαδρομή, με τα πόδια βέβαια, περίπου τεσσάρων χιλιομέτρων. Και άλλα τόσα στην επιστροφή. Όταν λοιπόν ο Πηδκιάς κατέβαινε θυμωμένος, ακούγαμε το βουητό του σχεδόν μισή ώρα πρωτύτερα, και τρέχαμε στην όχθη να δούμε την «μούττη» του – την αρχή του. Τότε προκαλούσε και πλημμύρες. Μια φορά, δεν ξέρω ποια και πόσα χωράφια είχε κτυπήσει, έφερε και άπλωσε στην κοίτη του και ένα σωρό καρρότα. Μαζεύαμε και τρώγαμε για μέρες. Μια άλλη φορά είδα να παρέσερνε ένα γαϊδούρι, που μάταια αγωνιζόταν να σωθεί.

 

Μέχρι και τα τέλη του 19ου αιώνα ο ποταμός διέσχιζε το κέντρο της Λευκωσίας. Η κοίτη του ήτανε η σημερινή λεγόμενη πράσινη γραμμή. Εισερχόταν από την περιοχή της Πύλης Πάφου και εξερχόταν από την περιοχή της Πύλης Αμμοχώστου. Οπότε, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, αλλά και αργότερα, ήτανε και ένα φυσικό σύνορο που χώριζε την πόλη στα δυο, από τη μια την ελληνική συνοικία και από την άλλη την τουρκική. Ένας διαχωρισμός που ισχύει και σήμερα. Υπήρχανε μέσα στην πόλη και τέσσερα γεφύρια που ενώνανε τα δυο της τμήματα. Μόνο μετά το 1878, με τον ερχομό των Βρετανών, ο ποταμός οδηγήθηκε από εκείνους εκτός της πόλης. Μέχρι τότε όμως, όχι σπάνια, προκαλούσε και ζημιές, ακόμη και θύματα στην πρωτεύουσα όταν κατέβαινε πολύ θυμωμένος.

 

Έχουμε και μια τραγική επέτειο, τον θάνατο πολλών ανθρώπων και την ύπαρξη μεγάλων καταστροφών όταν ο ποταμός πλημμύρισε τη Λευκωσία - στις 10 Νοεμβρίου του έτους 1330 (περίοδος Φραγκοκρατίας). Η πρωτεύουσα ήτανε ήδη κλεισμένη στα τείχη της, που τότε ακριβώς είχανε κτιστεί από τον βασιλιά Ούγο Δ΄ και δεν είχανε ακόμη τελειώσει. Λοιπόν, αναφέρεται ότι το φθινόπωρο του έτους 1330 υπήρξε ιδιαίτερα βροχερό, μάλιστα σε βαθμό πρωτοφανή. Σύμφωνα προς τις υπάρχουσες αναφορές, οι ραγδαίες βροχές δεν είχανε σταματήσει σύντομα αλλά υπήρξαν συνεχείς για 28 ολόκληρα και συνεχή ημεονύκτια. Με κορύφωση στις 10 Νοεμβρίου, οπότε μια πολύ ισχυρή θύελλα υπήρξε το αποκορύφωμα. Ο ποταμός Πηδκιάς «εκατέβην τόσον μέγας» όπως γράφει ο μεσαιωνικός χρονικογράφος Λεόντιος Μαχαιράς. Οπότε, προσθέτει, «εξηρίζωσεν πολλά δέντρα και εκατέβασέν τα και έφερέν τα εις την Χώραν και εστούππωσαν το γιοφύριν του Σινεσκάρδου. Και ο ποταμός επήγεν τριγύρου της Χώρας και εχάλασεν πολλά σπιτία και έπνιξεν πολλύν λαόν» γράφει ο Μαχαιράς. Δηλαδή ο ποταμός εισερχόταν μεν μέσα στην πόλη, αλλά λόγω των όσων μετέφερε, δεν είχε και έξοδο, που την είχε κλείσει με όσα το νερό κουβάλησε. Έτσι το νερό άρχισε να πλημμυρίζει την πόλη, που ήτανε ήδη κλεισμένη στα τείχη της και δεν του άφηνε διέξοδο. Αλλά και οι κάτοικοι παρέμειναν εντός των τειχών εγκλωβισμένοι. Ο Μαχαιράς γράφει ότι ο ποταμός «έπνιξεν πολλύν λαόν», χωρίς να δίνει και αριθμό θυμάτων. Άλλες πηγές πάλι, δίνουνε διάφορους αριθμούς θυμάτων. Σύμφωνα προς ένα αρμενικό χρονικό, οι νεκροί στη Λευκωσία ήσαν 6.000. Άλλη πηγή, ο Giovanni Villani, κάνει λόγο για 8.000 νεκρούς αλλά μαζί σε Λευκωσία και Λεμεσό. Στη Λεμεσό που επίσης είχε πληγεί τότε από πλημμύρα, οι νεκροί είχαν ανέλθει στις 2.ΟΟΟ, άρα στη Λευκωσία είχαν σκοτωθεί γύρω στις 6.000. Ο Στέφανος Λουζινιανός πάλι, αναφέρει ότι οι νεκροί ανήλθαν στις 11.000, αλλά ο αριθμός αυτός φαίνεται υπερβολικός, έστω και αν αφορούσε τα θύματα σε ολόκληρη την Κύπρο.  Διότι θύματα πρέπει να θεωρήσουμε ότι υπήρξαν και σε χωριά απ’ όπου διερχόταν ο ποταμός. Επίσης πολλές χιλιάδες άνθρωποι παρέμεινα άστεγοι. Σύμφωνα προς τον Φλώριο Βουστρώνιο η πλημμύρα συνέβη τη νύχτα, οπότε ο λαός πιάστηκε και στον ύπνο. Μάλιστα πολλοί τρέχανε γυμνοί ή με τις νυκτικές τους, προσπαθώντας να σωθούν. Ο ίδιος αναφέρει ότι οι νεκροί στη Λευκωσία ήσαν γύρω στις 8.000.

 

Ήτανε λοιπόν η χειρότερη από τις πλημμύρες που αναφέρονται ότι είχε προκαλέσει ο Πηδκιάς. Διότι υπήρξαν και άλλες. Μια απ’ αυτές μαρτυρείται ότι είχε συμβεί κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, και συγκεκριμένα πάλι τον μήνα Νοέμβριο του έτους 1859. Οι νεκροί τότε στη Λευκωσία είχαν ανέλθει στους 16, αλλά οι ζημιές σε σπίτια και υποστατικά υπήρξαν τεράστιες. Και βέβαια δεν υπήρχε τότε ουδεμία αρχή που να βοηθούσε ή και να αποζημίωνε τους πληγέντες. Που έπρεπε να τα βγάζανε πέρα μόνοι τους. Μάλιστα αντίθετα, ο τότε Τούρκος κυβερνήτης της Κύπρου, ο Ισιάκ πασάς, καθότανε απαθής στο σαράϊ, κάπνιζε ήσυχος τον ναργιλέ του και απλά παρακολουθούσε σαν θεατής την τραγωδία. Δεν εύρισκε, είπε, να αναφερόταν τίποτα στα καθήκοντά του που να του επέτρεπε να επέμβει. Ήτανε εξάλλου ένας από τους χειρότερους Τούρκους κυβερνήτες που γνώρισε η Κύπρος. Είχε φθάσει στο νησί για να αναλάβει τα καθήκοντά του εντελώς μεθυσμένος, παρέμεινε μόνιμα μεθυσμένος και τελικά πέθανε από το ποτό. Το αξίωμα του κυβερνήτη της Κύπρου το κέρδιζε εξάλλου κανείς όχι με τα προσόντα που διέθετε, αλλά με την προσφορά στον σουλτάνο της μεγαλύτερης τιμής, διότι το αξίωμα έβγαινε στο σφυρί, το κέρδιζε για ένα χρόνο εκείνος που προσέφερε την καλύτερη τιμή. Και ερχόμενος στην Κύπρο, κύρια έγνια είχε να έβγαζε πίσω τα όσα είχε πληρώσει, μαζί και με το μεγαλύτερο δυνατό κέρδος.

 

 

Μια ακόμη πλημμύρα στη Λευκωσία με ένοχο τον ποταμό Πηδκιά, αναφέρεται ότι είχε σημειωθεί το έτος 1865. Σύμφωνα προς τις μαρτυρίες, είχε και τότε πλημμυρίσει ολόκληρη η εντός των τειχών πόλη, είχανε και πάλι σημειωθεί καταστροφές, αλλά δεν αναφέρεται να υπήρξαν νεκροί. Θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι είχαν υπάρξει στην πρωτούουσα και άλλες, μικρότερης έκτασης καταστροφές από τον ποταμό. Αφού ο ποταμός έτρεχε μέσα από την πόλη, που κλεισμένη στα τείχη της, μπορούσε να μετατρεπόταν σε μια τεράστια δεξαμενή. Τελικά η Λευκωσία «απαλλάχθηκε» από τον ποταμό μόνο μετά την άφιξη των Άγγλων το έτος 1878. Οι Βρετανοί, πρακτικοί και αποτελεσματικοί, δώσανε άλλη λύση, ανοίγοντας νέα κοίτη για τον ποταμό και διοχετεύοντάς τον εκτός και γύρω από τα τείχη της πρωτεύουσας. Έκτοτε η Λευκωσία δεν υπέφερε πλέον από πλημμύρες, οι οποίες όμως δεν έλειψαν από άλλες περιοχές. Νεαρός θυμάμαι μια πλημμύρα στη γειτονιά μου, στον Στρόβολο. Το δικό μου σπίτι είναι κάπως ψηλότερα , δεν κινδύνεσυσε ποτέ, αλλά είχα δει κοντινά σπίτια στα οποία το νερό εισερχόταν από την κύρια είσοδο και έβγαινε από την κουζίνα. Υπαίτιος δεν ήτανε πάντως ο Πηδκιάς αλλά ένα «αρκάτζιν» που περνούσε από την περιοχή και κατέληγε στον ποταμό. Υπάρχει ακόμη η κοίτη του, αλλά σήμερα πολύ σπάνια βλέπει νερό στην κοίτη του. Στην τελευταία πλημμύρα, πριν μισό περίπου αιώνα, πολλοί ήσαν εκείνοι που αγωνίζονταν να αντλήσουν το νερό από τα σπίτια τους. Είδα αντίθετα, και μια γυναίκα που με τη σκούπα έσπρωχνε το νερό μέσα στο σπίτι αντί έξω. Βλέπεις, είχε γίνει γνωστό ότι τις πλημμυρισμένες περιοχές θα επισκεπτόταν και ο πρόεδρος Μακάριος, οπότε η συγκεκριμένη κυρία, που δεν είχε πλημμυρίσει, ήθελε να δώσει και αυτή την εντύπωση του πλημμυροπαθούς, μήπως και κέρδιζε κάποια αποζημίωση.

 

Πλημμύρες αναφέρονται, σε παλαιότερες εποχές, και σε άλλες πόλεις αλλά και σε χωριά, ιδίως της Μεσαορίας. Μάλιστα κάποτε και με ανθρώπινα θύματα. Που όμως δεν συμβαίνουν πλέον. Σήμερα τυχαίνει να εισέλθει νερό σε κάποια σπίτια ή και να κυλήσει σε μερικούς δρόμους, ακόμη και να προκαλέσει και κάποιες ζημιές. Αλλά δεν ημπορούμε να μιλάμε πλέον για πραγματικές πλημμύρες και σοβαρές θεομηνίες. Όχι μόνο επειδή υπάρχουνε πλέον και κάποιες αποχετεύσεις, αλλά κυρίως επειδή δεν έχουμε πλέον εκείνες τις άφθονες και σφοδρές βροχές που στο παρελθόν όχι μόνο γέμιζαν, αλλά και πλημμύριζαν τον Πηδκιά. Του οποίου η πλατειά κοίτη στη γειτονιά μου παραμένει ξερή στο περισσότερο, αν όχι και σε όλο της το πλάτος. Ένα πλάτος που ο ίδιος ο ποταμός είχε δημιουργήσει σε εποχές που το χρειαζότανε.

Φώτο Γκάλερι

Image