Θεοδώρητος ή Θεόδωρος μοναχός

Image

Ένας από τους 13 μοναχούς-μάρτυρες της Καντάρας. Κατά τη σχετική Διήγησιν (Ἀπόστολος Βαρνάβας, Ἀναμνηστ. Τόμος 50ετηρίδος, 1975, σσ. 353 - 354), ο Θεόδωρος και ο αδελφός του Μιχαήλ από το Καλόν Όρος (Μικράς Ασίας), σώφρονες, εὐφρονέστατοι, περικαλλέστατοι, ήλθαν στην Κύπρο μαζί με το μαθητή τους Ἰωάννην, προσμονάριον καί πρεσβύτερον τῆς μονῆς Θεοτόκου Παλλιουριωτίσσης, όπου οι μοναχοί τους ἀπέκειραν [=κούρεψαν] και τους μετονόμασαν σε Μιχαήλ και Θεοδώρητον αντιστοίχως, τον δε Ιωάννην σε Ιλαρίωνα. Προφανώς οι δυο αδελφοί ασκούσαν διδακτικό έργο στο Καλόν Όρος, όπου φοίτησε σ' αυτούς ο Ιωάννης- Ιλαρίων. Στη διάρκεια του μαρτυρίου των 13 αδιάλλακτων Ορθοδόξων μοναχών της Καντάρας, όπου και οι δυο αδελφοί είχαν ανεβεί και ενωθεί μαζί τους, ο Θεοδώρητος, ὁ τοῦ Καλο  Ὄρους ὁρμώμενος, ὁ διά τοῦ θείου καί ἀγγελικοῦ σχήματος μετονομασθείς Θεόγνωστος, κατά την ίδια Διήγησιν, νόσῳ δεινῇ περιπεσών [ από τη φυλάκισή του στη Λευκωσία], ἐν αὐτοῖς τοῖς δεσμοῖς [στη φυλακή] τήν ψυχήν τῷ Θεῷ παρέθετο. Οι πατέρες συναγωνιστές του τότε -5 Απριλίου 1231- θρηνούσαν δοξολογώντας τον Θεό, ενώ ο Δομινικανός Ανδρέας, ο κατήγορος των 13, διέταξε την διαπόμπευση του λειψάνου δια μέσης της χώρας [Λευκωσίας], για να το κάψουν, όπως κι έγινε. Αφού το περιήγαγαν ἐλκόμενον διά τῆς ἀγορᾶς, το έθεσαν σε φωτιά καί τούτου πρός ὕβριν ὡς δηθεν τοῦ  ἡμετέρου γένους γεγονότος.

 

Η διαφορά στο όνομα στα δυο χωρία της Διηγήσεως που αναφέραμε, Θεόδωρος - Θεοδώρητος, Θεοδώρητος - Θεόγνωστος, πιθανώς οφείλεται σε φθορές ή τροποποιήσεις της γραπτής παραδόσεως της Διηγήσεως, που σώζεται σήμερα σε δυο κώδικες, τον Παρισινό 1335 του 14ου αι. και τον Μαρκιανό DLXXV του 1426. Αυτό σημαίνει ότι πλην των δυο αυτών κωδίκων, στους οποίους τα ονόματα παραδίδονται όπως τα είδαμε πιο πάνω, υπήρχαν κι άλλοι παλαιότεροι με διαφορετική παράδοση, είτε μόνο Θεόδωρος - Θεοδώρητος είτε μόνο Θεοδώρητος - Θεόγνωστος, που τώρα χάθηκαν. Ο συναξαρικός χαρακτήρας της Διηγήσεως επίσης και η σύνταξή της αρκετά μετά τα γεγονότα που αφηγείται (Ἀπ. Βαρν., ε. α., σ. 308), δυνατό να συνέβαλε στην αβεβαιότητα ως προς τα ονόματα του μάρτυρος Θεοδωρήτου.