Το Πανεπιστήμιο Κύπρου είναι το πρώτο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα που ιδρύθηκε στο νησί. Είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και έδρα του είναι η Λευκωσία.
Ο Νόμος που προέβλεπε την ίδρυση και λειτουργία του Πανεπιστημίου Κύπρου δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 28 Ιουλίου 1989, επί κυβερνήσεως Γιώργου Βασιλείου. Βάσει της σχετικής νομοθεσίας, το Πανεπιστήμιο Κύπρου εξυπηρετεί τις ανάγκες όλων των πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας και δέχεται και αλλοδαπούς φοιτητές. Γλώσσες διδασκαλίας είναι η ελληνική και η τουρκική.
Σκοπός του Πανεπιστημίου, όπως περιγράφεται στη νομοθεσία, είναι η προαγωγή της επιστήμης, της γνώσης, της μάθησης και της παιδείας με τη διδασκαλία και την έρευνα, και ειδικότερα:
Στις 10 Αυγούστου 1989 το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε Προσωρινή Διοικούσα Επιτροπή (Π.Δ.Ε.) του Πανεπιστημίου, η οποία, μέχρι της εκλογής της πρώτης Συγκλήτου και της συστάσεως του πρώτου Συμβουλίου του Πανεπιστημίου, θα ασκούσε όλα τα καθήκοντα των δύο αυτών σωμάτων.
Πρόεδρος της Π.Δ.Ε. ήταν η Νέλλη Τσουγιοπούλου-Σαβεριάδου, Κυπρία καθηγήτρια της φιλοσοφίας στη Φιλοσοφική Σχολή και της Ιστορίας και Φιλοσοφίας των Βιοεπιστημών στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Munster της Γερμανίας (Βλέπε Βίντεο Ψηφιακός Ηρόδοτος Αρχείου ΡΙΚ). Στην Επιτροπή συμμετείχαν επίσης οι ακαδημαϊκοί: Γεώργιος Φιλοκύπρου (αντιπρόεδρος), Νίκος Κονομής, Γεώργιος Κωνσταντινίδης, Φρέδος Παπαγγέλου, Χριστόφορος Πισσαρίδης, Νίκος Πολυδωρίδης, Θεοφάνης Σταύρου και Ανδρέας Φιλίππου. Τον Δεκέμβριο του 1992 το Υπουργικό Συμβούλιο διόρισε ως μέλη της Π.Δ.Ε. τους προσωρινούς κοσμήτορες του Πανεπιστημίου Κύπρου Κώστα Μιχαηλίδη, Νικόλα Παπαμιχαήλ και Άρη Σπανό.
Η Π.Δ.Ε., ασκώντας μέχρι της λήξεως της θητείας της (στις αρχές του 1995) τις εξουσίες της Συγκλήτου και του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου, επιτέλεσε σημαντικό έργο το οποίο περιελάμβανε την ίδρυση των πρώτων τμημάτων και τη στελέχωση του Πανεπιστημίου, τη συμπλήρωση των αναγκαίων εγκαταστάσεων για την προσωρινή στέγαση, και τη μελέτη και ετοιμασία του Γενικού Χωροταξικού Σχεδίου για την Πανεπιστημιούπολη. Σε διάστημα τριών χρόνων από τον διορισμό της Π.Δ.Ε., δηλαδή τον Σεπτέμβριο του 1992, το Πανεπιστήμιο δέχθηκε τους πρώτους φοιτητές.Το Πανεπιστήμιο Κύπρου άρχισε τη λειτουργία του με τρεις σχολές (Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών, Σχολή Θετικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών, Σχολή Οικονομικών Επιστημών και Διοίκησης) και δέκα τμήματα.
Το Πανεπιστήμιο στεγάστηκε προσωρινά στα κτίρια της πρώην Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου, η οποία έπαυσε να υφίσταται, τα δε μαθήματα που πρόσφερε έχουν ενσωματωθεί στις σπουδές που προσφέρει το Πανεπιστήμιο.
Την επίσημη έναρξη λειτουργίας του Πανεπιστημίου κήρυξε στις 9 Σεπτεμβρίου 1992 ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας Γιώργος Βασιλείου σε ειδική τελετή, στην παρουσία πανεπιστημιακών από διάφορες χώρες. Ο τότε υπουργός Παιδείας Χριστόφορος Χριστοφίδης, υποδεχόμενος τους πρώτους φοιτητές, επεσήμανε ότι τριάντα δύο χρόνια μετά την ανεξαρτησία του, ο λαός μας αποκτά επιτέλους το δικό του ανώτατο πνευματικό ίδρυμα. Η δημοκρατία μας, ενισχυμένη με τον δικό της πνευματικό φάρο, διασφαλίζει πλέον στους πολίτες ολοκληρωμένο εκπαιδευτικό σύστημα και διανοίγει νέους ορίζοντες στους τομείς της επιστήμης και της έρευνας.
Η αυτονόμηση του Πανεπιστημίου:
Τον Φεβρουάριο του 1995 ολοκληρώθηκαν οι διαδικασίες αυτονόμησης του Πανεπιστημίου, με τη συγκρότηση των διαφόρων συλλογικών οργάνων.
Τον Νοέμβριο του 1994 είχαν εκλεγεί οι πρόεδροι και συγκροτηθεί τα Συμβούλια των Τμημάτων, τον επόμενο μήνα εξελέγησαν ο πρώτος πρύτανης, ο αντιπρύτανης και οι κοσμήτορες, και συγκροτήθηκαν τα Συμβούλια των Σχολών. Τον Ιανουάριο του 1995 έγινε εκλογή τριών εκπροσώπων του ακαδημαϊκού προσωπικού στο Συμβούλιο του Πανεπιστημίου και τον επόμενο μήνα η Σύγκλητος εξέλεξε τα τρία εξωπανεπιστημιακά μέλη τα οποία, σύμφωνα με τον Νόμο, διορίζει στο Συμβούλιο του Πανεπιστημίου. Επίσης διορίστηκαν από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του Συμβουλίου του Πανεπιστημίου.
Η επίσημη τελετή αυτονόμησης του Πανεπιστημίου έγινε στις 26 Μαΐου 1995. Σε χαιρετισμό του ο τότε πρόεδρος της Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης τόνισε ότι η παρουσία του Κυπριακού Πανεπιστημίου στον διεθνή επιστημονικό χώρο, με επιστημονικές δημοσιεύσεις, συμμετοχές σε επιστημονικά συνέδρια και ερευνητικά προγράμματα, πέραν της επιστημονικής σημασίας της, υπογραμμίζει και την κρατική οντότητα της Κύπρου στον διεθνή στίβο της επιστήμης και της εκπαίδευσης.
Αριθμός φοιτητών:
Κατά το πρώτο ακαδημαϊκό έτος 1992-93 φοιτούσαν 486 φοιτητές, που αυξήθηκαν στους 494 το 1993-94, στους 541 το 1994-95 και στους 556 το 1995-96. Στην επόμενη 14ετία η αύξηση του αριθμού των φοιτητών υπήρξε κατακόρυφη. Κατά την ακαδημαϊκή χρονιά 2008-2009 φοιτούσαν 5.586 φοιτητές (4.304 προπτυχιακοί και 1.282 μεταπτυχιακοί) και κατά την ακαδημαϊκή χρονιά 2009-2010 φοιτούσαν 6.051 φοιτητές (4.530 προπτυχιακοί και 1.521 μεταπτυχιακοί).
Συνολικά το Πανεπιστήμιο Κύπρου:
H συντριπτική πλειοψηφία των προπτυχιακών φοιτητών εισάγεται με τις εξετάσεις που οργανώνει το υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για τα ανώτερα και ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Έναν επιπλέον αριθμό θέσεων (3% των Κυπρίων εισακτέων) μπορούν να διεκδικήσουν, με βάση τα αποτελέσματα GCE ή άλλων ισοδύναμων εξετάσεων, Κύπριοι που ανήκουν στις επίσημες θρησκευτικές ομάδες της Δημοκρατίας, επαναπατρισθέντες Κύπριοι, Κύπριοι μόνιμοι κάτοικοι εξωτερικού, Κύπριοι και Έλληνες της Διασποράς και παιδιά λειτουργών της Εξωτερικής Υπηρεσίας της Κύπρου. Ξένοι υπήκοοι που προέρχονται από κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορούν να διεκδικήσουν θέση στο Πανεπιστήμιο Κύπρου με βάση τα αποτελέσματα GCE ή άλλων ισοδύναμων εξετάσεων. Οι Ελλαδίτες υποψήφιοι γίνονται δεκτοί σε ποσοστό ίσο με το 10% του συνολικού αριθμού των Κυπρίων εισακτέων. Η επιλογή τους γίνεται με βάση τα αποτελέσματα των Πανελληνίων Εξετάσεων. Τουρκοκύπριοι απόφοιτοι εξατάξιας σχολής μέσης εκπαίδευσης γίνονται δεκτοί, αφού πετύχουν σε ειδικές εξετάσεις, που οργανώνει το Πανεπιστήμιο.